Λουκέτο στο πολυκατάστημα που στεγάζει τα Notos στην οδό Αιόλου, μπαίνει το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, προκειμένου το κτίριο να ανακαινιστεί.

Μπαίνει τέλος, όμως, και σε μια πολυετή εμπορική δραστηριότητα σε έναν δρόμο που ήταν εμβληματικός για το εμπόριο, αλλά και στο πολυκατάστημα των Αφών Λαμπρόπουλου, που μαζί με το Μινιόν, σημάδεψαν την σύγχρονη ιστορία της Αθήνας.

1

Διαβάζοντας την ιστορία του πολυκαταστήματος στην ιστοσελίδα του ιδρύματος, βλέπουμε ότι ξεκίνησε να δραστηριοποιείται από το 1898.

Ο Ξενοφών Λαμπρόπουλος άφησε την πολυμελή οικογένειά του στην Κοντοβάζαινα της ορεινής Αρκαδίας με προορισμό την Αθήνα και σκοπό να βρει την τύχη του και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ένα καλύτερο μέλλον.

Για να καλύπτει τα έξοδά του, να στέλνει τα αναγκαία στην οικογένεια αλλά και για να φτιάξει ένα κομπόδεμα για τα επόμενα βήματά του, ξεκίνησε ως πλανόδιος πωλητής στο κέντρο της Αθήνας, και συγκεκριμένα στην Αιόλου, στην περιοχή της Ομόνοιας, όπου τότε βρισκόταν η ψυχή της πόλης. Με το μικρό του καρότσι, την ελκυστική του πραμάτεια και τους ευγενικούς του τρόπους, έγινε γρήγορα γνωστός και περιζήτητος. Έτσι, πολύ σύντομα, συγκέντρωσε ένα ποσό που του επέτρεψε να φτιάξει την πρώτη, μικρή αλλά στεγασμένη, επιχείρηση.

Σύντομα, τα βήματά του ακολούθησε ο αδερφός του Βασίλειος, με σκοπό να τελειώσει το Γυμνάσιο στην Αθήνα και παράλληλα να εργαστεί για να μπορέσει να ζήσει. Τα δύο αδέρφια, που είχαν κοινό όραμα και ίδιες αξίες, αποφάσισαν να συνεργαστούν και να δημιουργήσουν το 1906, μια εμπορική εταιρεία, στεγάζοντας την επιχείρησή τους σ’ έναν υπόγειο χώρο στη γωνία Αιόλου και Σοφοκλέους.

Το πρώτο κατάστημα Λαμπρόπουλου ήταν εκείνο που μπορούσαν να βρουν οι πελάτες όλα τα ανδρικά είδη αλλά και νεωτερισμούς της εποχής, όπως γραβάτες, μαντήλια και πουκάμισα.

Εκτός, όμως, από νεωτερισμούς, το κατάστημα ανέπτυξε μια πρωτοποριακή, καινοτόμο πολιτική που καταγράφεται στο λεύκωμα, μέσα από κείμενα που πλαισιώνονται με πλούσιο αρχειακό υλικό. Με τρεις υπαλλήλους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και με ωράριο που διαρκούσε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας από τις 07:00 πμ. έως τις 10:00 μμ, ο Λαμπρόπουλος έκανε αργία την Κυριακή και κατήργησε τη φιλοσοφία του παζαριού, ορίζοντας και γνωστοποιώντας τις τιμές των εμπορευμάτων για να υπάρχει διαφάνεια και εμπιστοσύνη.

 

 

Το 1913, το κατάστημα μεταφέρεται στο κτήριο της οδού Αιόλου – Σταδίου, το οποίο με τον καιρό επεκτάθηκε στα ιδιόκτητα νεοκλασικά κτήρια παραπλεύρως, επί της οδού Αιόλου και Λυκούργου.

