• Business

    Έρευνα mononews: Μπορεί το χαμηλό κόστος ενέργειας των ΑΠΕ να περάσει στον καταναλωτή; Τι απαντούν Metlen, ΡΑΕΥ, ΣΠΕΦ, ΕΛΕΤΑΕΝ, ΕΣΗΑΠΕ

    Ευάγγελος Μυτιληναίος, Στέλιος Λουμάκης, Δημήτρης Φούρλαρης, Παναγιώτης Λαδακάκος, Παναγιώτης Παπασταματίου


    Είναι η τιμή της χονδρεμπορικής στο Χρηματιστήριο Ενέργειας το πραγματικό κόστος ενέργειας; Τι μέρος της ενέργειας που τιμολογούν οι προμηθευτές ενέργειας στους καταναλωτές με κόστος την τιμή χονδρεμπορικής που διαμορφώνεται στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, έχει αγοραστεί  στην τιμή χονδρεμπορικής;

    Πόση από την ενέργεια που τιμολογούν οι εταιρείες για τους καταναλωτές στην τιμή της χονδρεμπορικής προέρχεται από διμερή συμβόλαια με ΑΠΕ, με πολύ χαμηλότερο κόστος ή από συμβόλαια σταθερής τιμής που έχουν αποκτήσει επίσης σε πολύ χαμηλότερες τιμές;

    Η αλήθεια είναι ότι το πραγματικό κόστος ενέργειας για την κάθε εταιρεία που προμηθεύει με ηλεκτρικό ρεύμα καταναλωτές και επιχειρήσεις, το γνωρίζει μόνο η ίδια. Και είναι τόσο χαμηλό όσο η ικανότητα του τμήματος διαχείρισης ενέργειας που διαθέτει, το energy management που κάνει, να εξασφαλίσει τη φθηνότερη τιμή.

    Ωστόσο, όταν έρχεται η ώρα να την τιμολογήσει τον καταναλωτή, τόσο με το πράσινο τιμολόγιο, όσο και με το κίτρινο, καμιά δεν το κάνει βάσει του κόστους της, το οποίο  και θεωρείται “εμπορικό μυστικό”, αλλά  ωσάν το κόστος της να ήταν η τιμή της χονδρεμπορικής.

    Αποτέλεσμα αυτής της τακτικής, είναι το χαμηλό κόστος των ΑΠΕ, ακόμη και αν οι ΑΠΕ στην αγορά ξεπερνούν το 50% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, να μειώνουν  το κόστος  για τις εταιρείες που την εμπορεύονται, αλλά όχι τις τελικές τιμές του ηλεκτρισμού, οι οποίες προκύπτουν από την τιμή χονδρεμπορικής. Όμως στην τιμή χονδρεμπορικής οι εταιρείες αγοράζουν μέρος της ενέργειας που εμπορεύονται, (από 30 έως 60% κατά πληροφορίες), ενώ τιμολογούν όλη την ποσότητα που εμπορεύονται στην υψηλή τιμή χονδρεμπορικής.

    Σκυλακάκης: Μηχανισμό υπερεκερδών στην περίπτωση ενδημικών φαινομένων

    Χθες μιλώντας στο συμβούλιο των υπουργών ενέργειας στο Λουξεμβούργο, ο υπουργός ΠΕΝ, Θόδωρος Σκυλακάκης, αναφερόμενος στα ενδημικά φαινόμενα, δηλαδή στις συγκυριακές μεγάλες αυξήσεις (spikes) στο Χρηματιστήριο ενέργειας, σημείωσε ότι παρουσιάζεται “αύξηση στις τιμές ηλεκτρισμού δίχως να υπάρχει αντίστοιχη αύξηση του κόστους παραγωγής”. Και είπε ότι “αυτό συνιστά αποτυχία της αγοράς, σημειώνοντας ότι για 40 ώρες τους τελευταίους μήνες είχαμε τιμή αιχμής πάνω από το ελάχιστο μισθό στη χώρα. Φανταστείτε αν συνέβαινε αυτό στη δική σας χώρα”, υπογράμμισε ο υπουργός.

    Το πραγματικό κόστος παραγωγής, αποτελεί “εμπορικό μυστικό” για τις εταιρείες ενέργειας, ένα μαύρο κουτί, που δεν αποκαλύπτεται. Και όσο τα τιμολόγια ρεύματος που πληρώνουν οι καταναλωτές δεν εξαρτώνται από το πραγματικό κόστος ενέργειας, αλλά αποκλειστικά από τη χρηματιστηριακή τιμή, η τιμή του ρεύματος παραμένει υψηλή, ακόμη και υπό κανονικές συνθήκες.

    Για τον υπουργό, είναι απαραίτητος ένας μηχανισμός για τα υπερβάλλοντα κέρδη: “Δεν μπορούμε να πληρώνουν οι καταναλωτές ένα μισθό για μια ώρα ηλεκτρισμού. Οι υφιστάμενοι κανόνες δεν επιτρέπουν ένα τέτοιο μηχανισμό, αφορούν μακροχρόνιες κρίσεις ενώ αυτό είναι ενδημικό φαινόμενο. Μπορεί να έρθει ένα μήνα και μετά ξανά έξι μήνες αργότερα. Αυτό δεν είναι ανεκτό ούτε για μια, ούτε για 4-5 χώρες. Μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε”, κατέληξε ο κ. Σκυλακάκης.

