Του όνομά του μπορεί να είναι Βαλεντίνος, ωστόσο σε αυτή την περίπτωση που περιγράφεται παρακάτω, θα κληθεί να παίξει τον… Πόντιο Πιλάτο. Ο λόγος για τον γαμπρό του εκλιπόντος πρώην προέδρου της Ρωσίας, Μπόρις Γέλτσιν, Βαλεντίν Γιάμασεφ, ο οποίος θα πρέπει να επιστρατεύσει ακόμα και το ελάχιστο ψήγμα διπλωματίας που διέθετε ως προσωπάρχης επί των ημερών της προεδρίας του πεθερού του. Κι αυτό γιατί ο πρώην κρατικός αξιωματούχος είναι το πρόσωπο που θα κληθεί να συμβιβάσει τους δυο δισεκατομμυριούχους, Όλεγκ Ντεριπάσκα και Βλαντίμρ Ποτάνιν, στην πολυετή διαμάχη τους για τα μερίδια που κατέχουν στη 2η μεγαλύτερη εταιρεία νικελίου στον κόσμο. Μια διαμάχη που είναι έτοιμη να αναζωπυρωθεί. Τον ρόλο αυτόν, προς το παρόν, παίζει ο έτερος δισεκατομμυριούχος  Ρομάν Αμπράμοβιτς. Η επιθυμία του ωστόσο να πουλήσει ένα μερίδιο που κατέχει στην εταιρεία MMC Norilsk Nickel PJSC, γνωστή Nornickel, έχει διαταράξει τις εύθραυστες ισορροπίες που επιτεύχθηκαν το 2012, όταν οι ιδιοκτήτες της έφτασαν σε συμφωνία μεταξύ τους.

Ο Γιάμασεφ κατονομάζεται για πρώτη φορά επίσημα σε νομικά έγγραφα ως ο αντικαταστάτης του Αμπραμοβιτς, αν ο δισεκατομμυριούχος προχωρήσει στο σχέδιό του να πουλήσει το 4% από το μερίδιο 6,37% που κατέχει  στην Nornickel.

Ο Ντεριπάσκα έχει επιχειρήσει να μπλοκάρει την πώληση, υποστηρίζοντας ότι οι όροι της συμφωνίας που επετεύχθη το 2012 δεν επιτρέπουν την πώληση του μεριδίου ούτε στη δική του εταιρεία, την United Co. Rusal, ούτε στου Ποτάνιν, καθώς κάτι τέτοιο θα έπληττε την προστασία που βρίσκει μέσω αυτής της συμφωνίας  η εταιρεία του, επιτρέποντας στον Ποτάνιν να αναλάβει τον ουσιαστικό έλεγχο.

Ο ρόλος του Γιάμασεφ σε όλο αυτό; Ο ίδιος ήταν μεταξύ των διαπραγματευτών της συμφωνίας του 2012 και αν ο Αμπράμοβιτς πουλήσει το μερίδιό του, ο γαμπρός του Γέλτσιν θα γίνει αυτομάτως ο εγγυητής για την τήρηση της συμφωνίας έως το 2023, σύμφωνα με έγγραφα που έφερε στο δικαστήριο  η Rusal.

To Bloomberg σημειώνει ότι ο Ντεριπάσκα έχει μακρά σχέση με τον Γιάμασεφ καθώς το 2001 παντρεύτηκε την κόρη του Πωλίνα. Το ζευγάρι πάντως έχει χωρίσει.

Πέρυσι, στην Πωλίνα έλαβε σχεδόν το 7% της μετόχου της Rusal, En+ Group Plc, ενόψει και της αρχικής δημόσιας προσφοράς της ύψους 1,5 δισ. δολ. Η σχέση του Γιάμασεφ με την οικογένεια Γέλτσιν παραπέμπει και σε σχέσεις με το Κρεμλίνο.

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Rusal η εταιρεία του Ποτάνιν,  Whiteleave Holdings Ltd. Και η εταιρεία του Αμπράμοβιτς,  Crispian, θέλουν να μεταβιβάσουν τις μετοχές που θα πουλήσει ο τελευταίος σε μια τεχνητά αυξημένη τιμή.

