Την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης της Folli Follie με τους πιστωτές της και το κούρεμα του 68% των οφειλών της είναι πρόθυμη να συνυπογράψει η Ελληνική Δικαιοσύνη, αρκεί να απαλειφθούν από τη συμφωνία οι όροι για άρση κατασχέσεων και δεσμεύσεων κινητής και ακίνητης περιουσίας της εταιρείας που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της δικαστικής διερεύνησης των ευθυνών των προφυλακισμένων Δημήτρη και Τζώρτζη Κουτσολιούτσου.

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας δημοσίευσε πριν από λίγη ώρα την υπ’ αριθμόν 186/2021 απόφαση του, την οποία αποκαλύπτει το mononews.

Οι δικαστές, αν και εγκρίνουν τη συμφωνία εξυγίανσης προκειμένου να μην οδηγηθεί σε πτώχευση η εταιρεία, ωστόσο δεν προχώρησαν στην επικύρωσή της. Ανέβαλαν την έκδοση οριστικής απόφασης δίνοντας προθεσμία 4 μηνών από σήμερα στην Folli Follie προκειμένου να προσκομίσει στο δικαστήριο τροποποιημένη την επίμαχη συμφωνία, με «εξαφανισμένες» τις απαιτήσεις για άρση κατασχέσεων και δεσμεύσεων που επιβλήθηκαν από εισαγγελείς, ανακρίτρια και Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος, στα κατηγορούμενα για σωρεία κακουργημάτων μέλη της ιδρυτικής οικογένειας.

Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του mononews, οι δικαστές έκριναν ότι «το επιχειρηματικό σχέδιο εξυγίανσης της Folli Follie τυγχάνει ρεαλιστικό και υλοποιήσιμο» αφενός διότι θα διασφαλίσει την αναπτυξιακή βιωσιμότητα της εταιρείας και των νέων φορέων της, αφετέρου διότι οι πιστωτές της θα μπορέσουν να εισπράξουν, έστω και κατά πολύ «ψαλιδισμένο», μέρος των εκατομμυρίων ευρώ που τους οφείλονται.

Με απλά λόγια οι δικαστές κρίνουν ότι ναι μεν οι πιστωτές χάνουν με το «κούρεμα» εξυγίανσης, ωστόσο θα χάσουν τα πάντα εάν η FFG βάλει λουκέτο με μία πτώχευση.

Απαράδεκτη η παρέμβαση του Δημήτρη Κουτσολιούτσου

Η πρώτη αλλά ενδεικτική κρίση της Δικαιοσύνης για το σχέδιο εξυγίανσης της FFG, αποτελεί «χαστούκι» στον ιδρυτή της. Ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος όχι μόνο δεν συμφωνεί με το σχέδιο εξυγίανσης της εταιρείας του αλλά είχε παρέμβει (δια πληρεξουσίου) σε αυτή τη δίκη, ζητώντας να απορριφθεί η αίτηση επικύρωσης της συμφωνίας.

 Οι δικαστές ομόφωνα απέρριψαν ως απαράδεκτη την πρόσθετη παρέμβαση του.

Όπως αναφέρεται στην απόφαση:

«Ο Δημήτριος Κουτσολιούτσος αιτείται να γίνει δεκτή η κύρια παρέμβασή του και να απορριφθεί η αίτηση, ισχυριζόμενος ότι:

 α) η αίτηση είναι αόριστη, διότι στο επιχειρηματικό σχέδιο που τη συνοδεύει δεν παρατίθεται το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της αιτούσας με βάση την εμπορική αξία εκάστου,

β) δεν αναφέρεται στην αίτηση πώς δεσμεύονται οι ομολογιούχοι-πιστωτές ότι θα συνεχίσουν την εμπορική δραστηριότητα της αιτούσας στην Ελλάδα υπό τη μορφή υποκαταστήματος,