    Παντελής Κάπρος: Δεν φταίει η Ευρώπη ούτε οι διασυνδέσεις για τις υψηλές τιμές στην ελληνική αγορά ενέργειας

    Για τον καθηγητή Παντελή Κάπρο, το πρόβλημα των τιμών ενέργειας στην Ελλάδα δεν οφείλεται στην έλλειψη διασυνδέσεων ή την αύξηση ζήτησης λόγω Ουκρανίας, αλλά όπως είχε πει στο mononews.gr στο ότι η Ελλάδα είναι η μόνη αγορά στην Ευρώπη που η τιμή της ενέργειας στα τιμολόγια ταυτίζεται με τη χρηματιστηριακή τιμή. “Τώρα αυτό μπορούμε να το αλλάξουμε, δεν φταίει η Ευρώπη ούτε οι διασυνδέσεις για τη στρέβλωση αυτή”.

    Όπως εξηγεί, η  λύση στις υψηλές τιμές ενέργειας στην Ελλάδα, είναι να δημιουργηθεί, όπως προβλέπει η Οδηγία για την Ενέργεια της ΕΕ, και στην Ελλάδα μια εξωχρηματιστηριακή αγορά ενέργειας ένα Renewable Pool, όπου οι τιμές θα διαμορφώνονται με βάση συμφωνίες (διμερή συμβόλαια οικονομικών διαφορών CfD) και από εκεί θα αγοράζουν ενέργεια με μακροπρόθεσμα συμβόλαια επιχειρήσεις και προμηθευτές ενέργειας, εμφανίζοντας το μειωμένο κόστος του στην τιμή της ενέργειας που εμπορεύονται.

    Και τονίζει ότι για να μειωθεί η τιμή της ενέργειας για τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία πρέπει ένα μέρος της ενέργειας που παράγεται και πωλείται να έχει σταθερή τιμή, χάρις στο σταθερό και χαμηλό κόστος των ΑΠΕ, που να μην καθορίζεται από το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Και αυτό μπορούμε ήδη να το κάνουμε με τα εργαλεία που μας έχει δώσει η Κομισιόν.

    Με βάση την Οδηγία που έχει ψηφιστεί και τις προτάσεις Ντράγκι,  ο κ. Κάπρος υποστηρίζει, ότι η Ελλάδα μπορεί να βγάλει ένα νόμο για την εφαρμογή της, με τον οποίο να μετατρέψει όλα τα συμβόλαια με ΑΠΕ σε Contracts for Difference και να τα αφαιρέσει από τη χονδρεμπορική αγορά της οποίας η τιμή είναι χρηματιστηριακή. Και το ίδιο και τα PPA. Και όλα τα νέα έργα ΑΠΕ να γίνονται με CDF εφόσον υποστηρίζονται από το Κράτος ή από ιδιωτικές διμερείς συμβάσεις και να μην μπαίνουν στο Χρηματιστήριο Ενέργειας.

    Επιπλέον, όλη αυτή η ενέργεια των ΑΠΕ, μπορεί να γίνει ένα Renewable Pool δηλαδή μία οργανωμένη αγορά ενέργειας από ΑΠΕ, όπου θα μπορούν να αγοράζουν ενέργεια προμηθευτές και βιομηχανία σε σταθερές τιμές, που θα αντανακλά το κόστος κεφαλαίου και την προκαθορισμένη απόδοση της επένδυσης και θα απεικονίζεται στα τιμολόγια προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

    Τι απαντούν ΕΛΕΤΑΕΝ, METLEN, ΣΠΕΦ και ΡΑΑΕΥ

    Ποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν για να επωφελούνται όλοι από το χαμηλό κόστος των ΑΠΕ;

    Το mononews.gr απηύθυνε σχετικά ερωτήματα στους βασικούς παίκτες της αγοράς, καθετοποιημένες επιχειρήσεις ενέργειας, το υπουργείο Ενέργειας, τη ΡΑΕΕΥ και τους φορείς των ΑΠΕ, ΕΛΕΤΑΕΝ και ΣΠΕΦ και τον ΕΣΗΑΠΕ.

    Από την πλευρά του ΕΣΗΑΠΕ ( Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας), σημειώθηκε ότι ο Σύνδεσμος έχει προτείνει την οργάνωση δημοσίας διαβούλευσης με αντικείμενο τη δυνατότητα εφαρμογής των προτάσεων Ντράγκι στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

    Πιστεύετε ότι πρέπει η παραγόμενη ενέργεια από ΑΠΕ να μην διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο Ενέργειας ώστε να επωφελούνται από τις χαμηλότερες τιμές οι προμηθευτές και επομένως η αγορά, επιχειρήσεις και καταναλωτές; Θα μπορούσε μια τέτοια πρόταση να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα των έργων ΑΠΕ, αφού θα πληρώνονται σταθερά από την αγορά χωρίς να μειώνεται η απόδοσή του με βάση την προσφορά και τη ζήτηση;

    ΡΑΕ – Αντιπρόεδρος Δημήτρης Φούρλαρης:

    Μία ιδέα που εξετάζεται είναι η «διάσπαση» της αγοράς, έτσι ώστε ένα μέρος της ζήτησης στην αγορά του χρηματιστηρίου να καλύπτεται από τις μονάδες ΑΠΕ και ένα άλλο μέρος από τις υπόλοιπες τεχνολογίες. Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι η ποσότητα των ΑΠΕ πρέπει να περνάει από τις αγορές του χρηματιστηρίου (Αγορά Επόμενης Ημέρας και Ενδοημερήσια Αγορά) για να υπάρχειεπαρκής ανταγωνισμός και κατά συνέπεια να δίνονται σωστά σήματα στην αγορά.