Περιγράφει  επίσης ως «φανταστικό» τον ισχυρισμό  της Whiteleave και της Crispian ότι η Rusal έβαλε στην άκρη  500 εκατ. δολάρια σε περίπτωση που η προσφορά εξαγοράς είναι επιτυχής. Από την πλευρά τους, Crispian και Whiteleave διατείνονται ότι ότι ενήργησαν σύμφωνα με το deal του 2012, καθώς το μερίδιο προσφέρθηκε και στη Rusal.

Η ακρόαση της υπόθεσης από το δικαστήριο έχει προγραμματιστεί για τον Μάρτιο.

Οι O. Deripaska & V. Putin

O Ολεγκ Ντεριπάσκα

Ο Ολεγκ Ντεριπάσκα γεννήθηκε στο Ντζέρζινσκ, αλλά μεγάλωσε στο Κράσνονταρ Κράι στη Νότια Ρωσία, κοντά στη Μαύρη Θάλασσα. Είχε ιδιαίτερη κλίση στα Μαθηματικά και στη Φυσική και έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας για να σπουδάσει Πυρηνική Φυσική.

Αφού υπηρέτησε δύο χρόνια τη θητεία του στον ρωσικό στρατό, συνέχισε τις σπουδές του και αποφοίτησε το 1993 με έπαινο από το τμήμα της Φυσικής. Τρία χρόνια αργότερα απέκτησε και μεταπτυχιακό τίτλο στα οικονομικά από το Plekhanov Russian Academy of Economics. Η εποχή των σπουδών του όμως συνέπεσε με την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και ο Ντεριπάσκα εργάστηκε ακόμα και σε εργοτάξιο προκειμένου να εξασφαλίσει το φαγητό του και να μπορέσει να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Ο ίδιος είχε δηλώσει σε συνέντευξή του: «Δεν είχαμε λεφτά για τίποτα. Μια πρακτική ερώτηση εκείνες τις ημέρες ήταν πώς θα βρω χρήματα για να αγοράσω φαγητό και να συνεχίσω τις σπουδές μου».

Αφού πήρε το πτυχίο του ασχολήθηκε με την εμπορία μετάλλων. Η δουλειά του πήγε πολύ καλά και εκείνος μπόρεσε να αποκτήσει ένα μερίδιο 20% στην εταιρεία αλουμινίου Smelter Saya­nogorsk στην Ανατολική Σιβηρία, της οποίας έγινε τελικά ο γενικός διευθυντής το 1994.

Υπό την ηγεσία του η εταιρεία, η οποία, αν και ήταν η τρίτη μεγαλύτερη της Ρωσίας, είχε μείνει αρκετά πίσω λόγω της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ενωσης, μετατράπηκε σε βιομηχανία-πρότυπο σημειώνοντας τεχνολογική ανάπτυξη και υψηλή κερδοφορία. Η επιτυχία συνεχίστηκε με διπλασιασμό της παραγωγής της μεταξύ 1995 και 2005.

Έφτασε στην κορυφή

Το 1997 ο Ντεριπάσκα δημιούργησε τη Siberian Aluminium, την πρώτη στη Ρωσία κάθετα ολοκληρωμένη εταιρεία παραγωγής αλουμινίου -που το 2001 αποτέλεσε τον πυρήνα της Basic Element-, στην οποία ενσωματώθηκαν μετά μια σειρά από κορυφαίες ρωσικές μονάδες παραγωγής αλουμινίου. Το 2000 η Siberian Aluminium έγινε μία από τις δέκα κορυφαίες παραγωγούς αλουμινίου στον κόσμο. Την ίδια χρονιά γεννήθηκε η Rusal με τη συνένωση των χυτηρίων και διυλιστηρίων αλουμινίου.

Η Rusal ανήκει στο γκρουπ Basic Element -ένα από τα σημαντικότερα γκρουπ της Ρωσίας-, το οποίο περιλαμβάνει επίσης: την GAZ Group, τη δεύτερη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της χώρας, τη Euro­SibEnergo, τη μεγαλύτερη ιδιωτική εταιρεία ενέργειας της Ρωσίας, την τράπεζα Soyuz, την Glavstroy, μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες, την Kuban Agro­holding, εταιρεία παραγωγής αγροτικών προϊόντων, και την αεροπορική εταιρεία Basel Aero.

Ο Ντεριπάσκα είναι παντρεμένος με την εντυπωσιακή Πολίνα, η οποία είναι πρόεδρος του ΔΣ του Forward Media Group. Το ζευγάρι κατοικεί μόνιμα στη Μόσχα μαζί με τα δύο παιδιά τους, τον 12χρονο Πέτερ και τη 10χρονη Μαρία. Αξίζει να αναφερθεί ότι το 2008 η περιουσία του υπολογιζόταν στα 28 δισεκατομμύρια και ήταν ο 9ος πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο.

