Μια στιγμή ορόσημο για τις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές κινδυνεύει να καταλήξει σε αποτυχία, καθώς οι τράπεζες προειδοποιούν ότι δεν θα έχουν εγκαίρως τα δεδομένα των πελατών που χρειάζονται για τα κλιματικά stress tests που θα πραγματοποιηθούν το 2022, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Bloomberg.

Η ΕΚΤ έχει εκφράσει ήδη την ανησυχία της ότι οι τράπεζες εμφανίζονται ανέτοιμες για τις εξελίξεις που προμηνύονται, καθώς οι ακραίες καιρικές συνθήκες εμφανίζονται πιο συχνά και το κόστος των εκπομπών αερίων γίνεται όλο και μεγαλύτερο.

Στο παρασκήνιο, η ΕΚΤ αυξάνει την πίεση στον χρηματοπιστωτικό κλάδο να προσαρμοστεί, αναφέρουν πηγές. Το διακύβευμα είναι μεγάλο, και για τις τράπεζες που υστερούν θα υπάρχει ο κίνδυνος επιβολής υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων.

Η έρευνα

Έρευνα του Bloomberg σε 20 μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες έδειξε ότι υπάρχει σχεδόν καθολική συμφωνία ότι δεν είναι πιθανό να είναι ο κλάδος έτοιμος για τα stress test το 2022, κυρίως επειδή μεγάλο μέρος των αναγκαίων στοιχείων των πελατών τους δεν θα είναι διαθέσιμα μετά από ένα έτος. Για τον λόγο αυτό, οι τράπεζες πιέζουν παρασκηνιακά να μην ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των stress tests.

Για τις τράπεζες, ο δείκτης πράσινων περιουσιακών στοιχείων και τα κλιματικά stress tests είναι εργαλεία που έχουν σχεδιαστεί για να διασφαλίσουν ότι η βιομηχανία μπορεί να παραμείνει φερέγγυα κατά τη μετάβαση.

H Jo Lock του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch του Λονδίνου, δήλωσε ότι δέχεται πολλά τηλεφωνήματα από τράπεζες που ζητούν βοήθεια για να προσαρμοστούν στους κανόνες σχετικά με τους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς κανόνες καθώς και τους κανόνες διακυβέρνησης (ESG).

«Οι τράπεζες πιέζονται αρκετά από τους επόπτες τους για το τι πρέπει να κάνουν, τι πρέπει να δείξουν, ποιο είναι το σχέδιο τους, επισήμανε σε συνέντευξη. “Κανείς δεν είναι απόλυτα βέβαιος από που να αρχίσει», εξήγησε.

Η έκθεση στον άνθρακα αλλάζει παιχνίδι για τις τράπεζες

Στο μεταξύ, ο Fitch αναφέρει ότι οι τράπεζες πρέπει να ετοιμαστούν για την πιθανότητα να υπάρξουν πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις λόγω του κλιματικού κινδύνου.

Αυτό θα έχει πιθανότατα συνέπειες για τους μετόχους και τους πελάτες τους. Οι τράπεζες μπορεί να χρειαστεί να περικόψουν τα μερίσματα και να επιβάλλουν υψηλότερα τέλη σε δανειολήπτες, των οποίων η έκθεση στον κλιματικό κίνδυνο προκαλεί επιπλέον κεφαλαιακές απαιτήσεις.  Παράλληλα, μπορεί να αυξηθεί και το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών.

Η Catharina Belfrage Sahlstrand, επικεφαλής της βιωσιμότητας στη Svenska Handelsbanken, επισημαίνει ότι οι επενδυτές «θα εξετάσουν προσεκτικά τα στοιχεία των τραπεζών για να αναζητήσουν τυχόν αυξημένα επίπεδα κινδύνου».

Η ΕΚΤ έχει καταστήσει σαφές ότι δεν είναι ικανοποιημένη με την πρόοδο των τραπεζών έως τώρα.

Η πρόεδρος της, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε τον Ιούλιο ότι «η μεγάλη πλειονότητα» των τραπεζών που εποπτεύονται απευθείας από την ΕΚΤ “δεν έχουν ικανοποιήσει τις προσδοκίες”. Σύμφωνα με έρευνα της ΕΚΤ, οι ίδιες οι τράπεζες παραδέχθηκαν ότι το 90% των στοιχείων τους για την κλιματική αλλαγή είτε δεν καλύπτουν καθόλου είτε καλύπτουν εν μέρει τις προσδοκίες των εποπτών.

Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα ολοένα και πιο ισχυρό ρυθμιστικό τοπίο, με λιγότερα περιθώρια ανοχής. Η εξέλιξη αυτή ήταν εμφανής τον περασμένο μήνα, όταν  έγινε γνωστό ότι οι αμερικανικές αρχές διερευνούν τη DWS Group, θυγατρική της γερμανικής τράπεζας Deutsche Bank που εξειδικεύεται στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, για τυχόν δημοσίευση διογκωμένων ισχυρισμών σχετικά με τις δεσμεύσεις των ESG.

Τον περασμένο μήνα, η ΕΚΤ είπε στις τράπεζες να επιταχύνουν τον ρυθμό με τον οποίο αντικατοπτρίζουν τους κινδύνους για το κλίμα και το περιβάλλον στις επιχειρήσεις τους, αφού παρατήρησαν μια «ανησυχητική» νωθρότητα στον κλάδο.

Κατευθυντήριες οδηγίες από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή

Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, η οποία ορίζει τις εποπτικές απαιτήσεις, έχει ανακοινώσει κατευθυντήριες οδηγίες για το πώς θα ανακοινώνουν οι μεγάλες τράπεζες τους κινδύνους ESG από τον Ιούνιο του 2022.

Οι επενδυτές λαμβάνουν ήδη υπόψη τους τις εξελίξεις αυτές, καθώς το ενδεχόμενο κόστος για τις τράπεζες, τα βιβλία των οποίων θα δείξουν μη αποδεκτά επίπεδα έντασης άνθρακα, μπορεί να αποτελέσει καταλύτη μεγάλων αλλαγών.

Οι περισσότερες τράπεζες, που ρωτήθηκαν από το Bloomberg, θέλουν οι εποπτικές Αρχές να προχωρήσουν σε σταδιακή επιβολή απαιτήσεων, επικαλούμενες όχι μόνο τα προβλήματα με τα στοιχεία των πελατών, αλλά και την ανάγκη συντονισμού τους με τις ρυθμίσεις εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο Mark Naur, αναλυτής της Danske Bank, προβλέπει ότι «θα πάρει αρκετό καιρό» έως ότου οι τράπεζες να έχουν ένα πλαίσιο που θα αντανακλά τους κινδύνους ESG.

Οι δανειστές δεν έχουν ακόμη μια “σαφή επισκόπηση των χαρακτηριστικών των ESG” των βιβλίων τους, και πολύ περισσότερο δεν έχουν την ικανότητα να τα μετατρέψουν σε πιστωτικό κίνδυνο.

Μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύτηκε στα τέλη του περασμένου μήνα, έδειξε ότι η ενσωμάτωση των ESG στον κλάδο των τραπεζών είναι «σε πρώιμο στάδιο». Διαπίστωσε επίσης ότι «η έλλειψη επαρκών δεδομένων και κοινών προτύπων παραμένουν οι βασικές προκλήσεις που πρέπει να ξεπεραστούν για την προώθηση της ενσωμάτωσης των ESG».

Διαβάστε ακόμα:

Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση