Όταν η Μίλαν θα φιλοξενήσει την Ατλέτικο της Μαδρίτης στο πλαίσιο της κορυφαίας διοργάνωσης του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου Τσάμπιονς Λιγκ το βράδυ της Τρίτης, οι φίλαθλοι θα παρακολουθήσουν έναν αγώνα μεταξύ της πιο επιτυχημένης ομάδας της Ιταλίας και του περσινού νικητή του ισπανικού τίτλου.
Για τον χρηματοπιστωτικό κόσμο, αντίστοιχα είναι μία μάχη μεταξύ ενός hedge fund με έδρα τη Νέα Υόρκη και ενός fund με έδρα το Λος Άντζελες. Η Elliott Management ανέλαβε τον έλεγχο της Μίλαν το 2018, όταν ο Κινέζος ιδιοκτήτης της, Li Yonghong, χρεοκόπησε. Τα funds που διαχειρίζεται η Ares Management Corporation απέκτησαν το 34% των μετοχών της πρωταθλήτριας της Ισπανίας Aτλέτικο τον Ιούνιο.
Πρόκειται για δύο επενδυτικές εταιρείες γεμάτες μετρητά, που σταδιακά εισέρχονται στο πιο δημοφιλές άθλημα του κόσμου. Μετά από τους δισεκατομμυριούχους οπαδούς του ποδοσφαίρου, τα πετροδολάρια από τη Μέση Ανατολή και μια πληθώρα κινεζικών εξαγορών τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τα private equity και τα hedge funds αποτελούν το τελευταίο κύμα επενδυτών που εισέρχονται στον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η 777 Partners με έδρα το Μαϊάμι, που ανακοίνωσε στις 23 Σεπτεμβρίου ότι θα εξαγοράσει την ιταλική ομάδα Τζένοα.
Ορισμένοι έχουν δανείσει χρήματα για να κρατήσουν ζωντανά τα πιο ιστορικά κλαμπ της Ευρώπης. Άλλοι έχουν αγοράσει τα δικαιώματα προβολής στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ποσοστά σε μικρότερες ομάδες ή έχουν “αρπάξει” μερίδια σε ποδοσφαιρικούς συλλόγους ως περιουσιακά στοιχεία υψηλού ρίσκου.
Υπάρχει ακόμη και το τελευταίο, ηχηρό παράδειγμα της CVC Capital Partners που επένδυσε τον περασμένο μήνα στη διοργάνωση του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου της Ισπανίας, LaLiga.
Ανάγκη για μετρητά
Το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο ήταν πάντα απελπισμένο για μετρητά, αλλά αυτό έγινε πιο έντονο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, που κράτησε τα πλήθη των φιλάθλων μακριά από τα γήπεδα, με αποτέλεσμα μερικοί από τους μεγαλύτερους και πιο επιτυχημένους ποδοσφαιρικούς συλλόγους της Γηραίας Ηπείρου να καταλήξουν με τεράστια χρέη.
Αυτό αποτέλεσε και τον καταλύτη πίσω από την αποτυχημένη απόπειρα διάσπασης της Super League τον Απρίλιο, που είχε σχεδιάσει να υποστηρίξει η JP Morgan Chase & Co.
Ο κίνδυνος όπως έχει αποδειχθεί είναι ότι το ποδόσφαιρο έχει ένα μάλλον άσχημο επιχειρηματικό μοντέλο και πολλοί επενδυτές απέτυχαν σε μια βιομηχανία γεμάτη χρέη και διογκωμένους μισθούς παικτών, που βρίσκεται στο έλεος της πολιτικής και των φανατικών οπαδών.
Επίσης, οι αποδόσεις δεν είναι εγγυημένες λόγω της απειλής υποβιβασμού από το πρωτάθλημα εάν η ομάδα δεν αποδώσει αρκετά καλά. Αυτό εγείρει ένα μεγάλο ερώτημα για τους Αμερικανούς επενδυτές σχετικά με το κατά πόσο το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο θα μπορέσει ποτέ να φτάσει τις αποτιμήσεις των αμερικανικών αθλητικών ομάδων.
«Οι επενδύσεις σε μεμονωμένους συλλόγους είναι μόνο ευκαιριακές», δήλωσε ο Nicolas Blanc, ιδρυτής της Sport Value, μιας εταιρείας συμβούλων και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στον κλάδο του αθλητισμού. «Είναι πολύ ασταθής, μπορείτε να υποβιβαστείτε, δεν ξέρετε πόσο καλά θα αποδώσει ένας συγκεκριμένος παίκτης που αγοράσατε και η αξία των περιουσιακών στοιχείων είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί».
Δείτε τι κάνουν ορισμένες εταιρείες:
Αγοράστε ένα μικρότερο σύλλογο
Η Orkila Capital συμφώνησε με τη βελγική πρωταθλήτρια Κλαμπ Μπρυζ να επενδύσει, όταν οι ιδιοκτήτες της ομάδας απέτυχαν στην προσπάθειά τους να πουλήσουν μετοχές μέσω του χρηματιστηρίου των Βρυξελλών. Τον Ιούλιο, η εταιρεία με έδρα τη Νέα Υόρκη, πλήρωσε 30 εκατομμύρια ευρώ (35 εκατομμύρια δολάρια) για το 23% των μετοχών και συμφώνησε να διαθέσει άλλα 20 εκατομμύρια ευρώ για κεφάλαιο κίνησης.
Η Μπριζ ήταν ελκυστική επειδή παίζει τακτικά στο Τσάμπιονς Λιγκ και έχει μία δεξαμενή παικτών τους οποίους πουλάει σε μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς συλλόγους, δήλωσε ο Jesse Du Bey, ιδρυτής της Orkila και διευθύνων σύμβουλος.
Η εμπορευματοποίηση του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου είναι πολλά χρόνια πίσω σε σχέση με τις ΗΠΑ και περισσότερες χρηματοπιστωτικές εταιρείες πρόκειται να εμπλακούν τους επόμενους μήνες, υποστήριξε. Αλλά πρέπει να διαλέξετε το πρωτάθλημα και την ομάδα σας πολύ προσεκτικά: «Μια επένδυση στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο σημαίνει τη δημιουργία αξίας για πολλά χρόνια», δήλωσε ο Du Bey.
Πράγματι, υπήρξε ήδη στη Γαλλία μια ιστορία που αποτυπώνει αυτό το σκεπτικό. Η Ζιροντέν Μπορντό, γαλλικός ποδοσφαιρικός σύλλογος που αγωνίζεται στην πρώτη κατηγορία, πουλήθηκε στην General American Capital Partners το 2018. Το hedge fund των ΗΠΑ πούλησε την ομάδα στην King Street Capital Management, ένα άλλο hedge fund, ένα χρόνο αργότερα. Ο σύλλογος πτώχευσε τον Απρίλιο, όταν η King Street αρνήθηκε να βάλει περισσότερα χρήματα. Ο επιχειρηματίας Gerard Lopez κατέληξε σε συμφωνία τον Ιούνιο για τη διάσωση της ομάδας.
Οι μεγάλοι σύλλογοι σε κρίση
Όπως η Μίλαν, έτσι και η αντίπαλη ομάδα Ίντερ ήταν σε δεινή οικονομική κατάσταση, ακόμη και όταν κέρδισε το πρώτο της ιταλικό πρωτάθλημα σε μια δεκαετία.
Οι ιδιοκτήτες της Ίντερ προχώρησαν σε συμφωνία ύψους 275 εκατομμυρίων ευρώ με την επενδυτική Oaktree Capital Group, το μεγαλύτερο distressed-debt fund του κόσμου, τον Μάιο. Η Oaktree θα συνεργαστεί αρχικά με τον σημερινό ιδιοκτήτη, την Suning Holdings Group, για την αναβάθμιση των οικονομικών του συλλόγου. Εάν η Suning δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει το χρέος της μετά από τρία χρόνια, το δάνειο μπορεί να μετατραπεί σε μετοχές και να επιτρέψει στο αμερικανικό fund να αποκτήσει τον έλεγχο της Ίντερ, σύμφωνα με πηγές του Bloomberg.
Αγορά πολλών ομάδων
Ωστόσο, το καλύτερο στοίχημα για να κερδίσετε χρήματα από το ποδόσφαιρο είναι να επιλέξετε περισσότερες ομάδες, σύμφωνα με τον Blanc της Sports Value. “Αν θέλετε μια ευκαιρία αποδόσεων, είναι καλύτερο να επενδύσετε σε ένα χαρτοφυλάκιο δικαιωμάτων, να έχετε μια πλατφόρμα με συλλόγους διαφορετικών μεγεθών και χωρών”, τόνισε.
