ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στην περίπτωση του Κώστα Σημίτη, έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός, όχι με νίκη μέσα από τις εθνικές κάλπες, αλλά διαδεχόμενος τον Ανδρέα Παπανδρέου, που είχε (ξανα)φέρει το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1993. Μετέπειτα ο Σημίτης, ως αρχηγός του κόμματος, κέρδισε διαδοχικά τις εκλογές του 1996 και του 2000.
Από την άλλη πλευρά, ναι μεν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης οδήγησε τη Νέα Δημοκρατία σε τρείς σερί εκλογικές νίκες, δύο το 1989 και μία το 1990,αλλά -ελέω εκλογικού νόμου- μόνο την τελευταία φορά έγινε πρωθυπουργός.
Στην παρούσα φάση, ούτε ο Αλέξης Τσίπρας δεν θα καταφέρει να γλυτώσει από την «κατάρα του 3». Τουλάχιστον αυτή είναι η παγιωμένη αίσθηση, που προκύπτει από τα δημοσκοπικά ευρήματα, τα οποία δείχνουν ότι η κυβέρνηση Σύριζα είναι σε αποδρομή. Με τη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη να έχουν την «καθαρή νίκη» στο εκλογικό στίβο. Κάτι το οποίο, με βάση πάντα τις δημοσκοπήσεις, αλλά και με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στο κοινωνικό τοπίο, δεν φαίνεται να ανατρέπεται.
Ακόμη, βέβαια, αποτελεί ανοικτό ερώτημα το πότε θα γίνουν οι πρώτες… μεταμνημονιακές εκλογές στη χώρα. Το «μαχητό» διακύβευμα της οποίας δεν είναι η πρωτιά, αλλά η διαφορά που θα έχει «στο τέλος της ημέρας « η Νέα Δημοκρατία από τον δεύτερο Σύριζα. Όπως επίσης και αν τελικά θα κατορθώσει η Ν.Δ να βγεί αυτοδύναμη από τις κάλπες, λαμβάνοντας τις 151 από τις 300 έδρες του εθνικού κοινοβουλίου. Κάτι που σαφώς έχει αυξημένες απαιτήσεις, αλλά υπό όρους και προϋποθέσεις μπορεί να καταστεί εφικτό.
Όσο κι αν μοιάζει οξύμωρο, το καθοριστικό στοιχείο της αυτοδυναμίας είναι το ποσοστό που θα λάβουν τα κόμματα τα οποία δεν θα εκπροσωπηθούν στη βουλή, αν δεν πιάσουν το όριο του απαιτούμενου 3% στην επικράτεια. Έτσι όπως διαμορφώνεται ο εκλογικός νόμος, όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της αναντιπροσώπευτης ψήφου τόσο… χαμηλώνει ο πήχης για την επιζητούμενη αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος.
Ο πρώτος τα παίρνει όλα
Σε αντίθεση με ότι ενδεχομένως πιστεύεται, η διαφορά του πρώτου από το δεύτερο κόμμα δεν παίζει κανένα ρόλο. Διότι(θεωρητικά) μπορεί ακόμη και μία ψήφος διαφορά να δώσει την αυτοδυναμία στο κόμμα που θα υπερισχύσει… Και τούτο, καθώς ο εκλογικός νόμος δείχνει να διαπνέεται από το… αμερικανικό δόγμα στον αθλητισμό, που λέει ότι «ο πρώτος τα παίρνει όλα και ο δεύτερος τίποτα».
Στα χρόνια της μεταπολίτευσης έχουν γίνει 17 εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά καμία από αυτές στους μήνες Φεβρουάριο, Ιούλιο, Αύγουστο και Δεκέμβριο. Ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει ότι η προσφυγή στις κάλπες θα γίνει μετά από την ολοκλήρωση της θητείας της κυβέρνησης, τον προσεχή Οκτώβριο. Ωστόσο, οι πάντες θεωρούν ότι αυτό είναι μια βερμπαλιστική αναφορά και ότι οι εθνικές κάλπες θα στηθούν πολύ νωρίτερα. Τουλάχιστον θεωρητικά ακόμη και το «άβατο» του Φεβρουαρίου μπορεί να «σπάσει», αν ληφθεί υπόψη ότι την ερχόμενη Παρασκευή, η κυβέρνηση θα υπερπηδήσει και το εμπόδιο της υπερψήφισης, από τη Βουλή, της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ορισμένοι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η Κυβέρνηση Τσίπρα θα θελήσει πρώτα να καταλαγιάσει ο «μέγας θυμός» του εκλογικού σώματος για το Μακεδονικό και έπειτα να ζητηθεί η προσφυγή στις κάλπες. Οι ίδιοι αναλυτές βλέπουν, ότι η επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης θα περιλάβει και την επικείμενη έξοδο στις αγορές, με μια μικρή 5ετή έκδοση ομολόγου της τάξεως των 2 δις ευρώ. Αν αυτό καταστεί εφικτό, από το κλίμα στο διεθνές περίγυρο, που επι του παρόντος δεν είναι απαγορευτικό. Κάτι που δεν ισχύει για ένα 10ετές ομόλογο, το οποίο εκείνο είναι το δύσκολο.
