Ποια ονομασία προέλευσης γαλλικού κρασιού έχει ακουστά ο μέσος καταναλωτής; Το Μπορντό (Bordeaux), βέβαια. Καιρός να γνωρίσει επίσης την ελληνίδα, Κορίν Μεντζελοπούλου (Corinne Mentzelopoulos) που παράγει εκεί μερικά από τα πιο αξιόλογα κρασιά: Από τον αμπελώνα Château Margaux (Σατό Μαργκό).

Το όνομά της αναγράφεται στο πάνθεον της βιομηχανίας οίνου. Τα κρασιά της, από τα κορυφαία της περιοχής, έχουν πολλάκις ξεχωρίσει στη λίστα των καλύτερων κρασιών του Μπορντό (Wine of the Vintage). Πρόκειται για έναν από τους πέντε αμπελώνες με γηγενείς ποικιλίες στο Μπορντό ανάμεσα στις Lafite-Rothschild, Mouton Rothschild, Latour και Haut-Brion. Άρα ένας από τους σημαντικότερους στη Γαλλία. Ωστόσο, δεν απολάμβανε τέτοια αίγλη όταν τον αγόρασε ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος το 1977…

Τι αλλάζει στην περιοχή Μπορντό

Σύμφωνα με αναλυτές του οίνου, στο Μπορντό η ψαλίδα μεταξύ κορυφαίων παραγωγών και εκείνων που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα μεγαλώνει επικυνδίνως. Όσοι βρίσκονται στην κορυφή έχει βγάλει τόσα χρήμα που μπορούν πλέον να επενδύουν στις πιο εξεζητημένες τεχνικές. Όπως σε οπτικούς αισθητήρες μηχανικής συγκομιδής που μονομιάς απορρίπτουν τα σταφύλια με την παραμικρή ατέλεια.

Βέβαια, η κλιματική αλλαγή σημαίνει ότι τώρα ο τρύγος πραγματοποιείται τον Αύγουστο αντί τον Σεπτέμβριο (ή Οκτώβριο). Ωστόσο, αν και η νέα πραγματικότητα προσθέτει κάποιες δυσκολίες, οι οινοπαραγωγοί συμφωνούν ότι κάθε εμπόδιο για καλό. Τα σταφύλια σε ορισμένες περιοχές ωριμάζουν με περισσότερη πυκνότητα και ποσότητα. Ωστόσο, το θερμότερο κλίμα σημαίνει ότι πρέπει να παρακολουθούν στενά την ισορροπία ανάμεσα στη ζάχαρη και το αλκοόλ, που επηρεάζονται από τη θερμοκρασία. Καθώς επίσης και την αναλογία τους σε σχέση με την οξύτητα του σταφυλιού.

Όμως η ποιότητα του Château Margaux επιδεικνύει διαχρονικά εξαιρετική σταθερότητα.

Η δημιουργία του αμπελιού χρονολογείται χίλια χρόνια πίσω. Τον δωδέκατο αιώνα ονομαζόταν La Mothe de Margaux και η εκμετάλλευσή του προοριζόταν κατ’ αποκλειστικότητα για τους ευγενείς. Ο αμπελώνας προσιδιάζει τη σημερινή του μορφή όταν τη διαχείριση παίρνει ο Πιέρ ντε Λεστονάκ (Pierre de Lestonnac) τη δεκαετία 1572 με 1582. Εκείνος προχώρησε από τα αποστάγματα στην οινοπαραγωγή.

Η κάβα

Οι αμπελώνες Château Margaux 

Εξελίχθηκαν πλήρως στα τέλη του 17ου με την οικογένεια Ντ’ Ολέντ (d’Auledes) φτάνοντας στα διακόσια εξήντα πέντε εκτάρια. Μόνο το ένα έκτο θα αφιερωνόταν στην καλλιέργεια σταφυλιών με σκοπό την παραγωγή οίνου. Το υπόλοιπο προοριζόταν κυρίως για την ανάπτυξη χλόης, δέντρων, φυτών. Το 1680 οι αμπελώνες φιλοξενούσαν 75 εκτάρια κληματαριών. Σήμερα, τριακόσια πενήντα χρόνια αργότερα, οι αμπελώνες παραμένουν περίπου στο ίδιο μέγεθος, με ογδόντα εκτάρια κληματαριών..

Το Château Margaux θεωρείται παραδοσιακός αμπελώνας του Μπορντό. Δεν επενδύουν σε υπερβολικά προωθημένες τεχνολογίες. Εξελίσσονται με συντηρητικά βήματα προόδου.

