Οι επικείμενες ασκήσεις αντοχής, η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, η επιστροφή των καταθέσεων και η αναθέρμανση των χρηματοδοτήσεων είναι οι τέσσερις μεγάλες προκλήσεις που έχουν μπροστά τους οι τράπεζες.
Με τη νέα χρονιά θα εντατικοποιηθούν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, ενώ θα αυξηθούν και οι πωλήσεις δανείων σε funds. Το θέμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών είναι κομβικής σημασίας και για την εξέλιξη των stress tests, καθώς αποτελούν το «κλειδί» για το αν οι τράπεζες θα χρειαστεί να λάβουν αυξημένες προβλέψεις, ενόψει και των νέων λογιστικών προτύπων IFRS 9 που θα εφαρμοστούν από την 1η Ιανουαρίου του 2018.
Πιο συγκεκριμένα στόχος είναι μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου, που θα ξεκινήσουν οι νέες ασκήσεις αντοχής, να έχουν ολοκληρωθεί περισσότεροι από 100 πλειστηριασμοί πανελλαδικά. Να υπάρχει δηλαδή μία πιο σαφής «εικόνα» για το πως θα τρέξει η διαδικασία των e-πλειστηριασμών.
Και προς το τέλος Ιανουαρίου 2018 οι τράπεζες θα μάθουν και τις «παραδοχές» του δυσμενούς σεναρίου (ρυθμοί ανάπτυξης, ανεργία κλπ) βάσει των οποίων θα «στρεσαριστούν».
Το δεδομένο είναι ότι η άσκηση θα έχει τα ίδια χαρακτηριστικά για όλες τις τράπεζες της ευρωζώνης. Από την πλευρά τους οι Έλληνες τραπεζίτες εμφανίζονται αισιόδοξοι ότι οι επιπτώσεις τόσο από τα stress test όσο και από τα νέα λογιστικά πρότυπα θα είναι διαχειρίσιμες «χωρίς συστημικές διαταραχές, ιδίως εάν δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος στις τράπεζες να μειώσουν αποτελεσματικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και να καλύψουν την όποια επίπτωση στη κεφαλαιακή τους θέση μέσω εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίων και αποτελεσματικής διαχείρισης ενεργητικού».
Το μεγαλύτερο «αγκάθι» για τις ελληνικές τράπεζες είναι όμως τα 100 δισ. ευρώ που ανήκουν στην κατηγορία «μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα» (NPEs).
Οι τράπεζες έχουν περιθώριο 2 χρόνια να τα περιορίσουν στα 64,6 δισ. ευρώ. Το ζητούμενο πλέον είναι ότι οι τράπεζες θα πρέπει να επιδείξουν ευελιξία και να χρησιμοποιήσουν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να μη δημιουργηθούν νέα προβληματικά δάνεια.
Το απόθεμα των καθυστερούμενων οφειλών θα πρέπει να μειωθεί κατά 18 δισ. ευρώ μέσα στο 2018 ή κατά 1,5 δισ. ευρώ το μήνα.
Έτσι αναμένονται:
- Περισσότερες μακροπρόθεσμου χαρακτήρα ρυθμίσεις. Στόχος είναι το 50% των «κόκκινων» να ρυθμιστεί.
- Πλειστηριασμοί για όλα τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί. Εκτιμάται ότι θα βγουν στο σφυρί 15.000 με 18.000 ακίνητα.
- Διαγραφές «κόκκινων» δανείων. Σύμφωνα με τους επιχειρησιακούς στόχους τους οι τράπεζες θα αυξήσουν τα ποσά διαγραφών κατά 1,2 δισ. ευρώ, κυρίως στο χαρτοφυλάκιο λιανικής.
- Πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων σε funds. Οι τράπεζες βρίσκονται σε προχωρημένες συμφωνίες για την πώληση καθυστερούμενων οφειλών ύψους άνω των 13,5 δισ. ευρώ το επόμενο διάστημα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τράπεζες σκοπεύουν να ανακτήσουν ποσό 2,9 δισ. ευρώ από πλειστηριασμούς ακινήτων στεγαστικών δανείων. Και στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο σκοπεύουν να βγάλουν στο e-σφυρί δάνεια ύψους 7,5 δισ. ευρώ, να πωλήσουν άλλα 7,3 δισ. ευρώ και 5,9 δισ. ευρώ επιχειρηματικά δάνεια θα διαγραφούν.
Το μεγάλο στοίχημα
Η επιστροφή των καταθέσεων είναι άλλο ένα μεγάλο στοίχημα των τραπεζών. Το μεγαλύτερο μέρος από τα 90 δισ. ευρώ που «πέταξαν» από τα τραπεζικά γκισέ μέσα στα χρόνια των μνημονίων εξακολουθούν να παραμένουν αποθησαυρισμένα σε στρώματα και θυρίδες.
Στα τέλη Οκτωβρίου 2017 τα υπόλοιπα των καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν στα 123,68 δισ. ευρώ, από 213 δισ. ευρώ που ήταν τον Οκτώβριο του 2010.
Τους τελευταίους μήνες παρατηρείται μία μικρή μεν, σταθερή δε, επιστροφή καταθέσεων. Το διάστημα Απριλίου-Οκτωβρίου 2017 επέστρεψαν περίπου 5 δισ. ευρώ στις τράπεζες.
Από την πλευρά τους, τα τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι η πλήρης άρση των capital controls σε ό,τι αφορά την ανάληψη μετρητών που επαναπατρίζονται από το εξωτερικό, μέτρο που τέθηκε σε ισχύ από την 1η Δεκεμβρίου 2017, και επιτρέπει στον καταθέτη να «σηκώσει» το 100% του ποσού, αλλά και τα «μπόνους» στα επιτόκια που δίνουν οι τράπεζες για το «φρέσκο» χρήμα που έρχεται από το εξωτερικό ή βγαίνει από τις θυρίδες και τα στρώματα, θα «βοηθήσει» να συνεχιστεί με ταχύτερους ρυθμούς η επιστροφή των καταθέσεων.
Η επιστροφή των καταθέσεων είναι κομβικής σημασίας καθώς θα επιτρέψει στις τράπεζες να εστιάσουν στην χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.
Οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν δηλώσει πως θα στηρίξουν βιώσιμα επενδυτικά σχέδια και θα σταθούν στο πλευρό των πελατών τους.
Ωστόσο η ζήτηση για νέα δάνεια εξακολουθεί να είναι υποτονική.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία στο τέλος Οκτωβρίου ο συνολικός δανεισμός νοικοκυριών και επιχειρήσεων ήταν 186,3 δισ. ευρώ με τη μηνιαία καθαρή ροή της συνολικής χρηματοδότησης να είναι αρνητική κατά 614 εκατ. ευρώ και τον ετήσιο ρυθμό χρηματοδότησης στο -0,9%.