γ) με τον όρο 4.4.11. της συμφωνίας παραβλάπτονται το Δημόσιο και κάθε άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, ως πιστωτές της αιτούσας, καθόσον συμφωνήθηκε η υποχρέωσή τους να άρουν τις (συντηρητικές/αναγκαστικές) κατασχέσεις που τυχόν έχουν επιβάλει επί των μεταβιβαζόμενων ακινήτων της εταιρίας, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσμενέστερη τόσο η θέση τους όσο και η θέση του ιδίου ως συνοφειλέτη απέναντί τους,

 δ) η υπό επικύρωση συμφωνία δεν είναι συμφέρουσα για την αιτούσα, διότι αποξενώνεται από όλα τα περιουσιακά της στοιχεία, ενώ υπό την προηγούμενη διοίκηση είχε επιτευχθεί καλύτερη συμφωνία για την ικανοποίηση των απαιτήσεών των ομολογιούχων πιστωτών, στους οποίους θα μεταβιβάζονταν το 49% των μετοχών της αιτούσας προς εξασφάλιση των απαιτήσεών τους και η αιτούσα θα συνέχιζε ομαλά τη λειτουργία της αποπληρώνοντας σταδιακά τις υποχρεώσεις της και

 ε) η υπό επικύρωση συμφωνία δεν έχει λάβει την έγκριση της γενικής συνέλευσης των μετόχων.

Ωστόσο, η εν λόγω κύρια παρέμβαση κρίνεται απορριπτέα ως απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος του κυρίου παρεμβαίνοντος. Ειδικότερα, όσον αφορά στην επικαλούμενη μετοχική του ιδιότητα, κατ’ αρχήν δεν θεωρείται τρίτος, καθόσον οι μέτοχοι σε δίκες που ανοίγονται μεταξύ της εταιρίας και τρίτων εκπροσωπούνται δικαστικώς και εξωδίκως κατά νόμο από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρίας στην οποία συμμετέχουν και δεν είναι δυνατόν ο έκαστος μέτοχος χωριστά, επικαλούμενος και μόνο το περιουσιακό δικαίωμα που αντλεί από την αξία της μετοχής του, να παρεμβαίνει σε δίκες της εταιρίας, και μάλιστα όταν αυτές αφορούν στην επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης, στη θέση της εταιρίας σε πτώχευση ή σε δικαστική εκκαθάριση, όπου κύριο ζήτημα είναι ο έλεγχος από το Δικαστήριο της συνδρομής των προς τούτο προϋποθέσεων, με σκοπό τη συλλογική αντιμετώπιση του ζητήματος των προς τρίτους χρεών της εταιρίας και την παραπέρα πορεία της.

Επιπλέον, από τις διατάξεις του ΚΝ 2190/1920 «Περί Ανωνύμων Εταιριών», όπως ισχύει, προκύπτει ότι ο μέτοχος ανώνυμης εταιρίας δεν μπορεί να παρέμβει σε εκκρεμή δίκη μεταξύ τρίτου και της εταιρίας, διότι στερείται του εννόμου προς τούτο συμφέροντος, καθόσον έννομο συμφέρον αυτής της μορφής προς παρέμβαση υφίσταται όταν με αυτή μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης και αν ακόμη το δικαίωμα ή η υποχρέωση δεν έχουν περιουσιακό χαρακτήρα. Πρέπει όμως αυτά είτε να απειλούνται από τη δεσμευτικότητα ή την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, είτε να υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές τους (ΟλΑΠ 38/1997).

Ειδικότερα, απλώς και μόνο ότι τα υποκειμενικά όρια του δεδικασμένου της απόφασης που θα εκδοθεί ή η δεσμευτική ισχύς της καταλαμβάνουν και τον παρεμβαίνοντα, δεν αρκεί για να δικαιολογηθεί το έννομο συμφέρον για την άσκηση παρέμβασης, αλλά θα πρέπει να θίγεται δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να δημιουργείται υποχρέωση αυτού από την απόφαση. Έτσι, και με την εκδοχή ότι ως μέτοχος του νομικού προσώπου της αιτούσας ανώνυμης εταιρίας θεωρείται μέλος της και θα δεσμεύεται από την απόφαση που θα εκδοθεί, και πάλι η ως άνω κύρια παρέμβαση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι από την έκδοση της απόφασης δεν δημιουργούνται υποχρεώσεις σε βάρος του ως μετόχου της αιτούσας, ούτε θίγονται τα δικαιώματά του ως μετόχου (ΑΠ 118/1999, ΕφΠειρ 710/2014, ΕφΠειρ 131/2010, ΕφΔωδ342/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).»

