Αναστασία Σακελλαρίου. Επικεφαλής Praxia Bank
Την ώρα που η αμερικανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς “ξεσκονίζει” κάποιες από τις επιχειρήσεις του βασικού μετόχου της Atlas Merchant Capital Bod Diamanod, στην Ελλάδα ο 66χρονος Αμερικανός τραπεζίτης προχωράει με ταχύτατα βήματα την στελέχωση της Credicom. H επικεφαλής της τράπεζας Αναστασία Σακελλαρίου ήδη προσέλαβε από την Eurobank τον Σωτήρη Συρμακέζη (επικεφαλής του retail και digital banking στην Credicom) ενώ ακούγεται ότι άλλα 2 μεγαλοστελέχη ετοιμάζονται να υπογράψουν. Όπως φημολογείται οι μισθοί της τράπεζας είναι σχεδόν διπλάσιοι της αγοράς τουλάχιστον σε top επίπεδο. Υπενθυμίζεται ότι βασικός μέτοχος στην Credicom είναι η Atlas Merchant Capital. Στόχος της Ελληνίδας τραπεζίτισσας είναι να συγκροτήσει την βασική της ομάδα η οποία θα τρέξει την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 200 έως 250 εκατ. ευρώ. Το σχέδιο του Bob Diamond στηρίζεται στη διαμόρφωση μίας ψηφιακής τράπεζας που θα δραστηριοποιηθεί τόσο στη λιανική αγορά, όσο κυρίως στην αγορά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Τι είχε γράψει το mononews στις 14 Δεκεμβρίου
Στο μικροσκόπιο της αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς έχει μπει η Guggenheim Partners για ενδεχόμενη παράτυπη διοχέτευση χρημάτων των πελατών της στις επιχειρήσεις του Bob Diamond, σύμφωνα με πηγές με γνώση του ζητήματος που επικαλείται το Bloomberg. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η έρευνα αποτελεί μέρος μία ευρύτερης διερεύνησης γύρω από τις επενδύσεις της Guggenheim, χωρίς πάντως η τελευταία να κατηγορείται για κάτι σε αυτήν τη φάση τουλάχιστον. Στην Ελλάδα ο Bod Diamond έχει αγοράσει την Creditcom την οποία «τρέχει» η Αναστασία Σακελλαρίου. Η τράπεζα αναζητήσει από τις αγορές 200 έως 250 εκατ. ευρώ.
Η Guggenheim αποτελεί μέτοχο της αφρικανικής τράπεζας Atlas Mara του Diamond από το 2013, και τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις της με τον Diamond έχουν επεκταθεί, καθώς χρηματιστές που σχετίζονται μαζί της έχουν επενδύσει σε πολλές επιχειρήσεις που συνδέονται με τον Diamond. Αυτό που εξετάζει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι το κατά πόσον οι σχέσεις αυτές είναι τόσο εκτεταμένες ώστε οι επιχειρήσεις του Diamond να θεωρούνται ουσιαστικά ως συνδεδεμένες με την Guggenheim, σύμφωνα πάντα με τις πηγές του Bloomberg, που ζήτησαν να μην κατονομαστούν.
Σημειώνεται ότι διαχειριστές κεφαλαίων όπως η Guggenheim δεν έχουν δικαίωμα επένδυσης σε συσχετιζόμενες εταιρείες, προκειμένου να μην μπορούν να επωφεληθούν σε βάρος των πελατών τους.
Η ίδια η Guggenheim, γνωστή κυρίως για τα αμοιβαία κεφάλαιά της, έχει παραδεχθεί ότι βρίσκεται υπό διερεύνηση, με τον επικεφαλής επενδύσεων Scott Minerd να δηλώνει στο CNBC στις 20 Σεπτεμβρίου ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας και πρόκειται για μία “έρευνα ρουτίνας”, καθώς και ότι η Guggenheim συνεργάζεται με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Πάντως, η έρευνα αυτή αποτελεί ένα ακόμα “αγκάθι” για την Guggenheim, που μαστίζεται από τις διαφωνίες σε κορυφαίο επίπεδο για την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει η εταιρεία, κυρίως μεταξύ του Minerd και του διευθύνοντος συμβούλου Mark Walter.
Η σχέση του Minerd με τον Diamond χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν εργάζονταν στο Λονδίνο για λογαριασμό της Morgan Stanley. Αργότερα ο Minerd επέστρεψε στις ΗΠΑ και ακολούθησε τον Diamond στην Credit Suisse First Boston.
Αν και η Guggenheim αρχικά επένδυσε στην Atlas Mara, επίσημα έγγραφα δείχνουν ότι τέσσερις μήνες μετά χρηματιστές της Sammons Enterprises, που αποτελεί τον μεγαλύτερο μέτοχο της Guggenheim, πλήρωσαν πάνω από 5 εκατ. δολάρια για μετοχές της Atlas Merchant Capital LP, μίας άλλης εταιρείας του Diamond, ενώ η Guggenheim συνδέεται και με ένα ακόμα μεγαλύτερο deal επένδυσης 200 εκατ. δολαρίων σε fund της Atlas Merchant, σύμφωνα με πηγές του Bloomberg.
Στην επένδυση αυτή έχει αναφερθεί και η Wall Street Journal. Επίσης, τα αμοιβαία κεφάλαια της Guggenheim αγόρασαν το 2015 20 εκατομμύρια χρέος της AtlasMara.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2015 η Guggenheim βρέθηκε και πάλι στο στόχαστρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και συμφώνησε να πληρώσει πρόστιμο 20 εκατ. δολαρίων για κατηγορίες μεταξύ των οποίων το ότι δεν ενημέρωσε τους επενδυτές ότι ένα ανώτατο στέλεχός της έλαβε δάνειο 50 εκατ. δολαρίων από πελάτη της εταιρείας.