Αντιμέτωπες με μία νέα πραγματικότητα προετοιμάζονται να βρεθούν οι επιχειρήσεις που έχουν δραστηριότητα στη Ρωσία ή εξαρτώνται σε επίπεδο πρώτων υλών, μετά τις εξελίξεις στην ουκρανική κρίση, τις κυρώσεις της Δύσης στη Μόσχα αλλά το ενδεχόμενο για αντίποινα από πλευράς της.
Συνολικά 45 ελληνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται συνολικά σε Ρωσία και Ουκρανία, κυρίως στην εμπορία των τροφίμων, φρούτων, λαχανικών, παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών, τουρισμού, εστίασης και επιλογής προσωπικού για την ελληνική ναυτιλία.
Παράλληλα όμως οι δύο χώρες αντιπροσωπεύουν πάνω από ένα τέταρτο των παγκόσμιων εξαγωγών σε σιτηρά, καλαμπόκι και ηλιέλαιο. Πέραν φυσικά της εξωγωγικής δραστηριότητας της Ρωσίας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο αλλά και μετάλλων όπως νικέλιο, παλλάδιο, τιτάνιο και αλουμίνιο.
Γίνεται έτσι σαφές ότι οι εξελίξεις στο μέτωπο των κυρώσεων και χωρίς να γνωρίζει κανείς τη διάρκεια της κρίσης, αναμένεται να προκαλέσουν σημαντικές αναταράξεις σε όλη την αγορά αλλά κυριότερα στις επιχειρήσεις που έχουν εξάρτηση ή εμπορικές συναλλαγές με τη Ρωσία.
To σχέδιο έκτακτης ανάγκης της Coca Cola HBC
Ήδη από την περασμένη εβδομάδα και πριν από τη ρωσική εισβολή, ο διευθύνων σύμβουλος της Coca-Cola HBC Ζόραν Μπογκντάνοβιτς έκανε λόγο για ένα «ολιστικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης» το οποίο είχε εκπονηθεί ενόψει της ρωσο-ουκρανικής κρίσης.
Κι αυτό γιατί αφενός η ρωσική και η ουκρανική αγορά έχουν σημαντικό αποτύπωμα στα οικονομικά αποτελέσματα του Ομίλου αντιπροσωπεύοντας σημαντικό ποσοστό της τάξεως του 25% των συνολικών πωλήσεών της στις αναδυόμενες αγορές ενώ παράλληλα η Coca Cola HBC διατηρεί εργοστάσια στις δύο χώρες.
Ήδη πάντως μετά τη ρωσική εισβολή προχώρησε στην προσωρινή αναστολή λειτουργίας του εργοστασίου στην Ουκρανία, μετά τη ρωσική εισβολή. Όσον αφορά στη Ρωσία όπου διατηρεί 10 εργοστάσια, προτεραιότητα αποτελεί από τη μία πλευρά η αποθεματοποίηση πρώτων υλών και από την άλλη η διασφάλιση των χρηματοροών μετά τις κυρώσεις της Δύσης προς τη Μόσχα.
Ο Όμιλος αξιοποιώντας όπως επισημάνθηκε και την εμπειρία του 2014 σε αντίστοιχη κρίση, με τη σύγκρουση Κιέβου – Μόσχας στην Κριμαία έχει ετοιμάσει σχέδια για κάθε πιθανό σενάριο μεταξύ των οποίων και εναλλακτικές λύσεις στο θέμα του ανεφοδιασμού. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο στο θέμα των αποθεμάτων, σύμφωνα με τον κ. Μπογκντάνοβιτς εφόσον δεν είναι εύκολη η προμήθεια από την Ευρώπη υπάρχει η εναλλακτική να προμηθεύεται από την Αφρική και την Ασία.
Οι κινήσεις της Σαράντης
Αντίστοιχα και η Σαράντης προχώρησε σε προσωρινό κλείσιμο του εργοστασίου της Ergopack, θυγατρικής της εταιρείας, το οποίο βρίσκεται στην πόλη Kaniv της Ουκρανίας ενώ η εταιρεία δραστηριοποιείται και στην αγορά της Ρωσίας μέσω της θυγατρικής της, Hoztorg.