Το σκεπτικό της απόφασης

Oι δικαστές αξιολόγησαν το αποδεικτικό υλικό, τις εκθέσεις των ελεγκτών και τη συμφωνία εξυγίανσης που υπεγράφη στις 31 Δεκεμβρίου του 2020 και στο σκεπτικό της υπ’ αριθμόν 186/2021 απόφασης τους αναφέρουν:

«Πιθανολογείται ότι το επιχειρηματικό σχέδιο τυγχάνει ρεαλιστικό και υλοποιήσιμο, καθώς και ότι η συμφωνία εξυγίανσης θα διασφαλίσει την αναπτυξιακή βιωσιμότητα της αιτούσας και των νέων φορέων της.»

Για τους πιστωτές της εταιρείας οι δικαστές αναφέρουν:

«Πιθανολογείται ότι με την ανωτέρω συμφωνία εξυγίανσης δεν παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών της αιτούσας, κατά την έννοια του άρθρου 99 παρ. 2 ΠτΚ, καθώς, με την επικύρωσή της, οι πιστωτές της δεν θα βρεθούν σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν που θα ευρίσκονταν, εάν εφαρμόζονταν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της εταιρίας ή η πτωχευτική διαδικασία. Επιπροσθέτως, η ως άνω συμφωνία εξυγίανσης δεν είναι αποτέλεσμα δόλου ή άλλης αθέμιτης πράξης ή κακόπιστης συμπεριφοράς της αιτούσας εταιρίας, ούτε παραβιάζει διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, ιδίως, δε, του δικαίου του ανταγωνισμού, ενώ αντιμετωπίζει τους πιστωτές, οι οποίοι ευρίσκονται στην ίδια θέση, με βάση την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης, τυχόν δε αποκλίσεις από την αρχή αυτή δικαιολογούνται από τους εκάστοτε συγκεκριμένους επιχειρηματικούς ή κοινωνικούς λόγους.»

Πόσα θα χάσουν οι πιστωτές χωρίς τη συμφωνία

Οι δικαστές επικαλούνται την από 31.12.2020 έκθεση της εμπειρογνώμονα ελεγκτή λογιστή και αναφέρουν στο σκεπτικό τους ότι η συνολική ζημία των πιστωτών της εταιρείας, σε περίπτωση βίαιης ρευστοποίησης των περιουσιακών της στοιχείων εκτιμάται στο χρηματικό ποσό των 166.290.325,28 ευρώ, ενώ η ζημία των πιστωτών της στην περίπτωση της επικύρωσης και υλοποίησης της προκείμενης συμφωνίας εξυγίανσης προβλέπεται ότι θα ανέλθει στο συνολικό χρηματικό ποσό των 139.488.387,74  ευρώ. Κατά συνέπεια, η ζημία για τους πιστωτές της αιτούσας στην επιλογή της βίαιης εκποίησης είναι μεγαλύτερη κατά το χρηματικό ποσό των 26.801.937,54 ευρώ, συγκριτικά με την αντίστοιχη ζημία τους που εκτιμάται ότι θα προκύψει από τη συμφωνία εξυγίανσης.