    ΕΛΕΤΑΕΝ- Πρόεδρος Παναγιώτης Λαδακάκοςς και   Γενικός Διευθυντής Παναγιώτη Παπασταματίου:

    To μεγάλο πλεονέκτημα της αιολικής ενέργειας είναι ότι χαρακτηρίζεται από χαμηλό και σταθερό κόστος παραγωγής. Τα αιολικά πάρκα στην Ελλάδα αμείβονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία μέσω μακροχρονίων διμερών συμβάσεων με σταθερή τιμή, που αντανακλά αυτό το χαμηλό και σταθερό κόστος. Η χαμηλή και σταθερή αυτή αμοιβή δεν επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής τιμής στο χρηματιστήριο.

    Για αυτό και τα αιολικά πάρκα δεν είχαν και δεν έχουν απροσδόκητα κέρδη (τα λεγόμενα υπερκέρδη) όταν οι χονδρεμπορικές τιμές αυξάνουν. Η διαφορά της  χαμηλής σταθερής αμοιβής που εισπράττουν τα αιολικά πάρκα για την ενέργειά τους από την υψηλή χονδρεμπορική τιμή που καταβάλλουν οι προμηθευτές μέσω του χρηματιστήριου για την ενέργεια αυτή, αποτελεί οικονομικό πλεόνασμα που τελικά διανέμεται στους καταναλωτές.

    Για παράδειγμα, χάρη σε αυτό το όφελος που δημιουργούν τα αιολικά πάρκα, υπήρξαν οι πόροι που διατέθηκαν για επιδοτήσεις στους καταναλωτές κατά τη διάρκεια της πρόσφατης κρίσης. Περαιτέρω η αύξηση της διείσδυσης της ηλεκτροπαραγωγής από τα αιολικά πάρκα μειώνει συνεχώς το συνολικό μέσο κόστος ηλεκτρισμού στην χώρα.

    Έως και σήμερα το όφελος αυτό περνά στους καταναλωτές μέσω διαδοχικών κρατικών παρεμβάσεων ή ρυθμιστικών αποφάσεων, που δημιουργούν καθυστερήσεις και είναι από τη φύση τους μη βέλτιστες. Έτσι, ενώ είναι γεγονός ότι αν δεν είχαμε αιολικά πάρκα, το κόστος που θα πλήρωναν οι καταναλωτές για το ρεύμα θα ήταν πολύ υψηλότερο, ο κάθε καταναλωτής δεν αισθάνεται άμεσα αυτό το όφελος. Κατά κάποιο τρόπο, το όφελος που όντως του προσφέρει η αιολική ενέργεια, κρύβεται μέσα σε ένα πλέγμα ρυθμίσεων και κρατικών παρεμβάσεων. Είναι όμως υπαρκτό και σημαντικό.

    Για να θεραπευθεί το πρόβλημα που περιεγράφηκε δηλαδή για να περνάει το όφελος από την λειτουργία των φθηνών Α.Π.Ε. πιο άμεσα, αυτόματα και κυρίως με διαφάνεια στους καταναλωτές, χρειάζεται μια προσεκτική αναθεώρηση της αγοράς μας.

    Η βελτίωση αυτή πρέπει να σχεδιασθεί και να γίνει προσεκτικά ώστε να συνεχίσουν οι υποψήφιοι επενδυτές Α.Π.Ε. να λαμβάνουν τα σωστά σήματα σε ποια τεχνολογία να επενδύσουν για να παράγουν ενέργεια κυρίως τις ώρες που αυτή είναι απαραίτητη και έχει μεγαλύτερη αξία. Δηλαδή, τα σήματα αυτά μέσω της οριακής τιμολόγησης της ενέργειας για την εξισορρόπηση και την εφεδρεία δεν πρέπει να αφήνουν αδιάφορους τους επενδυτές. Αυτό είναι ένα πλεονέκτημα που δεν πρέπει να χαθεί διότι αντανακλά την ισορροπία προσφοράς-ζήτησης κάθε στιγμή. Στην πράξη αυτό σημαίνει λιγότερη αναλογία φωτοβολταϊκών – που δημιουργούν μεγάλη περίσσεια ενεργείας κατά τις μεσημεριανές ώρες –  και μεγαλύτερη αναλογία αιολικών – που δύνανται να παράγουν όλες τις ώρες του  24ώρου.

    Σημαίνει επίσης ότι πρέπει να διασφαλιστεί η παροχή ευέλικτης ισχύος με ελάχιστο κόστος. Στο πλαίσιο της κλιματικής πολιτικής, οι σχετικοί πόροι ευελιξίας που έχουν προτεραιότητα είναι η αποθήκευση, η απόκριση ζήτησης αλλά και οι διασυνδέσεις και η αξιοποίηση υφιστάμενων πόρων ευελιξίας σε γειτονικές αγορές. Αυτή είναι άλλωστε η κατεύθυνση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Πάντοτε βέβαια υπό τον περιορισμό της διασφάλισης της ευστάθειας και της ασφάλειας του συστήματος.

    Όλα τα ανωτέρω πρέπει να δρομολογηθούν το συντομότερο δυνατό. Για αυτό μια από τις προτάσεις που υπέβαλε η ΕΛΕΤΑΕΝ στη διαβούλευση για το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ είναι το σχετικό κεφάλαιο 3.6.3 για τη βελτίωση του σχεδιασμού της αγοράς να ξεκινήσει από την Α’ περίοδο (2025-2030) και όχι να μετατεθεί για την Β’ περίοδο (2030-2040) όπως προβλέπεται στο υπό διαβούλευση σχέδιο.