Το 1927 το κατάστημα «Αφοι Λαμπρόπουλοι» γίνεται ανώνυμη εταιρεία. Η είσοδός του στο Χρηματιστήριο πραγματοποιείται σαράντα χρόνια μετά.

Ο πόλεμος και η κατοχή δεν πλήττουν το κατάστημα και δεν καταφέρνουν να μειώσουν την αίγλη του.

Μάλιστα, στις παραμονές του πολέμου, η εταιρεία προχώρησε στην εξαγορά του βιομηχανικού σήματος της οδοντόκρεμας «Κολυνός» και του εντομοκτόνου «Κατόλ» καθώς και των εργαστηρίων κατασκευής των προϊόντων αυτών για την Ελλάδα. Η «Κολυνός» που έγινε γνωστή με το διαφημιστικό μήνυμα «εξόχως δραστική… ομορφαίνει κι ασπρίζει τα δόντια», ταυτίζεται στις συνειδήσεις των καταναλωτών με τον όρο της οδοντόκρεμας, την εποχή της διακίνησής της από την εταιρεία.

Σε διαφημίσεις του 1950 ο «Λαμπρόπουλος» εμφανίζεται έτοιμος να κερδίσει την εμπιστοσύνη του καταναλωτή και να προσφέρει όλα αυτά που μέχρι τότε του είχε στερήσει ο πόλεμος και οι κακουχίες.

Και πράγματι, το 1951, η εταιρεία είναι σε θέση να γιορτάσει τα πενήντα χρόνια συνεχούς λειτουργίας της με ανάπτυξη και αξιομνημόνευτη πρόοδο.

Τα επόμενα χρόνια τα πράγματα ήταν ακόμη καλύτερα και οι δεκαετίες του ’60 – ’70 ήταν εκείνες με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και εξέλιξη για την εταιρεία «Λαμπρόπουλος», η οποία συνέβαλε στη διαμόρφωση του εμπορικού κέντρου της πρωτεύουσας και έγινε ορόσημο για όλες τους επισκέπτες της Αθήνας.

Συγκεκριμένα, η γωνία της Αιόλου με τη Λυκούργου και τη Σταδίου ταυτίζεται με το κατάστημα και γίνεται σημείο συνάντησης όλων, οι οποίοι κλείνουν τα ραντεβού τους λέγοντας απλώς ένα «…στου Λαμπρόπουλου», για να είναι σίγουροι ότι κανείς δε θα μπερδευτεί. Το κατάστημα αποτελεί πόλο έλξης των καταναλωτών, και ιδιαίτερα των παιδιών, τις εορταστικές περιόδους των Χριστουγέννων και των Αποκριών, ενώ κανείς δεν χάνει τις εκπτώσεις του.

Οι βιτρίνες του προκαλούν τον θαυμασμό των Αθηναίων που φτάνουν στο κέντρο της πόλης για να τις παρατηρήσουν και να αποκτήσουν άποψη για τις τάσεις της μόδας και ό,τι κυριαρχεί στην Ευρώπη.

 

 

«Το κέρδος εν τη καταναλώσει» και «Τιμαί Ορισμέναι» δεν είναι διαφημιστικά μηνύματα της εταιρείας, αλλά ο τρόπος για να κερδίζει ολοένα και περισσότερο την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, επικοινωνώντας τη φιλοσοφία και τις αρχές της.

Το 1979, οι Αφοί Λαμπρόπουλοι ανοίγουν νέο κατάστημα στον Πειραιά.

Δεκαετία ’80: «Διαλέγουμε πριν από εσάς για εσάς».

Τη δεκαετία του ’80, οι Έλληνες της περιφέρειας που επισκέπτονται την Αθήνα, αναζητούν τον «Λαμπρόπουλο» γιατί ξέρουν ότι εκεί θα βρουν μεγάλη ποικιλία από προϊόντα που η τιμή τους είναι αντάξια της ποιότητάς τους.