Ο Ντεριπάσκα ασκεί σημαντικό φιλανθρωπικό έργο στη Ρωσία και είναι δημιουργός του Volnoe Delo, του μεγαλύτερου ιδιωτικού φιλανθρωπικού οργανισμού της χώρας που δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης και των επιστημών αλλά και στην ενίσχυση των υπηρεσιών της δημόσιας υγείας. Βοηθά ταλαντούχους μαθητές να συνεχίσουν τις σπουδές τους, νέους επιστήμονες, ηλικιωμένους ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια κ.ά.

Ο άγριος «πόλεμος του αλουμινίου»

Το όνομα του Ολεγκ Ντεριπάσκα συνδέεται με τους άγριους «πολέμους του αλουμινίου» που ξέσπασαν στη Ρωσία τη δεκαετία του ’90, όταν η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων οδήγησε σε έναν αγώνα ελέγχου εργοστασίων και πόρων, με κέρδος πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για όσους νικούσαν.

Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του ο Ντεριπάσκα το 2012 παραδέχεται στη βρετανική εφημερίδα «Sunday Telegraph» ότι είχε αναγκαστεί να πληρώσει «προστασία» σε συμμορίες του οργανωμένου εγκλήματος στη Ρωσία και δίνει μία από τις ελάχιστες περιγραφές που έχουμε έως σήμερα για τον βίαιο μετασοβιετικό επιχειρηματικό κόσμο και τον συγχρωτισμό επιχειρηματιών με εγκληματικές οργανώσεις.

Περιγράφει ότι τελικά αναγκάστηκε να προσλάβει αστυνομικούς, πρώην πράκτορες της KGB και μέλη του Κόκκινου Στρατού, προκειμένου να τον προστατέψουν από τους «προστάτες».

Προσθέτει ότι δεν ντρέπεται για τις πράξεις του, μεταξύ των οποίων και μια περίπτωση «αγοράς πυρομαχικών» από την Αστυνομία, επειδή έτσι κατόρθωσε σταδιακά να ξεκαθαρίσει το τοπίο στις ρωσικές μπίζνες.

Απειλές

Ο Ντεριπάσκα, ο οποίος είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά, αναφέρει ότι είχε δεχθεί απειλές για τη ζωή του, ενώ κάποιοι υπάλληλοί του απήχθησαν και δολοφονήθηκαν. Ο μόνος τρόπος για να διατηρήσει τα ηνία στην ιδιαίτερα κερδοφόρα ρωσική αγορά αγαθών ήταν να πληρώσει το οργανωμένο έγκλημα. «Τα πράγματα ήταν απλά: είτε πλήρωνες προστασία είτε ασχολιόσουν με κάτι άλλο. Ηταν μια εποχή παρανομίας, με όλους τους θεσμούς του κράτους – την Αστυνομία, τα Δικαστήρια και την κυβέρνηση – διαλυμένους».

Οι παραδοχές του Ντεριπάσκα έγιναν λίγο προτού συζητηθούν σε δικαστήριο του Λονδίνου οι ισχυρισμοί ότι δεν τήρησε μια συμφωνία με τον Μάικλ Τσέρνεϊ, έναν γεννημένο στο Ουζμπεκιστάν δισεκατομμυριούχο που ζει σήμερα στο Ισραήλ και εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί διεθνές ένταλμα σύλληψης. Ο Τσέρνεϊ ισχυρίζεται ότι ο Ντεριπάσκα είχε συμφωνήσει να του δώσει το 10% της εταιρείας Rusal, της τεράστιας επιχείρησης αλουμινίου που κατέχει. Ο ρώσος ολιγάρχης όμως υποστηρίζει ότι πλήρωσε τον Τσέρνεϊ μόνο για προστασία.

Αν και αρνείται να σχολιάσει τη δίκη, ο Ολεγκ Ντεριπάσκα ισχυρίζεται ότι γενικά δεν προσφέρει μετοχές της επιχείρησής του. «Προσπάθησα μόνο να πληρώνω χρήματα, όμως, φυσικά, δεν μπορείς να αποφύγεις τη διείσδυση στην επιχείρησή σου. Πολεμήσαμε να εμποδίσουμε το οργανωμένο έγκλημα να αποκτήσει έλεγχο στην εταιρεία». Στις αρχές του χρόνου άλλη μια μάχη μεταξύ δύο ρώσων ολιγαρχών, του Ρόμαν Αμπραμόβιτς και του Μπορίς Μπερεζόφσκι, ανέδειξε τις βίαιες συγκρούσεις της δεκαετίας του ’90.

