Αναταραχή σε μία αγορά αξίας 20 δις δολαρίων αναμένεται να φέρει η Rolex, η οποία σχεδιάζει την έκδοση πιστοποιητικών γνησιότητας για τα μεταχειρισμένα ρολόγια της που μεταπωλούνται.
Ειδικότερα, η Rolex σχεδιάζει να παρέχει πιστοποιητικά γνησιότητας σε εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους, με πρώτο, όπως επιβεβαίωσε η εταιρεία, τον Ελβετό Bucherer.
Η εταιρεία δίνει τη δυνατότητα και σε άλλους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους να συμμετέχουν στο πρόγραμμα έκδοσης πιστοποιητικών, το οποίο ξεκινάει την άνοιξη του 2023. Η Rolex θα πιστοποιεί μόνο ρολόγια ηλικίας τουλάχιστον τριών ετών, με στόχο να βάλει «φρένο» στην μεταπώληση νεών ρολογιών σε τιμές υψηλότερες από τη λιανική.
Οι μη εξουσιοδοτημένοι έμποροι που πωλούν μεταχειρισμένα ρολόγια αυτοπροσώπως και διαδικτυακά, καθώς και οίκοι δημοπρασιών δεν θα μπορούν να λάβουν μέρος.
Η Rolex τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε κανένα ρόλο στον έλεγχο ταυτότητας ή παρακολούθησης των προϊόντων της, παρά το γεγονός ότι τα ρολόγια της αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο των πωλήσεων μεταχειρισμένων ρολογιών.
Με το νέο πρόγραμμα στοχεύει και στην προστασία από πώληση ρολογιών –«μαΐμού».
Στα 35 δις θα αυξηθεί η αγορά μεταχειρισμένων ρολογιών
Άλλες εταιρείες παραγωγής πολυτελών ρολογιών στην Ελβετία έχουν ήδη προχωρήσει σε αντίστοιχα προγράμματα. Σύμφωνα με την Deloitte, η αγορά πολυτελών μεταχειρισμένων ρολογιών αναμένεται να αυξηθεί στα 35 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2030.
Μικρότερες αντίπαλες μάρκες, όπως η Vacheron Constantin και η Zenith, πωλούν πιστοποιημένα ρολόγια που ανήκουν στις δικές τους μπουτίκ, όπως και ανεξάρτητες μάρκες όπως η H. Moser & Cie και η MB&F.
Η Richemont, η οποία κατέχει τη Vacheron καθώς και μία σειρά επωνυμιών, συμπεριλαμβανομένων των Jaeger-LeCoultre, IWC και A. Lange & Sohne, αγόρασε το 2018 τον διαδικτυακό μεταπωλητή Watchfinder .
Το πρόγραμμα πιθανότατα να οδηγήσει σε αύξηση τιμών από τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους στα πιστοποιημένα μεταχειρισμένα ρολόγια. Άλλωστε, ήδη μοντέλα-«τρόπαια» όπως τα Rolex Submariner, Daytona και GMT μεταπωλούνται συνήθως σε υψηλότερες τιμές λιανικής, καθώς η λιανική ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά.
Υπενθυμίζεται ότι η Rolex είναι η μεγαλύτερη ελβετική μάρκα ρολογιών που παράγει περίπου 1 εκατομμύριο ρολόγια ετησίως με ετήσιες πωλήσεις περίπου 8 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (8,5 δισεκατομμύρια δολάρια) και μερίδιο αγοράς κοντά στο 29%, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Morgan Stanley.
Διαβάστε επίσης:
Watchbox: Εκτόξευση κερδών 33% για την εταιρεία με επενδυτές τον Αντετοκούνμπο και τον Τζόρνταν