    Σε κάθε περίπτωση, η σχετική συζήτηση δεν πρέπει να συσκοτίζει το βασικό διακύβευμα: Για να διασφαλιστεί η παροχή φθηνής ενέργειας στους καταναλωτές, απαιτούνται δύο προϋποθέσεις:

    • Η πρώτη και σημαντικότερη προϋπόθεση είναι να αυξήσουμε τις φθηνές τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής. Και η πιο φθηνή είναι η αιολική ενέργεια. Αν δεν υπήρχαν τα σημερινά αιολικά πάρκα στην Ελλάδα, το ρεύμα θα ήταν ακριβότερο. Αν δεν μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα, το ρεύμα δεν θα φθηνύνει σε μόνιμη βάση.
    • Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να βελτιώσουμε τη λειτουργία της αγοράς – τους κανόνες και τον ανταγωνισμό – ώστε το μεγάλο οικονομικό όφελος που ήδη προσφέρει η αιολική ενέργεια στους καταναλωτές, να φθάνει σε αυτούς πιο άμεσα και με διαφάνεια.

    Η έκθεση Draghi παραθέτει έναν εξαιρετικά αποκαλυπτικό πίνακα (βλ. Figure 6, σελ.41). Σύμφωνα με αυτόν, ενώ η Ελλάδα είναι η 4η ακριβότερη χώρα της ΕΕ στις τιμές χοντρικής, πέφτει στην 16η θέση στις τιμές λιανικής. Αυτό επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό χάρη στο προαναφερόμενο πλεόνασμα από τα αιολικά πάρκα το οποίο επιστρέφεται τελικά στον καταναλωτή. Οι διμερείς συμβάσεις που αναφέρθηκαν συμβάλλουν στο να απεξαρτηθεί (εντέλει) η τιμή που καταβάλλει ο καταναλωτής από την χονδρεμπορική τιμή στο χρηματιστήριο.

    METLEN

    Τα αμιγώς εμπορικά έργα ΑΠΕ (που πράγματι πουλάνε την παραγόμενη ενέργεια στο ΕΧΕ, χωρίς να είναι backed up από μια σύμβαση πώλησης ενέργειας σε προδιαγεγραμμένη τιμή) είναι πολύ λίγα στην Ελλάδα.

    Η μεγάλη πλειοψηφία πληρώνεται από συμβάσεις κρατικής ενίσχυσης (feed in tariffs/premiums κλπ). Αυτό που περιγράφεται ανωτέρω είναι ουσιαστικά τα PPAs. Το ότι η ηλεκτρική ενέργεια «περνάει» μέσα από το χρηματιστήριο δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο αγοραστής (είτε καταναλωτής ή προμηθευτής) αγοράζει απευθείας από τον παραγωγό ΑΠΕ την ενέργεια as produced σε συμφωνημένη τιμή. Υπεραπλουστεύοντας, η εκκαθάριση στο χρηματιστήριο απλώς συνεπάγεται κάποιες επιπλέον χρηματοροές, δηλ. αν η τιμή της αγοράς είναι υψηλότερη από τη συμφωνημένη τιμή του PPA, ο παραγωγός πιστώνει στον αγοραστή τη διαφορά και αντιστρόφως.

    Ωστόσο, για να εξασφαλιστεί χρηματοδότηση για τα έργα, απαιτείται κατά κανόνα μακροχρόνια σύμβαση για τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του έργου, με έναν αξιόχρεο αγοραστή και συγχρόνως διασφάλιση της οικονομικότητας της προμήθειας, προκειμένου να κριθεί βιώσιμη η σύμβαση και άρα το έργο. Εδώ έρχονται σχήματα όπως το Green Pool για τους ενεργοβόρους, όπου το μεγάλο οικονομικό κόστος/ρίσκο της διαμόρφωσης του PPA ώστε να γίνει fit for consumption μετριάζεται μέσω της ίδιας της αρχιτεκτονικής του σχήματος και μέσω της κρατικής ενίσχυσης.

    ΣΠΕΦ, Πρόεδρος Στέλιος Λουμάκης:

    Οι συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (ΣΠΗΕ) και οι σύμβασης λειτουργικής ενίσχυσης σταθερής τιμής (ΣΕΣΤ) συνιστούν ευθέως διμερή συμβόλαια των παραγωγών αμιγώς με τον ΔΑΠΕΕΠ, ενώ μέσω της λειτουργίας του ΕΛΑΠΕ που ο τελευταίος διατηρεί και λειτουργεί, αποτελούν οιονεί σχήματα CfD.  Σε ότι αφορά τις συμβάσεις λειτουργικής ενίσχυσης διαφορικής προσαύξησης (ΣΕΔΠ), μέσω της εμπλοκής του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας (ΕΧΕ) και κατόπιν του ΔΑΠΕΕΠ συνιστούν επίσης σχήματα CfD.

    Οι δύο πρώτες κατηγορίες δηλαδή τα έργα ΑΠΕ με ΣΠΗΕ και ΣΕΣΤ επειδή έχουν απολύτως ορισμένες τιμές αποζημίωσης της παραγωγής τους (ταρίφες για pay as produced) προς έναν αντισυμβαλλόμενο (τον ΔΑΠΕΕΠ), η εξαίρεση της χρηματοροής τους από το χρηματιστήριο είναι εφικτή και ιδιαίτερα εύκολη θα λέγαμε.

    Αρκεί το πλήρες κόστος εξυπηρέτησης τους να επιμεριστεί αναλογικά στους προμηθευτές με βάση τα μερίδια τους στην λιανική, αφού σε κάθε περίπτωση αυτοί διαθέτουν την παραγόμενη από αυτά τα έργα ηλεκτρική ενέργεια στους καταναλωτές-πελάτες τους.

