Ένα δικαστήριο της πολιτείας της Βόρειας Ντακότα στις ΗΠΑ έκρινε αυτή την εβδομάδα την Greenpeace, μια από τις ιστορικότερες περιβαλλοντικές οργανώσεις διεθνώς, υπεύθυνη για δυσφήμιση, συνωμοσία και άλλες αξιώσεις.
Ο λόγος είναι η συμμετοχή της Greenpeace στις διαμαρτυρίες για τον αγωγό πετρελαίου Dakota Access που διήρκεσαν από το 2016 έως το 2017.
Το δικαστήριο αποφάσισε να επιδικάσει στην κατασκευάστρια εταιρεία Energy Transfer LP, η οποία ισχυρίζεται ότι ζημειώθηκε από τη δράση της Greenpeace, αποζημίωση 660 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η Greenpeace ανακοίνωσε ότι θα ασκήσει έφεση στην ετυμηγορία κατά των οντοτήτων της Greenpeace Inc., Greenpeace Fund και Greenpeace International. Η περιβαλλοντική ομάδα δεν απάντησε σε αίτημα του Bloomberg για σχολιασμό, αλλά η Laura Handman, μία από τους δικηγόρους της υπόθεσης, δήλωσε ότι «αυτή η ιστορία δεν έχει τελειώσει», σημειώνοντας ότι η Greenpeace International κατέθεσε τον περασμένο μήνα ανταγωγή κατά της Energy Transfer στην Ολλανδία, όπου και έχει την έδρα της η διεθνής περιβαλλοντική οργάνωση.
«Το γεγονός ότι η Greenpeace κρίθηκε υπεύθυνη για παράβαση του νόμου είναι μια νίκη για όλους μας», δήλωσε η Energy Transfer με έδρα το Τέξας. Η εταιρεία είχε υποστηρίξει ότι η Greenpeace υποκίνησε διαμαρτυρίες που της κόστισαν εκατομμύρια δολάρια, δυσφήμισαν τη φήμη της και εμπόδισαν την ικανότητά της να αντλήσει χρήματα από τις κεφαλαιαγορές.
Τόσο η καταδίκη της ιστορικής περιβαλλοντικής οργάνωσης όσο και το μέγεθος του ποσού του προστίμου έχουν προκαλέσει σάλο αντιδράσεων διεθνώς.
Οι συνέπειες της απόφασης για την προστασία του περιβάλλοντος και τον πράσινο ακτιβισμό
Νομικοί εμπειρογνώμονες προειδοποιούν ότι η απόφαση θα μπορούσε να αποτρέψει σημαντικά άλλες περιβαλλοντικές ομάδες από το να διαμαρτύρονται για τις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου και τις υποδομές τους σε όλες τις ΗΠΑ.
«Το ενδεχόμενο ευθύνης από μόνο του θα έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα», δήλωσε η Τζένιφερ Σάφστρομ, επίκουρη καθηγήτρια κλινικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ.
Ο Josh Galperin, αναπληρωτής καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Pace, χαρακτήρισε την ετυμηγορία «πρωτοφανή» και το ποσό της αποζημίωσης «απολύτως τεράστιο».
Καθώς η κλιματική αλλαγή έχει επιδεινωθεί, ακτιβιστές στις ΗΠΑ και σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν βγει επανειλημμένα στους δρόμους, στα δάση και στα νερά για να βάλουν τα σώματά τους εμπόδιο στην ενεργό παραγωγή ορυκτών καυσίμων και στις νέες εξελίξεις. Η νομική νίκη της Energy Transfer δείχνει ότι η δικαστική αμφισβήτηση ομάδων διαμαρτυρίας μπορεί να είναι επιτυχής – και μπορεί να εμπνεύσει και άλλες εταιρείες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της.
«Η ετυμηγορία είναι μια πρόσκληση σε άλλες εταιρείες να αναλάβουν παρόμοιες δράσεις κατά των διαδηλωτών», δήλωσε ο Michael Gerrard, ιδρυτής και διευθυντής του Κέντρου Sabin Center for Climate Change Law του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
Για το θέμα έβγαλε άμεσα ανακοίνωση και η Διεθνής Αμνηστία, η μεγαλύτερη οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με την διεθνή Γενική Γραμματέα της οργάνωσης να δηλώνει: «Αυτή η καταστροφική ετυμηγορία δημιουργεί μια σειρά από βαθιά επιζήμια προηγούμενα για τα δικαιώματα της ελευθερίας του λόγου, του συνετερίζεσθαι και της ειρηνικής διαμαρτυρίας και θέτει σε κίνδυνο το ίδιο το μέλλον της Greenpeace. Έχει σοβαρές επιπτώσεις για τους αυτόχθονες λαούς και άλλους υπερασπιστές του περιβάλλοντος και ακτιβιστές του κλίματος που εργάζονται ακούραστα για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα έχει σκληρό αντίκτυπο σε όσους διεξάγουν εκστρατείες για την αποκάλυψη παραβάσεων από ισχυρές εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο».
