Η Credit Suisse Group AG και μία πρώην διευθύντρια της τράπεζας κατηγορούνται από Ελβετούς εισαγγελείς, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ενός βουλγάρικου δικτύου ναρκωτικών.

Η τράπεζα με έδρα τη Ζυρίχη, απέτυχε να λάβει όλα τα οργανωτικά μέτρα που ήταν «εύλογα και απαιτούμενα», για να αποτρέψει την χρήση μετρητών που προήλθαν από την πώληση κοκαΐνης, στην αγορά ακινήτων της Ελβετίας και της Βουλγαρίας, δήλωσε το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα της Ελβετίας.

Οι ελβετικοί εισαγγελείς μπορούν να προσάπτουν κατηγορίες στις τράπεζες εάν πιστεύουν ότι αυτές δεν έκαναν τις απαιτούμενες ενέργειες για να ελέγξουν εάν οι πελάτες τους είχαν εμφανείς σχέσεις με παράνομη δραστηριότητα. Μόλις τον περασμένο μήνα, Ελβετοί δικαστές επέπληξαν μια μονάδα της Societe Generale SA επειδή δεν ήταν αρκετά προσεκτική στην αποδοχή χρημάτων από τον καταδικασμένο απατεώνα Allen Stanford.

Η Credit Suisse με δήλωση της εξέφρασε ότι πληροφορήθηκε με «έκπληξη» την απόφαση να ασκηθούν κατηγορίες σε μια έρευνα που έχει ήδη διαρκέσει περισσότερα από 12 χρόνια. Η τράπεζα δήλωσε ότι απορρίπτει τους ισχυρισμούς για υποτιθέμενες οργανωτικές ελλείψεις και σκοπεύει να υπερασπιστεί τον εαυτό της «με σθένος».

Ο Βούλγαρος παλαιστής

Η υπόθεση χρονολογείται από το 2008, όταν οι εισαγγελείς ξεκίνησαν έρευνα για έναν Βούλγαρο παλαιστή, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς τους, είχε στραφεί στο εμπόριο ναρκωτικών. Κατά τα επόμενα επτά χρόνια, η έρευνα επεκτάθηκε και σε συνεργάτες του Βούλγαρου, σε έναν πρώην υπάλληλο της τράπεζας, ένα παλαιό στέλεχος της Credit Suisse αλλά και την ίδια την τράπεζα.

Ο εργοδότης του παλαιστή καταδικάστηκε το 2017 για  ξέπλυμα χρήματος. Το κύριο αδίκημα του ήταν η λαθραία μεταφορά άνω των 4 εκατ. ελβετικών φράγκων (4,5 εκατομμύρια δολάρια) σε μικρής αξίας χαρτονομίσματα, από τη Βαρκελώνη στην Ελβετία.

Η κατηγορία εναντίον του πρώην τραπεζικού υπαλλήλου αποσύρθηκε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ενώ παρέμεινε η κατηγορία εναντίον της Credit Suisse και ενός εκ των πρώην διευθυντών της.

Το πρώην στέλεχος της τράπεζας, μία γυναίκα που δεν έγινε γνωστό το όνομα της, έχει κατηγορηθεί για τον τρόπο διαχείρισης των σχέσεων με την εγκληματική οργάνωσης της Βουλγαρίας.

Η γυναίκα βοήθησε ενεργά το δίκτυο ναρκωτικών ξεπλένοντας 16 εκατ. ελβετικά φράγκα, χρησιμοποιώντας την πιστωτική δομή “back-to-back”, σύμφωνα με το κατηγορητήριο. Συνολικά, βοήθησε στη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσης συναλλαγών ύψους άνω των 140 εκατ. ελβετικών φράγκων, υποστήριξαν οι εισαγγελείς.

Από την πλευρά της, η Credit Suisse απέτυχε στις θεμελιώδεις ευθύνες συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της μη δέσμευσης 35 εκατομμυρίων φράγκων που υπόκεινται σε απόφαση κατάσχεσης το 2007, σύμφωνα με το κατηγορητήριο.

«Η Credit Suisse γνώριζε αυτές τις ελλείψεις τουλάχιστον από το 2004», ανέφεραν οι εισαγγελείς στο κατηγορητήριο. «Το γεγονός ότι άφησε να συνεχιστούν μέχρι το 2008, ή ακόμα και αργότερα, εμπόδισε τον εντοπισμό των δραστηριοτήτων ξεπλύματος χρημάτων».

Κομισιόν: Σχέδιο έξι πυλώνων για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος

Πώς η πανδημία σταμάτησε τις βαλίτσες με τα μετρητά στο hotspot νομιμοποίησης μαύρου χρήματος της ΕΕ

Ξέπλυμα μαύρου χρήματος μέσω των μεγαλύτερων τραπεζικών κολοσσών

Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση