Λένε, ότι η απογοήτευση είναι ένα είδος χρεοκοπίας. Κι αυτό επειδή ξοδεύονται πολλά σε ελπίδες και προσδοκίες… Καλή ώρα σαν κι εκείνες των επενδυτών της  Άβαξ κατασκευαστικής, που μήνες τώρα βιώνουν το ιδιότυπο, αλλά εξόχως βασανιστικό, χρηματιστηριακό μαρτύριο της σταγόνας.

Αν και ο επιχειρηματικός όμιλος εμπλουτίζει συνεχώς το «βαρύ» του χαρτοφυλάκιο με νέα έργα, εν τούτοις η μετοχή… καίγεται και σιγολιώνει ακατάπαυστα. Με τους βασικούς μετόχους, οι οποίοι κρατούν παράλληλα και τα διοικητικά ηνία της εισηγμένης, να περιορίζονται σε ρόλο παθητικού θεατή της συντελούμενης απαξίωσης. Κάτι το οποίο δεν συμβαίνει με τις δικές τους μισθολογικές αποδοχές, καθώς φρόντισαν να τις αναπροσαρμόσουν πέρσι κατά 33,9% ψηλότερα…

Πώς το λένε οι κακεντρεχείς  για τους συχνά-πυκνά θυματοποιημένους επενδυτές; Τα πρόβατα τρέμουν τον λύκο, αλλά πάντα ο βοσκός τα πάει για σφάξιμο…

Στην περίπτωση της Άβαξ η τιμή της μετοχής ήταν στα 1,026 ευρώ στο ξεκίνημα της εφετινής χρονιάς και τώρα έχει κατρακυλήσει στα 0,77 ευρώ. Καταγράφοντας απώλειες 25% οι οποίες ανεβαίνουν στο 34,6% αν συγκριθούν με τα προ 12μηνου δεδομένα.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το «χαρτί» της Άβαξ έχει μακράν τη χειρότερη συμπεριφορά στον κατασκευαστικό κλάδο, ακολουθούμενο από τη Δομική Κρήτης που «γράφει» απώλειες 17,4% σε ορίζοντα 12μηνου.

Τα αίτια που η μετοχή της Άβαξ κατρακυλά «στου κακού τη σκάλα» είναι δυσδιάκριτα και αποτελούν ένα αναπάντητο ερώτημα. Ειδικά μάλιστα όταν από την πλευρά του Ομίλου γίνονται αξιοσημείωτες κινήσεις στον επιχειρηματικό στίβο.

Πρόσφατα πουλήθηκε το χαρτοφυλάκιο των ΑΠΕ της (ζημιογόνας) Volterra αποφέροντας κεφαλαιακά κέρδη 40 εκατ. ευρώ, ενώ το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των έργων έχει ανέβη στα 2,2 δις ευρώ. Μεταξύ των οποίων η συμμετοχή του Ομίλου στα έργα της πρώτης φάσης στο Ελληνικό, στη νέα ανατολική, περιφερειακή οδό Θεσσαλονίκης, στον αυτοκινητόδρομο Πάτρα-Πύργος, αλλά και στη Γραμμή 4 του Μετρό της Αθήνας.

Παρά ταύτα οι κινήσεις αυτές δεν είχαν την παραμικρή, θετική απήχηση στη μετοχή που ακολουθεί το μονόδρομο της καθόδου. Οδηγώντας τη χρηματιστηριακή αποτίμηση της Άβαξ στα επίπεδα των 111,1 εκατ. ευρώ. Από 170 εκατ. ευρώ, όπου ήταν στις 26 Αυγούστου του 2021 και περίπου 148,1 εκατ. στα τέλη της περσινής χρονιάς.

Χωρίς άμυνες κατρακυλά η μετοχή

Τουλάχιστον όπως δείχνουν τα πράγματα, η συγκριτικά χαμηλή κεφαλαιοποίηση λειτουργεί ανασταλτικά για την είσοδο ξένων funds, που υπό όρους και προϋποθέσεις θα μπορούσαν να αναζωογονήσουν το ενδιαφέρον για τη μετοχή. Στην οποία, κατά κανόνα, οι μικρομεσαίου εύρους συναλλαγές, γίνονται από Έλληνες επενδυτές και λογής-λογής «παίκτες» που ξεκινούν με το όνειρο των γρήγορων υπεραξιών, αλλά καταλήγουν να εγκλωβίζονται στην «κινούμενη άμμο» της μίζερης πραγματικότητας.

Τα έχει αυτά η χρηματιστηριακή αγορά. Καθώς σπανίως μια μετοχή που αποκτούν οι επενδυτές, διατηρεί τη γοητεία που είχε όταν στόχευαν να την αποκτήσουν…

Ούτως ή άλλως ένα είδος τροχοπέδης για την Άβαξ, είναι και το γεγονός ότι έχει 11 ολόκληρα χρόνια να μοιράσει μέρισμα. Ορισμένοι μάλιστα στην παρούσα φάση δείχνουν να φοβούνται και ενδεχόμενο μιας αύξησης κεφαλαίου. Ερώτημα που τέθηκε και στην πρόσφατη γενική συνέλευση, με τη διοίκηση της εταιρείας όμως να δίνει αρνητική απάντηση.

