Κενό γράμμα παραμένει μέχρι σήμερα η ανάθεση της διαχείρισης κόκκινων δανείων που έχουν προβλεφθεί από τη συμφωνία κυβέρνησης και θεσμών, στις εξειδικευμένες εταιρείες που έχουν δημιουργηθεί για αυτό το σκοπό. Η πρόσφατη αδειοδότηση την περασμένη Παρασκευή από την Τράπεζα της Ελλάδος δύο ακόμη εταιρειών διαχείρισης κόκκινων δανείων, ανεβάζει τον αριθμό τους σε δέκα και υπερβαίνει τις αρχικές προβλέψεις, που έκαναν λόγο για επτά εταιρείες.
Οι δέκα εταιρείες διαχείρισης συνωστίζονται «στην ποδιά» των τεσσάρων συστημικών τραπεζών προκειμένου να αποσπάσουν προς διαχείριση μέρος του χαρτοφυλακίου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ύψους 105 δις ευρώ, που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες, αλλά τα αποτελέσματα είναι μέχρι σήμερα πενιχρά.
Οι τράπεζες αποδεικνύονται φειδωλές στην αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων μέσω της ανάθεσης σε τρίτους της διαχείρισης και η αναμονή προκαλεί εκνευρισμό σε ξένα επενδυτικά κεφάλαια που έχουν τοποθετήσει στη χώρα μας δεκάδες εκατομμύρια για την απόκτηση μιας άδειας και τη λειτουργία ενός οργανωμένου μηχανισμού με εξειδικευμένα στελέχη και προσωπικό που ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές που έχει θέσει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Να σημειωθεί ότι οι εταιρείες διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, που έχουν αδειοδοτηθεί μέχρι σήμερα από την ΤτΕ είναι οι εξής:
•Cepal σύμπραξη της Alpha Bank και της Centerbridge
•Pillarstone σύμπραξη του KKR, της Alpha και της Eurobank
•FPS θυγατρική της Eurobank
•ΘΕΑ Άρτεμις θυγατρική της τράπεζας Αττικής και της Algridge
•Resolute Asset Management
•UCI
•Independent Portfolio Asset Management – θυγατρική της Alvarez & Marshal
•B2Kapital
•QQuant
•DVO1 Asset Managent
Μεταξύ αυτών μέχρι σήμερα έχουν ενεργοποιηθεί η Cepal, που ως θυγατρική της Alpha Bank και της Centerbridge, έχει αναλάβει τη διαχείριση κόκκινων δανείων ύψους 4 δις ευρώ της Alpha και η ΘΕΑ Άρτεμις θυγατρική, η οποία ως θυγατρική της τράπεζας Αττικής και της Algridge έχει αναλάβει τη διαχείριση κόκκινων δανείων ύψους 1,3 δις ευρώ της Αττικής. Η FPS αποτελεί 100% θυγατρική της Eurobank και έχει συμφωνήσει για τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου ύψους 1,5 δις ευρώ που η τράπεζα μεταβίβασε πρόσφατα στην Intrum, ενώ η δραστηριότητα της Pillarstone περιορίζεται μέχρι σήμερα στην ανάληψη της αναδιάρθρωσης της FAMAR και της NOTOS.
Οι υπόλοιπες εταιρείες παραμένουν ανενεργές, αναμένοντας την ανάληψη μέρους από τον τεράστιο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων που υπάρχει στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, χωρίς μέχρι σήμερα ουσιαστικά αποτελέσματα. Το βάρος πέφτει πλέον στις πωλήσεις χαρτοφυλακίων που δρομολογούν οι τράπεζες το επόμενο διάστημα σε ξένα funds, τα οποία εκτιμάται ότι θα αξιοποιήσουν τις υπηρεσίες των εταιρειών διαχείρισης, που είναι μια πραγματικότητα στην ελληνική αγορά.