«Τα αποτελέσματα των stress test που δημοσιεύθηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Μάιο δείχνουν ανθεκτικότητα των ελληνικών τραπεζών στο βασικό σενάριο, αλλά σημαντική εξάντληση κεφαλαίων στο δυσμενές σενάριο» αναφέρει το ΔΝΤ στην έκθεσή του για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας (βάσει του άρθρου IV του καταστατικού του).

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι στην περίπτωση που ζητηθεί στις τρεις τράπεζες με το χαμηλότερο CET1 (σ.σ. δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας) να διατηρήσουν, στο δυσμενές σενάριο, τους κεφαλαιακούς δείκτες τους ευθυγραμμισμένους με την κεφαλαιακή απαίτηση του 7,5%-8%, τότε το σχετικό κεφαλαιακό έλλειμμα θα μπορούσε να κυμανθεί μεταξύ 1,3 δισ. ευρώ και 1,9 δισ. ευρώ.

Οι ελληνικές «τράπεζες αντιμετωπίζουν επίσης σημαντικές προκλήσεις σε ό,τι αφορά τη διαχείριση ενεργητικού-παθητικού, κάτι που φαίνεται καθαρά από τις συστηματικές συνεχιζόμενες παραβιάσεις των απαιτήσεων για τη ρευστότητα».

«Είναι αναγκαίο να μειωθεί η σχετική σημασία των αναβαλλόμενων φορολογικών περιουσιακών στοιχείων, στο πλαίσιο της ελληνικής νομοθεσίας (τα οποία ξεπερνούν το ήμισυ του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας – CET1 – τραπεζών)», σημειώνει και προσθέτει: «Με δεδομένη την περιορισμένη οργανική δημιουργία κεφαλαίων από τις τράπεζες, θα πρέπει να εξεταστεί σε βραχυπρόθεσμο με μεσοπρόθεσμο διάστημα το ενδεχόμενο άντλησης κεφαλαίων (π.χ. μέσω της έκδοσης χρηματοοικονομικών τίτλων στις ιδιωτικές αγορές, κάτι που συνάδει με τον στόχο της περαιτέρω μείωσης της συμμετοχής του Δημοσίου)».

Όπως υπογραμμίζει το ΔΝΤ, «στο τέλος του Μαρτίου του 2018, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) των ελληνικών τραπεζών ήταν τα υψηλότερα στην ΕΕ ανερχόμενα στο 49% του συνόλου των δανείων, με δείκτη κάλυψης 49%».

«Οι τράπεζες έχουν μέχρι στιγμής επιτύχει τους στόχους για τη μείωση των NPEs που υποβλήθηκαν στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), αλλά σε μεγάλο βαθμό επειδή οι στόχοι έχουν τεθεί εκ των υστέρων», σημειώνει.

«Με τα υφιστάμενα χαρτοφυλάκια να επιβαρύνουν την κερδοφορία, οι τράπεζες έχουν περιορισμένες προοπτικές για εσωτερική παραγωγή κεφαλαίων», αναφέρεται επίσης.

Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνεται ότι «με το βελτιωμένο νομικό πλαίσιο που έχει τεθεί πλέον σε ισχύ, τράπεζες και δανειολήπτες έχουν στη διάθεσή τους τα εργαλεία για να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια και χρειάζονται πιο φιλόδοξοι στόχοι και περισσότερα κίνητρα για να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα».

Σε επίπεδο διακυβέρνησης, σημειώνεται ότι υπάρχει βελτίωση (έχουν ενισχυθεί τα διοικητικά συμβούλια και η ανώτατη διοίκηση), αλλά χρειάζεται να γίνουν και άλλα βήματα για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τα βέλτιστα πρότυπα.

Τέλος το ΔΝΤ προειδοποιεί κατά των πρωτοβουλιών για τη μείωση των NPEs που δημιουργούν νέους δημοσιονομικούς κινδύνους, όπως είναι η ανάπτυξη ενός προγράμματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνει εγγυήσεις του Δημοσίου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: ΔΝΤ: Δεν αρκεί για τις αγορές η συμφωνία για το χρέος, «δεδομένη» η μείωση συντάξεων και αφορολόγητου