Το παράδοξο της ιστορίας τους όμως έγκειται στο ότι έχουν πραγματοποιήσει οι ίδιοι σοβαρές καινοτομίες, που αργότερα υιοθέτησαν οι υπόλοιπες επιχειρήσεις και σήμερα θεωρούνται τυπικές πρακτικές της βιομηχανίας οίνου. Εκείνοι για παράδειγμα για πρώτη φορά δημιούργησαν κρασί από κόκκινα σταφύλια και από λευκά σταφύλια ξεχωριστά. Μέχρι τότε κόκκινα και λευκά σταφύλια καλλιεργούνταν στο ίδιο αμπέλι.

Το 1924 ο Πιέρ Μορό αποφάσισε να εμφιαλώνει in situ τα κρασιά στο Château Margaux ως εγγύηση καθαρότητας και αυθεντικότητας. Η οικονομική κρίση ανάγκασε τους ιδιοκτήτες να σταματήσουν αυτήν την πρακτική εμφιαλώσεως το 1949. Τότε ο αμπελώνας πέρασε στα χέρια της οικογένειας Ζινεστέ (Ginestet).

Η σύγχρονη εποχή

Από αυτήν την οικογένεια αγόρασε το Château Margaux ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος το 1977. Γνωστός ως Αντρέ (André) Μεντζελόπουλος αγόρασε ουσιαστικά μια χρεωμένη επιχείρηση λόγω των χαμηλών τιμών που έπιανε εκείνη την εποχή το Μπορντό. Ο αμπελώνας βρισκόταν προς πώληση για δύο ολόκληρα χρόνια προτού τον αγοράσει ο διορατικός Έλληνας. Έδωσε εκείνη την εποχή δεκάξι εκατομμύρια δολάρια για την εξαγορά του, εβδομήντα δύο εκατομμύρια γαλλικά φράγκα.

«Για πολλούς λόγους θεωρώ τον πατέρα μου πιο Γάλλο από τους Γάλλους», δήλωσε η Μεντζελοπούλου.

«Θυμάμαι που μια φορά επιστρέφοντας από ταξίδι στο Λονδίνο διάβασε στους Financial Times ότι το  Château Margaux πουλιόταν. Κάποια στιγμή ο Πιέρ Ζινεστέ μας κάλεσε σε μεσημεριανό γεύμα. Πήγα με τον πατέρα μου. Ήμουν ακόμη μαθήτρια. Μαγεύτηκα από την τόση ομορφιά του. Το κελάρι, τα κρασιά…». Εκείνη την εποχή ο πολυμήχανος Έλληνας δεν ήξερε πολλά για την οινοποιία. Αλλά ξεκίνησε αμελλητί εργασίες εκσυγχρονισμού (όπως για παράδειγμα τεχνικές παραγωγής πιο πυκνών σταφυλιών…).

Ο Αντρέ Μεντζελόπουλος από την Πάτρα έφτιαξε περιουσία εισάγοντας σιτηρά από την Ινδία και το Πακιστάν. Ύστερα εξαγόρασε την αλυσίδα μπακάλικων Félix Potin (Φελίξ Ποτέν) και ασχολήθηκε επίσης με την αγορά ακινήτων. Απεβίωσε το 1980 και η κόρη του Κορίν Μεντζελοπούλου ήταν ήδη έτοιμη να αναλάβει τα ηνία της επιχείρησης. Γεννήθηκε το 1953 στο Παρίσι. Ήταν τότε είκοσι επτά ετών.

Η ανακαίνηση από τον Νόρμαν Φόστερ

Με δυνατούς συνεργάτες

Αρχικά βέβαια, όσο ζούσε ο πατέρας της για να τη στηρίζει, η Κορίν Μεντζελοπούλου φλέρταρε με την ιδέα της λογοτεχνίας. Στο δεύτερο πτυχίο της όμως φρόντισε να εστιάσει στη διοίκηση επιχειρήσεων. Ξεκίνησε εργασία σε διαφημιστική εταιρεία και γρήγορα μεταπήδησε στην οικονομική διεύθυνση της εταιρείας Primistères (Πριμιστέρ), με θυγατρική την Félix Potin.

Το 1999 η Κορίν Μεντζελοπούλου εξελέγη στο Εμπορικό Επιμελητήριο της Γαλλίας. Υπηρέτησε επίσης στο ΔΣ του Ομίλου Exor στο Λουξεμβούργο αλλά και στον Σύνδεσμο Χημικών Βορείου Ελλάδος.

Στα πρώτα της βήματα στον αμπελώνα απολάμβανε την αφοσιωμένη υποστήριξη του διάσημου οινολόγου Εμίλ Πεϊνό (Émile Peynaud) και του διευθυντή του αμπελώνα Φιλίπ Μπαρ (Philippe Barre).

Το 1983 η Κορίν Μεντζελοπούλου προσέλαβε τον ταλαντούχο οινολόγο Πολ Πονταγιέ (Paul Pontallier) που τελικά έμεινε τριάντα χρόνια στην εταιρεία της. Τότε ήταν είκοσι επτά, όσο και εκείνη όταν ανέλαβε.

