ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στο δυτικό άκρο της μεγάλης πανεπιστημιούπολης της Γενεύης, όπου βρίσκεται η Rolex – η κορυφαία σε πωλήσεις ωρολογοποιία πολυτελείας στον κόσμο – βρίσκεται ακόμη μια εταιρεία, η οποία εργάζεται πυρετωδώς.
Περισσότεροι από 120 σχεδιαστές, μηχανικοί, μαρκετίερ και μάνατζερ, εργάζονται σε χώρους γεμάτους φως και φιλοσοφίας open-space, ετοιμάζοντας την επόμενη φάση ενός «comeback», που αναμένεται να φέρει την αναστάτωση στην ελβετική βιομηχανία ρολογιών.
Η Tudor, η οποία βρίσκεται εδώ και χρόνια «στη σκιά» της αδελφής μάρκας Rolex, έχει αποστασιοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να αναδιαμορφώσει την τύχη της και να διαδώσει την ιστορία της.
Αυτό ενθάρρυνε την ηγεσία της να αναλάβει τα ρίσκα, έως την επιτυχία, αφού η αύξηση των πωλήσεων τα τελευταία πέντε χρόνια, ήταν από τις ταχύτερες στον κλάδο.
Τα αγαπημένα σχέδια
Πολλά από τα σχέδια της Tudor σε προσιτές τιμές, είναι τόσο πολυπόθητα, που βρίσκονται προσωρινά στη λίστα αναμονής των εμπόρων και αντιπροσώπων του κλάδου.
Τα ανθεκτικά ρολόγια κατάδυσης και σπορ της Tudor, έχουν καταφέρει να φτάσουν στο καλύτερό τους σημείο, κάνοντας τα κλασικά σχέδια να φαίνονται «φρέσκα» και σύγχρονα.
Το γεγονός αυτό, βοήθησε το brand να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό και να αποκτήσει μερίδιο αγοράς στην κατηγορία «χαμηλότερης τιμής».
«Είμαστε μια τυπική μάρκα και πρέπει να παλέψουμε», σημειώνει ο Eric Pirson, διευθύνων σύμβουλος της Tudor, ο οποίος ηγείται της εταιρείας από το 2016.
Μάλιστα, είναι η πρώτη φορά που συζητά δημόσια τη στρατηγική της εταιρείας.
Μετά από 29 χρόνια στο χώρο, ένας βετεράνος του ομίλου Rolex, ο Pirson, έχει περάσει το μισό από αυτό το διάστημα στην Tudor.
Σημειώνει ότι εδώ και σχεδόν 15 χρόνια, πραγματοποιούνται βελτιωτικές κινήσεις στην εταιρεία, οι οποίες έχουν επιταχυνθεί τα τελευταία πέντε.
Η Tudor κατασκεύασε και λειτουργεί τώρα τις δικές της εγκαταστάσεις παραγωγής, καθώς και τη δική της μονάδα κατασκευής του μηχανισμού (μια εξειδικευμένη εταιρεία που δημιουργεί την “καρδιά” ενός ρολογιού), επιτρέποντάς της να παράγει περισσότερα ρολόγια.
Ταυτόχρονα, η ωρολογοποιία έχει βελτιώσει τα σχέδια και την ποιότητά της, προκειμένου να ενισχύσει την ταυτότητα του brand ως καινοτόμου, με νέες χρήσεις υλικών και άλλων features.
Παράλληλα, προχώρησε σε κινήσεις πιο επιθετικού μάρκετινγκ, αναζητώντας χορηγίες και συνεργασίες με διασημότητες, κάτι που η σύγχρονη Rolex δεν έκανε ποτέ σε τέτοιο βαθμό.
«Συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλον με πολλούς τρόπους, αλλά δημιουργούμε ξεχωριστά προϊόντα», εξηγεί ο Pirson.
Το όραμα του Rolex Hans Wilsdorf
Το όνομα “the Tudor” καταχωρήθηκε για πρώτη φορά για λογαριασμό του ιδρυτή της Rolex Hans Wilsdorf το 1926, δεκαοκτώ χρόνια μετά την καταχώρηση της Rolex.
Ξεκίνησε να εμφανίζεται στα ρολόγια τη δεκαετία του 1930, ωστόσο, το 1946, η Tudor εγγράφηκε η ως ξεχωριστή εταιρεία, με την επωνυμία Μontres Tudor.
Εκείνη την εποχή, ο Wilsdorf ξεκαθάρισε τη θέση του.
