Η τήρηση δημοσιονομικών υποχρεώσεων γίνεται ιδιαίτερα επισφαλής σε μεταβατικές περιόδους επισημαίνει ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης, καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο mononews.gr. Οι πολιτικές εξελίξεις επιδεινώνουν την ελκυστικότητα των επενδύσεων στη χώρα, σύμφωνα με τον κ. Πετράκη, ο οποίος επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει χαμηλή θέση στις διεθνείς κλίμακες ανταγωνιστικότητας. Ακόμη τονίζει ότι η διακοπή της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και η απουσία δημοσιονομικού χώρου είναι βασικοί παράγοντες που απομακρύνουν τις δημόσιες επενδύσεις.

  1. Πως κρίνετε την έκδοση του δεκαετούς ομολόγου; Πιστεύετε ότι θα συνεχιστεί το ενδιαφέρον από τους επενδυτές;

Το 2019 θα είναι ένα ιδιόμορφο έτος για την ελληνική οικονομία. Από τη μία μεριά γίνονται βήματα για την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα που θα φέρουν και τη μείωση του κόστους δανεισμού της, αφού υπολογίζεται ότι, υπό κανονικές συνθήκες, τον Ιούνιο του 2019 θα έχει μειωθεί στο 3,3% και τον Μάρτιο του 2020 στο 2,7%, και από την άλλη αυξάνονται οι αβεβαιότητες λόγω του πολιτικού κύκλου.

Το ενδιαφέρον των επενδυτών θα συνεχιστεί διότι μία ασφαλής χώρα, με σχετικά ρυθμισμένο χρέος, προσφέρει υψηλά επιτόκια!

  1. Ο ρυθμός ανάπτυξης του 2018 περιορίστηκε τελικά στο 1,9% σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Θεωρείτε ότι με αυτό το δεδομένο, η χώρα θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στα υψηλά πλεονάσματα και στις υποχρεώσεις απέναντι στους δανειστές;

Η μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης, σε σχέση με τις προσδοκίες της κυβέρνησης και των διεθνών οργανισμών, αλλά όχι και τις δικές μας, δείχνει την αναιμική δυναμικής της ανάπτυξης, αλλά δεν απειλεί άμεσα τις βασικές μας υποχρεώσεις. Αυτές προσδιορίζονται με μεθοδολογίες που δεν είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες σ’ αυτές τις σχετικά μικρές διακυμάνσεις.

Το 2019 όμως, το ζήτημα της τήρησης των υποχρεώσεων θα πρέπει να το παρακολουθήσει κάποιος πολύ πιο προσεκτικά δεδομένου των επικείμενων πολιτικών εξελίξεων.

Πάντοτε, σε μεταβατικές περιόδους, η τήρηση δημοσιονομικών υποχρεώσεων γίνεται ιδιαίτερα επισφαλής.

  1. Το 4ο τρίμηνο του προηγούμενου έτους συνεχίστηκε η ελεύθερη πτώση των επενδύσεων. Τι φταίει και τι πρέπει να αλλάξει για την προσέλκυση νέων επενδυτών;

Στη σημερινή Ελλάδα η προσέλκυση επενδυτών είναι πολύ δύσκολη υπόθεση. Η χαμηλή θέση της Ελλάδος στις διεθνείς κλίμακες ανταγωνιστικότητας, η διακοπή της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και η απουσία δημοσιονομικού χώρου που θα ενέκρινε δημόσιες επενδύσεις είναι οι βασικοί παράγοντες. Τώρα προστίθεται και ο πολιτικός κύκλος που επιδεινώνει την ελκυστικότητά μας. Ευτυχώς όμως η κατεύθυνση των εξελίξεων είναι μονόδρομος: είτε αυτό το κυβερνητικό κόμμα είτε η αντιπολίτευση θα πρέπει να προσφέρουν ένα καθαρότερο ορίζοντα στους επενδυτές. Όμως επειδή ταυτοχρόνως ασκούνται και αντίρροπες δυνάμεις θα πρέπει να επαναφέρουμε στην αναπτυξιακή διατηρησιμότητα.

  1. Το σχέδιο για την διευθέτηση των κόκκινων δανείων είναι προς την σωστή κατεύθυνση;

Εάν με ρωτάτε εάν είναι σε σωστή κατεύθυνση η πρόθεση των διοικούντων (Ελλήνων και ετέρων) να επιλύσουν το πρόβλημα θα συμφωνήσω και θα επικροτήσω. Όμως έχω να παρατηρήσω δύο σημεία. Πρώτον, δεν γνωρίζουμε, δεν γνωρίζει δηλαδή η κοινωνία, την ακριβή διάσταση του προβλήματος. Δεύτερον, δεν γνωρίζουμε τη λύση που επεξεργάζονται στο ζήτημα των κόκκινων δανείων των ιδιωτών. Το ότι ανακοινώνονται κάθε τόσο συμφωνία στο θέμα αυτό δεν είναι αρκετό.

Η τελική λύση στο ζήτημα των κόκκινων δανείων θα είναι ένας συνδυασμός πρωτοβουλιών: κόκκινα δάνεια ιδιωτών, οχήματα ειδικού σκοπού με διαφορετικά χαρακτηριστικά, πλατφόρμα εξωδικαστικού συμβιβασμού κλπ. Όλα πρέπει να μπουν στο τραπέζι. Το συντομότερο όμως. Ο χρόνος δεν είναι σύμμαχός μας στο θέμα αυτό.

  1. Θεωρείτε ότι οι επιχειρήσεις θα καταφέρουν να διαχειριστούν την αύξηση του λειτουργικού τους κόστους λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού;

Η ξαφνική (σε μέγεθος) αύξηση του λειτουργικού κόστους λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού μειώνει σαφώς την ανταγωνιστικότητα, αν και σε περιορισμένο βαθμό.

Εκτιμώ ότι οι επιχειρήσεις θα μπορέσουν να την διαχειριστούν σε οικονομικούς όρους.

Πιο σοβαρό, όμως, είναι το θέμα του σήματος που δίνουμε στην οικονομία.

Αυτό που προέχει είναι να δώσουμε προσοχή στην αύξηση της παραγωγικότητας, δηλαδή τις επενδύσεις, στη μείωση του μη εργατικού κόστους και, βεβαίως, στον τρόπο που διανέμεται το παραγόμενο εισόδημα. Αναδιανομή του πλούτου δεν νοείται εάν πρώτα δεν αυξηθεί η πίτα που παράγεται.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Capital Economics: Γιατί βλέπει σύννεφα στον ορίζοντα για την ελληνική οικονομία και «προσγείωση» του ΑΕΠ στο 0,5% το 2020

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πλάτων Τήνιος: «Η βιώσιμη ανάπτυξη δεν προκύπτει από συνεχείς εκλογές με σπίλωση των αντιπάλων»

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Απόστολος Βακάκης: Οι φόβοι του Mr Jumbo για… Grexit, πόλεμο, τρομοκρατία και η «άμυνα» με το γεμάτο ταμείο