ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Τα ερωτήματα για υποτιμητική κερδοσκοπία σε Πειραιώς και Εθνική, η δυνατή ΔΕΗ, τα ανέκδοτα με τις πρόωρες εκλογές, ο Σαμαράς και το μήνυμα Μητσοτάκη, οι οργισμένοι βιομήχανοι και ο παραλογισμός με το σπίτι του γιατρού στη Φιλοθέη
Ο τουρισμός αποτελεί εν προκειμένω το μοχλό της νέας δυναμικής που «ζεσταίνει» τη ζήτηση για αγορά ακινήτων, τόσο λόγω της ανάπτυξης του Airbnb, αλλά και στο χώρο των ξενοδοχείων.
Μάλιστα οι ελληνικές τράπεζες εκτιμούν ότι φέτος οι νέες χρηματοδοτήσεις για στεγαστικά δάνεια θα είναι αυξημένες κατά 30% σε σχέση με πέρυσι.
Να σημειωθεί ότι το 2018 οι χορηγήσεις για αγορά κατοικίας ήταν 320 εκατ. ευρώ από 260 εκατ. ευρώ το 2017.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, φέτος θα δοθούν τουλάχιστον 100 εκατ. ευρώ περισσότερα για αγορά κατοικίας και ενδεχομένως να προσεγγίσουν τα 500 εκατ. ευρώ. Το θετικό –αν και οι εκταμιεύσεις είναι χαμηλές- είναι ότι η συγκεκριμένη αγορά παίρνει και πάλι μπροστά, μετά από μία μακρά περίοδο που είχε βρεθεί στην «κατάψυξη».
Στελέχη των τραπεζών παραδέχονται ότι η αγορά στέγης «ανοίγει» και πάλι, καθώς η ζήτηση για στεγαστικά- επισκευαστικά δάνεια αναθερμαίνεται.
Αναθέρμανση της αγοράς ακινήτων, κυρίως λόγω της ανάπτυξης του τουρισμού, «βλέπει» και ο υποδιοικητής της Τράπεζας Ελλάδος κ. Θεόδωρος Μητράκος, ο οποίος μίλησε στο συνέδριο RED Βusiness Forum.
Εκανε λόγο για «μία νέα δυναμική, η οποία αποτυπώνεται στους ρυθμούς μεταβολής των αξιών τόσο των οικιστικών όσο και των επαγγελματικών ακινήτων», καθώς η αγορά ακινήτων υπέστη βαρύ πλήγμα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Και όπως είπε, τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι το 2018 ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τιμών των διαμερισμάτων ανήλθε στο 1,5%, για πρώτη φορά μετά από εννέα συνεχή χρόνια πτωτικής πορείας. Και εκτίμησε ότι «η αυξανόμενη κινητικότητα τόσο στην αγορά οικιστικών όσο και στην αγορά των επαγγελματικών ακινήτων θα συνεχιστεί κατά τη διάρκεια του 2019».
«Είναι απολύτως σαφές ότι η δύναμη που ωθεί την αγορά είναι ο τουρισμός», τόνισε ο κ. Μητράκος, καθώς επηρεάζει θετικά τις κατοικίες μέσω της εξάπλωσης των βραχυχρόνιων μισθώσεων και τα επαγγελματικά ακίνητα μέσω της ανάπτυξης τουριστικών και συμπληρωματικών χρήσεων.
Σημείωσε ακόμα ότι η ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων θα διευκολύνει σημαντικά την αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, αυξάνοντας την αξία των εμπράγματων εξασφαλίσεων και τις τιμές πώλησης των επισφαλών δανείων στη δευτερογενή αγορά. «Αυτό θα ανατροφοδοτήσει το ενδιαφέρον για επενδύσεις και σε ακίνητα καθώς, λόγω της μείωσης του πιστωτικού κινδύνου και της ενίσχυσης της αξίας των εξασφαλίσεων, θα διευκολυνθεί και η χορήγηση νέων πιστώσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο συμπλήρωσε πως: η επίπτωση στις αξίες των ακινήτων, από τη μαζική πώληση χαρτοφυλακίων των τραπεζών, εκτιμάται ότι, παρά τις πιέσεις βραχυχρόνια, σταδιακά θα εξισορροπηθεί. Μεσοπρόθεσμα, οι πωλήσεις των χαρτοφυλακίων αναμένεται να οδηγήσουν στην αναβάθμιση του «απαξιωμένου» αποθέματος και την κινητοποίηση περιουσιακών στοιχείων τα οποία παρέμεναν ανεκμετάλλευτα, μέσα από το πλαίσιο της δημιουργίας νέων επιχειρηματικών σχεδίων. Επομένως, η ενδεχόμενη πλεονάζουσα προσφορά, παρά την όποια αρχική επίδραση στις τιμές, θα μπορούσε βαθμιαία να κινητοποιήσει ένα νέο κύμα ζήτησης, με πολύ θετικές επιπτώσεις.
Ο κ. Μητράκος παρέθεσε στοιχεία και για την πορεία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Και συγκεκριμένα από τα στοιχεία που υποβάλλουν οι τράπεζες στην Τράπεζα της Ελλάδος, «το 2018 πραγματοποιήθηκαν 14.900 πλειστηριασμοί, από τους οποίους τελεσφόρησε το 32% (περίπου ισομερώς μοιρασμένο σε κατοικίες και επαγγελματικά ακίνητα), το οποίο αντιστοιχεί σε αξία περίπου 1 δισεκ. ευρώ (έναντι συνολικής αξίας περίπου 4 δισεκ. ευρώ του συνόλου των ακινήτων που είχαν εισαχθεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα των πλειστηριασμών το 2018). Από τα ακίνητα για τα οποία τελεσφόρησε ο πλειστηριασμός, οι τράπεζες πλειοδότησαν για περίπου το 85%. Εκτός των ακινήτων που απέκτησαν μέσω πλειστηριασμών, έχουν περιέλθει στους ισολογισμούς των τραπεζών και ακίνητα από κατασχέσεις. Η καθαρή λογιστική αξία των ακινήτων αυτών ανήλθε στο τέλος του 2018 σε περίπου 1 δισ. ευρώ για τα επαγγελματικά ακίνητα και περίπου 570 εκατ. ευρώ για τις κατοικίες. Επιπρόσθετα των παραπάνω ποσών, οι τράπεζες διακρατούν στον ισολογισμό τους επενδυτικά ακίνητα αξίας περίπου 3 δισ. ευρώ».