«Να κατασκευάσουμε ένα ρολόι που θα μπορούσε να πουληθεί σε χαμηλότερη από τα ρολόγια Rolex μας. Ωστόσο, πρέπει να γίνει, σύμφωνα με το πρότυπο αξιοπιστίας για το οποίο φημίζεται η Rolex», τόνισε.
Με απλά λόγια, δουλειά της Tudor είναι να κατασκευάζει το καλύτερο δυνατό ρολόι, στην καλύτερη δυνατή τιμή.
Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1940 και τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, τα Tudor κατασκευάζονταν χρησιμοποιώντας τους συμβατικούς μηχανισμούς τρίτων κατασκευαστών, και μοιράζονταν τα ίδια κομμάτια με τη Rolex.
Καθώς πήρε τα εύσημα από τις κυβερνήσεις για το κόστος, την αντοχή και την ευκολία συντήρησης, η έκδοση της Tudor του καταδυτικού ρολογιού Submariner προμηθεύτηκε τόσο στο αμερικανικό όσο και στο γαλλικό ναυτικό.
Τα ρολόγια που χρησιμοποιούσε το γαλλικό ναυτικό το 1969, ήταν από τα πρώτα της Tudor που είχαν την ένδειξη ώρας «snowflake» και τον παχύ λεπτοδείκτη, τα οποία αποτελούν πια σήμα κατατεθέν.
Το τετραγωνισμένο στιλ των ρολογιών, είχε σκοπό να ενισχύσει την ποσότητα του φωτοβόλου υλικού και να βελτιώσει την αναγνωσιμότητα τη νύχτα και υποβρύχια κατά τη διάρκεια στρατιωτικών επιχειρήσεων.
«Το Rolex του φτωχού»
Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1990 και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Tudor χλευάστηκε ως «το Rolex του φτωχού».
Μόλις πριν από 15 χρόνια, ακόμη και όταν η Rolex μεσουρανούσε, η πιο προσιτή «αδερφή» της, φαινόταν να στερείται επενδύσεων και προσοχής, καθώς τα σχέδια ήταν παρωχημένα και η αξία της επωνυμίας ήταν χαμηλή.
Τα ρολόγια Tudor δεν ήταν διαθέσιμα σε βασικές αγορές, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιαπωνίας. καθώς το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεών της, εστιάζονταν στην Ασία.
Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Με επικεφαλής την επιτυχημένη σειρά Black Bay, η οποία έκανε το ντεμπούτο της το 2012, θυμίζοντας τη στρατιωτική της ιστορία με vintage στιλ, το brand κυκλοφόρησε μια σειρά δημοφιλών, σχετικά προσιτών οικονομικά μοντέλων, τα οποία έχουν απήχηση τόσο σε περιστασιακούς αγοραστές όσο και στους πιο «hardcore».
Το Black Bay είναι η ναυαρχίδα της Tudor και περιλαμβάνει μια τεράστια γκάμα μεγεθών, χρωμάτων καντράν, επιλογές στεφάνης, υλικά στις θήκες και μηχανισμούς.
Την ίδια στιγμή, το Tudor Pelagos, ένα μοντέρνο ρολόι-εργαλείο ντυμένο με τιτάνιο, που ξεκίνησε να κυκλοφορεί επίσης το 2012, έχει γίνει ακόμη μια από τις επιτυχίες με «snowflake» της εταιρείας.
Η Tudor έχει προσθέσει νέα μοντέλα και στις δύο σειρές τα τελευταία χρόνια, ενώ έχει επικεντρωθεί σε μικρότερα μεγέθη θήκης που ζητούν οι αγοραστές.
Τα ρολόγια της πωλούνται πλέον σε περισσότερες από 1.700 τοποθεσίες λιανικής σε 100 χώρες, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 260 Tudor-μπουτίκ.
Στη λίστα με τις 20 μεγαλύτερες εταιρείες
Το άλμα στη ζήτηση και η απότομη άνοδος στις τοποθεσίες λιανικής, έχουν τοποθετήσει την Tudor στη λίστα με τις 20 μεγαλύτερες ελβετικές μάρκες ρολογιών.
Οι πωλήσεις έχουν υπερδιπλασιαστεί από το 2017, ξεπερνώντας τα 500 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα (566 εκατομμύρια δολάρια), αντιπροσωπεύοντας περίπου το 5% των πωλήσεων 10,6 δισεκατομμυρίων φράγκων του Ομίλου Rolex, σύμφωνα με αναλυτές της Morgan Stanley και της LuxeConsult.