Εκτός απ’ αυτά, η συνεχιζόμενη υποχώρηση της μετοχής δεν έχει ενεργοποιήσει κανενός είδους «άμυνες» από την πλευρά της εισηγμένης. Απόφαση για αγορά ιδίων μετοχών δεν υπάρχει, αλλά και οι βασικοί μέτοχοι σιγούν στο ενδεχόμενο να ενισχύσουν τα προσωπικά τους χαρτοφυλάκια. Κάτι που θα μπορούσε να λογιστεί και ώς μήνυμα εμπιστοσύνης για τις προοπτικές του Ομίλου.

Ποιοι ελέγχουν το 70,25% της εταιρείας

Ο 50χρονος Χρήστος Ιωάννου, γεννημένος στη Λευκωσία της Κύπρου, απόφοιτος του κολλεγίου Αθηνών και με σπουδές στα μαθηματικά σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, είναι ο εκτελεστικός Πρόεδρος της εταιρείας, έχοντας κατ’ αρχάς το 11,825% των μετοχών. Παράλληλα, μέλη των οικογενειών Ιωάννου και Παρασκευαΐδη, ελέγχουν ένα επιπρόσθετο 23,773%. Ακόμη 8,532% ελέγχεται από τον Στέλιο Χριστοδούλου, απόρροια μεταβίβασης μετοχών από εταιρεία του Χρήστου Ιωάννου, ο οποίος είναι ξάδελφός του. Συνεπώς το συγκεκριμένο «μπλοκ» ελέγχει εν συνόλω το 44,13%.

Ποσοστό της τάξεως του 17,154% είναι στα χέρια του CEO της Άβαξ Κωνσταντίνου Μιτζάλη, 7,829% κατέχεται από τον Αναπληρωτή Πρόεδρο Κωνσταντίνο Κουβαρά, ενώ όπως προκύπτει από τις λογιστικές καταστάσεις, το εκτελεστικό μέλος στο Δ.Σ Κωνσταντίνος Λυσαρίδης και η Αντιπρόεδρος Αικατερίνη Πιστιόλη έχουν μετοχές που αθροιστικά αντιστοιχούν στο 1,14% .

Ως τούτου το γενικό ποσοστό των βασικών μετόχων φτάνει στο 70,253%, αφήνοντας στην ελεύθερη διασπορά το υπόλοιπο 29,747%, που εν τοις πράγμασι μπορεί να είναι και ακόμη χαμηλότερο από εκείνο που φαίνεται.

Στα 2,886 εκατ. ανέβηκαν οι αμοιβές των μελών του Δ.Σ

Το σίγουρο είναι ότι η απαξίωση της μετοχής πλήττει πρωτίστως ( λογιστικά)  και τη χρηματιστηριακή περιουσία των βασικών μετόχων, αλλά αυτό δεν φαίνεται να τους απασχολεί. Τουλάχιστον στο βαθμό που ενδιαφέρονται για τις οικονομικές τους αποδοχές. Πέρσι οι αμοιβές των μελών του Δ.Σ από τη μητρική Άβαξ και τις άλλες εταιρείες του Ομίλου, έφτασαν στα 2,886 εκατ. ευρώ μικτά. Ξεπερνώντας κατά 33,9% το αντίστοιχο κονδύλιο των 2,155 εκατ. ευρώ του 2020.

Η υψηλότερα αμειβόμενος CEO Κωνσταντίνος Μιτζάλης έλαβε πέρσι 1.078.958 ευρώ, έναντι των 772.153 που είχε πάρει μικτά πρόπερσι, συνυπολογίζοντας και τις εταιρικές παροχές.

Για τον Κωνσταντίνο Κουβαρά οι αμοιβές διαμορφώθηκαν 606.809 ευρώ, από 557.655 της προηγούμενης χρονιάς.

Ο Κωνσταντίνος Λυσαρίδης παρέμεινε σχεδόν στα ίδια επίπεδα, λαμβάνοντας 519.193 ευρώ πέρσι. Επίσης χωρίς ουσιώδεις αποκλίσεις ήταν και οι αμοιβές του Αντώνη Μιτζάλη που διαμορφώθηκαν το 2021 στα 205.522 ευρώ, μικτά πάντα.

Ο Χρήστος Ιωάννου είχε μέχρι το 2019 σταθερές ετήσιες αποδοχές 6.500 ευρώ από την εταιρεία. Αυτές ανέβηκαν στα 110.000 ευρώ το 2020 και στα 250.000 ευρώ πέρσι, στα οποία προστέθηκαν και…1.340 ευρώ, λογιζόμενα ώς έξοδα κινητής τηλεφωνίας.