Greenpeace: «Η υπόθεση αυτή θα πρέπει να μας ανησυχεί όλους, ανεξάρτητα από τις πολιτικές προτιμήσεις μας»
«Γινόμαστε μάρτυρες μιας καταστροφικής επιστροφής στις απερίσκεπτες συμπεριφορές που έχουν πυροδοτήσει την κλιματική κρίση, έχουν επιδεινώσει τον περιβαλλοντικό ρατσισμό, και βάζουν τα κέρδη των εταιρειών πετρελαίου και αερίου πάνω από τη δημόσια υγεία και έναν βιώσιμο πλανήτη. Η προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ πέρασε τέσσερα χρόνια καταστρέφοντας τις προστατευτικές νομοθεσίες για καθαρό αέρα, νερό και κυριαρχία των αυτόχθονων, και τώρα μαζί με τους συμμάχους της θέλει να αποτελειώσει τη δουλειά, φιμώνοντας τη διαμαρτυρία. Δεν θα υποχωρήσουμε. Δεν θα μας φιμώσουν», δήλωσε ο Mads Christensen, Γενικός Διευθυντής της διεθνούς Greenpeace.
«Η υπόθεση αυτή θα πρέπει να μας ανησυχεί όλους, ανεξάρτητα από τις πολιτικές προτιμήσεις μας», είπε ο Sushma Raman, προσωρινός Γενικός Διευθυντής της Greenpeace Inc, Greenpeace Fund.
«Αποτελεί μέρος μιας ανανεωμένης προσπάθειας από τις εταιρείες να χρησιμοποιήσουν τα δικαστήρια ως όπλα ώστε να φιμώσουν τη διαφωνία. Θα πρέπει όλοι να ανησυχούμε για το μέλλον της Πρώτης Τροποποίησης[1] για τις Θεμελιώδεις Ελευθερίες. Αγωγές σαν αυτή στοχεύουν στην καταστροφή των δικαιωμάτων στην ειρηνική διαμαρτυρία και την ελευθερία του λόγου. Τα δικαιώματα αυτά είναι πολύ σημαντικά για οποιαδήποτε δουλειά γίνεται με στόχο τη διασφάλιση της δικαιοσύνης, και γι’ αυτό θα συνεχίσουμε μαζί να αντιστεκόμαστε, με αλληλεγγύη. Ακόμα κι αν οι τραμπούκοι των εταιρειών ορυκτών καυσίμων σταματήσουν μία ομάδα, δεν μπορούν να σταματήσουν ένα ολόκληρο κίνημα»
Η Greenpeace έχει ξεκινήσει διεθνή εκστρατεία για το θέμα με συλλογή υπογραφών. Οι πολίτες μπορούν να διαβάσουν και να υπογράψουν την σχετική έκκληση στην ιστοσελίδα της greenpeace και στην Ελλάδα.
Οι αγωγές SLAPPs και η Ελευθερία της Έκφρασης
Η Greenpeace και ορισμένοι νομικοί έχουν περιγράψει την αγωγή ως SLAPP (Strategic Lawsuits Against Public Participation), δηλαδή στρατηγική αγωγή κατά της δημόσιας συμμετοχής.
Οι αγωγές SLAPPS γίνονται συνήθως από ισχυρά πρόσωπα, οργανισμούς ή εταιρείες ενάντια σε δημοσιογράφους, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιβαλλοντικές οργανώσεις ή ακόμα και ενάντια σε πολίτες ή ακτιβιστές προκειμένου να τους αναγκάσουν μέσω της επιβολής προστίμων ή των υψηλών δικαστικών εξόδων να σταματήσουν την δράση τους ή αν πρόκειται για οργανώσεις ακόμα και να σταματήσουν την λειτουργία τους.
