Οι μεγαλύτερες εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει από το ερχόμενο έτος να γνωστοποιούν μεταξύ άλλων και τους κλιματικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν, σύμφωνα με τους νέους κανόνες που κατατέθηκαν στο κοινοβούλιο την Πέμπτη, οι οποίοι βάζουν τη χώρα σε τροχιά να γίνει η πρώτη στην ομάδα της G-20 που θα καταστήσει υποχρεωτικές τέτοιες γνωστοποιήσεις.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, εισηγμένες, τράπεζες και ασφαλιστικές που απασχολούν περισσότερους από 500 εργαζομένους, αλλά και μη εισηγμένες με τουλάχιστον αυτό το προσωπικό και κύκλο εργασιών 500 εκατομμυρίων λιρών (688 εκατ. δολαρίων) θα πρέπει να αποκαλύπτουν από τις 6 Απριλίου 2022 και σχετικά με το κλίμα οικονομικά στοιχεία.

Η κίνηση, η οποία έρχεται δύο ημέρες πριν από την έναρξη της συνόδου κορυφής της G-20 στη Ρώμη και τρεις ημέρες πριν η Βρετανία φιλοξενήσει στη Γλασκώβη έναν βασικό γύρο συνομιλιών για το κλίμα, έχει ως στόχο να δείξει ότι η Βρετανία αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής, στο πλαίσιο της ταυτότητας που επιδιώκει να αναπτύξει στη Brexit εποχή.

Στόχος είναι να αναγκαστούν οι εταιρείες να κατανοήσουν τους κινδύνους που ενέχει για τις δραστηριότητές τους ένας πλανήτης που θερμαίνεται και να τις ενθαρρύνει να εκπονήσουν σχέδια μείωσης των εκπομπών, σύμφωνα με το BEIS.

Μια αξιολόγηση επιπτώσεων που δημοσιεύτηκε από την κυβέρνηση δείχνει ότι το κόστος συμμόρφωσης προς τους νέους κανόνες που θα κληθούν να αναλάβουν οι επιχειρήσεις ανέρχεται σε 145,3 εκατ. στερλίνες ετησίως. Κάποιες, όμως, από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν ήδη αρχίσει να αξιολογούν πώς η κλιματική αλλαγή θα επηρεάσει τις δραστηριότητές τους. Η Unilever, για παράδειγμα, έχει αξιολογήσει τις επιπτώσεις στις δραστηριότητές της το 2030 σεναρίων που οδηγούν σε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου και 4 βαθμούς Κελσίου έως το 2100.

Τα ευρήματά της δείχνουν ότι στο σενάριο των 2 βαθμών, το κόστος των πρώτων υλών και των συσκευασιών θα αυξηθεί ως αποτέλεσμα της αύξησης του κόστους του άνθρακα και εν μέσω μιας μετάβασης σε πιο βιώσιμη γεωργία. Όταν το επίπεδο θέρμανσης διπλασιαστεί, η Unilever εκτιμά ότι τα χρόνια προβλήματα που θα προκαλέσει στις πηγές νερού και οι ακραίες καιρικές συνθήκες θα επηρεάσουν το κόστος της εφοδιαστικής αλυσίδας. «Ο αντίκτυπος στις πωλήσεις και στις δικές μας παραγωγικές δραστηριότητες είναι σχετικά μικρός», αναφέρει η εταιρεία στον ιστότοπό της.

Η τελευταία αξιολόγηση των Ηνωμένων Εθνών δείχνει ότι χωρίς πιο φιλόδοξα προγράμματα για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ο πλανήτης θα είναι τουλάχιστον 2,7 βαθμούς θερμότερος μέχρι το τέλος του αιώνα, ένα επίπεδο που ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, χαρακτήρισε «καταστροφικό».

Η Φλόρα Χάμιλτον, διευθύντρια οικονομικών υπηρεσιών στον βρετανικό ΣΕΒ, χαιρέτισε τη συμφωνία, λέγοντας: «Η αυξημένη διαφάνεια και μεγαλύτερη συγκρισιμότητα στις επιδόσεις της εταιρικής βιωσιμότητας θα αποτελέσει κλειδί για τη διοχέτευση περισσότερων χρημάτων σε βιώσιμα έργα σε ολόκληρη την οικονομία».

«Με την COP26 στον ορίζοντα, είναι υπέροχο να βλέπουμε ότι η κυβέρνηση εργάζεται σκληρά για να καταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο το πιο πράσινο οικονομικό κέντρο στον κόσμο», συμπλήρωσε η Χάμιλτον.