Τα αμφίσημα οικονομικά μεγέθη του Ομίλου

Στο καθαρά επιχειρηματικό τοπίο τα περσινά αποτελέσματα ήταν αμφίσημα. Ο κύκλος εργασιών από τις συνεχιζόμενες δραστηριότητες ανέβηκε κατά 28% ( στα 592,2 εκατ. ευρώ), αλλά το μικτό αποτέλεσμα που διαμορφώθηκε στα 31,6 εκατ. ευρώ, ήταν κατά…21,6 εκατ. ευρώ λιγότερο. Η συρρίκνωση του μικτού περιθωρίου κέρδους από το 11,5% στο 5,3% οφείλεται πρωτίστως στα αυξημένα κόστη των έργων λόγω της ραγδαίας ανατίμησης υλικών και καυσίμων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κόστη των υλικών σε όλες τις δραστηριότητες του Ομίλου από τα 196,15 εκατ. ευρώ το 2020, έκαναν άλμα…87,5% και πήγαν στα 367,7 εκατ.

Όπως λέει ή ίδια η εισηγμένη: «Τα υλικά, οι ανατιμήσεις των οποίων επηρεάζουν την εταιρεία, τα υποκαταστήματά της στο εξωτερικό και τις κοινοπραξίες μέσω των οποίων εκτελούνται τα έργα, αφορούν στον σίδηρο, τον χαλκό, το αλουμίνιο, τον ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό, την άσφαλτο, κλπ. Οι τιμές προμήθειας ξεκίνησαν να αυξάνονται από τους τελευταίους μήνες του 2020 μέχρι και σήμερα, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις ότι το φαινόμενο αυτό θα αντιστραφεί τους επόμενους μήνες. Οι αυξήσεις τιμών κυμαίνονται μεταξύ 25% και 70%. Τα έργα  δεν καλύπτονται από αναθεωρήσεις τιμών (εκτός από τα δημόσια έργα εσωτερικού) και εκτιμάται ότι η αρνητική επίδραση στο μεικτό αποτέλεσμα της εταιρείας ανέρχεται σε τουλάχιστον 30 εκατ. ευρώ. Δεδομένου ότι τα υφιστάμενα έργα θα ολοκληρωθούν μέχρι το 3ο τρίμηνο του 2022, έχει απορροφηθεί περίπου το 70% των ανατιμήσεων με ημερομηνία αναφοράς την 31.12.2021. Παρ’ όλα αυτά, έχουν κατατεθεί αιτήματα αποζημίωσης (claims) και διεξάγονται διαπραγματεύσεις με τους πελάτες καθότι οι συνθήκες δεν αφορούν σε κανονικές αυξήσεις τιμών, αλλά σε έκτακτες
καταστάσεις (force majeure). Τα ποσά αποζημίωσης που τυχόν προκύψουν από τις διαπραγματεύσεις αναμένεται να επηρεάσουν τα αποτελέσματα του 2022.»

Εκ των πραγμάτων όμως και η ακολουθούμενη πολιτική της εξυγίανσης του ισολογισμού έχει το δικό της κόστος. Αφού οι διαγραφές απαιτήσεων και οι λοιπές προσβλέψεις «απορρόφησαν» πέρσι 15,7 εκατ. ευρώ, σε συνέχεια των 17,1 εκατ. ευρώ της χρήσης του 2020.

Σε κάθε περίπτωση τα προ φόρων αποτελέσματα του Ομίλου ήταν οριακά ζημιογόνα για την περσινή χρονιά, αλλά η αναβαλλόμενη φορολογία οδήγησε την τελική γραμμή του ισολογισμού σε καθαρή κερδοφορία 2 εκατ. ευρώ. Έναντι των 10,47 εκατ. ευρώ, που ήταν τα καθαρά κέρδη το 2020.

Στο «μέτωπο» των δανείων υπήρξε πέρσι αποκλιμάκωση αφού από τα 614,8 εκατ. ευρώ υποχώρησαν στα 494,4 εκατ. στα τέλη της περσινής χρονιάς, με τα ταμειακά διαθέσιμα του Ομίλου να ανέρχονται σε 100,2 εκατ. ευρώ.

Το ερώτημα είναι πώς θα μπορέσει με τις υπάρχουσες συνθήκες η εισηγμένη  να βελτιώσει τα περιθώρια κέρδους. Τουλάχιστον επί του παρόντος δεν υπάρχει κάποιο σαφές μήνυμα από την πλευρά της Διοίκησης για το πώς κινούνται τα εφετινά μεγέθη. Μένει επίσης να διαπιστωθεί και μέχρι πότε η μετοχή θα συνεχίσει να ταξιδεύει με βάρκα την ελπίδα…

Διαβάστε επίσης:

ΑΒΑΞ: Κέρδος 40 εκατ. ευρώ από την πώληση της Volterra

ΑΒΑΞ – Lamda Development: Τι θα γίνει με το κόστος των έργων υποδομών στο Ελληνικό

Ανατροπή στο Μπράλος-Άμφισα: Εκτός διαγωνισμού η Κοινοπραξία ΤΕΚΑΛ-Interkat, η ΑΒΑΞ αναλαμβάνει το έργο