    Αναφορικά με τα έργα με ΣΕΔΠ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, αφού οι τιμές αναφοράς (ΤΑ) που φέρουν, δεν ταυτίζονται με την τελική καθαρή αποζημίωση που λαμβάνουν, ούτε και έχουν έναν αντισυμβαλλόμενο.  Τα έργα με ΣΕΔΠ φέρουν υποχρεώσεις συμμετοχής στην αγορά και επιβαρύνονται με το κόστος εξισορρόπησης των αποκλίσεων που προκαλούν.

    Έχει αναπτυχθεί εδώ μάλιστα ένα ολόκληρο οικοσύστημα υπηρεσιών από την βιομηχανία των Φορέων Σωρευτικής Εκπροσώπησης (ΦοΣΕ) που τα εκπροσωπούν στο χρηματιστήριο ενέργειας και που διαγωνίζεται καθημερινά για την κατά το δυνατόν μείωση των αποκλίσεων τους μέσω καλύτερων μοντέλων πρόβλεψης της παραγωγής τους καθώς και μέσω της μεγέθυνσης της γεωχωρικής διασποράς των χαρτοφυλακίων τους.

    Κατά δεύτερον η λειτουργική ενίσχυση που λαμβάνουν από τον ΕΛΑΠΕ προκύπτει από την διαφορά της ΤΑ καθενός εκάστου από την μηνιαία Ειδική Τιμή Αγοράς (ΕΤΑ) της τεχνολογίας συνολικά και όχι της τιμής που κατάφερε το κάθε επιμέρους έργο διακριτά κάθε μήνα να εισπράξει από την συμμετοχή του στην αγορά μέσω κάποιου ΦοΣΕ.

    Τέλος στα έργα αυτά εφαρμόζεται ο κανόνας της αναστολής της λειτουργικής ενίσχυσης στην περίπτωση μηδενικών ή αρνητικών χονδρεμπορικών τιμών για τουλάχιστον δύο ώρες, στοιχείο που επίσης μεταβάλει την τελική μεσοσταθμική αποζημίωση που απολαμβάνουν δεδομένων μάλιστα των συνθηκών υπερδυναμικότητας που διανύουμε στην ηλεκτροπαραγωγή. 

    Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω διαφοροποιεί κατά κανόνα καθοδικά την τελική αποζημίωση ενός έργου με ΣΕΔΠ σε σχέση με την αμοιβή του.  Επομένως στην υποτιθέμενη μετάπτωση των ΣΕΔΠ σε καθεστώς εκτός χρηματιστηρίου προκύπτουν πλείστα ζητήματα, όπως το ποια θα είναι η νέα καθαρή σταθερή τιμή που θα πρέπει να αποζημιώνονται, τι θα γίνει με το οικοσύστημα των ΦοΣΕ που σήμερα τα διαχειρίζεται, πως θα λειτουργήσει το οικονομικό φρένο της αγοράς που σήμερα ενεργοποιείται με τις μηδενικές/αρνητικές χονδρεμπορικές τιμές κ.α.

    Πάντως με δεδομένο και τον έντονο κορεσμό της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια που υπάρχει σήμερα στον πραγματικό χρόνο, το να προχωρήσει η αγορά με νέα έργα ΑΠΕ αμιγώς με CfD εκτός χρηματιστηρίου, προβληματίζει.

    Η προημερήσια αγορά αποτελεί ως γνωστόν το πρώτο φίλτρο για το ποια έργα θα μείνουν εκτός και ποια εν συνεχεία θα έχουν δυνατότητα Κατανομής από τον διαχειριστή του συστήματος (ΑΔΜΗΕ) με βάση τις ισχύουσες εκεί προτεραιότητες που θέτει ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 943/2019 και εν προκειμένω το άρθρο 12.

    Τα έργα ΑΠΕ αμείβονται κατά κανόνα με σταθερές τιμές με 20ετείς συμβάσεις που συνάπτουν με τον ΔΑΠΕΕΠ, οπότε από τις διακυμάνσεις του χρηματιστηρίου ενέργειας δεν κερδίζουν κάτι.

    Όπως είναι γνωστό ο Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) είναι αυτός που καταβάλει τις αποζημιώσεις τους, είτε εξ’ ολοκλήρου στα έργα με Συμβάσεις Πώλησης Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΣΠΗΕ) και Συμβάσεις Λειτουργικής Ενίσχυσης Σταθερής Τιμής (ΣΕΣΤ), είτε συμπληρωματικά επί του εσόδου τους από την αγορά στα έργα με Συμβάσεις Λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης (ΣΕΔΠ) και μέχρι την συμφωνημένη Τιμή Αναφοράς (ΤΑ) καθενός εκάστου.

    Στην περίπτωση των ΣΕΔΠ αν τα έσοδα από την αγορά υπερβαίνουν την συμφωνηθείσα ΤΑ, η διαφορά επιστρέφεται στον ΕΛΑΠΕ (clawback).  Κατά τα λοιπά υπάρχει μία μικρή μερίδα έργων ΑΠΕ των οποίων οι ως άνω συμβάσεις έχουν λήξει οπότε και συμμετέχουν πλέον απευθείας στη χρηματιστηριακή αγορά για την πώληση της παραγωγής τους και επίσης μια δεύτερη μερίδα έργων τα οποία κάνοντας χρήση των δυνατοτήτων που τους προσφέρει το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο έχουν επιλέξει την συμμετοχή τους στη χρηματιστηριακή αγορά αντί της σύναψης σύμβασης ΣΕΔΠ ή κάποιου άλλου διμερούς συμβολαίου.

    Σε ό,τι αφορά τον ΕΛΑΠΕ εξαρτάται καίρια από την χρηματιστηριακή αγορά, αφού το μεγαλύτερο κομμάτι των εσόδων του προέρχεται από αυτήν.