«Γιατί θα ωφεληθούν ο ΕΦΚΑ και το Δημόσιο»

Στο σκεπτικό της απόφασης οι δικαστές απορρίπτουν τις αιτιάσεις του ΕΦΚΑ, που με πρόσθετη παρέμβαση κατά την ακροαματική διαδικασία, ζήτησε να απορριφθεί η αίτηση που κατέθεσε η Folli Follie:

«Πιθανολογείται ότι συντρέχουν άπασες οι προϋποθέσεις επικύρωσης της προκείμενης συναφθείσας συμφωνίας εξυγίανσης, κατά τις διατάξεις των άρθρων 99 επ. ΠτΚ, απορριπτομένων ως ουσιαστικά αβασίμων των ισχυρισμών του κυρίου παρεμβαίνοντος νομικού προσώπου με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης». Τοιουτοτρόπως θα αποφευχθεί η προοπτική της πτώχευσης της αιτούσας, που θα είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, τη βίαιη ρευστοποίηση του ενεργητικού της προς κάλυψη μικρού και μόνον μέρους των υποχρεώσεών της, ένεκα της απαξίωσης της ακίνητης περιουσίας που αυτή διαθέτει, στο σημερινό περιβάλλον καθίζησης της αγοράς ακινήτων και στο πλαίσιο των διαδικασιών βίαιης εκποίησης, την απώλεια θέσεων εργασίας, αλλά και την απώλεια ιδιαιτέρου οφέλους τόσο για το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο θα εισπράττει φόρους, όσο και για τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, οι οποίοι θα συνεχίσουν να εισπράττουν ασφαλιστικές εισφορές.

Άλλωστε, η συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης της αιτούσας, υπό άλλον φορέα, και η οικονομική ανάκαμψή της με τη σύμπραξη των δανειστών της στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης είναι το μόνο μέσο που διασφαλίζει την προσήκουσα εξόφληση των απαιτήσεων τόσο του ως άνω κυρίως παρεμβαίνοντος, όσο και των λοιπών πιστωτών της. Προκειμένου, επομένως, να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητας της αιτούσας εταιρίας, υπό άλλον φορέα, από την οποία προσφέρεται εργασία σε εξακόσια πενήντα επτά (657) άτομα και δεδομένου ότι έχει ήδη επιτευχθεί η κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα συμφωνία εξυγίανσης, το Δικαστήριο τούτο προβλέπει ότι υπάρχουν βάσιμες προσδοκίες επιτυχίας της προτεινόμενης εξυγίανσης, καθώς και ότι η επικύρωσή της, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, δεν παραβλάπτει τη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 99 παρ. 2 του ΠτΚ.»

Αναλύοντας το σχέδιο εξυγίανσης, οι δικαστές αναφέρουν:

«Οι υποχρεώσεις της αιτούσας έναντι των φορέων κοινωνικής ασφάλισης προβλέπεται ότι θα αποπληρωθούν στο σύνολό τους, αναλαμβάνοντας σχετική προς τούτο ενοχική υποχρέωση η νέα εταιρία «OpsCo», η δε καταβολή τυχόν δόσεων μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής από την «OpsCo» θα αποτελεί μέρος του τιμήματος για την απόκτηση του μεταβιβαζόμενου ενεργητικού της αιτούσας, με αποτέλεσμα να μην παραβλάπτεται η συλλογική του ικανοποίηση ως πιστωτή. Άλλωστε, η ικανοποίηση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης σε περίπτωση βίαιης ρευστοποίησης της περιουσίας της αιτούσας, λαμβανομένου υπόψη του γενικού προνομίου του, θα ανερχόταν σε ποσοστό 100%, σύμφωνα με την έκθεση του εμπειρογνώμονα που συνοδεύει την κρινόμενη αίτηση, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται και από το προσκομιζόμενο από το κυρίως παρεμβαίνον νομικό πρόσωπο έγγραφο του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ)».

