Μετά από 34 χρόνια μια από τις σημαντικότερες θυγατρικές εταιρείες του κλάδου του αυτοκινήτου στην Ελλάδα έπαψε να υπάρχει.

Τίτλοι τέλους και τυπικά, για μια από τις σημαντικότερες θυγατρικές εταιρείες του κλάδου του αυτοκινήτου την τελευταία 34ετία στην Ελλάδα, την άλλοτε γνωστή ως “FIAT AUTO HELLAS (ΦΙΑΤ)”.

Μέσα στον Δεκέμβριο του 2023, ξηλώθηκαν οι πινακίδες των μαρκών που αντιπροσώπευε η εταιρεία, πέταξαν (ανακύκλωση) προωθητικό υλικό παλιών μοντέλων, άδειασαν τα γραφεία των υπαλλήλων/στελεχών από τις εγκαταστάσεις που νοίκιασε (από τον Κοντέλλη) στην Λ. Βουλιαγμένης και πλέον από 1η Ιανουαρίου 2024 (8 Ιανουαρίου επίσημα) έχουν μεταφερθεί (κάτω από καινούργιο ιδιοκτησιακό καθεστώς) στα καινούργια τους γραφεία στην οδό Βιλτανιώτη (Κηφισιά), ολοκληρώνοντας (και τυπικά) το deal εξαγοράς της εταιρείας από το Group Βασιλάκη που είχε γίνει το 2023.

Ήταν 1η Μαΐου του 2023, όταν ανακοινώθηκε ότι η (πρώην) θυγατρική του ομίλου Stellantis άλλαζε χέρια και με την σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού πέρναγε στη νέα εταιρεία “ΟΡΝΟΣ ΑΕ” που ανήκει κατά 51% στον όμιλο Βασιλάκη (Autohellas) και κατά 49% στον ισραηλινό όμιλο Samalet Motors.

Μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς, η κοινή εταιρεία των ομίλων των Autohellas & Samelet θα ήταν υπεύθυνη για την εισαγωγή και διανομή 5 συνολικά μαρκών της Stellantis (Abarth, Alfa Romeo, Fiat, Fiat Professional και Jeep), αποκτώντας τη θυγατρική της FCA Italy S.p.A. στην Ελλάδα (FCA Greece), τον μέχρι τώρα εισαγωγέα και διανομέα αυτών.

Στο κτήριο του Κοντέλλη πλέον, παραμένει η παλιά Fiat Credit Hellas (νυν CA Auto Bank & Drivalia Lease Hellas).

H Fiat Credit Hellas λειτούργησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 (το 1992 πιο συγκεκριμένα) όντας το χρηματοδοτικό κομμάτι του ομίλου στην ελληνική αγορά, προσφέροντας χρηματοδοτικά προγράμματα, μισθώσεις, ασφαλιστικά προγράμματα, stock finance υπηρεσίες, κα. Πλέον δεν έχει καμία σχέση με την ιταλικό Gruppo (ούτε καν την λέξη Fiat δεν έχει πια).

H νέα εταιρεία (CA Auto Bank) που δημιουργήθηκε το 2023 είναι στην ουσία η μετεξέλιξη της FCA Bank.

Η νέα τράπεζα, που ελέγχεται από την Crédit Agricole Consumer Finance (μέρος του ομίλου Crédit Agricole), είναι το πνευματικό τέκνο των συμφωνιών μεταξύ του γαλλικού ομίλου και της Stellantis, που ανακοινώθηκε το 2021, στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης των χρηματοπιστωτικών συνεργασιών των δύο εταιρειών.

Στόχος της CA Auto Bank είναι να γίνει ένας κορυφαίος ανεξάρτητος συνεργάτης πολλών εμπορικών σημάτων και μαρκών, στη χρηματοδότηση και μίσθωση οχημάτων και στον τομέα της κινητικότητας στην ελληνική (και ευρωπαϊκή) αγορά.

