Τώρα που έχει σπάσει το μεγαλύτερο ταμπού της Wall Street, η επόμενη πρόκληση της νέας CEO της Citigroup Inc. Τζέιν Φρέιζερ θα είναι να επιτύχει αυτό που δεν κατάφεραν οι προκάτοχοι της – και μάλιστα εν μέσω της πανδημίας.

Εδώ και χρόνια, η ισχυρή επενδυτική τράπεζα χάνει επανειλημμένως τους στόχους της για την αύξηση της κερδοφορίας της, με αποτέλεσμα να έχει τη χειρότερη απόδοση μεταξύ των πέντε γιγάντων της Wall Street.

Και παρά τις μεγάλες επενδύσεις που έχουν γίνει για την ενίσχυση της εσωτερικής εποπτείας, η εταιρεία βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα τον Αύγουστο για τη λανθασμένη μεταφορά 900 εκατομμυρίων δολαρίων σε hedge funds, τα οποία δεν επιστρέφουν τα χρήματα.  Από τους επιτηρητές της Ουάσιγκτον έως τους ακτιβιστές μετόχους, η νέα CEO Θα πρέπει να κατευνάσει τυχόν αμφιβολίες που θα υπάρξουν σχετικά με το αν η τράπεζα βρίσκεται στο σωστό δρόμο.

Αυτό είναι το σκηνικό σε ένα σίριαλ που πιθανότατα θα παίζεται στη Wall Street για χρόνια: Θα καταφέρει η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει τα ηνία μίας από τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες να αντιμετωπίσει τις πιο δυσεπίλυτες προκλήσεις της Citigroup;

Citigroup Inc. Latin America CEO Jane Fraser Interview
 

Με την επιλογή της Φρέιζερ, η οποία θα διαδεχθεί τον προηγούμενο CEO Μάικ Κόρμπατ τον Φεβρουάριο, το ΔΣ της τράπεζας στοιχηματίζει σε μία πρώην συνεργάτιδα της McKinsey & Co., η οποία έχει ήδη εμπειρία στη διαχείριση της στρατηγικής ομάδας της Citigroup, της μονάδας ενυπόθηκων δανείων και των καταναλωτικών προϊόντων, τομείς που θα βρεθούν στο προσκήνιο καθώς η τράπεζα αντιμετωπίζει αθετήσεις δανείων και άλλες επιπτώσεις από την πανδημία.

Πριν από δεκαετίες, η Φρέιζερ έγραψε ακόμη και ένα βιβλίο σχετικά με τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσουν οι εταιρείες για να λειτουργήσουν σε όλο τον κόσμο, το οποίο έτυχε να περιλαμβάνει κεφάλαια σαν αυτό που καλείται τώρα να διαχειριστεί η ίδια.

Στο μεταξύ, μετά την ανακοίνωση της νέας της θέσης την Πέμπτη, το ΔΣ επικρότησε παράλληλα τον Κόρμπατ για την πρόοδο που έχει σημειώσει στην αναθεώρηση και την απλούστευση της τράπεζας μετά από την παρολίγον κατάρρευση της κατά την οικονομική κρίση του 2008. Η εταιρεία επέστρεψε κεφάλαια άνω των 80 δισ. δολαρίων στους μετόχους τα τελευταία έξι χρόνια.

Ωστόσο, τα προβλήματα παραμένουν.

Η κερδοφορία της Citi υπολείπεται σημαντικά από αυτή των ανταγωνιστών της. Καθώς η πανδημία εξαπλώθηκε στις ΗΠΑ τον Απρίλιο, η εταιρεία εγκατέλειψε τον στόχο βελτίωσης της απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων της, βασικό μέτρο της κερδοφορίας, μεταξύ 12% και 13%. Η JPMorgan Chase & Co. και η Bank of America Corp. αύξησαν τα ποσοστά τους σε 17% και 15% στο τέλος του προηγούμενου έτους, αντίστοιχα.