Τι προβλέπεται για τους προμηθευτές

Για τους απλήρωτους προμηθευτές της Folli Follie, τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις και τους υπόλοιπους πιστωτές, οι δικαστές τονίζουν:

«Στους ανέγγυους πιστωτές της αιτούσας και δη τους ουσιώδεις προμηθευτές, τις υποχρεώσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις, τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις και τους λοιπούς πιστωτές, παρατηρείται ότι υπάρχουν αποκλίσεις ως προς τον τρόπο της ικανοποίησής τους, καθόσον οι υποχρεώσεις προς τους ουσιώδεις προμηθευτές και τις εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, ποσών 6.088.775,72 ευρώ και 13.599.248,48 ευρώ αντίστοιχα, προβλέπεται ότι θα ικανοποιηθούν στο σύνολό τους, ενώ οι υποχρεώσεις προς τους λοιπούς πιστωτές, ύψους 8.382.675,09 ευρώ, θα διαγραφούν κατά ποσοστό 80% και θα ικανοποιηθεί μόνο ποσοστό 20%, ύψους 1.676.535,02 ευρώ. Κατά την κρίση όμως του παρόντος Δικαστηρίου, η απόκλιση αυτή στη μεταχείριση των ανωτέρω πιστωτών δικαιολογείται από σπουδαίο επιχειρηματικό και κοινωνικό λόγο (άρθρο 106β παρ. 2 περ. δ΄ εδ. β΄ ΠτΚ). Τούτο, διότι οι ουσιώδεις προμηθευτές παρέχουν υπηρεσίες απαραίτητες για την εύρυθμη συνέχιση της δραστηριότητας της επιχείρησης και είναι προφανές ότι η μη ικανοποίησή τους θα βλάψει ουσιωδώς τη φήμη της εταιρίας, καθόσον είναι αυτοί που τροφοδοτούν την επιχείρηση με προϊόντα και εμπορεύματα, η τυχόν έλλειψη των οποίων θα δημιουργήσει εμπόδια τόσο στη λειτουργία της επιχείρησης όσο και στην εξυπηρέτηση του καταναλωτικού κοινού που απευθύνεται για την κάλυψη των αναγκών του στα σημεία πώλησης της επιχείρησης. Επίσης, όσον αφορά στις εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, η ολοσχερής ικανοποίησή τους κρίνεται επιβεβλημένη, διότι πολλά καταστήματα της αιτούσας στεγάζονται σε ακίνητα υπό το καθεστώς της χρηματοδοτικής μίσθωσης και η ενδεχόμενη μη ικανοποίηση των εν λόγω απαιτήσεων θα είχε ως συνέπεια την καταγγελία των σχετικών συμβάσεων, την υποχρέωση απόδοσης των μισθίων καταστημάτων, την απώλεια της δυνατότητας αγοράς αυτών μετά τη λήξη της μισθωτικής περιόδου, καθώς και την απώλεια των ήδη καταβληθέντων μισθωμάτων που συνυπολογίζονται για την αγορά των μισθίων ακινήτων κατά τη λήξη της μισθωτικής περιόδου, με αποτέλεσμα τόσο τη δυσλειτουργία της επιχειρηματικής δραστηριότητας της αιτούσας σε περίπτωση αποβολής της από τα μίσθια καταστήματα όσο και την απώλεια σημαντικής περιουσίας της και την απομείωση της μελλοντικής ακίνητης περιουσίας της. Άλλωστε, οι υποχρεώσεις απέναντι στις εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης αφορούν μόνο σε δύο (2) εταιρίες, στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΛΗΖΙΝΓΚ Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρία Χρηματοδοτικών