Η Tudor «ήταν ένα από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενα brands» κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εν μέσω μιας άνευ προηγουμένου «έκρηξης» στη ζήτηση για ελβετικά ρολόγια, επισημαίνει ο αναλυτής της Vontobel, Jean-Philippe Bertschy.
Κινήθηκε με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 23% από το 2019 έως το 2023, ενώ οι πωλήσεις της πέρσι άγγιξαν περίπου τα 625 εκατομμύρια φράγκα.
Η παραγωγή υπολογίζεται σε περίπου 300.000 ρολόγια το χρόνο, ενώ η Rolex θεωρείται ότι δημιουργεί περισσότερα από 1,2 εκατομμύρια.
Αυτή τη στιγμή, οι τιμές λιανικής της Tudor, κυμαίνονται από περίπου 1.800 φράγκα έως λίγο πάνω από 7.000 φράγκα, το επίπεδο δηλαδή που ξεκινούν οι περισσότερες τιμές της Rolex.
Στο open-space και ο Pirson
Ο Pirson σημειώνει ότι δεν έχει δικό του γραφείο.
Αντίθετα, εργάζεται από το κέντρο ενός μεγάλου τραπεζιού στην αίθουσα συνεδριάσεων, και περιβάλλεται από συναδέλφους.
Δηλώνει απρόθυμος να φωτογραφηθεί χωρίς τα μέλη της ομάδας του και ακολουθεί την πολιτική της Tudor που είναι να μην συζητά συγκεκριμένα στοιχεία για τις πωλήσεις ή την παραγωγή για την εταιρεία, που συνδέεται στενά με την Rolex.
Βέβαια, ούτε η Rolex αποκαλύπτει κανένα από τα οικονομικά της στοιχεία ή τα στοιχεία παραγωγής, αφήνοντας τους αναλυτές να εκτιμήσουν την απόδοσή της με βάση τα στοιχεία των εξαγωγών και τις πηγές του κλάδου.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Rolex Jean-Frédéric Dufour, ο οποίος είναι επίσης επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου της Tudor, δεν έχει δώσει ποτέ συνέντευξη που να αφορά το διάσημο brand.
Ωστόσο, διακριτικός ως προς τις λεπτομέρειες, ο Pirson είναι πρόθυμος να συζητήσει την απόδοση και τη στρατηγική της Tudor, γεγονός που δείχνει την μια αλλαγή στην φιλοσοφία της εταιρείας.
Ο ίδιος επιβεβαιώνει ότι οι πωλήσεις σημείωναν άνοδο, πριν μειωθούν κατακόρυφα το 2023, εν μέσω επιβράδυνσης του κλάδου.
Πριν από αυτό, τονίζει, είχαν αυξηθεί κατά διψήφιο αριθμό για περισσότερο από μισή δεκαετία, ενώ το προσωπικό είχε επίσης αυξηθεί.
Παλαιότερα, τα ρολόγια Tudor συναρμολογούνταν στις εγκαταστάσεις της Rolex στη Γενεύη.
Αυτό σταμάτησε πέρσι, όταν η μάρκα εγκαινίασε μια αυτοματοποιημένη μονάδα παραγωγής στον ελβετικό κόμβο ωρολογιών Le Locle, περίπου 100 χιλιόμετρα βόρεια, στα βουνά Jura, τοποθετώντας παράλληλα 150 εργαζόμενους.
Σε κοντινή απόσταση, βρίσκεται το εργοστάσιο Kenissi με 120 εργάτες, το οποίο ίδρυσε η Tudor και στο οποίο κατέχει το 80% των μετοχών. Η Chanel κατέχει το υπόλοιπο 20%.
Η Kenissi προμηθεύει μηχανισμούς κίνησης σε εταιρείες όπως οι Breitling, Norqain και TAG Heuer.
Προμηθεύει επίσης την Tudor, φυσικά, γεγονός που επιτρέπει στο brand να λέει ότι ορισμένες από τις κινήσεις της σχεδιάζονται και κατασκευάζονται «εσωτερικά», μια διάκριση που παραδοσιακά ακούγεται μόνο από μάρκες με υψηλότερες τιμές, συμπεριλαμβανομένης της Rolex.
Αυξήθηκαν οι τιμές του ανταγωνισμού
Ωστόσο, καθώς η Tudor αγωνίστηκε για να διατηρήσει τις τιμές υπό έλεγχο, οι τιμές αρκετών ανταγωνιστών, έχουν αυξηθεί.