    Οι επενδυτές παρακολουθούν την εξέλιξη της χρηματιστηριακής αγοράς και της τιμής εκκαθάρισης της (ΤΕΑ), διότι δεν είναι λίγες οι φορές που τα ελλείμματα που αυτή δημιουργεί στον ΕΛΑΠΕ με τις εξωπραγματικά χαμηλές, μηδενικές, ακόμη και αρνητικές τιμές της και που θα έπρεπε αυτόματα να εξισορροπούνται από αντίρροπη μεταβολή του ΕΤΜΕΑΡ ή και άλλων πόρων (λ.χ. το ποσοστό από τα δωρεάν δικαιώματα ρύπων που διατίθενται στον λογαριασμό), τούτο δεν συμβαίνει επειδή μυωπικά έχει πολιτικοποιηθεί η αύξηση τους.

    Το σύστημα δυστυχώς έχει λαικίστικα εκπαιδευτεί να κοιτάζει μόνο την  συνιστώσα που ονομάζεται «ανταγωνιστικό» σκέλος στους λογαριασμούς των καταναλωτών και όχι την συνολική τελική τιμή του ρεύματος.Σε κάθε περίπτωση το πολιτικό σύστημα, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, ήταν μάλλον αρνητικό με την διαιώνιση του καθεστώτος των σταθερών τιμών.

    Η σχεδόν μόνιμη επωδός ήταν πως μετά την λήξη των αρχικών συμβάσεων σταθερών τιμών όλα τα έργα ΑΠΕ πρέπει να πάνε στην αγορά.  Θα πρόκειται λοιπόν για γενναία μεταστροφή πολιτικής.  Σε κάθε περίπτωση η μεταβολή φαντάζει καταρχήν ευχάριστη.

    Θα μπορούσε ένα pool σταθερών τιμών στις ΑΠΕ να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα των έργων ΑΠΕ, αφού θα πληρώνονται σταθερά από την αγορά χωρίς να μειώνεται η απόδοσή του με βάση την προσφορά και τη ζήτηση;

    ΣΠΕΦ, Λουμάκης:
    Θα μπορούσε. Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να παραγνωρίζουμε το γεγονός πως οι χονδρεμπορικές τιμές με τα όποια ελαττώματα έχει το υφιστάμενο μοντέλο δίνουν σήματα στην αγορά για μια σειρά από κομβικές παραμέτρους με προεξάρχουσα την τελική ζήτηση, τον κορεσμό της και την υπερπαραγωγή.
     
    Για παράδειγμα, έργα ΑΠΕ με συμβάσεις διαφορικής προσαυξήσεις (ΣΕΔΠ) που αποτελούν σήμερα την πλειοψηφία στην αγορά (αθροίζουν περί τα 9GW επί συνόλου 16GW εν λειτουργία ΑΠΕ), αποστερούνται της λειτουργικής ενίσχυσης αν η χονδρεμπορική τιμή της αγοράς είναι για τουλάχιστον 2 ώρες μηδενική ή αρνητική, ενώ αν είναι αρνητική επιπλέον πληρώνουν για την παραγωγή τους αντί να πληρώνονται. Αυτό αποτελεί το φυσικό φρένο της αγοράς σε οικονομικούς όρους ώστε να μην προγραμματίζονται επενδύσεις ΑΠΕ πάνω από την ζήτηση, οπότε και εν συνεχεία περικόπτονται.
     
    Με απλούστερα λόγια θα πρέπει και πάλι να υπάρξει ένας μηχανισμός που θα μεταβάλει τις σταθερές τιμές που δίνονται στα νέα κάθε φορά έργα ΑΠΕ, ώστε οι επενδύσεις που προγραμματίζονται να μην είναι «τυφλές» σε σχέση δηλαδή με το αν υπάρχει ελεύθερη ζήτηση για να απορροφήσει την παραγωγή τους.

    Μπορεί να αξιοποιηθεί η δυνατότητα που δίνει η Οδηγία για την Ενέργεια και οι προτάσεις Ντράγκι που προβλέπουν ότι τα CfD μπορούν να εξαιρεθούν από το Χρηματιστήριο Ενέργειας; Ποια είναι η άποψή σας ότι μπορεί να θεωρηθούν CfD όλα τα συμβόλαια των ΑΠΕ με τον ΔΑΠΕΕΠ και να τιμολογούνται εκτός Χρηματιστηρίου με την τιμή που έχουν;

    ΡΑΕ-Δημήτρης Φούρλαρης:

    Τα διμερή συμβόλαια οικονομικών διαφορών (CfD) είναι χρηματοοικονομικά συμβόλαια και από την φύση τους δεν περιλαμβάνονται στους όρους φυσικής παράδοσης των αγορών του Χρηματιστηρίου Ενέργειας. Δεν μπορούν να θεωρηθούν όλες οι συμβάσεις του ΔΑΠΕΕΠ CfD.

    Τα μόνα συμβόλαια που μπορούν να χαρακτηριστούν είναι τα sliding Feed in Premium, εν αντιθέσει με τα Feed in Tariff τα οποία δεν μπορούν να θεωρηθούν CfD. Σε κάθε περίπτωση, το premium θα πρέπει να έχει ως Τιμή Αναφοράς την TEA (DAM), όπου θα πρέπει στην Αγορά αυτή να συμμετέχουν οι μονάδες ΑΠΕ.

    METLEN:

    Με εξαίρεση τα λίγα PPAs και τα εξίσου λίγα (ίσως λιγότερα) ΑΠΕ που είναι αμιγώς εμπορικά, όλα τα CfDs στην Ελλάδα πρακτικά έτσι τιμολογούνται (ανέκαθεν).