Το κατάστημα του Λαμπρόπουλου, μαζί φυσικά με το Μινιόν και την Αθηναία, είχαν κατορθώσει να φέρνουν στην Ελλάδα ο,τιδήποτε μοντέρνο από την ευρωπαϊκή αγορά. Ακριβά υφάσματα, ρούχα από ξένους σχεδιαστές και προϊόντα που χαρακτηρίζονταν καινοτόμα αλλά και εξαιρετικά ποιοτικά για την εποχή, πλαισιώνουν το αξέχαστο σλόγκαν του καταστήματος «Διαλέγουμε πριν από εσάς για εσάς».
Εκτός από την καινοτομία των αναγραφόμενων τιμών πάνω σε κάθε είδος, που απέτρεπε τη διαδικασία του παζαριού, η εταιρεία «Λαμπρόπουλος» πρωτοστάτησε στην αργία της Κυριακής, προτρέποντας τους καταναλωτές να την αντιμετωπίζουν σαν μια μέρα γιορτινή που μπορούν να φορούν τα καλά τους ρούχα.

Επίσης, ως καινοτομία χαρακτηρίστηκε η εισαγωγή γραμμοφώνων από τον Βασίλειο Λαμπρόπουλο, καθώς και η εισαγωγή των δίσκων στην ελληνική αγορά με την εταιρεία που συγκρότησε μαζί με την Columbia.

Στου «Λαμπρόπουλου», επίσης, γίνονταν εντυπωσιακές επιδείξεις μόδας, ενώ ταυτόχρονα οργανώνονταν μεγάλα event με καλεσμένους star από τις σειρές που πρόβαλε η ελληνική τηλεόραση. Τη δεκαετία του 1990, άφησε εποχή η υποδοχή του Ronn Moss, του περίφημου Ριτζ Φόρεστερ, στη σειρά “Τόλμη και Γοητεία” όπου συγκεντρώθηκαν 20.000 άτομα!
Για πρώτη φορά, το 1992, ο «Λαμπρόπουλος» εισάγει την λογική του “shop in shops” στην Ελληνική αγορά, με στόχο την προσέλκυση επώνυμων εταιρειών παραχωρώντας σ’ αυτές χώρο και προβολή στα πολυκαταστήματα της επιχείρησης.

 

Όλα αυτά έγιναν όταν η έννοια του πολυκαταστήματος ήταν ακόμα σε πρώιμο στάδιο. Στα τέλη του ’90, η ιστορική επιχείρηση «Αφοί Λαμπρόπουλοι» περνάει στον Όμιλο Παπαέλληνα. Στα σχέδια περιλαμβάνεται και η ανακαίνιση του πολυκαταστήματος.

Το 2001, η γωνία της Αιόλου υποδέχεται, με αέρα νέας εποχής, το Notos Galleries Λαμπρόπουλος. Παρόλο που σήμερα η γωνία της Αιόλου στα Χαυτεία έχει διαφορετικό εμπορικό όνομα (Notos Galleries), το κατάστημα «Αφοί Λαμπρόπουλοι» έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εμπορική ιστορία της Αθήνας. Είναι συνδεδεμένο με την πορεία της ανάπτυξης και της πτώσης της αγοράς γύρω από την Ομόνοια, καθώς και με πολλές αναμνήσεις για όσους έχουν βιώματα στην πόλη.

Τα κτήρια που ποτέ δεν έγιναν

Το 1954, ο αρχιτέκτων και καθηγητής του ΕΜΠ, Σόλων Κυδωνιάτης, εκπονεί μια νέα πρόταση για το κεντρικό κατάστημα Αφοι Λαμπρόπουλοι, ακολουθώντας τα πρότυπα του Bauhaus. Ο Εμ. Βουρέκας μελέτησε όχι μόνο τη διαμόρφωση των ορόφων αλλά και τις λεπτομέρειες του εσωτερικού χώρου. Εν τέλει, η πρόταση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ στο σύνολό της.
Η οικογένεια Λαμπροπούλου δεν έμεινε όμως μόνο στο αυτό καθ’ εαυτό εμπόριο.

