Καταλύτη για την ανάπτυξη της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας αλλά και ένα επικερδές επενδυτικό πρόγραμμα για την εθνική οικονομία αποτελεί ο συμψηφισμός των αυτόματων επιστροφών με επενδύσεις στη χώρα (αναπτυξιακό clawback), σύμφωνα με τους εκπροσώπους του κλάδου.

Το «αποτύπωμα» από τον πρώτο ενάμισι χρόνο της εφαρμογής του αναδεικνύει τη δυναμική του, έχοντας οδηγήσει σε επενδύσεις της τάξης των 300 εκατ., οι οποίες έχουν πολλαπλασιαστική θετική επίδραση στο ΑΕΠ, τα δημόσια έσοδα και την απασχόληση.

Το μέτρο αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς διαμορφώνεται ένα “γόνιμο” έδαφος για ανάπτυξη του κλάδου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η πανδημία Covid -19 κατέστησε εμφανή την εξάρτηση της ΕΕ στην αγορά του φαρμάκου από τρίτες χώρες, μέσα από τις σημαντικές ελλείψεις που αντιμετώπισαν ευρωπαϊκά κράτη κατά την πρώτη φάση της υγειονομικής κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό, η Κομισιόν αποφάσισε να εκπονήσει έναν οδικό χάρτη για τον επαναπατρισμό της παραγωγικής διαδικασίας του φαρμάκου εντός των συνόρων της, μία συνθήκη στην οποία η ελληνική φαρμακοβιομηχανία θα μπορούσε να διεκδικήσει κεντρικό ρόλο.

«Με τον συμψηφισμό του clawback στην ουσία ζητάμε ως ελληνική φαρμακοβιομηχανία τα χρήματά μας πίσω για να επενδυθούν και, αφενός να αυξηθεί το ΑΕΠ της χώρας, αφετέρου να αναπτυχθούν τεχνολογικά οι εταιρείες, να πάνε μπροστά και να πρωταγωνιστήσουμε την επόμενη μέρα στο νέο πλαίσιο που δημιουργείται στην ΕΕ. Πιστεύω ότι πιο win win situation στην ελληνική οικονομία δεν υπάρχει», ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) και διευθύνων σύμβουλος της φαρμακοβιομηχανίας DEMO ABEE, Δημήτρης Δέμος, στο πλαίσιο του 4ου Συμποσίου Φαρμακοεπιδημιολογίας.

Άκρως επιτυχημένο μέτρο

Το δεύτερο 6μηνο του 2019, οπότε και θεσπίστηκε το αναπτυξιακό clawback, το ποσό του συμψηφισμού ήταν 50 εκατ. ευρώ και οι επενδύσεις ξεπέρασαν τα 100 εκατ., ενώ για το 2020 ανήλθε στα 100 εκατ. και οι εταιρείες επένδυσαν 200 εκατ. ευρώ. Μέσα σε ενάμισι χρόνο έγιναν συνολικά επενδύσεις της τάξης των 300 εκατ., όχι μόνο από τις ελληνικές αλλά και από τις πολυεθνικές εταιρείες.

Αξιοποιώντας το μέτρο, το σύνολο του κλάδου επενδύει στους τομείς στους οποίους δραστηριοποιείται. Στο πλαίσιο αυτό, οι πολυεθνικές κατευθύνουν τα ποσά σε κλινικές μελέτες και Έρευνα & Ανάπτυξη (Ε&Α) και οι ελληνικές εταιρείες μαζί με την πολυεθνική Boehringer προχωρούν σε παραγωγικές επενδύσεις.

Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά παρατηρείται κινητικότητα και από τις πολυεθνικές εταιρείες, οι οποίες αποφασίζουν σιγά σιγά να επενδύουν στη χώρα μας, είτε στον τομέα της κλινικής έρευνας, είτε αναπτύσσοντας hubs και φέρνοντας ορισμένες υπηρεσίες στην Ελλάδα.

«Θεωρούμε ότι είναι ένα άκρως επιτυχημένο μέτρο, που μπορεί να φέρει τα πάνω κάτω για την ελληνική φαρμακοβιομηχανία, σε ευρωπαϊκό επίπεδο», σημείωσε ο κ. Δέμος.

Από το 2012 που θεσπίστηκε το clawback (αυτόματες επιστροφές), επιβάλλοντας στις φαρμακευτικές επιχειρήσεις να πληρώνουν από τα ταμεία τους την υπέρβαση του πλαφόν των δαπανών για φάρμακα, τα ποσά που έχουν επιστραφεί στο κράτος αγγίζουν συνολικά τα 5,3 δισ. ευρώ., κεφάλαια που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε επενδυτικά προγράμματα.

Είναι ενδεικτικό ότι από 100 εκατ. κατά την πρώτη εφαρμογή του, το clawback ανήλθε συνολικά στο 1,25 δισ. το 2020. Για το ίδιο έτος, μέσω του μηχανισμού του αναπτυξιακού clawback, η βιομηχανία πληρώνει ποσοστό 8% (100 εκατ.) σε είδος, με επενδύσεις, από τις οποίες υπάρχουν τεράστια οφέλη σε φόρους, εισφορές, προστιθέμενη αξία, εξαγωγές και έρευνα.

Σημειώνεται ότι εκτεταμένη μελέτη που διεξήχθη για το clawback στην Ελλάδα, καταδεικνύει ότι είναι τριπλάσιο σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ καθώς και ότι, παρά το υψηλό ποσοστό επιστροφών που εισπράττει το κράτος, δεν καταφέρνει να το διοχετεύσει σε αποτελεσματικές και επικερδείς επενδύσεις.