Οι Breitling, IWC Schaffhausen, Omega και η TAG Heuer, αύξησαν τις μέσες τιμές τους τα τελευταία χρόνια για να ενισχύσουν τα περιθώρια των κερδών τους, καθώς προσπαθούν να ανταγωνιστούν την Rolex.
Το λογότυπο της Rolex, διεθνώς γνωστό ως αναγνωριστικό της επιτυχίας της, είναι η κορώνα.
Η Tudor, ως υποστηρικτής της Rolex, φέρει το σύμβολο μιας ασπίδας (πριν από τη μάχη).
«Η ασπίδα προστατεύει το στέμμα», έλεγαν τα στελέχη της Rolex, σύμφωνα με έγγραφα από τα αρχεία της εταιρείας.
Το 2021, η Tudor παρήγαγε το πρώτο της ρολόι με πιστοποίηση Metas από το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Μετρολογίας.
Η διαδικασία δοκιμών – που παρακολουθείται από την κυβέρνηση – απαιτεί σημαντική αντοχή στο νερό, χρονισμό ακριβείας, απόθεμα ισχύος και ικανότητα αντοχής σε μαγνητικές δυνάμεις.
Η πιστοποίηση Metas έχει συνδεθεί στενότερα με την επωνυμία Omega της Swatch Group, της οποίας τα καταδυτικά ρολόγια πωλούνται σε υψηλότερες τιμές.
«Όταν η Tudor υιοθέτησε την πιστοποίηση χρονομέτρου Metas για ορισμένα από τα μοντέλα της, έβαλε στο στόχαστρο την Omega», λέει ο Brendan Cunningham, καθηγητής οικονομικών και οικονομικών στο Eastern Connecticut State University και συγγραφέας του Selling the Crown: The Secret History of Marketing Rolex.
Γράφει ιστορία
Την ώρα που η Rolex παραμένει σιωπηλή, η Tudor διηγείται ταχύτατα τη δική της ιστορία.
Το brand συμμετέχει σε events του κλάδου, όπου το «στέμμα» απουσιάζει: τα μοντέλα Tudor έχουν κερδίσει βραβεία σε πέντε συνεχόμενες χρονιές στο Grand Prix d’Horlogerie de Genève, ένα ετήσιο event που αφορά τα καλύτερα ρολόγια της χρονιάς.
Η Rolex εξέπληξε με το πρώτο της μοντέλο από τιτάνιο πέρσι, ωστόσο η Tudor είναι υπερήφανη που έχει δουλέψει με το μέταλλο για περισσότερα από 10 χρόνια.
Και παρόλο που η Rolex δεν προσφέρει ρολόγια σε θήκες από κεραμικό, ασήμι ή μπρούτζο, η Tudor το κάνει.
Το brand είναι «λίγο πιο μοντέρνo και ροκ», σύμφωνα με τον Bertschy της Vontobel.
Ενώ ο πιο γνωστός πρεσβευτής της Rolex είναι ο συνταξιούχος πλέον Ελβετός θρύλος του τένις Ρότζερ Φέντερερ, οι πρεσβευτές της Tudor περιλαμβάνουν τη Lady Gaga, τον Τάιγκερ Γουντς και τον Ντέιβιντ Μπέκαμ, οι οποίοι φορούσαν ρολόγια της Tudor σε ντοκιμαντέρ του Netflix το 2023.
Επιπλέον, με τις αθλητικές χορηγίες που αποκτά, η Tudor «παίζει» τώρα στις ίδιες «σπάνιες αρένες« με τη Rolex.
Λειτουργικά, ένας από τους τελευταίους δεσμούς που απομένουν μεταξύ της Tudor και της Rolex, είναι οι εξαγωγές από τη Γενεύη.
Η εταιρεία εξακολουθεί να επωφελείται από την κοινή χρήση φορτηγών, τρένων, πλοίων και αεροπλάνων με τη Rolex, για τη μείωση του κόστους, αλλά και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, σύμφωνα με την Pirson.
«Αυτός είναι ένας από τους λόγους που εξακολουθούμε να είμαστε τόσο κοντά, παρόλο που είμαστε πια αυτόνομοι», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Διαβάστε επίσης:
Νικόλας Πατέρας: Ένας κατά συρροήν… ιδιοκτήτης superyacht
On: Στο Χονγκ Κονγκ επεκτείνεται η εταιρεία που επένδυσε $54 εκατ. ο Ρότζερ Φέντερερ