Μισθώσεων», ποσού 80.433,57 ευρώ, απαίτηση που αφορά στη με αριθμό 42.196/2000 σύμβαση (τροποποιηθείσα με τη με αριθμό 58.695/2016 σύμβαση) και συνεχίζει να αποπληρώνεται κανονικά, και στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Eurobank Ergasias Leasing ΑΕ», ποσού 13.518.814,91 ευρώ, εκ του οποίου ποσό 16.034,07 ευρώ αφορά στη με αριθμό 04709-10-0001 σύμβαση και έχει ήδη αποπληρωθεί και ποσό 13.502.780,84 ευρώ αφορά στη με αριθμό 60322-10-0001 σύμβαση και συνεχίζει να αποπληρώνεται κανονικά, ενώ από το τελευταίο αυτό ποσό μόνο η τελευταία εφάπαξ δόση, ποσού 6.000.000,00 ευρώ, καταβλητέας το έτος 2024, ρυθμίστηκε σε τριάντα τρεις (33) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, της πρώτης καταβλητέας στις 18.11.2024. Εκ πάντων των προαναφερομένων, και κυρίως του γεγονότος ότι η αιτούσα εξακολουθεί να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις έναντι των εταιριών χρηματοδοτικής μίσθωσης παρά την οικονομική δυστοκία της, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο απομείωσης της περιουσίας της τόσο ταμειακά όσο και σε σχέση με την προσδοκώμενη μελλοντική ακίνητη περιουσία της, καθίσταται σαφές ότι συντρέχει σπουδαίος επιχειρηματικός λόγος για την ικανοποίηση των εν λόγω απαιτήσεων στο σύνολό τους, όπως έχει προβλεφθεί στη συμφωνία εξυγίανσης. Τέλος, ως προς τους ανέγγυους πιστωτές με απαιτήσεις ίσες ή μεγαλύτερες των 1.000,00 ευρώ και εκείνων με απαιτήσεις μικρότερες των 1.000,00 ευρώ, που θα ικανοποιηθούν σε ποσοστό 20%, συνολικά ύψους 1.676.535,02 ευρώ, οι μεν πρώτοι, προς ρύθμιση και αποπληρωμή της απαίτησής τους, θα λάβουν νέες ανεξασφάλιστες ομολογίες εκδόσεως της νέας εταιρίας «OpsCo» αναλογικά και σε σχέση με την απαίτηση εκάστου εξ αυτών, οι δε δεύτεροι θα αποπληρωθούν με μία εφάπαξ πληρωμή σε μετρητά εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της συναλλαγής και θα λάβουν το ποσό των 37.760,70 ευρώ (εκ του συνολικού ποσό του 1.176.535,02 ευρώ) αναλογικά και σε σχέση με την απαίτηση εκάστου εξ αυτών. Η διαφοροποίηση αυτή, δε, μεταξύ των ανωτέρω ανέγγυων πιστωτών κρίνεται δικαιολογημένη, καθόσον οι απαιτήσεις της ως άνω δεύτερης κατηγορίας των ανέγγυων πιστωτών είναι πολύ μικρές σε σχέση με τις απαιτήσεις της πρώτης κατηγορίας και η επίδρασή τους στο επιχειρηματικό σχέδιο μικρής σημασίας, ενώ για ην εξέλιξη της συμφωνίας εξυγίανσης κρίνεται σκόπιμο τέτοιου είδους μικρές απαιτήσεις να διευθετηθούν και να αποπληρωθούν εξαρχής, αφού και το ποσοστό ικανοποίησης μεταξύ των εν λόγω πιστωτών δεν διαφέρει. Τέλος, δικαιολογημένη κρίνεται και η διαγραφή του συνόλου των υποχρεώσεων της αιτούσας προς τα συνδεδεμένα μέρη, καθόσον οι απαιτήσεις αυτές είναι ενδο-ομιλικές και το ήδη έχει λάβει χώρα συμψηφισμός των απαιτήσεων μεταξύ των εταιριών του ομίλου.»

