Ευκλείδης Τσακαλώτος, υπουργός Οικονομικών
Σήμερα, εκτός απροόπτου, αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή η ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας από τον πλειστηριασμό, με στόχο να ψηφιστεί την ερχόμενη Τετάρτη, 27 Μαρτίου, πριν από το Eurogroup της 5ης Απριλίου. Και ενώ η τροπολογία που θα αντικαταστήσει το άρθρο 9 του νόμου Κατσέλη (ν. 3869/2010) θα περιλαμβάνεται σε νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας για την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία ΕΕ 943/2016, οι διαβουλεύσεις με τους θεσμούς θα συνεχιστούν μέχρι την τελευταία στιγμή ψήφισης της. Διότι στόχος της κυβέρνησης είναι να έχει τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών για το συγκεκριμένο θέμα και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μονομερούς νομοθέτησης.
Ετσι οι τηλεδιασκέψεις με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών συνεχίστηκαν και χθες, ενώ θα ακολουθήσουν νέες μέσα στο σαββατοκύριακο.
Μάλιστα, όπως ανέφεραν χαρακτηριστικά πηγές με γνώση των διαπραγματεύσεων, «έχουμε ένα Σαββατοκύριακο μπροστά μας για να τα βρούμε» και συμπλήρωναν πως «είμαστε λιγότερο μακριά απ’ όσο πιστεύεται», αφήνοντας να εννοηθεί ότι τελικά θα υπάρξει συμφωνία με αμοιβαίες υποχωρήσεις, αφού καμία πλευρά δεν επιθυμεί μετωπική σύγκρουση.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελληνική πλευρά προτίθεται να προχωρήσει σε περιορισμό της περιμέτρου ένταξης των επιχειρηματικών δανείων στο νέο νόμο, όπως και σε περικοπή του ύψους της λοιπής ακίνητης περιουσίας του επιλέξιμου δανειολήπτη.
Χωρίς να θεωρείται τίποτα ως δεδομένο, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τα κριτήρια για ένταξη στο νέο νόμο θα είναι: η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας να μην υπερβαίνει τις 250.000 ευρώ (200.000 για τα επιχειρηματικά), ύψος οφειλής μέχρι 130.000 ευρώ και στα περιουσιακά κριτήρια το ύψος των καταθέσεων να μην υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ.
Στο μεταξύ η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι πρωταθλήτρια στα «κόκκινα» δάνεια στην ευρωζώνη, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που δημοσιοποιήθηκε χθες.
Συγκεκριμένα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ/ NPLs) στο τέλος Σεπτεμβρίου 2018, αντιπροσώπευαν το 43,6% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου και ανέρχονταν σε 90 δις ευρώ.
Ωστόσο στο τέλος του 2018, τα προβληματικά δάνεια υποχώρησαν στα 81,8 δισ. ευρώ, και ήταν μειωμένα κατά 12,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2017 και κατά 25,5 δισ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από 23%, έναντι του Μαρτίου του 2016, όταν είχε καταγραφεί το υψηλότερο επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.