• Bons Vivants

    Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ: Νέος «άρχοντας» στο Μανδράκι της Ύδρας


    Η Ελλάδα υφίσταται «όπως το ίδιο το φως, σε ένα συνεχές παρόν», είχε παρατηρήσει ο συγγραφέας του Μάγου Τζον Φόουλς. Παρότι δεν την επισκέφτηκε ποτέ ξανά, εντυπώθηκε για πάντα στην καρδιά του. Παρομοίως, ο Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ (Arthur Fitzwilliam) δεν ξέχασε ποτέ την Ύδρα. Το απέδειξε με το (πεντάστερο) ξενοδοχείο Mandraki Beach Resort. Νέα προσθήκη που αποτελεί στολίδι στο πιο εκλεπτυσμένο νησί του Αιγαίου.

    Άνοιξε κανονικά πέρσι αλλά φέτος φανέρωσε την πλήρη ομορφιά και λειτουργικότητά του. Το σημείο όπου εδράζει χαρακτηρίζεται από πλούσια ιστορία. Στοιχείο που μοιράζεται και με τον Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ.

    Ένα παραδεισένιο οχυρό

    Το Mandraki Beach Resort όπως υποννοεί και η ονομασία του βρίσκεται στο γραφικό Μανδράκι, το πάλαι ποτέ πολεμικό λιμάνι του νησιού. Η είσοδός του φυλαγόταν παλιά από δύο μικρά κάστρα που γεμάτα με κανόνια (διακρίνονται ακόμη μέσα στην αμμουδιά, προδίδοντας τη φυσική ιστορία του). Αυτό χρησιμοποιούσε ως ορμητήριό του ο Ανδρέας Μιαούλης. Στα πέτρινα χτίσματα στεγαζόταν και η οικία του καπετάνιου. Εκεί ναυπηγήθηκαν και καθελκύστηκαν τα καράβια της Επανάστασης. Ενώ ένα πάλλευκο εκκλησάκι του μεσαίωνα που χωράει ένα δύο άτομα μόνο, προδίδει ακόμη περισσότερο την παράδοση του τόπου.

    Το Μανδράκι απέχει με τα πόδια περίπου τριάντα πέντε λεπτά από το λιμάνι της Ύδρας. Μία υπέροχη, παραλιακή διαδρομή που περνάει μπροστά και από τα Σφαγεία, τον εκθεσιακό χώρο που χρησιμοποιεί ο Δάκης Ιωάννου για τις εκθέσεις του ΔΕΣΤΕ.

    Μνημείο

    Όποιος θέλει να αποφύγει το περπάτημα (το βράδυ έχει δροσιά, το πρωί βέβαια όχι), παίρνει το καϊκάκι και με δέκα ευρώ έχει φτάσει σε πέντε λεπτά στην προβλήτα του ξενοδοχείου, δύο βήματα από την παχουλή αμμουδιά. Πρόκειται για τη μοναδική παραλία στην Ύδρα χωρίς βότσαλα.

    Αυτή λοιπόν η κατασκευή τυπικής ελληνικής αισθητικής και ομορφιάς παραμένει βέβαια διατηρητέα. Έτσι, ο Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ την έχει νοικιάσει για δέκα πέντε χρόνια από το ελληνικό κράτος. Δεν αποτελεί ιδιοκτησία του.

    Ρομαντικοί φιλέλληνες

    Αλλά πώς έφτασε αυτός ο άγγλος επιχειρηματίας στο νησί;

    Περίπου όπως και ο συγγραφέας του Μάγου με τις Σπέτσες, ο Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ πάτησε το πόδι του στην Ύδρα τη δεκαετία του 1960.

    Ο πατέρας του υπήρξε Άγγλος διπλωμάτης και η μητέρα του Ελληνίδα. Εξού και οι επισκέψεις τους στην Ελλάδα τούς ωθούσε να επιλέγουν το πιο κομψό (ίσως) νησί.

    Και ο ίδιος παντρεύτηκε αγγλίδα, την Τζάνις, και σύντομα αγόρασαν ένα σπίτι στο νησί.

    Στην επαγγελματική του ζωή ο Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ διακρίθηκε ως σύμβουλος επενδύσεων και αργότερα στο ρίαλ εστέιτ.