Συμψηφισμός για τουλάχιστον 4 χρόνια

Η διάρκεια των επενδύσεων καθίσταται αναγκαία προκειμένου να υποστηρίξει τις μακροχρόνιες διαδικασίες που διεξάγονται στον τομέα του φαρμάκου. Η φαρμακοβιομηχανία ζητά να ισχύσει το μέτρο για τουλάχιστον 4 χρόνια, έτσι ώστε να ολοκληρωθούν τα επενδυτικά πλάνα, τονίζοντας ότι σε διαφορετική περίπτωση οι επιπτώσεις θα είναι καταστροφικές.

«Όλες οι παραγωγικές επενδύσεις που γίνονται στο φάρμακο αλλά και οι ενέργειες σε Ε&Α είναι μακροχρόνιες. Δεν υπάρχει κανένα φάρμακο που να ξεκινήσαμε σήμερα και σε 6 μήνες να το έχουμε βγάλει. Άρα οι επενδύσεις του κλάδου πρέπει αναγκαστικά να διαρκούν 4-5 χρόνια, προκειμένου να έρθει το πρώτο ευρώ ως έσοδο. Επομένως, για εμάς, είναι πάρα πολύ σημαντικό και πάνω σε αυτό στηριζόμαστε, να υπάρξει μία συμφωνία μεταξύ της φαρμακοβιομηχανίας συνολικά και του κράτους, ότι θα ισχύσει το μέτρο για τουλάχιστον 4  χρόνια, έτσι ώστε να προλάβουν να ολοκληρωθούν τα επενδυτικά πλάνα», ανέφερε ο αντιπρόεδρος της ΠΕΦ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, θα είναι ακόμα πιο καταστροφικό να δοθεί για φέτος το ποσό του συμψηφισμού, να δοθούν προκαταβολές από τις εταιρείες και τον επόμενο χρόνο να αποσυρθεί το μέτρο, καθιστώντας ανίκανες τις επιχειρήσεις να αποπληρώσουν τα έργα που έχουν ξεκινήσει.

«Αν δούμε ότι το μέτρο θα υπάρξει σε έναν τετραετή ορίζοντα, τα επενδυτικά πλάνα των εταιρειών στην Ελλάδα είναι τεράστια», επεσήμανε ο κ. Δέμος.

Σήμερα υπάρχουν 40 εργοστάσια παραγωγής και πρόκειται να κατασκευαστούν 12 καινούρια. Η αύξηση αγγίζει το 30% σε γραμμές παραγωγής και σε νέες παραγωγικές μονάδες. Όσον αφορά στα προγράμματα Ε&Α, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 23 εργαστήρια και πρόκειται να φτάσουν τα 40, καταγράφοντας μία αύξηση 40%, με αντίστοιχη αύξηση στους ερευνητές που θα απασχοληθούν, τις κλινικές μελέτες που θα γίνουν κοκ.

«Μιλάμε για μία γιγάντωση του κλάδου και ουσιαστικά μέσα στα επόμενα 4  χρόνια είμαι πεπεισμένος ότι δεν θα υπάρχει φάρμακο που θα χρειάζεται ο Έλληνας και δεν θα παράγεται στην Ελλάδα. Και θα είναι και φάρμακο το οποίο θα εξάγεται κατά κόρον στην υπόλοιπη Ευρώπη. Έχουμε τη δυνατότητα, όπως η Γερμανία είναι ισχυρή στη αυτοκινητοβιομηχανία, η Ελλάδα να γίνει ο παραγωγός φαρμάκων της Ευρώπης. Είμαι πεπεισμένος γι’ αυτό και είναι στο χέρι μας», υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της ΠΕΦ.

Σημειώνεται ότι το ύψος των επενδυτικών προγραμμάτων των φαρμακευτικών επιχειρήσεων (συμπεριλαμβανομένων των ξένων) , ανέρχεται περί το 1,5 δις. ευρώ για την τετραετία 2019- 2024.

Υστέρηση στον τομέα της βιοτεχνολογίας

Παρότι το clawback θεσπίστηκε ως ένα προσωρινό μέτρο, μετρά ήδη σχεδόν 10 χρόνια «ζωής», οδηγώντας ουσιαστικά στην απώλεια των επενδυτικών κεφαλαίων της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Κατά συνέπεια, η βιομηχανία έχει μείνει τεχνολογικά πίσω, με αποτέλεσμα να μπαίνει με καθυστέρηση σε τομείς που αποτελούν παγκόσμια τάση και έχουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης.

«Αυτή τη στιγμή γίνονται προσπάθειες να ξεκινήσει η παραγωγή βιοτεχνολογικών προϊόντων στη χώρα μας, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν θα ξεκινούσε, αν δεν υπήρχε ο συμψηφισμός. Δυστυχώς, όμως, όσον αφορά στη βιοτεχνολογία είμαστε ήδη 10 χρόνια πίσω. Και το πρόβλημα είναι ότι επειδή αυτά τα πρότζεκτς διαρκούν σε επίπεδο R&D τουλάχιστον 7-8 χρόνια – είναι σαφώς πιο σύνθετα από τα χημικά μόρια- θα φτάσουμε τελευταίοι και καταϊδρωμένοι, ενώ θα μπορούσαμε να είμαστε από τους πρώτους», ανέφερε ο κ. Δέμος.

Επανερχόμενος στο θέμα του αναπτυξιακού clawback, τόνισε ότι αν δεν πάρει παράταση, θα φύγουν τόσα βασικά φάρμακα από την αγορά, που οι ελλείψεις που παρουσιάστηκαν  στη Γερμανία και τη Γαλλία κατά την πανδημία, για εμάς θα είναι καθημερινότητα. «Θα υπάρξει υγειονομική κρίση στην Ελλάδα την επόμενη μέρα κι ας μην έχουμε κορονοϊό», δήλωσε χαρακτηριστικά.