«Είμαι πολύ ανταγωνιστική»

«Είμαι πάρα πολύ ανταγωνιστική», έχει δηλώσει η Κορίν Μεντζελοπούλου σε συνέντευξή της στους New York Times. «Κάνω σκι, γουιντσέρφινγκ και στο σχολείο έπερνα καλύτερους βαθμούς από τα αγόρια». Εκείνη την εποχή στη Γαλλία, οι επιτυχημένες γυναίκες θεωρούνταν κόρες ή σύζυγοι κάποιου ισχυρού άνδρα. Όχι per se ικανά άτομα. Η μεγάλη κυρία του Μπορντό, κοντέσσα Μέι Ελιάν ντε Λενκσανγκ (May Eliane de Lencquesaing), ιδιοκτήτρια του Pichon Longueville, είχε επίσης κληρονομήσει την επιχείρηση από τον πατέρα της. «Η μόνη διαφορά, ότι σήμερα σε αντιμετωπίζουν ως αυτόφωτη γυναίκα», έχει διευκρινήσει η Κορίν Μεντζελοπούλου.

Η πιο τολμηρή κίνηση της Κορίν Μεντζελοπούλου πραγματοποιήθηκε το 2003.

Η γνωστή οικογένεια Ανιέλι (Agnelli) της Ιταλίας, αναδείχθηκε σε βασικό μέτοχο του Margaux το 1991. Το 2003 όμως αποφάσισαν να πουλήσουν το μερίδιό τους. Εκείνη την εποχή μάλιστα, τα μεγάλα αρπακτικά, ο ίδιος ο Μπιλ Γκέιτς και ο Δούκας του Ουεστιμίνιστερ έψαχναν για ευκαιρίες στο Μπορντό. Τους πρόλαβε όμως η νεαρή Κορίν Μεντζελοπούλου εξαγοράζοντας το 75% των μετοχών από τους Ανιέλι για τετρακόσια σαράντα εκατομμύρια δολάρια. Έτσι απέκτησε τον πλήρη έλεγχο. Σταθερά το Margaux εξελίχθηκε σε συνώνυμο της γαλλικής πολυτέλειας. «Και εγώ σε σύμβολο του επιπέδου της».

Για μια περίοδο προτού αφοσιωθεί αποκλειστικά στο Château Margaux, η Κορίν Μεντζελοπούλου διέθετε ένα από τα μεγαλύτερα μερίδια μετοχών της Perrier.

Η Αλεξάνδρα Μεντζελοπούλου, η τρίτη γενιά

Με επίκεντρο το 2015

Ο Πολ Πονταγιέ δέχτηκε να επενδύσει στην τεχνολογία μηχανικής συγκομιδής αλλά στο Château Margaux πάντα προτιμούν τον χειρωνακτική τρύγο.

Το 2015 πραγματοποιήθηκε μεγάλη ανακαίνιση στη διάσημη κάβα του Château Margaux βάσει σχεδίων από τον βραβευμένο με Pritzker αρχιτέκτονα Λόρδο Νόρμαν Φόστερ (Lord Norman Foster). Η πρώτη ουσιαστικά ανανέωση του χώρου από το 1810.

Για να τιμήσει την επιτυχημένη συνεργασία με τον Πονταγιέ, το Château Margaux του 2015, το τελευταίο που εμφιαλώθηκε υπό την επίβλεψή του, κυκλοφορεί με ανάγλυφη μαύρη ετικέτα. Με ψιλά γράμματα αναγράφεται η φράση Τιμή στον Πολ Πονταγιέ. Η ιδιαίτερη ετικέτα επιπλέον σηματοδοτεί τα εκσυγχρονισμένα κελάρια από τον Νόρμαν Φόστερ αλλά και την επέτειο των διακοσίων ετών του Château Margaux ως οινοποιείου.

Οι καλύτερες χρονιές: 2022, 2021, 2020, 2019, 2018, 2017, 2016, 2015, 2014, 2012, 2010, 2009, 2008, 2006, 2005, 2004, 2003, 2000, 1999, 1996, 1995, 1990, 1989, 1986, 1985, 1983, 1982, 1959, 1953, 1929, 1928, 1921 και 1900. Πρόκειται για ιδιαιτέρως συνεπές κρασί. Αλλά το 2015 θεωρείται μακράν η καλύτερη χρονιά του.

Η κόρη της Κορίν Μεντζελοπούλου Αλεξάνδρα Μεντζελοπούλου άνοιξε το wine μπαρ εστιατόριο Clarette (Κλαρέτ) στο Λονδίνο. Έμαθε πολλά και η Αλεξάνδρα από τον Πονταγιέ. Αλλά η επιχείρηση με την πλούσια παράδοσή της πρέπει να διεισδύσει και στη νέα γενιά.

Φαίνεται ότι βρίσκεται σε ικανά χέρια.