Σε κάθε περίπτωση και όπως όλα δείχνουν, οι κυλιόμενες δημοσκοπήσεις που γίνονται για λογαριασμό της κυβέρνησης, θα έχουν εξέχουσα σημασία για το πότε θα γίνουν οι εκλογές. Αν η «ψαλίδα» μειώνεται θα πάνε πίσω, αν όμως ανοίγει κι άλλο τότε μάλλον θα επισπευσθούν. Πιθανώς για το Μάιο, μαζί με τις αυτοδιοικητικές και τις ευρωεκλογές. Ή και νωρίτερα…
Η «σαλαμοποίηση» των μικρών και οι δημοσκοπήσεις
Ανεξαρτήτως αυτών, η «σαλαμοποίηση» των μικρότερων κομμάτων, κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι η νέα βουλή θα έχει λιγότερα κόμματα (5 από τα σημερινά 8) και κατ’ επέκταση ενισχυμένο το ποσοστό του «νέου δικομματισμού». Όπως αυτό καταγράφεται από την εκλογική δύναμη της ΝΔ και του Σύριζα.
Αθροιστικά, το ποσοστό αυτό από το χαμηλό του 35,64% του Μαΐου του 2012 πήγε στο 56,55% του Ιουνίου της ίδιας χρονιάς, για να διαμορφωθεί στη συνέχεια στο 64,15% τον Ιανουάριο του 2015 και στο 63,55% του Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.
Οι δημοσκόποι βλέπουν ότι στη νέα βουλή θα είναι ΝΔ, Σύριζα, ΚΙΝΑΛ, Χρυσή Αυγή και ΚΚΕ, με το Ποτάμι, τους ΑΝΕΛ και την Ένωση Κεντρώων να μένουν εκτός. Όπως και τα άλλα μικρότερα κόμματα. Παρά ταύτα το ποσοστό του στατιστικού σφάλματος για όλα αυτά είναι υψηλό και ικανό να κρύβει εκπλήξεις. Ειδικά μάλιστα όταν η «δεξαμενή» των αναποφάσιστων είναι ακόμη πολύ μεγάλη.
Η δημοσκόπηση της Marc (για το χθεσινό «Πρώτο Θέμα») δίνει με αναγωγές και ως κεντρική τιμή για την εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος, τη ΝΔ στο 32% και τον Σύριζα στο 23,1% με 158 και 78 έδρες αντίστοιχα. Όλα αυτά όμως με την αναντιπροσώπευτη ψήφο να είναι στο… 26,2%, από το οποίο το 14,2% να ορίζεται στην κατηγορία των αναποφάσιστων. Φυσικά, στα αποτελέσματα των εκλογών αναποφάσιστοι δεν υπάρχουν, οπότε και εύλογα θα προκύψουν στην κάλπη οι όποιες διαφοροποιήσεις από τις παραπάνω εκτιμήσεις.
Στην ίδια δημοσκόπηση πάντως, ο Σύριζα εμφανίζεται να μειώνει την απόσταση που είχε προ τριμήνου από τη ΝΔ, η οποία όμως, διατηρεί σημαντικά ποιοτικά κριτήρια υπεροχής.
Με βάση τα δεδομένα των δέκα τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων, το μεγαλύτερο ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων ήταν αυτό του 19% που συγκέντρωσαν τον Μάιο του 2012.
Στις δύο εκλογές του 2015 έμειναν εκτός κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης το 8,6% και το 6,4% αντίστοιχα. Κάπου ανάμεσα ή και παραπάνω μπορεί να πάει τώρα το ποσοστό αυτό. Οπότε στην περίπτωση αυτή, η αυτοδυναμία των 151 εδρών ενδέχεται να «παίξει» ανάμεσα στα ποσοστά του 36,5% και 37,5% για το πρώτο κόμμα και εν προκειμένω για τη ΝΔ. Κάτι που φυσικά θα εξαρτηθεί από τη βούληση εκείνων που θα προσέλθουν στις κάλπες. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι τα έγκυρα ψηφοδέλτια στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 ήταν 5,4 εκατ. έναντι των περίπου…6,2 εκατ. του Ιανουαρίου της ίδιας χρονιάς.
Για το πλαφόν του 3% της εισόδου στη Βουλή απαιτούνται περίπου 163.000 ψήφοι, σύμφωνα με τα δεδομένα των τελευταίων εκλογών.
Σε ό,τι αφορά το εκλογικό σύστημα, οι 250 έδρες μοιράζονται αναλογικά στα κόμματα που μπαίνουν στη Βουλή, ενώ οι υπόλοιπες 50 είναι το πριμ του πρώτου κόμματος.
Η μεθοδολογία του υπολογισμού γίνεται ως εξής και με υποθετικό παράδειγμα ότι το πρώτο κόμμα παίρνει 37%, τα εκτός Βουλής κόμματα συγκεντρώνουν το 9% και τα εντός Βουλής το υπόλοιπο 91%. Τότε το πρώτο κόμμα παίρνει 250Χ37=9250/91= 101,64+50=151,61. Παραλειπομένου του κλάσματος οι έδρες που αναλογούν είναι 151.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Πάνος Λασκαρίδης: Επιστροφή στο «κύτταρο» του Ιδρύματος
- Το θέμα των ανισοτήτων είναι επιτέλους στο ευρωπαϊκό ραντάρ
- Σε αχαρτογράφητα νερά οι εταιρείες τεχνολογίας – Ποιοι λένε «Πρώτα η Ευρώπη»
- Χρηματιστήριο: Tι μπορεί να επαναφέρει ακόμα και σήμερα την αγορά, ποια χαρτιά πλήρωσαν την «μήνιν» των πωλητών