Ο Στάινμετζ  κυκλοφορεί ελεύθερα στην Ελλάδα αλλά του απαγορεύεται να φύγει από τη χώρα μέχρι το τέλος της έρευνας και υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι δεν θα υπάρξει θέμα έκδοσής του στη Ρουμανία.

Ο Μπένυ Στάινμετζ (Beny Steinmetz) παραμένει επί ελληνικού εδάφους από τις 24 Νοεμβρίου, παρόλο που η «ερυθρά αγγελία»  σε βάρος του έχει αρθεί από την Interpol και του δίνει τη δυνατότητα να μετακινείται ελεύθερα χωρίς φόβο σύλληψης.

Σημειώνεται οτι η εντολή της Interpol που διέταζε την διαγραφή της «ερυθράς αγγελίας»  σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, εστάλει πριν από την πτήση του Στάινμετζ  στην Ελλάδα και αφού ο Στάινμετζ  είχε εν τω μεταξύ ταξιδέψει σε διάφορες χώρες.

Η υποχρέωση παραμονής του Ισραηλινού επιχειρηματία στην Ελλάδα, οφείλεται σε καθυστέρηση αφαίρεσης της προειδοποίησης από τα συστήματα συνοριακού ελέγχου στην Ευρώπη.

Ο Στάινμετζ  κυκλοφορεί ελεύθερα στην Ελλάδα αλλά του απαγορεύεται να φύγει από τη χώρα μέχρι το τέλος της έρευνας και υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι δεν θα υπάρξει θέμα έκδοσής του στη Ρουμανία.

 

Στάινμετζ: Πώς δημιουργήθηκε το θέμα

Η εν λόγω η «ερυθρά αγγελία» αρχικά εκδόθηκε από την Interpol μετά από αίτημα των ρουμανικών αρχών για την καταδίκη του Μπένυ Στάινμετζ  -παρά την ομόφωνη πρωτόδικη αθώωσή του στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ρουμανίας- που αφορούσε σε υπόθεση φερόμενης απάτης σχετικά με εκτάσεις γης που κρατικοποιήθηκαν κατά την κομμουνιστική περίοδο.

Όμως  η Interpol στις 29 Οκτωβρίου όχι μόνο διέγραψε την αγγελία που είχε εκδώσει για τον Μπένυ Στάινμετζ  από το διεθνές σύστημα συναγερμού, αλλά και συνόδευσε την απόφαση αυτή με  πόρισμα κόλαφο σε βάρος της Ρουμανίας.

Ανάμεσα στους λόγους που παραθέτει η Επιτροπή Ελέγχου Φακέλων της Interpol (CCF) παρατίθενται στοιχεία εντοπισμού σωρείας παραβάσεων και ισχυρών ενδείξεων για δίωξη και καταδίκη του Μπένυ Στάινμετζ που είναι πολιτικά υποκινούμενη παραβιάζοντας τα δικαιώματα της υπεράσπισης του.

Η απόφαση του CCF αναφέρει ότι ο Στάινμετζ  ενεπλάκη στην πραγματικότητα σε πολιτική και εμπορική σύγκρουση μεταξύ ενός απογόνου του βασιλικού οίκου της Ρουμανίας και της ρουμανικής κυβέρνησης.

Η επιτροπή έκρινε περαιτέρω ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας στη Ρουμανία, λήφθηκαν παράνομα ανακριτικά μέτρα κατά του Στάινμετζ κατά κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων του.

Η επιτροπή προβληματίστηκε ιδιαίτερα από το γεγονός ότι η Ρουμανική Υπηρεσία Πληροφοριών (SRI) είχε «ελεύθερα χέρια» για να διευθετήσει τα προϊόντα της ανάκρισης ως μέρος της έρευνας και να «επιλέξει» τις κλήσεις που θα εξεταστούν από το δικαστήριο , χωρίς κανέναν έλεγχο, ενώ στον ίδιο τον κατηγορούμενο Στάινμετζ  δεν επετράπη πρόσβαση στα υλικά.

Ο περιορισμός της πρόσβασης του Στάινμετζ  στο υλικό της υπόθεσης, συμπεριλαμβανομένων των εντολών υποκλοπής και των προϊόντων τους, έχει διαβρώσει, σύμφωνα με την απόφαση του CCF, τις αρχές του νόμου και τα δικαιώματα του Στάινμετζ  για δίκαιη δίκη και αποτελεσματική διαχείριση της υπεράσπισής του.

Το CCF επεσήμανε επίσης ότι παρά το γεγονός ότι η καταδικαστική απόφαση είναι φαινομενικά οριστική, οι αρχές του διεθνούς δικαίου υποστηρίζουν τη χορήγηση δικαιώματος έφεσης σε τέτοιες περιπτώσεις.

Ο Μπένυ Στάινμετζ αποτελεί «παράπλευρη απώλεια» στην αντιδικία της ρουμανικής Κυβέρνησης με τον διάδοχο του πρώην Βασιλέα.