Αυτή είναι η προσέγγιση της εταιρείας χαρτοφυλακίου City Football Group, ιδιοκτήτη της πρωταθλήτριας της βρετανικής Πρέμιερ Λιγκ, Μάντσεστερ Σίτι, της ιαπωνικής Γιοκοχάμα Φ. Μαρίνος, της ισπανικής Ζιρόνα και της ποδοσφαιρικής ομάδας της Νέας Υόρκης, μεταξύ άλλων.
Το 2019, το αμερικανικό private equity Silver Lake Management κατέβαλε 500 εκατομμύρια δολάρια για μερίδιο περίπου 10% στην εταιρεία, η οποία ανήκει κατά πλειοψηφία στον Σεΐχη του Άμπου Ντάμπι, Σεΐχ Μανσούρ μπιν Ζαγιέντ αλ-Ναχγιάν.
Η αμερικανικ΄πη Pacific Media Group είναι μια άλλη, εταιρεία επενδύσεων, που κατέχει μια σειρά από μικρότερες ομάδες ποδοσφαίρου σε όλη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της βρετανικής Μπάρνσλεϊ , της γαλλικής Νανσί-Λωρραίνη και της βελγικής Οστένδη. Ο αγοραστής της Τζένοα, η 777 Partners, κατέχει επίσης ένα μερίδιο στην ισπανική ομάδα Σεβίλλη.
Εξαγόρασε μία ποδοσφαιρική διοργάνωση
Το private equity CVC χρειάστηκε πάνω από ένα χρόνο και δύο αποτυχημένες προσπάθειες για να κερδίσει το πολυπόθητο βραβείο της: μια συμφωνία με ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ποδοσφαίρου.
Η αγορά ενός μεριδίου σε μία ποδοσφαιρική διοργάνωση δεν εξαρτάται από την ατομική απόδοση μία ομάδας στο γήπεδο ή από την ικανότητά της να κερδίζει χορηγίες. Επίσης, δεν επωμίζεται τους μισθούς των παικτών, οι οποίοι τείνουν να απορροφούν ένα μεγάλο μέρος των εσόδων ενός συλλόγου.
Πριν από περίπου ένα χρόνο, η CVC και η Advent International είχαν συμφωνήσει να αποκτήσουν μερίδιο στη νέα εταιρεία μέσων ενημέρωσης που δημιουργήθηκε από τη Serie A, το κορυφαίο πρωτάθλημα της Ιταλίας. Η προσφορά ήταν 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ για το 10% της νέας εταιρείας που θα διαχειριζόταν τα τηλεοπτικά δικαιώματα του πρωταθλήματος, αλλά οι διαπραγματεύσεις ήταν άκαρπες και δεν κατέληξαν σε συμφωνία.
Οι συνομιλίες μεταξύ του γερμανικού πρωταθλήματος με ορισμένα private equity, συμπεριλαμβανομένων των CVC, Advent, BC Partners, Bain Capital και KKR, επίσης δεν κατέληξαν σε συμφωνία αφού οι ομάδες μέλη ψήφισαν τη διακοπή των διαπραγματεύσεων.
Το σχέδιο της Super League τρομοκράτησε τους συλλόγους και τους έκανε επιφυλακτικούς με την αμερικανική χρηματοδότηση, δήλωσε ο Ilja Kaenzig, διευθύνων σύμβουλος της ομάδας της Bundesliga, Vfl Μπόχουμ.
Η CVC εξαγοράζει μερίδιο στα δικαιώματα των μέσων ενημέρωσης της LaLiga. Για να ολοκληρωθεί η συμφωνία, η εταιρεία συμφώνησε σε 50ετές συμβόλαιο και επέτρεψε στις ομάδες “ανταρτών” να εξαιρεθούν. Μόνο τρεις ομάδες είπαν ότι θα καταψηφίσουν την τελική πρόταση, αλλά δύο από αυτές είναι η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μπαρτσελόνα, τα μεγαλύτερα όπλα της LaLiga για το διεθνές κοινό. Η επένδυση της CVC θα ανέλθει περίπου σε 2,1 δισ. ευρώ και έχει ήδη δηλώσει ότι θα επιδιώξει να πουλήσει σε περίπου 10 χρόνια.
“Αυτή η συμφωνία θα μπορούσε να αποδειχθεί μια ευκαιρία για να ενεργοποιηθούν εκ νέου οι συνομιλίες μεταξύ των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου και των κορυφαίων private equity”, δήλωσε ο Sam Boor, σύμβουλος στο Sports Business Group της Deloitte.