Οι κανόνες που σχετίζονται με τις αγωγές SLAPP διαφέρουν από πολιτεία σε πολιτεία στις ΗΠΑ, αλλά οι περισσότερες έχουν νόμους για την προστασία των ακτιβιστικών οργανώσεων από τις μεγάλες εταιρείες που τις πιέζουν να υποχωρήσουν. Η Βόρεια Ντακότα δεν είναι μία από αυτές τις πολιτείες, γεγονός που διευκολύνει την Energy Transfer να ασκήσει την υπόθεση κατά της Greenpeace εκεί.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εγκριθεί τον Νοεμβρίου 2023 νέα οδηγία για την προστασία των δημοσιογράφων και των ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα από τέτοιες καταχρηστικές αγωγές, γνωστές ως στρατηγικές αγωγές κατά της δημόσιας συμμετοχής (SLAPPs). Στόχος της οδηγίας είναι να δώσει τη δυνατότητα στους δικαστές να εντοπίζουν τις SLAPPs και να διατάσσουν την έγκαιρη απόρριψή τους, και έτσι να απαλλάξει τους δημοσιογράφους ή τους ακτιβιστές που αποτελούν στόχο.
Οι νομικοί εμπειρογνώμονες τόνισαν τη σημασία του να βεβαιώνονται οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ότι κατανοούν τους ειδικούς νόμους στις πολιτείες των ΗΠΑ όπου οργανώνονται.
«Για τις περιβαλλοντικές ή μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που ασκούν θεσμική πίεση, είναι πραγματικά σημαντικό να κατανοήσουν τους νόμους της πολιτείας τους και τα δικαιώματά τους όσον αφορά τις οργανωμένες δράσεις και τις πιθανές αγωγές SLAPP εναντίον τους», δήλωσε η Caroline Chen, διευθύντρια περιβαλλοντικής δικαιοσύνης στο New York Lawyers for the Public Interest.
Το ιστορικό του αγωγού Dakota Access
Οι διαμαρτυρίες για τον αγωγό Dakota Access ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 2016, με την ιθαγενή φυλή Standing Rock Sioux να στήνει καταυλισμό κατά μήκος της προτεινόμενης διαδρομής του αγωγού πετρελαίου, διαμαρτυρόμενη για την ανάπτυξή του και εκφράζοντας ανησυχίες για τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Οι μεγάλες διαμαρτυρίες που κράτησαν για μήνες οδήγησαν την κυβέρνηση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα να εμποδίσει το έργο στα τέλη του 2016. Αλλά αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ το 2017, ανέτρεψε την απόφαση και ο αγωγός ολοκληρώθηκε το ίδιο έτος.
Στον απόηχο των διαμαρτυριών, η Βόρεια Ντακότα ψήφισε τέσσερις νόμους μεταξύ 2017 και 2019, αυξάνοντας τις ποινές που επιβάλλονται σε άτομα που συμμετέχουν σε διάφορες μορφές ακτιβισμού και πολιτικής ανυπακοής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που στοχεύουν ειδικά στις υποδομές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι βιομηχανίες πετρελαίου και χημικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της Energy Transfer, άσκησαν πιέσεις για τους νόμους αυτούς. Από τις αρχές του 2019, 18 άλλες πολιτείες έχουν επίσης ψηφίσει παρόμοιους νόμους που δημιουργούν αυστηρές ποινές για τους διαδηλωτές που διαμαρτύρονται για την ενέργεια, σύμφωνα με την παρακολούθηση από το Διεθνές Κέντρο για το Δίκαιο των Μη Κερδοσκοπικών Οργανισμών.
Διαβάστε επίσης:
Ωνάσεια Σχολεία: Στις 2 Μαΐου η κλήρωση για την απόδοση του αριθμού προτεραιότητας
Ελληνικό Κέντρο Διαστήματος: Πρόεδρος ο Εμμανουήλ Ράμμος – Η σύνθεση του ΔΣ
Austriacard: Λήξη ειδικής διαπραγμάτευσης από την Beta ΑΕΠΕΥ
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Ο Fredriksen, ο Πέτρος Παππάς και το poison pill για κάθε ενδεχόμενο
- Ο Μελισσανίδης και η Naftemporiki TV, το άγριο βρίσιμο στον Παπαδρόσο, η αγωνία της Σούζη, η επιστροφή των Dragons και μια δημοσιογραφική κόντρα
- Fais Group: Ψήφος εμπιστοσύνης των επενδυτών- «Καμπανάκι» την Πέμπτη στο ΧΑ
- Τι μέλλει γενέσθαι με το One & Only Kea – Τι οδήγησε στον πλειστηριασμό
