Η εταιρεία Hansae Co. έχει κάθε λόγο να είναι περήφανη: Ένας στους τρεις Αμερικανούς φοράει δικά της ρούχα. Αν δεν την έχετε ακουστά – αυτήν ή τη Sae-A Trading Co. ή τη Youngone Corp. – τη γνωρίζετε σίγουρα από τις ετικέτες που ράβει πάνω στα ρούχα Zara, Abercrombie & Fitch, Nike, Patagonia και πολλών άλλων brands.

Είναι οι νοτιοκορεατικές εταιρείες, από τις μετρημένες στα δάχτυλα στην Ασία, που κυριαρχούν στον κόσμο της ένδυσης εδώ και χρόνια: τη δεκαετία του 1980 παράγοντας παπούτσια και πουκάμισα στη Νότια Κορέα και, στη συνέχεια, μεταφέροντας τα εργοστάσιά τους στην Κίνα και, μετέπειτα, σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες καθώς αυξάνονταν τα εργατικά. Τώρα, ύστερα από τρεις δεκαετίες που φτιάχνουν ρούχα για άλλους, θέλουν να δημιουργήσουν τις δικές τους επωνυμίες.

«Πρόκειται για μια πολύ εμπορευματοποιημένη αγορά», δηλώνει η Anna-Karin Birnik, σύμβουλος ανάπτυξης brand, με έδρα τη Σιγκαπούρη. «Πολλές εταιρείες βλέπουν την ευκαιρία όχι μόνο να κατασκευάζουν για άλλους, αλλά αφού έχουν τη δυνατότητα παραγωγής, να την εκμεταλλευτούν για να δημιουργήσουν τα δικά τους brands και να ζητήσουν υψηλότερη τιμή».

Η πίεση για αύξηση των περιθωρίων κέρδους εντάθηκε πέρυσι, καθώς η συσσώρευση αποθεμάτων που δεν είχαν πουληθεί στις αλυσίδες λιανικής στις ΗΠΑ οδήγησαν σε μείωση των εισαγωγών στον τομέα του ρουχισμού από το πρώτο τρίμηνο του 2016 και μετά. Τα λειτουργικά κέρδη της Hansae μειώθηκαν κατά 43% το 2016. Αντιστοίχως, η Youngone, που παράγει ρούχα και αθλητικά για τις εταιρείες Nike και Patagonia, είδε τα κέρδη της να μειώνονται κατά 8,8%.

Πέρυσι, η Hansae απέκτησε την τοπική εταιρεία λιανικής πώλησης MK Trend, η οποία ονομάζεται πλέον Hansae MK Co., με casual wear μάρκες όπως οι TBJ, Andew και Buckaroo. Το ποσοστό των εσόδων της εταιρείας από την παραγωγή για άλλα brands μειώθηκε περίπου στο 80% μετά την εξαγορά, από 90% και πλέον που ήταν το περασμένο έτος.

Ταμειακές ροές

Ο Kim Dong-nyung, ιδρυτής και πρόεδρος της μητρικής εταιρείας του ομίλου, ανέφερε τον Οκτώβριο ότι το 30% των λειτουργικών κερδών της εταιρείας φέτος αναμένεται να προέλθει από τα προϊόντα της δικής της ετικέτας και το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί.

Η Sae-A, η οποία έχει πάνω από 40 εργοστάσια σε 10 χώρες, μεταξύ των οποίων είναι και το Βιετνάμ, η Γουατεμάλα και η Αϊτή, εξαγόρασε το 2007 τη νοτιοκορεατική εταιρεία λιανικής πώλησης γυναικείων ενδυμάτων In The F Co., στην οποία ανήκουν ετικέτες όπως η Joinus και η Compagna.

Η Sae-A, η οποία πέρυσι είχε έσοδα 1,9 τρισ. γουόν, σχεδιάζει να επεκτείνει τη μονάδα λανσάροντας το ερχόμενο έτος μια σειρά ρούχων για γκολφ. Ο ιδρυτής και πρόεδρος της εταιρείας Kim Woong-ki ξεκίνησε την επιχείρησή του το 1986 με δύο υπαλλήλους και τώρα έφτασε πλέον να έχει περιουσία ύψους περί τα 720 εκατ. δολάρια, σύμφωνα με τον δείκτη Bloomberg Billionaires Index.

Οι κινεζικές ανταγωνιστικές

Οι κορεάτες κατασκευαστές έχουν να ανταγωνιστούν επίσης τους μεγάλους αντιπάλους τους στην Κίνα και την Ταϊβάν.

Αλλά και η δημιουργία ενός καινούργιου brand από μόνη της δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οι περισσότερες κορεατικές εταιρείες τείνουν να επικεντρώνονται στην εγχώρια αγορά τους ή σε εξειδικευμένες αγορές του εξωτερικού για να αποφύγουν τη σύγκουση με τις μεγάλες πολυεθνικές που αποτελούν την πελατεία τους.

Ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση αποτελεί η ανάπτυξη των απαραίτητων δεξιοτήτων μάρκετινγκ και διανομής και η ικανότητα πρόβλεψης των ευμετάβλητων προτιμήσεων του καταναλωτικού κοινού.

Το όνειρο ενός καταστήματος στο Λονδίνο

Η κινεζική εταιρεία παραγωγής ειδών ρουχισμού Bosideng International Holdings Ltd., η οποία «ράβει» για εταιρείες-κολοσσούς όπως η Adidas, άνοιξε πριν από πέντε χρόνια το δικό της κατάστημα στο Mayfair του Λονδίνου. Παρά το γεγονός, όμως, ότι είναι ο πιο επιτυχημένος προμηθευτής ρούχων στην Κίνα, το κατάστημα του Λονδίνου δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα και τον Ιανουάριο έβαλε λουκέτο.

Η εταιρεία ανέφερε ότι επικεντρώνεται στην αναδιάρθρωση των εγχώριων δραστηριοτήτων της, αλλά και ότι εξετάζει το ενδεχόμενο εξαγοράς ξένων ετικετών προκειμένου να επεκταθεί στην Κίνα. Μάλιστα, όπως είπε, αυτήν την περίοδο βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με μια ιαπωνική επωνυμία παιδικών ρούχων.

Η αλήθεια είναι ότι το ενδιαφέρον για τη δημιουργία νέων brands θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των εξαγορών.

Όπως λέει, άλλωστε, ο Benjamin Durand-Servoingt, partner της McKinsey & Co., με έδρα το Παρίσι, οι εταιρείες αυτές δεν γνωρίζουν πώς να λειτουργήσουν σε διαφορετικές αγορές, πώς να επεκταθούν στο λιανεμπόριο και πώς να προωθήσουν τα προϊόντα τους σε διαφορετικούς τύπους καταναλωτών. Και ο ευκολότερος τρόπος για να το κάνουν είναι εξαγοράζοντας υφιστάμενους «παίκτες».