Η ακτοπλοϊκή Attica Group, το μεγάλο δανειακό «πακέτο» Jupiter που βγαίνει «στο σφυρί» από την Alpha Bank, αλλά και η συμφωνία με τον όμιλο Χαραγκιώνη, συνθέτουν το βασικό κάδρο με τους τρεις στόχους για deal που έχει μπροστά του το Fortress. Όχι όμως, όπως όλα δείχνουν, με την ίδια χρονολογική σειρά ως προς την έκβασή τους. Παράλληλα, όμως, το πανίσχυρο κεφαλαιακά fund Fortress σκοπεύει να διευρύνει τη θέση του και στην εγχώρια αγορά εναλλακτικών πηγών ενέργειας, μετά από την πρόσφατη εξαγορά των 10 αιολικών πάρκων από τον όμιλο του Γιώργου Λογοθέτη, που έχασε το επιχειρηματικό του «στοίχημα» στην Ελλάδα.

Δε χωρά αμφιβολία ότι για το Fortress έχει βαρύνουσα σημασία το δρομολογούμενο deal με την Attica Group, καθώς πέραν των άλλων, πρόκειται για τη μεγαλύτερη δουλειά του Fund στη χώρα μας. Όπου ήδη έχει κάνει τοποθετήσεις της τάξεως του μισού δισ. ευρώ.

Αναμφίβολο όμως είναι και το γεγονός ότι το αμερικανικό fund, που ελέγχεται από τον… Ιάπωνα μεγιστάνα Μασαγιόσι Σαν, χρειάζεται κατά κανόνα αρκετό διάστημα για να ολοκληρώσει τις συμφωνίες που διαχειρίζεται στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι για το deal με τα αιολικά πάρκα, απαιτήθηκαν κάπου οκτώ μήνες διαπραγματεύσεων.

Σε αντίστοιχο μήκος κύματος κινούνται και η συζητήσεις για την Αttica Group, στην οποία ο όμιλος της MIG ελέγχει το 79,38%, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς κατέχει ποσοστό 11,84%. Στο χαρτοφυλάκιο της εισηγμένης ακτοπλοϊκής, υπάρχει πλέον και η Hellenic SeaWays, με συνέπεια να διαμορφώνεται ένα σχήμα που έχει ρόλο «εθνικού πρωταθλητή» στον συγκεκριμένο τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Κι άλλο χρονικό περιθώριο

Από τον περασμένο Μάιο, το Fortress ξεκίνησε τη διαδικασία εσωτερικού ελέγχου (due diligence) στην Attica, με το Fund να παίρνει στη συνέχεια και περίοδο αποκλειστικότητας στις διαπραγματεύσεις με τη MIG.

Την ερχόμενη Παρασκευή, 28 Σεπτεμβρίου, εκπνέει αυτή η περίοδος, αλλά, όπως όλα δείχνουν, το fund αναμένεται να ζητήσει και να πάρει επιπλέον χρόνο για αποκλειστικές συζητήσεις με τη MIG.

Άλλωστε και οι δύο πλευρές διατηρούν πολύ καλό δίαυλο επικοινωνίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται από καλά ενημερωμένες πηγές της αγοράς.

Οι ίδιες αυτές πηγές επισημαίνουν ακόμη ότι οι διαπραγματεύσεις είναι σύνθετες, αφού στην κεντρική εξίσωση που αφορά το τίμημα, έχουν και άλλες παράμετροι. Ειδικά δε εκείνη που αφορά την άνοδο των τιμών του πετρελαίου, η οποία εκτιμάται ότι επιφέρει πρόσθετα κόστη για καύσιμα των πλοίων, της τάξεως των 20 εκατ. ευρώ ετησίως, στον ακτοπλοϊκό όμιλο.

Ο ανταγωνισμός, βεβαίως, δέχεται ακόμη ισχυρότερες επιπτώσεις, λόγω των συγκριτικά ασθενέστερων «γραμμών άμυνας» που διαθέτει.

Τα «ντεσού» της συμφωνίας των 700 εκατ. ευρώ

Σε κάθε περίπτωση, η αίσθηση που κυριαρχεί στους ανθρώπους της αγοράς, είναι για ένα τίμημα της τάξεως των 350 εκατ. ευρώ, για το σύνολο των μετοχών της Attica Group. Μάλιστα, καθώς λέγεται, αυτή η «ζώνη τιμών» είναι καθοριστική, αφού σε πιο χαμηλά επίπεδα το deal δε φαίνεται ότι μπορεί να «κλειδώσει».

Την ίδια στιγμή, όμως, άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι στις προθέσεις τις ΜIG είναι να υπάρξει συμφωνία στην περιοχή των 370-380 εκατ. ευρώ.

Όπως είναι φυσικό, πέρα από το τίμημα, το Fortress θα κληθεί να αναλάβει και τον «καθαρό» δανεισμό (δάνεια μείον τα ταμειακά διαθέσιμα) της Attica Group που, μαζί με αυτόν της μη εισηγμένης Hellenic SeaWays, διαμορφώνεται στα 329 εκατ. ευρώ, με τα δεδομένα της περσινής ετήσιας χρήσης.

Με άλλα λόγια η αξία του deal (τίμημα για τις μετοχές και δάνεια) υπολογίζεται στα επίπεδα των 700 εκατ. ευρώ.

Συγκριτικά και μόνο, το deal αυτό είναι 1,7 φορές μεγαλύτερο από αυτό της εκχώρησης του «Υγεία» στο CVC Capital, του οποίου η συνολική αξία διαμορφώθηκε στα 411 εκατ. ευρώ.

Βέβαια, σε ό,τι αφορά το Fortress, εκείνο το ίδιο είναι που κατέχει δάνεια 102 εκατ. ευρώ στην Attica, εκ των οποίων ένα ομολογιακό ύψους 50 εκατ. ευρώ είναι μετατρέψιμο και ικανό να δώσει μια ισχυρή μειοψηφική συμμετοχή στην ακτοπλοϊκή. Κάτι όμως που δεν πράττει το Fund, στο πλαίσιο των αρμονικών σχέσεων, τις οποίες έχει «χτίσει». Για την αρωγή φυσικά, εισπράττει τους συμφωνημένους τόκους.

Στο χρηματιστήριο, η μετοχή της Attica βρίσκεται τώρα στα 1,53 ευρώ και η αποτίμηση της εταιρείας είναι στα 325,8 εκατ. ευρώ. Με τη μετοχή στα 1,63 ευρώ, η αποτίμηση της εταιρείας πάει στα 350 εκατ., ενώ με άνοδο της μετοχής στα 1,76 ευρώ, η κεφαλαιοποίηση ακουμπά τα 380 εκατ. ευρώ.

Τουλάχιστον επί του παρόντος, δεν μπορεί να προδικαστεί πόσο ακόμη διάστημα θα απαιτηθεί για να ολοκληρωθεί η συμφωνία Fortress-MIG για την Attica Goup. Θα εξαρτηθεί από τις επιμέρους συγκλίσεις, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα βρεθούν, όπως πιστεύουν όλοι στην αγορά.

Το Jupiter, ο Χαραγκιώνης και τα αιολικά

Από το Fortress όμως, εκδηλώνεται ισχυρό ενδιαφέρον και για την απόκτηση του «πακέτου» των «κόκκινων» δανείων, που εκποιείται από την Alpha Bank. To αποκαλούμενο Project Jupiter αφορά μη εξυπηρετούμενα δάνεια επιχειρήσεων, ονομαστικής αξίας περίπου ενός δις ευρώ και συνοδευόμενα από εξασφαλίσεις επί ακινήτων. Μάλιστα περίπου 80 από αυτά τα ακίνητα είναι ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα.

Οι δεσμευτικές προσφορές αναμένεται να κατατεθούν στις 15 Οκτωβρίου και το Fund θα είναι ένας από τους (αναμενόμενους πέντε) διεκδικητές.

Στο στόχαστρο του Fortress παραμένει ακόμη και η σύνθετη συμφωνία της εξαγοράς δανείων του ομίλου Χαραγκιώνη, που συζητείται για περισσότερο από ένα χρόνο και προϋποθέτει να δοθεί το «πράσινο φως» και από τις πιστώτριες τράπεζες.

Μέσω των δανείων, το fund θα αποκτήσει πρόσβαση στη διαχείριση των 63 ακινήτων του ομίλου, τα οποία όμως απεικονίζονται ιδιοκτησιακά σε δεκάδες εταιρείες.

Εκτιμάται ότι το fund σκοπεύει να διαθέσει περί τα 100 εκατ. ευρώ για τη συγκεκριμένη συμφωνία, έχοντας παράλληλα τη δυνατότητα να λειτουργήσει και ως κεφαλαιακή «ασπίδα προστασίας» αν αυτό απαιτηθεί από ενεχόμενες εξελίξεις.

Πέραν τούτων και αναφορικά με τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, το Fortess επιζητεί να ενισχύσει περαιτέρω την παρουσία του στην αγορά. Κάτι που ήδη έχει οδηγήσει στις πρώτες διεργασίες, χωρίς ωστόσο να έχει μορφοποιηθεί ο επόμενος στόχος.

Σε ό,τι αφορά τα πρόσφατα αποκτηθέντα αιολικά πάρκα, η διαχείριση συνεχίζει να γίνεται από τα υπάρχοντα έμπειρα στελέχη, προερχόμενα από τη γαλλική EDF.