Η αποφυγή του πανικού που μπορούσε να προκαλέσει στις αγορές μια απότομη αλλαγή της στάσης της,  ήταν το βασικό κριτήριο της ΕΚΤ για την απόφασή της να προχωρήσει τελικά στην προαναγγελθείσα αύξηση των επιτοκίων της κατά 50 μονάδες βάσης, αναφέρει το Bloomberg επικαλούμενο πηγές με γνώση του θέματος.

Όπως αναφέρει μάλιστα το Bloomberg, επικαλούμενη τις ίδιες πηγές, αν και η ΕΚΤ φρόντισε να αφαιρέσει από την επίσημη ανακοίνωσή της κάθε αναφορά για την μελλοντική πορεία των επιτοκίων της, η συζήτηση για την ανάγκη νέων αυξήσεων για την μείωση του πληθωρισμού, παραμένει ζωντανή.

Άλλωστε αρκετοί αξιωματούχοι συνεχίζουν να βλέπουν μια πιθανή κορύφωση της σύσφιξης σε πολύ υψηλότερα επίπεδα επιτοκίων από το σημερινό του 3%. Μάλιστα οι συγκεκριμένες πηγές τονίζουν ιδιαίτερα την αναφορά της Κριστίν Λαγκάρντ πως η ΕΚΤ θα έχει «περισσότερο έδαφος να καλύψει», εάν το βασικό της σενάριο για τις οικονομικές εξελίξεις επιβεβαιωθεί.

Ωστόσο, πολλοί εκτιμούν πως η κορύφωση του κόστους δανεισμού πιθανόν να είναι πια χαμηλότερα σε σχέση με προηγούμενες προβλέψεις.

Την ίδια ώρα, πάντως, που οι αξιωματούχοι της συνεδρίαζαν, διάφοροι traders έψαχναν να ανακαλύψουν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα οποία θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ανάλογα προβλήματα όπως αυτά που έπληξαν την Credit Suisse και την Silocon Valley Bank. Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς Ντε Γκίντος είχε προειδοποιήσει τους Ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών μέσα στην εβδομάδα πως πιθανόν να υπάρχουν ευρωπαϊκές τράπεζες ευάλωτες στην αύξηση του κόστους δανεισμού.

Εκπρόσωπος της ΕΚΤ αρνήθηκε να παράσχει επίσημο σχόλιο σχετικά με τις πληροφορίες.