Η παγκόσμια παραγωγή κρασιού ανήλθε το 2018 στα 292,3 εκατομμύρια εκατόλιτρα, στο υψηλότερο επίπεδό της τα τελευταία 15 χρόνια, αλλά η κατανάλωση φάνηκε να επιβραδύνθηκε, γεγονός που αναμένεται να μειώσει τις τιμές, ανακοίνωσε ο Διεθνής Οργανισμός Αμπέλου και Οίνου (OIV).
Πέρυσι, χάρη στις ηπιότερες καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στην Ευρώπη, όπου βρίσκονται οι τρεις μεγαλύτεροι παραγωγοί κρασιού (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία) παγκοσμίως, ο πλανήτης παρήγαγε 292,3 εκατομμύρια εκατόλιτρα (Mhl) κρασιού έναντι 297,8 εκατομμυρίων το 2004.
«Είναι η μεγαλύτερη αύξηση μέσα σε 15 χρόνια» δήλωσε Πάου Ρόκα, ο νέος γενικός γραμματέας του OIV.
Μετά την ιστορικά χαμηλή συγκομιδή σταφυλιών το 2017, εξαιτίας του ανοιξιάτικου παγετού που κατέστρεψε τους αμπελώνες της Ευρώπης, οι αυξήσεις της παραγωγής είναι θεαματικές: στην Ισπανία (+36,7%), στη Γαλλία (+34,8%), στην Ιταλία (+28,9%), στη Γερμανία (+30,7%) ακόμη και +40,4% στην παραγωγή των ελβετικών κρασιών.
Βρετανοί και Κινέζοι πιο εγκρατείς το 2018
Πέρυσι η παγκόσμια κατανάλωση κρασιού, που είχε ανοδική πορεία από το 2014, «παρουσίασε στασιμότητα, επηρεασμένη κυρίως από μια μείωση της κατανάλωσης στην Κίνα και στη Βρετανία» υπογράμμισε ο OIV.
Οι Βρετανοί, οι λάτρεις του οίνου, δεν ήπιαν παρά 12,3 Mhl το 2018, με την οινοποσία να υποχωρεί κατά 3,1% σε σχέση με το 2017.
Στην Κίνα, όπου ο ρυθμός ανάπτυξης επιβραδύνεται, η κατανάλωση του 2018 «πιθανόν μειώθηκε κατά 6,6% σε σχέση με το 2017, για να φτάσει τα 18 εκατομμύρια εκατόλιτρα», εκτιμά ο OIV.
Ο Ρόκα επισήμανε ότι οι προβλέψεις αυτές είναι εξαιρετικά ευάλωτες, καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη τα αποθέματα του οίνου που υπάρχουν στις χώρες.
Υπογράμμισε μια τάση στην «παγκοσμιοποίηση» της κατανάλωσης κρασιού στον κόσμο, παρότι πέντε χώρες (ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία και Κίνα) πίνουν στην «καθισιά τους» περισσότερο από το μισό κρασί που παράγεται παγκοσμίως.
Οι ΗΠΑ παρέμειναν πέρυσι η πρώτη χώρα στην κατανάλωση με 33 εκατομμύρια εκατόλιτρα, μπροστά από τη Γαλλία (26,8 Mhl).
Σε επίπεδο αγοράς, η Ισπανία παρέμεινε η πρώτη χώρα σε όγκο εξαγωγών πέρυσι, με 20,9 εκατομμύρια εκατόλιτρα, δηλαδή το 19,4% της παγκόσμιας αγοράς. Η Γαλλία παρέμεινε η πρώτη παγκοσμίως σε αξία εξαγωγών, με 9,3 δισ. ευρώ κύκλο εργασιών των εξαγωγών.