Το τρίτο μνημόνιο τελείωσε, όμως η ελληνική οικονομία δεν κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, τα επιτόκια δεν αποκλιμακώθηκαν και η Ελλάδα δε προσελκύει επενδύσεις. Αντίθετα το υψηλό κόστος του χρήματος αποθαρρύνει και μεγάλες επιχειρήσεις προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε ανταγωνιστικά επιτόκια και να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξή τους μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό, ενώ το Χρηματιστήριο παραπαίει, αιχμάλωτο ενός ευρύτερα ανησυχητικού κλίματος. Ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Παγουλάτος, εξηγεί στο mononews ποιοι παράγοντες οδήγησαν στο σημερινό αποτέλεσμα αντί για την έξοδο στις αγορές και δηλώνει ότι οι επενδυτές φοβούνται το λαϊκισμό της προεκλογικής περιόδου στην οποία ουσιαστικά βρίσκεται η χώρα την επόμενη περίοδο.
Γιατί δεν έπεσαν τα επιτόκια και δεν βγήκαμε στις αγορές με το τέλος του 3ου μνημονίου; Θα μπορούσαν να είχαν γίνει κάποιες κινήσεις που θα έφερναν καλύτερα αποτελέσματα;
Τα επιτόκια δεν έπεσαν, γιατί, παρότι τέλειωσε το τρίτο μνημόνιο, υπάρχει ακόμη μια εικόνα ευπάθειας που εκπέμπει η ελληνική οικονομία ως μια οικονομία της περιφέρειας και για πολλούς επενδυτές δεν έχει χάσει την εικόνα μιας οικονομίας υψηλού κινδύνου. Και οι κίνδυνοι στην Ευρωζώνη, όπως η Ιταλία, γίνονται μεγαλύτεροι κίνδυνοι όσο πιο ευπαθής είναι μια οικονομία. Άλλοι λόγοι είναι η ευπάθεια του τραπεζικού συστήματος λόγω των κόκκινων δανείων, η αδύναμη ανάπτυξη που είχαμε το 2017 και το δημοσιονομικό πλαίσιο το οποίο θεωρείται αρκετά περιοριστικό γιατί έχει οδηγήσει σε μεγάλο βάρος φόρων και εισφορών. Αλλά επίσης και η κυβερνητική ατολμία για μεταρρυθμίσεις.
Κάποιες από τις παραπάνω δυσκολίες δεν μπορούσαν να αποφευχθούν, όπως η κρίση στην Ευρωζώνη λόγω Ιταλίας, άλλους όμως παράγοντες θα μπορούσαμε να τους ελέγξουμε.
Το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής μπορούσε να μη βασιζόταν στις πολύ υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις που σε συνδυασμό με τις εισφορές λειτουργούν αντιαναπτυξιακά, η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε εκπέμψει μεταρρυθμιστική τόλμη και να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, αν είχαν προχωρήσει κάποια εμβληματικά project, ίσως άλλαζε αυτή η εικόνα. Σήμερα ο απολογισμός είναι αρνητικός. Φαίνεται ότι οι επενδύσεις καθυστερούν, όταν δεν προχωρούν οι Σκουριές και η επένδυση στο Ελληνικό άργησε πολύ και ακόμη δεν έχουν μπει οι μπουλντόζες.
Εμβληματικές επενδύσεις ή εμβληματικές αποκρατικοποιήσεις θα μπορούσαν να δώσουν το σήμα ότι η κατάσταση αλλάζει, αλλά δεν έχουν γίνει. Χρειάζεται μια δραστική αλλαγή πεποιθήσεων και προκαταλήψεων, δηλαδή δεν έφτανε απλά να «τελειώσει το μνημόνιο» για αλλά να αλλάξει η σηματοδότηση. Κάποιες εμβληματικές κινήσεις είναι απαραίτητες που θα ανατρέψουν την αρνητική προκατάληψη. Δεν λέω ότι είναι εύκολες αλλά λέω τί θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει θετικά.
Αν υπήρχε η πιστοληπτική γραμμή θα βοηθούσε;
Σίγουρα θα βοηθούσε. Το σκεπτικό της πιστοληπτικής γραμμής ήταν ακριβώς αυτό, ότι ακόμη και με το τέλος του μνημονίου η χώρα έχει μια αδύναμη οικονομία και σε περίπτωση ευρύτερων κινδύνων στο περιβάλλον της Ευρωζώνης γίνεται περισσότερο ευάλωτη. Αν είχαμε επιλέξει την πιστοληπτική γραμμή, θα μας εξασφάλιζε χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες και θα έδινε μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας, και πιθανότατα συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έστω στο τελευταίο στάδιο που θα μείωνε τα κόστη χρηματοδότησης και θα άλλαζε την εικόνα της ευπάθειας.
Η ελληνική οικονομία αν δεν αποτινάξει αυτή την εικόνα της ευπάθειας (που τώρα συμβαίνει και λόγω της Ιταλίας), επειδή οι αγορές γίνονται πολύ πιο εχθρικές για τους αδύναμους, διατρέχει τον κίνδυνο να θεωρηθεί υψηλού κινδύνου και τότε τα κεφάλαια θα φεύγουν ενεργοποιώντας ένα αρνητικό φαύλο κύκλο.
Η κυβέρνηση δηλώνει πανταχόθεν ότι θέλει τις επενδύσεις και προσπαθεί να προσελκύσει επενδυτές. Τι κάνει λάθος;
Η πρόθεση δεν φτάνει. Τα αποτελέσματα έπρεπε να είναι πιο αποφασιστικά και πιο θεαματικά. Γιατί μιλάμε για μια χώρα εις βάρος της οποίας έχουν δημιουργηθεί αρνητικές προκαταλήψεις κυρίως με ευθύνη αυτής της κυβέρνησης μέχρι το 2016. Επομένως η κυβέρνηση είχε πολύ δρόμο να καλύψει για να σβήσει αυτές τις προκαταλήψεις που η ίδια δημιούργησε και χρειαζόταν κινήσεις υψηλού συμβολισμού. Επίσης οι επενδυτές προβλέπουν ότι έρχεται μια προεκλογική περίοδος και θεωρούν ότι δεν πρόκειται να δουν κινήσεις μεταρρυθμίσεων αλλά κινήσεις λαϊκισμού και έτσι δεν δείχνουν εμπιστοσύνη.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο αρνητικό κατά τη γνώμη σας από την αλλαγή έδρας της ΤΙΤΑΝ, από τη στιγμή που η εταιρεία συνεχίζει να φορολογείται και να παράγει στη χώρα;
Υπάρχει μια αρνητική σηματοδότηση όταν μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις της χώρας, εξωστρεφής και σημαντική δίνει το μήνυμα ότι μια εταιρεία για να μπορέσει να έχει πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου πρέπει να απεμπλακεί από τη σφραγίδα της ελληνικής επιχείρησης. Είναι μια ομολογία ότι όταν είσαι ελληνική επιχείρηση δεν μπορείς να έχεις πρόσβαση σε φθηνό κεφάλαιο σε μια εποχή που θέλουμε να προσελκύσουμε επενδύσεις.
Αποδεικνύει στην πράξη, τους περιορισμούς που αντιμετωπίζουν μεγάλες επιχειρήσεις που χρειάζονται χαμηλού κόστους κεφάλαια για να αναπτυχθούν, όταν έχουν έδρα την Ελλάδα και είναι στο Ελληνικό Χρηματιστήριο.