    Η πρόβλεψη της νέας Οδηγίας (και η σχετική πρόταση Draghi, αρ. 2 στον ηλεκτρισμό) αφορά σε κράτη-μέλη που εφάρμοζαν μέχρι σήμερα one-way CfDs, δηλ. αν η τιμή της αγοράς ήταν χαμηλότερη από την τιμή της σύμβασης (Feed in tariff, feed in premium, auction outcome κλπ) εισέπραττε ο παραγωγός τη διαφορά, αν όμως η τιμή της αγοράς ήταν πάνω από την εγγυημένη τιμή, τότε δεν ήταν υποχρεωμένοι να την επιστρέψουν!

    Η έκθεση Draghi έχει 2 ενδιαφέρουσες προτάσεις για τα CfDs: η μία είναι να τρέξει ένα CfD release program (κάτι σαν το ARENH στη Γαλλία, τα περίφημα ΝΟΜΕ που λέγαμε κι εδώ στην Ελλάδα), δηλ. ένα μικρό μέρος των επιδοτούμενων συμβολαιοποιημένων με το κράτος CfDs να υποχρεώνονταν οι παραγωγοί να το διαθέσουν (περίπου) στο κόστος σε ενεργοβόρες βιομηχανίες (πρόταση αρ. 7 στον ηλεκτρισμό) και η άλλη σχετική πρόταση είναι ουσιαστικά ο πυρήνας του Green Pool (πρόταση αρ. 4 στον ηλεκτρισμό και αρ. 2 στο κεφάλαιο για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες – το Green Pool όπως έχει σχεδιαστεί στην Ελλάδα είναι λίγο πιο market oriented, θεωρώ πιο cost effective και αποτελεσματικό, εκμηδενίζοντας και τα distortions στην αγορά).

    ΣΠΕΦ – Λουμάκης:

    Στην υποτιθέμενη μετάπτωση των συμβάσεων ΣΕΔΠ του ΔΑΠΕΕΠ, σε καθεστώς εκτός χρηματιστηρίου προκύπτουν πλείστα ζητήματα, όπως το ποια θα είναι η νέα καθαρή σταθερή τιμή που θα πρέπει να αποζημιώνονται, τι θα γίνει με το οικοσύστημα των ΦοΣΕ που σήμερα τα διαχειρίζεται, πως θα λειτουργήσει το οικονομικό φρένο της αγοράς που σήμερα ενεργοποιείται με τις μηδενικές/αρνητικές χονδρεμπορικές τιμές κ.α.

    Πάντως με δεδομένο και τον έντονο κορεσμό της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια που υπάρχει σήμερα στον πραγματικό χρόνο, το να προχωρήσει η αγορά με νέα έργα ΑΠΕ αμιγώς με CfD εκτός χρηματιστηρίου, προβληματίζει.  Η προημερήσια αγορά αποτελεί ως γνωστόν το πρώτο φίλτρο για το ποια έργα θα μείνουν εκτός και ποια εν συνεχεία θα έχουν δυνατότητα Κατανομής από τον διαχειριστή του συστήματος (ΑΔΜΗΕ) με βάση τις ισχύουσες εκεί προτεραιότητες που θέτει ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 943/2019 και εν προκειμένω το άρθρο 12.

    Καταληκτικά η πρόταση Ντράγκι θα ήταν πιο εύκολο να εφαρμοστεί μερικά χρόνια πριν που δεν είχαμε φτάσει στο σημείο κορεσμού της ζήτησης και των ραγδαία αυξανόμενων περικοπών που τώρα διανύουμε και που προβλέπεται να επιδεινωθεί περαιτέρω ένεκα του pipeline των έργων ΑΠΕ που θα υλοποιηθούν προσεχώς.

    Η Οδηγία επίσης προβλέπει μηχανισμό αμοιβής διαθεσιμότητας ισχύος για την παροχή υπηρεσιών ευελιξίας και εφεδρείας με clawback, δηλαδή σταθερή αμοιβή στους παραπάνω πόρους με αντάλλαγμα να είναι διαθέσιμες και να επιστρέφουν τα έσοδα από την χονδρεμπορική αγορά όταν η τιμή είναι πάνω από τη συμφωνημένη τιμή.  Συμφωνείτε με την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου;