    Δραστηριότητα για γερά νεύρα που δεν μπορεί κανείς να εξασκεί ακούραστα για όλη του τη ζωή.

    Με αυτήν όμως απέκτησε προνόμια, χρήμα και χρόνο στη διάθεσή του.

    Και τότε φώτισε και πάλι στο μυαλό του η ιδέα της Ύδρας. Το νησί που δεν εγκατέλειψε ποτέ από τα παιδικά του χρόνια μέχρι σήμερα.

    Το όνειρο

    Όπως εκμυστηρεύτηκε στο mononews, διατηρούσε το όνειρο να μεταμορφώσει αυτό το προνομιακό σημείο σε εξαιρετικά υψηλών προδιαγραφών χώρο φιλοξενίας. Η παραλία του Mandraki Beach Resort παραμένει ανοιχτή βέβαια και σε περαστικούς που έρχονται από άλλα ξενοδοχεία -αν είναι διατεθιμένοι να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

    Παραδέχτηκε ότι κάποιοι έχουν σηκώσει το φρύδι ακούγοντας ότι το ζευγάρι ξαπλώστρες με ομπρέλα κοστίζει εκατόν εξήντα ευρώ. Όμως στην τιμή συμπεριλαμβάνονται αρκετές προσφορές και οι υπηρεσίες πολλών σερβιτόρων που γυρίζουν τριγύρω σαν κομήτες χωρίς να τους ψάχνει ο πελάτης χάνοντας την υπομονή του.

    Όπως εξήγησε ο Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ, πρότυπό του υπήρξαν τα τρία ξενοδοχεία του Αστέρα, πριν περάσει στα χέρια του ομίλου Four Seasons. Η καλή κοινωνία της Αθήνας νοίκιαζε τις καμπάνες όλο το καλοκαίρι, και οι επισκέπτες μπορούσαν να κολυμπήσουν στην παραλία ή στην πισίνα με μία ημερήσια αμοιβή. Οι υπηρεσίες δεν απευθύνονταν στο ευρύ κοινό. Αυτό θεωρούσε ποιοτικό καλοκαίρι στην Αθήνα η υψηλή κοινωνία. Προτού χτυπήσουν βέβαια τα καμπανάκια της κρίσης…

     

    Υψηλή αισθητική

    Ο Άρθουρ Φιτσγουίλιαμ πάντως το πέτυχε αυτό και με το παραπάνω.

    Το ξενοδοχείο που αναστήλωσε χρησιμοποιώντας τα ιστορικά κτίσματα μοιάζει περισσότερο με μπουτίκ παρά με ρεζόρτ. Μόνο δέκα επτά καμπάνες (ή σουίτες) με ιδιωτικό προαύλιο χώρο η καθεμία, που περιέχει ιδιωτική πισίνα. Χάνονται στο φυσικό τοπίο. Εξαιρετική αισθητική στα δωμάτια (μίνιμαλ πολυτέλεια) και αφρόλουτρα της Diptyque.

    Βγαίνοντας από την καμπάνα (με τιμή στο χιλιάρικο), ο φιλοξενούμενος βρίσκεται ήδη στην παραλία, που μοιάζει σχεδόν ιδιωτική. Ενώ το μοναδικό εστιατόριο του ρεζόρτ, πάνω στο κύμα, προσφέρεται τόσο για γονείς όσο και για ρομαντικές διαθέσεις.

    H fusion μεσογειακή κουζίνα ικανοποιεί τα λεπτεπίλεπτα γούστα. Η τέχνη δεν απουσιάζει βέβαια από το τόσο καλλιτεχνικό νησί και έτσι στεγάζεται στους χώρους του ξενοδοχείου η εκπληκτική γκαλερί Wilhelmina’s Art Gallery.

    Οι ένοικοι του ξενοδοχείου απαρτίζουν το crème de la crème της διεθνούς κοινότητας και πρόκειται για χάρμα οφθαλμού το πόσο όλο το θέμα μοιάζει με σκηνοθεσία.

    Υπάρχει άραγε περιθώριο για μερικά σύντομα σαββατοκύριακα μακριά από την πολύβουη και αγχωτική πρωτεύουσα, σε έναν κρυφό παράδεισο;

    Πάντα εξαρτάται από το βαθιά θα βάλει κανείς το χέρι στην τσέπη.



    ΣΧΟΛΙΑ