Δολοφονίες 

Ωστόσο η υπόθεση Ντεριπάσκα – Τσέρνεϊ θα ρίξει και πάλι φως σε μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της ρωσικής ιστορίας, όταν το οργανωμένο έγκλημα αναμείχθηκε στις επιχειρήσεις. Υπολογίζεται ότι περισσότερα από 100 άτομα δολοφονήθηκαν, ενώ εκατοντάδες άλλα είχαν απαχθεί και υποβληθεί σε ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια. Για να κατανοήσουμε εκείνη την εποχή ο Ντεριπάσκα υπενθυμίζει τις μεγάλες αλλαγές που έγιναν κατά τη μετάβαση από την οικονομία της ΕΣΣΔ στην ελεύθερη αγορά. «Ξαφνικά μπορούσαμε να έχουμε ιδιοκτησία. Εμοιαζε με θύελλα», παρατηρεί.

Ξαφνικά, λοιπόν, τα φθηνά ρωσικά προϊόντα μπορούσαν να ανταλλαχθούν και να πωληθούν στο εξωτερικό με τεράστιο κέρδος. Ο Ντεριπάσκα ξεκίνησε την πρώτη του μεσιτική επιχείρηση με κεφάλαιο 3.000 ρούβλια (63 στερλίνες). «Μέσα σε μία ημέρα τα πάντα διαλύθηκαν και δεν υπήρχε κρατικός σχεδιασμός. Σταμάτησε η αλυσίδα των τροφίμων, δεν υπήρχαν λεωφορεία, δεν υπήρχαν φόροι. Η Ρωσία ζούσε χάρη στην ξένη βοήθεια. Υπήρχαν όμως πολλές πρώτες ύλες. Οι ιδιοκτήτες εργοστασίων έπρεπε να πληρώσουν τους εργαζομένους και γι’ αυτό άρχισαν να πωλούν».

Έτσι βρέθηκαν στην αγορά μεγάλες ποσότητες πρώτων υλών. «Μπορούσες να αγοράσεις έναν τόνο αλουμίνιο για 400 δολάρια και να τον πουλήσεις 1.200. Το κέρδος σου ήταν 100%. Και αν δανειζόσουν σε ρούβλια, ακόμη και αν τα επιτόκια έφθαναν στο 30%, η υποτίμηση του ρουβλίου ήταν πολύ μεγαλύτερη. Ηταν 1.000% τον χρόνο. Δανειζόσουν 500.000 δολάρια και έξι μήνες αργότερα χρειαζόταν να επιστρέψεις μόλις 100.000. Ξαφνικά διάφοροι βρέθηκαν με τεράστιες περιουσίες».

Με αυτές τις τεράστιες περιουσίες αναπόφευκτο ήταν να δημιουργηθεί το οργανωμένο έγκλημα, καθώς συμμορίες από διάφορες περιοχές της χώρας αλλά και το εξωτερικό συγκρούστηκαν για τον έλεγχο της αγοράς.

«Πρέπει να καταλάβει κάποιος το περιβάλλον. Δεν ήταν απλώς εύκολα λεφτά. Ολοι οι θεσμοί είχαν καταρρεύσει. Το κράτος διαλύθηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες. Κανένας δεν επέβλεπε τη μετάβαση». Εξηγεί μάλιστα ότι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο «οι εξελίξεις στην Κίνα φαίνονται τόσο θελκτικές, διότι αργά και σταδιακά απελευθερώνουν την κοινωνία και τις ευκαιρίες για ιδιοκτησία».

Καταλήγει λέγοντας πάντως: Έτσι όπως ήταν η κατάσταση τότε, «αποφάσισα να πληρώσω και να ασχοληθώ με το θέμα αργότερα, όπως και έκανα. Ωστόσο τότε ήμουν 20 χρόνια νεότερος. Τώρα θα κλεινόμουν στη βιβλιοθήκη και θα μελετούσα».

Πούτιν Πούτιν Πούτιν Πούτιν Πούτιν Πούτιν