Η δημιουργία της δισκογραφικής εταιρείας «Columbia – Αφοί Λαμπρόπουλοι» ήταν μια ακόμη από τις μεγάλες της δράσεις. Και αυτό ξεκίνησε προπολεμικά, δηλαδή σε μια περίοδο που επικρατούσαν μεγάλες δυσκολίες και υπέφερε το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου.

Ο Τάκης Βασιλείου Λαμπρόπουλος ήταν αποδεδειγμένα ένα λαμπρό μυαλό της δισκογραφίας. Παρέλαβε την εταιρεία το 1958, στα είκοσι οκτώ του χρόνια, τότε που η μεγάλη γενιά των Λαμπροπουλαίων παρέδωσαν τη σκυτάλη των επιχειρήσεών τους στα παιδιά τους, διαδεχόμενος τον θείο του Θεμιστοκλή Λαμπρόπουλο και τον φωτισμένο Νίκανδρο Μηλιόπουλο, τον παραγωγό όλων των θρυλικών «ιερών τεράτων» της περιόδου ’30-’60, συνεχίζοντας το έργο τους και αναλαμβάνοντας τη φωνογραφική επιχείρηση Columbia.
Ο Τάκης Β. Λαμπρόπουλος προχωράει με όραμα για την αναβάθμιση της Columbia, θέλοντας να κάνει επανάσταση στην ελληνική δισκογραφία. Συγκεντρώνει ποιητές και νέους μουσικούς, όπως τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκη, τον Ξαρχάκο και άλλους και ορίζει τον Μανώλη Χιώτη ως συντονιστή και διευθυντή των ηχογραφήσεων.

 

 

Ανακαλύπτει νέες φωνές όπως τη Μοσχολιού, τον Αγγελόπουλο, τον Διονυσίου, την Λύδια, την Φαραντούρη και τον Ξυλούρη και εισάγει στη δισκογραφία ηθοποιούς όπως την Βουγιουκλάκη, τη Λαμπέτη, τον Χορν και τη Μελίνα.

Ο ίδιος δημιούργησε τον δίσκο «Καραγκιόζη» με τον Σπαθάρη, ενώ ταυτόχρονα καθιέρωσε τις πρώτες λαϊκές συναυλίες στο Κεντρικόν.

Μεταξύ άλλων, αναδιαμόρφωσε την αισθητική των εξωφύλλων δίσκων, καθιερώνοντας το εικαστικό εξώφυλλο, με έργα μεγάλων ζωγράφων, όπως τον Τσαρούχη, τον Μόραλη, τον Εγγονόπουλο, τον Μποστ και τον Αργυράκη.

Επιπλέον, καθιέρωσε ή μάλλον επέβαλε τα ημίωρα των δισκογραφικών εταιριών στο ραδιόφωνο και καθιέρωσε για σήμα της Columbia το ταξίμι της «Συννεφιασμένης Κυριακής» του Τσιτσάνη. Ηχογράφησε θεατρικές παραστάσεις, επέβαλε τη σειρά «πρώτη εκτέλεση» σε όλους τους συνθέτες, διαφυλάσσοντας έτσι το κύρος και το μεγαλείο των πρώτων εκτελέσεων, και τέλος, επανάφερε στο προσκήνιο το ρεμπέτικο τραγούδι με τους Μπιθικώτση, Π. Πάνου, Γαβαλά και Λύδια.

Διαβάστε επίσης:

Notos: Τέλος εποχής για τον Λαμπρόπουλο της Αιόλου

Αλέξανδρος Εξάρχου (Intrakat): Πάνω από €2,5 δισ. ο τζίρος το 2026 – Τι περιλαμβάνει ο στρατηγικός σχεδιασμός