Οι ανταγωνιστές της τράπεζας έχουν αποκομίσει κέρδη από τα μεγάλα τμήματα διαχείρισης πλούτου και περιουσιακών στοιχείων που διαθέτουν, ενώ η Citigroup πούλησε τη χρηματιστηριακή της στην Morgan Stanley κατά την τελευταία κρίση. Και εταιρείες όπως η JPMorgan έχουν προσελκύσει του ισχυρούς καταναλωτές των ΗΠΑ, ενώ η μονάδα λιανικής της Citigroup είναι πιο διεθνής.

Προσωπικά ενθουσιασμένος

Υπό την ηγεσία του Κόρμπατ, τα κέρδη της Citigroup υπερδιπλασιάστηκαν στα σχεδόν 20 δισεκατομμύρια δολάρια. Επίσης, επιδίωξε να καταστήσει την Citigroup ηγέτη σε περιβαλλοντικά και κοινωνικά θέματα. Η εταιρεία κέρδισε τα βραβεία για τη δέσμευση της στην πολυπολιτισμικότητα, όταν έγινε μια από τις πρώτες εταιρείες που έκανε μια ασυνήθιστα αυστηρή αξιολόγηση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ ανδρών και γυναικών, στο παγκόσμιο εργατικό δυναμικό της το 2019.

Ωστόσο, η τιμή της μετοχής της Citigroup παραμένει πολύ χαμηλά. Και ο δείκτης τιμή προς λογιστική αξία της τράπεζας, σε σύγκριση με την χρηματιστηριακής της αξία με βάση όσα εκτιμά η τράπεζα ότι αξίζει, διαμορφώνεται στο 0,61, την ώρα που της JPMorgan ανέρχεται στο 1,30 και της Bank of America στο 0,90.

Η επιλογή της Φρέιζερ δεν ήταν έκπληξη για τον κλάδο, αλλά η χρονική στιγμή ήταν. Η απόφαση για την αναβάθμιση της επιταχύνθηκε τόσο από τον Κόρμπατ όσο και από το διοικητικό συμβούλιο τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς η τράπεζα ζύγιζε πώς θα βγει από την πανδημία. Ο Κόρμπατ, 60 ετών, είχε δηλώσει όταν η Φρέιζερ αναβαθμίστηκε σε πρόεδρο της τράπεζας τον περασμένο Οκτώβριο ότι είχε δεσμευτεί να ηγηθεί της εταιρείας «τα επόμενα χρόνια».

«Πιστεύαμε ότι λόγω της ηλικίας του ο Κόρμπατ θα είχε λίγα ακόμη χρόνια ως CEO», έγραψε ο Brian Kleinhanzl, αναλυτής της Keefe Brueyette & Woods. “Στην τελική, αν η Φρέιζερ μπορεί να βελτιώσει τις αποδόσεις φέρνοντας τις πιο κοντά στα επίπεδα των ανταγωνιστών, τότε η κίνηση θα είναι θετική”.

Ο Brian Brooks, ένας από τους βασικούς ρυθμιστές της Citigroup δήλωσε “προσωπικά ενθουσιασμένος” για την επιλογή της Φρέιζερ.

“Μην τα κάνεις θάλασσα”

Η Φρέιζερ έχει αποδείξει και άλλες φορές ότι είναι πρωτοπόρος και έχει μιλήσει ανοιχτά για το σεξισμό που αντιμετώπισε στο χώρο εργασίας. Μετά την θητεία της στην Goldman Sachs Group Inc. και την Asesores Bursátiles στη Μαδρίτη, έγινε μέλος της McKinsey στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Πήρε τον τίτλο του partner μία εβδομάδα μετά τη γέννηση του πρώτου της παιδιού.

«Μου είπαν να μην μείνω έγκυος», είπε η Φρέιζερ σε ένα podcast στο CNN το 2018. Δεν ήταν η περίπτωση κακού αφεντικού, είπε, αλλά «φιλικές συμβουλές» από ανθρώπους που λένε, «Μην τα κάνεις θάλασσα. Δεν μπορούσες να περιμένεις ένα χρόνο; Και εγώ δεν είμαι έτσι”.

