Αντιμέτωπη με μια κραυγαλέα ανορθογραφία που… βγάζει μάτια είναι η ελληνική αγορά των εταιρικών ομολόγων.

Αν και πρόκειται για μια δυναμικά αναπτυσσόμενη αγορά, που από τη μια πλευρά προσφέρει σημαντικές λύσεις στις επιχειρήσεις που αναζητούν αναπτυξιακά κεφάλαια, ενώ από την άλλη δίνει τη δυνατότητα για καλύτερες αποδόσεις στους αποταμιευτές, εν τούτοις δεν φαίνεται να… συγκινεί την κυβέρνηση. Η οποία τουλάχιστον μέχρι τώρα επιμένει να συντηρεί το καθεστώς της φορολογικής στρέβλωσης.

Στα κρατικά ομόλογα, όπως επίσης και στα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, έχει απαλειφθεί ο φόρος του 15% από τα εισπραττόμενα τοκομερίδια. Παράλληλα με πρόσφατη κυβερνητική πρωτοβουλία δρομολογήθηκε μειώθηκε στο μισό (από 0,2% σε 0,1%) η φορολογία στις χρηματιστηριακές συναλλαγές.

Για τα εταιρικά ομόλογα όμως, ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Θαρρείς και η συγκεκριμένη επενδυτική λύση, δεν αξίζει να έχει ίση αντιμετώπιση και ίσες ευκαιρίες. Σε μια περίοδο μάλιστα όπου η φιλοεπενδυτική πολιτική της κυβέρνησης, στοχεύει πέραν των άλλων να δώσει διέξοδο στη… λαϊκή αποταμίευση. Προκειμένου να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον υψηλότερων αποδόσεων σε σχέση τις παράταιρα χαμηλές τραπεζικές καταθέσεις.

Υπό αυτές τις συνθήκες μένει αναπάντητο το ερώτημα για το μέχρι πότε θα διαιωνίζεται η…αποστασιοποίηση της κυβέρνησης στο ζήτημα της εξομοίωσης του φορολογικού πλαισίου των εταιρικών ομολόγων.

Η αγορά των 4,1 δισ. και οι αποταμιευτές

Αυτήν τη στιγμή στην κύρια αγορά του χρηματιστηρίου της Αθήνας τελούν σε διαπραγμάτευση 20 εκδόσεις, συνολικής αξίας 4,115 δισ. ευρώ.

Αρκετοί από τους πρωτοκλασάτους επιχειρηματίες (Λάτσης, Βαρδινογιάννης, Μυτιληναίος, Περιστέρης, Στασινόπουλος, Βασιλάκης) συγκαταλέγονται ανάμεσα σε εκείνους που μέσω των εταιρειών τους έχουν αντλήσει κεφάλαια. Κοντά σε αυτούς και ηχηρά ονόματα εφοπλιστών, όπως αυτά των Μαρινάκη, Κωνσταντακόπουλου και Χατζηιωάννου, που άνοιξαν με επιτυχία έναν επενδυτικό δίαυλο με την ελληνική αγορά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα 2,865 δισ. ευρώ από τα 4,115 δισ. (δηλαδή το 69,6%) εισφέρθηκαν πρωτογενώς και σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν από ιδιώτες Έλληνες επενδυτές. Ενώ το υπόλοιπο κομμάτι τους καλύφθηκε επίσης από εγχώριους επαγγελματίες και αναδόχους των εκδόσεων.

Δηλωτικό της ευρείας απήχησης των ελληνικού δικαίου εταιρικών ομολόγων, είναι και το γεγονός ότι η συμμετοχή των επενδυτών-αποταμιευτών έχει φτάσει να απαριθμεί 164.680 κωδικούς. Επικαλυπτόμενοι έως έναν βαθμό, αφού υπάρχουν και τοποθετήσεις σε παραπάνω από μία εταιρική έκδοση.