Ποιοι είναι οι όροι που έθεσε το δικαστήριο

Το δικαστήριο ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης, διατάσσοντας:

Την επανάληψη της συζήτησης ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, προκειμένου να τροποποιηθούν οι κάτωθι όροι της επίδικης από 31.12.2020 συμφωνίας εξυγίανσης:

1) Να απαλειφθεί ο όρος 13.1.(ii) της συμφωνίας και να διαγραφεί ο λατινικός αριθμός (ii) από τον όρο 13.2. της συμφωνίας.

 2) Να τροποποιηθεί ο όρος 4.2.3., στο δεύτερο εδάφιό του, και να διατυπωθεί ως εξής: «Αναφορικά με τυχόν υφιστάμενες επί των Μεταβιβαζόμενων Μετοχών (συντηρητικές/αναγκαστικές) κατασχέσεις ή δεσμεύσεις (εξαιρουμένων των κατασχέσεων ή δεσμεύσεων που έχουν επιβληθεί από τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον Οικονομικό Εισαγγελέα, ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές), αυτές αίρονται αυτοδικαίως με την επικύρωση της Συμφωνίας Εξυγίανσης».

3) Να τροποποιηθεί ο όρος 4.3.3. και να διατυπωθεί ως εξής: «Αναφορικά με τυχόν υφιστάμενες επί των ανωτέρω λογαριασμών ή άλλων ταμειακών ισοδύναμων (συντηρητικές/αναγκαστικές) κατασχέσεις ή δεσμεύσεις (εξαιρουμένων των κατασχέσεων ή δεσμεύσεων που έχουν επιβληθεί από τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον Οικονομικό Εισαγγελέα, ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές), αυτές αίρονται αυτοδικαίως με την επικύρωση της Συμφωνίας Εξυγίανσης».

 4) Να τροποποιηθεί ο όρος 4.3.4., στο δεύτερο εδάφιό του, και να διαγραφεί η φράση «…και η άρση αυτών των δεσμεύσεων συνιστούν Αίρεση για την ισχύ της Συμφωνίας Εξυγίανσης».

 5) Να τροποποιηθεί ο όρος 4.4.11, στο πρώτο εδάφιό του, και να διατυπωθεί ως εξής: «Αναφορικά με τυχόν υφιστάμενες κατά την Ημερομηνία Αναφοράς ή που τυχόν εγγραφούν κατά την περίοδο μέχρι την ημερομηνία Ολοκλήρωσης της Συναλλαγής (συντηρητικές/αναγκαστικές) κατασχέσεις ή δεσμεύσεις επί των Μεταβιβαζόμενων Ακινήτων, αυτές αίρονται αυτοδικαίως με την έκδοση Δικαστικής Απόφασης (με την εξαίρεση όσων έχουν επιβληθεί από την Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον Οικονομικό Εισαγγελέα, ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές)».

6) Να τροποποιηθεί ο όρος 4.4.12. και να προστεθεί στην 6η σειρά αυτού, μετά τη λέξη «παρούσας» και πριν την παρένθεση, η εξής φράση: «καθώς και με την εξαίρεση των κατασχέσεων ή δεσμεύσεων που έχουν επιβληθεί από την Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον Οικονομικό Εισαγγελέα, ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές)».

7) Να τροποποιηθεί ο όρος 4.5.2. και να διατυπωθεί ως εξής: «Αναφορικά με τυχόν υφιστάμενες επί των κινητών (συντηρητικές/αναγκαστικές) κατασχέσεις ή δεσμεύσεις (με την εξαίρεση όσων έχουν επιβληθεί από την Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον Οικονομικό Εισαγγελέα, ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές), αυτές αίρονται αυτοδικαίως με την επικύρωση της Συμφωνίας Εξυγίανσης».

 8) Να τροποποιηθούν οι όροι 4.1.5, 4.4.12., 12.7 και 14.10 και να αντικατασταθεί η φράση «η Συμφωνία Εξυγίανσης, όπως αυτή θα επικυρωθεί με τη Δικαστική Απόφαση, θα αποτελεί τίτλο εκτελεστό» από τη φράση «η Δικαστική Απόφαση, που θα επικυρώνει τη Συμφωνία Εξυγίανσης, θα αποτελεί τίτλο εκτελεστό».

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε ότι μόνοι αρμόδιοι να προχωρήσουν σε άρσεις των δεσμεύσεων είναι η αρμόδια Αρχή για το Ξέπλυμα και τα αρμόδια δικαστικά όργανα.

 Οι δικαστές όρισαν χρονικό διάστημα 4 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας απόφασης (δηλαδή από σήμερα), εντός του οποίου θα πρέπει να έχει κατατεθεί ενώπιον της γραμματείας του  Δικαστηρίου η κλήση, με την οποία θα επαναφέρεται προς συζήτηση η υπό κρίση αίτηση επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης.