Ferit Sahenk
Ο Τούρκος δισεκατομμυριούχος Ferit Sahenk είναι έτοιμος να πουλήσει περισσότερα περιουσιακά στοιχεία, ως μέρος της προσπάθειας του ανταποκριθεί σε μια συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους του στην οποία κατέληξε με τις τράπεζες νωρίτερα φέτος.
Η Dogus Holding AS του Sahenk θα μπορούσε να ξεφορτωθεί επενδύσεις ύψους 800 εκατομμυρίων ευρώ, ανέφερε ο ίδιος σε συνέντευξή του στην Κωνσταντινούπολη τη Δευτέρα. Η Dogus, η οποία έχει συμφέροντα που καλύπτουν εστιατόρια, καταστήματα, μαρίνες και επιχειρήσεις διανομής αυτοκινήτων, θέλει να μειώσει το χρέος των 2,3 δισ. ευρώ σε κάτω από 2 δισ. φέτος και σε 1,5 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2020, είπε ο ίδιος.
«Αποφασίζουμε αυτή τη στιγμή ποια περιουσιακά στοιχεία θα πωληθούν, διασφαλίζοντας ότι δεν θα αποδυναμώσουμε τη θέση μας στους τομείς στους οποίους δραστηριοποιούμαστε», δήλωσε ο Sahenk. «Διατηρούμε την προσοχή μας στις βασικές μας δραστηριότητες. Παρατηρήσαμε σημαντικές βελτιώσεις στις ταμειακές μας ροές και στα EBITDA φέτος και έχουμε εξοικονομήσει 75 εκατομμύρια ευρώ σε σύντομο χρονικό», πρόσθεσε.
Οι μετοχές των εταιρειών που συνδέονται με την εταιρεία επενδύσεων χαρτοφυλακίου ενισχύθηκαν την Τρίτη. Η Dogus Otomotiv Servis AS, η οποία διανέμει τα αυτοκίνητα της Volkswagen AG στην Τουρκία, σημείωσε άνοδο έως 7,8% στο υψηλότερο επίπεδο από τις 16 Ιουλίου. Η Dogus Gayrimenkul Yatirim Ortakligi AS, εταιρεία ακινήτων, σημείωσε άνοδο έως και 15%.
Όπως και πολλές άλλες τουρκικές εταιρείες, η ιδιοκτήτρια της αλυσίδας εστιατορίων Nusr-Et, που είναι ευρέως γνωστή από τον ιδρυτή και σεφ Salt Bae, αγωνίζεται να εξοφλήσει τα δάνεια σε ξένο συνάλλαγμα μετά την πτώση της λίρας. Η Dogus πωλεί ξενοδοχεία και μερίδια σε εστιατόρια, τα οποία η Moody’s Investors Service δήλωσε ότι το Μάιο ανερχόταν σε περίπου 625 εκατομμύρια ευρώ, για να ανταποκριθεί στη συμφωνία αναδιάρθρωσης με τις τράπεζες.
Ο δισεκατομμυριούχος, άλλοτε ο πλουσιότερος άνθρωπος της Τουρκίας, εισήλθε στη βιομηχανία ψυχαγωγίας και εστιατορίων αφού πούλησε το μερίδιό του στην Turkiye Garanti Bankasi AS στο BBVA της Ισπανίας για περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια σε τρεις συναλλαγές από το 2010.