Σε απαντητική της επιστολή προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς η εταιρεία εταιρεία, γνωστοποίησε πως αθροιστικά ο τζίρος των Ergopack και Hoztorg αντιπροσωπεύει περίπου το 7% των συνολικών πωλήσεων του Ομίλου. Συγκεκριμένα οι πωλήσεις της Ergopack LLC αντιπροσωπεύουν το 6,7% και εκείνες της Hoztorg το 0,5% με βάση τα οικονομικά στοιχεία του 2021.
Επεσήμανε επιπλέον πως τα επόμενα βήματά της «θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη των γεγονότων» προσθέτοντας ότι «έχουν μελετηθεί και καταρτιστεί διάφορα ειδικά πλάνα χειρισμού ανάλογα με την εξέλιξη της κατάστασης προκειμένου να διασφαλιστεί η μελλοντική απρόσκοπτη λειτουργία των θυγατρικών, τόσο σε επίπεδο εφοδιαστικής αλυσίδας, όσο και σε επίπεδο παραγωγής, καθώς και να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των εργαζομένων».
Σε αναστολή της λειτουργίας της θυγατρικής της στο Κίεβο έχει ήδη προχωρήσει και η εταιρεία εμπορίας πρώτων υλών Εlton, διευκρινίζoντας πάντως πως η συμμετοχή της ουκρανικής θυγατρικής στα οικονομικά μεγέθη του Ομίλου δεν εμπίπτει στα επίπεδα σημαντικότητας και ως εκ τούτου δεν επιφέρει ουσιώδη επίδραση σε αυτά, τόσο ως προς την οικονομική θέση (1,60% του Ομίλου), τον κύκλο εργασιών (2% του Ομίλου) όσο και στα αποτελέσματα (0,87% του Ομίλου).
Προβληματισμός στις αλευροβιομηχανίες
Προβληματισμός φαίνεται ότι επικρατεί στις αλευροβιομηχανίες και για εκείνες οι οποίες προμηθεύονται σιτηρά από τις Ρωσία και Ουκρανία αλλά και γενικότερα για τις επιπτώσεις στις τιμές των σιτηρών διεθνώς από τη νέα αναταραχή στη διατροφική αλυσίδα.
Η εταιρεία Μύλοι Λούλη απαντώντας σε ερώτημα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σημείωσε μεταξύ άλλων ότι όσον αφορά στις αγορές σιτηρών από τις χώρες αυτές και ειδικότερα από την Ρωσία, κατά το προηγούμενο έτος, αποτελούσαν το 17% της αξίας των συνολικών σιτηρών που άλεσε ο Όμιλος. Ο οποίος, όπως προσθέτει, εισάγει πρώτες ύλες από αρκετές χώρες και έτσι έχει εναλλακτικές λύσεις σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η προμήθεια από τις εμπλεκόμενες χώρες.
Από την πλευρά της η εταιρεία Μύλοι Κεπενού απαντώντας σε αντίστοιχο ερώτημα σημείωσε ότι το ποσοστό της αξίας των αγορών σε σιτηρά για τη χρήση 2021 από Ρωσία και Ουκρανία ανήλθε στο 33% της συνολικής αξίας αγορών σιτηρών. Πρόσθεσε δε ότι παρακολουθεί τις συνεχόμενες εξελίξεις, ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στις τιμές αγοράς, καθώς και στη ροή προμηθειών.
Πέραν των επιχειρήσεων βεβαίως που έχουν δραστηριότητα ή συναλλαγές με τις δύο χώρες, ολόκληρη αγορά παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τις ραγδαίες δραματικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών. Κι αυτό γιατί σε κάθε περίπτωση, οι επιπτώσεις από την αύξηση του ενεργειακού κόστους, τη διαταραχή στην εφοδιαστική αλυσίδα αλλά και τις κυρώσεις προς της Ρωσία αναμένεται να επηρεάσει του σύνολο του επιχειρείν.