    ΡΑΕ-Δημήτρης Φούρλαρης: Υποστηρίζουμε την θέσπιση μηχανισμού αποζημίωσης Ισχύος με χρήση του κριτηρίου reliability options, καθώς η ύπαρξη του εν λόγω μηχανισμού διασφαλίζει τόσο ένα προβλέψιμο και λελογισμένο επίπεδο τιμών αποζημίωσης των ευέλικτων μονάδων, όσο και την επάρκεια πόρων σε τυχόν μελλοντικές συνθήκες αυξημένου κόστους που ενδεχομένως ασκήσουν ακόμα μεγαλύτερη πίεση στην κάλυψη της εγχώριας ζήτησης.
    METLEN: Προφανώς συμφωνούμε και η έκθεση Draghi επίσης τονίζει την αναγκαιότητα αυτών των μηχανισμών (πρόταση αρ. 6 στον ηλεκτρισμό). Κατά τη γνώμη μας είναι το πιο σωστό, αποτελεσματικό -από πλευράς κόστους και (αυτό)χρηματοδότησης- και εύκολο (σε συμφωνία με την ευρωπαϊκή νομοθεσία) μέσο για να επιβάλλει το κράτος ένα έμμεσο «πλαφόν» στην αγορά, ώστε να αποφεύγει τις εξωπραγματικές τιμές που είδαμε τα απογεύματα του καλοκαιριού, εξασφαλίζοντας όμως την διαθεσιμότητα επαρκούς ευέλικτης ισχύος.
    ΣΠΕΦ- Στέλιος Λουμάκης: Το αίτημα των συμβατικών παραγωγών για αποζημιώσεις εκτός αγοράς με όχημα ή κάλυμμα την διαθεσιμότητα ισχύος είναι γνωστό.  Αν δεν κάνω λάθος ζητείται διακαώς από το 2016.  Θυμίζουμε πως τέτοια σχήματα αμοιβών ίσχυαν στο απώτερο παρελθόν μέσω των επονομαζόμενων Αποδεικτικών Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ) και που είχαν την περίοδο 2011-2014 δημιουργήσει δραματικές στρεβλώσεις σε βάρος του ΕΛΑΠΕ και των ΑΠΕ.  Τα ΑΔΙ χρηματοδοτούνταν από το “ανταγωνιστικό” σκέλος των λογαριασμών οπότε το κόστος τους δεν ήταν ορατό στους καταναλωτές σε αντίθεση για παράδειγμα με το ΕΤΜΕΑΡ που ενώ αποτελεί κόστος ρεύματος σύμφωνα και με νομολογία της Ολομέλειας του ΣτΕ, εντούτοις χρεώνεται διακριτά στους λογαριασμούς ρεύματος και για τον λόγο αυτό έχει αδίκως πολιτικοποιηθεί.
    Κατά κανόνα σχήματα ΑΔΙ αποσυνδέουν έτι περαιτέρω την χονδρεμπορική αγορά από το πραγματικό κόστος του ρεύματος.  Με δεδομένο μάλιστα τον στόλο νέων μονάδων φυσικού αερίου που κατασκευάζονται και λίαν προσεχώς θα ηλεκτριστούν πλέον των όσων ήδη λειτουργούν, φοβόμαστε πως ένα τέτοιο  μέτρο θα υποδαύλιζε την υπέρανάπτυξη συμβατικών έργων που δεν θα χρειάζονται.
    Σε αντίστιξη δεν θα ήμασταν αντίθετοι στην θέσπιση μηχανισμού ισχύος μόνο υπέρ μονάδων αποθήκευσης που δεν λαμβάνουν άλλη λειτουργική ή επενδυτική ενίσχυση και εφόσον ανοίξει ο κλάδος για αιτήσεις stand alone μπαταριών μικρότερης κλίμακας (λ.χ. ισχυος 1-5 MW και διάρκειας 2-4 ωρών) και στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ με απλοποιημένες αδειοδοτικές διαδικασίες ώστε να συμμετέχουν και μικρομεσαίες επιχειρήσεις πέραν των πολύ μεγάλων στην νέα αυτή αγορά.

    Χρειάζεται πολιτική ένωση για να εφαρμοστεί η πρόταση Ντράγκι;

    ΡΑΕΥ- Δημήτρης Φούρλαρης: Αυτό που απαιτείται για την εφαρμογή της πρότασης Ντράγκι είναι η βαθύτερη ευθυγράμμιση των εθνικών ενεργειακών πολιτικών, τα κοινά επενδυτικά πλαίσια και η συνεπής ρύθμιση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενισχυμένης συνεργασίας, όπως εναρμονισμένοι κανόνες της αγοράς και κοινά έργα ενεργειακής υποδομής. Συνεπώς η πολιτική ένωση είναι βέβαιο ότι πρέπει να υπάρχει.

    METLEN:

    Είναι παράδοξο να υποστηρίζουμε ότι όλη η υποχρεωτική νομοθεσία που προωθεί το Green Deal, δηλ. τη μετατροπή της οικονομίας μας (ξεκινώντας από την ενέργεια, τη βιομηχανία και όλους τους άλλους κλάδους) είναι θεμιτό και εύλογο να θεσπίζεται «χωρίς να διασφαλίζεται η πολιτική ένωση», αλλά για να συγκεντρωθούν οι πόροι που απαιτούνται για το σύνολο των πολιτικών αυτών, απαιτείται πολιτική ένωση. Δηλ. μαζί στο γλέντι, αλλά όταν έρθει ο λογαριασμός, καθένας χώρια. Η πρόταση Draghi (όπως και 2 πρόσφατες μελέτες της McKinsey) αποκαλύπτει το αδιανόητο από πλευράς κόστους του σχεδιασμού, χωρίς να φτάνει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να κάνουμε αναστροφή, αλλά ο ισχυρισμός ότι συνεχίζουμε business as usual και kick the can down the road για το κόστος δεν είναι επιλογή… αν κανείς διαβάσει προσεκτικά τη μελέτη ιδίως τα κεφάλαια για την ενέργεια και τις ενεργοβόρες βιομηχανίες (το state of play και το path forward), τα takeaways είναι αποκαρδιωτικά.

    ΣΠΕΦ:

    Ο πολιτικός κατακερματισμός της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης οπωσδήποτε δεν βοηθά.  Δεν παραγνωρίζουμε, ωστόσο, το γεγονός πως σε επίπεδο Ενωσιακής Νομοθεσίας υπάρχουν πλούσια εργαλεία που διασφαλίζουν σήμερα κρίσιμες ισορροπίες αλλά και την επενδυτική σταθερότητα στην αγορά. Είμαστε δυστυχώς πεπεισμένοι πως αν δεν υπήρχε το Ενωσιακό Δίκαιο, τα πράγματα θα ήταν οπωσδήποτε χειρότερα για τους ιδιώτες επενδυτές, αφού η διαχείριση των εθνικών Κυβερνήσεων διαχρονικά πάσχει από επιμέρους συμφέροντα ή λαϊκισμό.

     

    Διαβάστε επίσης

    «Φουρτούνες» στην ακτοπλοία: Γιατί συγκρούονται οι ακτοπλόοι με τους ναυτικούς



    ΣΧΟΛΙΑ