Επέλεξε να εργαστεί στη συμβουλευτική με μερική απασχόληση, όταν οι δύο γιοι της ήταν νέοι.

Το άστρο της ανέτειλε γρήγορα μετά την ένταξή της στην Citigroup το 2004. Μέσα σε τρία χρόνια, ορίστηκε επικεφαλής παγκόσμιας στρατηγικής και εργάστηκε μαζί με τον τότε διευθύνοντα σύμβουλο, Vikram Pandit. Οι δύο τους πούλησαν και έκλεισαν ολόκληρα τμήματα της τράπεζας – περικόπτοντας σχεδόν 100.000 θέσεις εργασίας – καθώς πλησίαζε η οικονομική κρίση.

«Τα ταλέντα της Τζέιν ως στέλεχος και ηγέτης ήταν εμφανή», έγραψε ο Pandit σε ένα email την Πέμπτη. «Έχει αποδείξει την τελευταία δεκαετία ότι μπορεί να διαχειριστεί σχεδόν οποιαδήποτε επιχείρηση και περιοχή στη Citi και αυτή η νέα θέση αποτελεί απόδειξη της ικανότητάς της. Καλή εξέλιξη για την ίδια και για την εταιρεία”.

Αντιμετωπίζοντας το σεξισμό

Αργότερα επιλέχθηκε να διευθύνει τις εργασίες καταναλωτικών προϊόντων και την εμπορική τράπεζα του ομίλου στις ΗΠΑ – έναν ρόλο που της έδωσε αρκετό χρόνο με τους ρυθμιστικούς φορείς, καθώς έκαναν έλεγχο στις λειτουργεί και τις διαδικασίες της εταιρείας μετά την κρίση. Το 2015, ανέλαβε να διευθύνει τις δραστηριότητες της τράπεζας στη Λατινική Αμερική.

Η Φρέιζερ ήταν στο δρόμο προς το Μεξικό, όταν περνώντας από ένα περίπτερο του αεροδρομίου, εντόπισε έναν τίτλο εφημερίδας που χαρακτήριζε το διορισμό της ως προσβολή για τη χώρα, όχι μόνο επειδή ήταν ξένη αλλά επειδή ήταν γυναίκα.

«Είναι καταπληκτική στην υποστήριξη άλλων γυναικών ακόμα και όταν βρίσκονται σε ανταγωνιστικές τράπεζες», δήλωσε η Dina Powell, συνεργάτης της Goldman Sachs, για την Φρέιζερ όταν εμφανίστηκαν οι δύο τους σε ένα πάνελ νωρίτερα αυτή τη χρονιά. «Θέλω απλώς να πω πόσο περήφανη είμαι για τη Τζέιν, υπήρξε πρότυπο για τόσους πολλούς από εμάς στον χρηματοοικονομικό κλάδο”.

Δημόσια, η Φρέιζερ διαχωρίζει συχνά τη μακροχρόνια κουλτούρα της Wall Street υπέρ των ανδρών και τον πιο “ήσυχο” σεξισμό, κατά τον οποίο ενώ οι άνδρες δείχνουν πολύ ευγενικοί απέναντι στις γυναίκες, δεν θέλουν να υποστηρίξουν την άνοδο των γυναικών συναδέλφων τους. Η ίδια έχει χαρακτηρίσει χειρότερη τη κατηγορία αυτή.

Η ίδια όταν βρίσκει το κατάλληλο έδαφος, προσπαθεί να αντιμετωπίζει τέτοιες στιγμές με μία δόση χιούμορ. Η βασική της φιλοσοφία είναι ότι η ίδια η βιομηχανία υπονομεύει την απόδοσή της με το να παραμένει οπισθοδρομική.

«Υπάρχει ένα πλεονέκτημα στην ποικιλομορφία και δεν είναι μόνο το φύλο», δήλωσε η Φρέιζερ στο πάνελ. «Νομίζω ότι αυτό έχει αρχίσει να γίνεται κατανοητό – ότι η πολυμορφία είναι ένας δρόμος προς την αριστεία”.

Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση