ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Την πρώτη θέση στην εξαγωγή παρθένου ελαιόλαδου και την τρίτη θέση στην παγκόσμια αγορά ελαιόλαδου κινδυνεύει να χάσει η Ελλάδα λόγω της μεγάλης μείωσης της παραγωγής φέτος (της τάξης του 20%) που έχει επιφέρει η κλιματική αλλαγή. Την ίδια στιγμή χώρες όπως η Ισπανία αυξάνουν την παραγωγή τους κατά 300% και η Τυνησία κατά 70%.
Στην κρίσιμη αυτή συγκυρία οι άνθρωποι της αγοράς μίλησαν στο mononews, επισημαίνοντας τα μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν για να αντιμετωπίσει η χώρα μας τον παγκόσμιο ανταγωνισμό και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί.
Κινδυνεύει η εξαγωγική θέση της ελλάδας στο παρθένο ελαιόλαδο
«Δεχόμαστε πάρα πολλές πιέσεις από ανταγωνιστές στις εξαγωγές» δηλώνει η Χριστίνα Στριμπάκου, συνιδρύτρια της οικογενειακής ελαιοπαραγωγικής εταιρίας LIA CULTIVATORS προσθέτοντας ότι «πλέον η αγορά και οι απαιτήσεις πρέπει να μας οδηγήσουν σε νέες μεθόδους».
«Νομίζω ότι τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα θα χάσει τη θέση που έχει ως τρίτη χώρα στην παραγωγή ελαιόλαδου, και θα την κατακτήσει η Τυνησία ή η Τουρκία».
«Είμαστε πολύ περήφανοι που η Ελλάδα κατέχει την τρίτη θέση στην παραγωγή ελαιόλαδου και την πρώτη θέση στην παραγωγή εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου παγκοσμίως. Ωστόσο βλέπουμε πως και η Ισπανία, η Ιταλίας και νέες χώρες στην παραγωγή ελαιόλαδου πχ Βραζιλία επενδύουν πολύ στην ποιότητα επομένως φοβάμαι ότι μπορεί να χαθεί και αυτή η θέση».
Ως κύριους παράγοντες που διακινδυνεύουν την εξαγωγική θέση της Ελλάδας ξεχωρίζει την ενδεχόμενη αδυναμία της παραγωγής να προσαρμοστεί στα νέα κλιματικά δεδομένα και τον οξυνόμενο ανταγωνισμό. «Γίνονται μεθοδευμένες κινήσεις από παραγωγούς στην Τυνησία οι οποίοι χρησιμοποιούν νέες τεχνολογίες με γεωργία ακριβείας και καινοτομίες στα ελαιοτριβεία. Αν μπορώ να κάνω μια σύγκριση με το ελληνικό δίκτυο θα έλεγα ότι είμαστε αρκετά πίσω, εξετάζοντας το σύνολο και όχι τις μεμονωμένες περιπτώσεις», είπε.
Ποιες δυσκολίες δημιουργεί η κλιματική αλλαγή στους παραγωγούς
Ο Δρ. Σταύρος Βέμμος, Καθηγητής Δενδροκομίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, μας εξηγεί την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην καλλιέργειες των ελαιόδεντρων.
«Οι υψηλές θερμοκρασίες το χειμώνα σε συνδυασμό με την έλλειψη νερού έχουν σημαντικές αρνητικές επιδράσεις στις καλλιέργειες. Επηρεάζουν την ανθοφορία των ελαιόδεντρων και κατ’ επέκταση συρρικνώνεται η παραγωγή ενώ μπορεί να έχει επιπτώσεις και στην ποιότητα».
Ειδικότερα όπως αναφέρει «η έλλειψη νερού το φθινόπωρο παράγει καρπούς με πολύ μικρή περιεκτικότητα σε λάδι και ενδεχομένως επηρεάζει την ποιότητα του ελαιόλαδου καθώς οι καρποί ωριμάζουν πιο γρήγορα».
Μία ακόμη διάσταση που αναλύει ο κ. Βέμμος είναι οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της ανόδου της θερμοκρασίας στις καλλιέργειες:
«Σε ορισμένες περιοχές της Νότιας Ελλάδος μπορεί να έχουμε και εγκατάλειψη της ελαιοκαλλιέργειας και μετατόπιση σε βορειότερες περιοχές. Αυτό θα επηρεάσει και την κατανομή των ποικιλιών».
Άλλη μια δυσκολία για τους παραγωγούς είναι η συμμόρφωση με τα πρότυπα πιστοποίησης μας εξηγεί ο Νικόλας Πατάς της elegia, ελαιοπαραγωγικής επιχείρησης από την Ηλεία με εξαγωγές στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που εστιάζουν στην παραγωγή ελαιόλαδου με υγειοπροστατευτικές ιδιότητες.
«Για να έχει αυτές τις ιδιότητες, το ελαιόλαδο που παράγουμε βγαίνει νωρίτερα, δηλαδή στα τέλη του Οκτώβρη όμως λόγω της μειωμένης βροχόπτωσης χρειάστηκε να μεταφέρουμε την παραγωγή το Νοέμβριο. Ο καρπός ήταν ακόμη άγουρος, όμως βάσει των προδιαγραφών που ορίζει ο νόμος για το αγουρέλαιο η παραγωγή πρέπει να γίνεται τον Οκτώβρη. Αυτή είναι μία ακόμη δυσκολία που αντιμετωπίζει ένας παραγωγός που θέλει να βγάλει μιας καλύτερης ποιότητας ελαιόλαδο», αναφέρει.
Πώς μπορεί να ανταπεξέλθει ο κλάδος στον ανταγωνισμό
Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και τα αποτελέσματά της είναι ορατά στις καλλιέργειες. Το ερώτημα είναι όμως πώς μπορεί ο ελαιοπαραγωγικός κλάδος να αντιμετωπίσει αυτές τις δυσκολίες και να προσαρμοστεί για να διατηρήσει η Ελλάδα το μερίδιό της στην διεθνή αγορά. Σύμφωνα με την Χ. Στριμπάκου η απάντηση βρίσκεται στην επένδυση σε νέα γεωργικά συστήματα και μεθόδους καλλιέργειας αλλά και τη συντονισμένη δράση των παραγωγών με τη βοήθεια των κυβερνητικών φορέων.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι «χρειάζεται ένα εθνικό πλάνο καθαρών συντονισμένων κινήσεων για τις εξαγωγές μας, για την αύξηση της παραγωγής και τη βελτίωση της ποιότητας αν θέλουμε να διατηρήσουμε την εξαγωγική μας θέση».
Επιπλέον, τη σημασία της διασφάλισης της ποιότητας για την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος, τονίζει ο Αντιπρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ Πελ. & Δ. Ελλάδος, Μιχάλης Αντωνόπουλος, λέγοντας ότι «στόχος είναι να μπορούμε να αυξήσουμε την ποιότητα ώστε να έχουμε υψηλότερες τιμές».
Ειδικότερα, όπως εξηγεί, η μείωση της παραγωής θα έπρεπε να σήμαινε και την αύξηση της τιμής του ελληνικού λαδιού ,αφού αυτό βρισκόταν σε έλλειψη, κάτι που όμως εμποδίζει η αναπλήρωση της μειωμένης παραγωγής με τις ελληνοποιήσεις ξένου λαδιού.
«Είναι υποχρέωση της χώρας μας να ελέγξει τις ελληνοποιήσεις. Φέτος όπου έχουμε μια μειωμένη παραγωγή η τιμή θα έπρεπε να είχε εκτοξευθεί στα 4 ευρώ όπως είναι στην Ιταλία, όμως οι τιμές είναι χαμηλά στα 3,20 ευρώ. Θα πρέπει να εξειδικεύσουμε την εθνική πολιτική πάνω στο ελαιόλαδο για να βοηθήσουμε το προϊόν. Αυτή τη στιγμή υπάρχει απουσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης στον τομέα της ελαιοκομίας, αν σκεφτούμε ότι έχει το μεγαλύτερο ποσοστό στο ΑΕΠ».
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Δ. Καλαντώνη: Η ιστορία πίσω από την «Εξέλιξη Ζωής», οι δράσεις και οι στόχοι
- Attica Bank: Ανοίγει το παιχνίδι του ανταγωνισμού στις χρεώσεις
- Οι Έλληνες εφοπλιστές παρήγγειλαν εφέτος 230 πλοία – Ποιοι ναυπηγούν και ποιοι πούλησαν και αγόρασαν πλοία
- Άμεση Ανάλυση: Τι συμβαίνει με Optima Bank, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ΟΠΑΠ, Profile, JP Morgan, MicroStrategy, Nike