Εξ αρχής η συγκεκριμένη αγορά, που άνοιξε τις πύλες της τον Οκτώβριο του 2016, είχε το πλεονέκτημα να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις και στους μικροαποταμιευτές. Αφού η ελάχιστη συμμετοχή ξεκινά από τα 1.000 ευρώ.

Μικρό το κόστος για τα δημόσια ταμεία

Κρίνοντας με βάση τα επιτοκιακά τους κουπόνια τα 20 εταιρικά ομόλογα δίνουν σε ετήσια βάση τόκους 125 εκατ. ευρώ. Με τη φορολογική επιβάρυνση στο 15% τα έσοδα του Δημοσίου είναι 18,75 εκατ. ευρώ. Πολύ μικρό ως οικονομική τάξη μεγέθους, για να φρενάρει την κυβέρνηση από το να πράξει το αυτονόητο και να αποκαταστήσει τη φορολογική εξομοίωση. Όταν για παράδειγμα η απομείωση του φόρου στις χρηματιστηριακές συναλλαγές, μεταφράζεται σε ετήσιες απώλειες εσόδων της τάξεως των 25 εκατ. ευρώ.

Στην περίπτωση των κρατικών ομολόγων η απόσβεση της φορολογίας δεν είχε ουσιαστική επίπτωση στα ξένα χαρτοφυλάκια που απορροφούν τη μερίδα του λέοντος αυτών των εκδόσεων. Και τούτο, γιατί στο πλαίσιο της αποφυγής της διπλής φορολόγησης, η συντριπτική πλειονότητα των ξένων δεν πλήρωνε φόρο για τους εισπραττόμενους τόκους.

Βέβαια η αγορά από μόνη της αναπροσάρμοζε συνήθως με άνοδο των αποδόσεων τον φορολογικό συντελεστή. Η απαλοιφή του οποίου είχε πρακτικό αντίκρισμα και στην ισοϋψή υποχώρηση του κόστους δανεισμού της χώρας.

Αναμφίβολα η κατάργηση του φόρου και από τα εταιρικά ομόλογα, θα δώσει ένα πρόσθετο κίνητρο στους επενδυτές, καθώς θα ενισχυθούν οι αποδόσεις τους. Τουλάχιστον για εκείνους που έχουν τοποθετηθεί στην αρχική διάθεση, καθώς στη δευτερογενή αγορά του χρηματιστηρίου, οι αποδόσεις συναρτώνται και από τις τιμές των ομολόγων.

Μάλιστα για τις επενδυτικές κινήσεις στη δευτερογενή αγορά, συντηρείται ακόμη μια ανορθολογική αντιμετώπιση. Διότι υπόχρεος της παρακράτησης φόρου είναι ο τελευταίος κάτοχος του ομολόγου. Ο οποίος, αγοράζοντας από το χρηματιστήριο, δεν έχει φυσικά εισπράξει στην πραγματικότητα όλους τους τόκους της εκάστοτε (εξαμηνιαίας) περιόδου πληρωμής.

Καθώς αυτοί κατανέμονται αναλογικά ανά ημέρα. Ενώ λοιπόν ο ομολογιούχος έχει ουσιαστικά πληρώσει στον πωλητή ένα μερίδιο των τόκων, στο ‘’τέλος της ημέρας’’ βαρύνεται με την πληρωμή ολόκληρου του φόρου, για την υπολογιζόμενη περίοδο εκτοκισμού… Τραγελαφικό αλλά αυτό συμβαίνει.

Διαβάστε επίσης:

Σταϊκούρας: Οι τρεις εβδομάδες που άλλαξαν τα δεδομένα, αλλά όχι τη στρατηγική μας στόχευση

Ο «χάρτης» των πληρωμών από τον e-ΕΦΚΑ και τη ΔΥΠΑ έως τις 6 Οκτωβρίου

Πιέσεις στα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης – Σταθερά κάτω από το ιταλικό το ελληνικό δεκαετές