Fiat Punto

Ιστορική Αναδρομή των μαρκών του Gruppo στην Ελλάδα

Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, η ιστορία της ΦΙΑΤ στην Ελλάδα ξεκινάει το 1912, από την “ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ & ΣΙΑ”, με γραφείο στην οδό Ερμού 212, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1910 την αντιπροσωπεία αναλαμβάνει ο Ιούλιος Μασσόνι με έδρα στη Στοά Ορφανίδου 10 (και μετέπειτα στην οδό Πανεπιστημίου 55).

Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 και κατά τη δεκαετία του 1930, την εκπροσώπηση της εταιρίας είχε η “FIAT ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΕ”. Μεταπολεμικά, από τα τέλη περίπου της δεκαετίας του 1940, τη γενική αντιπροσωπεία Fiat στην Ελλάδα είχε η “ΤΣΑΟΥΣΗΣ ΕΛΛΑΣ ΑΕ”, έως την ίδρυση της “ΕΤΑΛΛΑΣ ΑΕ” το 1954. Η “ΕΤΑΛΛΑΣ AE” ιδρύθηκε το 1954 (με μετόχους τους Λάσκαρι και Λυκουρέζο), με έδρα την οδό Κανάρη 5 και αργότερα μετά εγκαταστάθηκε (1957) στη Λ. Συγγρού 73.

Στην δεκαετία του 1960, δημιουργήθηκε μια νέα εταιρεία με το όνομα “ΤΡΑΚΤΕΛΛΑΣ ΑΕ” και μέσα στη δεκαετία του 1970, τα κεντρικά της ΦΙΑΤ στην Ιταλία θέλησαν να έχουν μια πιο έντονη παρουσία στην Ελλάδα (σε θέματα marketing, διαφήμισης, εμπορικής πολιτικής και ανάπτυξης δικτύου) και έτσι συνενώθηκε η “ΤΡΑΚΤΕΛΛΑΣ AE” με την “ΝΟΡΘΕΛΛΑΣ AE” (που είχε την ευθύνη της ΦΙΑΤ για όλη τη Βόρεια Ελλάδα και τη Θράκη) και μπήκε και η ίδια η ΦΙΑΤ Ιταλίας ως μέτοχος, με 15% της νέας εταιρείας “ΠΑΝΕΛΛΑΣ ΑΕ”. Η “ΠΑΝΕΛΛΑΣ ΑE” κράτησε την αντιπροσωπεία της ΦΙΑΤ μέχρι το 1984. Από τα τέλη εκείνου του έτους, τα ηνία πήρε ο έμπορος “Ν.Γ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΑΕ”, με έδρα στη Λ. Κηφισού 152.

Την άνοιξη του 1989, την αποκλειστική διάθεση των ιταλικών αυτοκινήτων ανέλαβε η “FIAT AUTO HELLAS”, με έδρα στη Λ. Συγγρού 167 και σε αυτήν την εταιρεία συμμετείχε και η μητρική εταιρία. Από το 1996 ανέλαβε την διανομή των μοντέλων της Alfa Romeo και το 1999 ανέλαβε την διανομή των μοντέλων της Lancia. H αντιπροσώπευση της μάρκας Jeep στην Ελλάδα ήρθε το 2019 (παρόλο που είχε εξαγοραστεί από την FCA στις αρχές της δεκαετίας του 2010 από την μητρική εταιρεία Chrysler).

Κάνοντας και σε αυτές τις μάρκες μια μικρή ιστορική αναδρομή, η Alfa Romeo ξεκινά τις πωλήσεις της εδώ στην Ελλάδα την δεκαετία του 1950 με πρώτη επίσημη αντιπροσώπευση από την εταιρεία “Ε.Μ.Α.Ε” των Δημάκη και Στεμιτσιώτη.

Το 1962 ιδρύεται η “ΜΟΤΟΡ ΕΛΛΑΣ AE” με έδρα στην Λ. Συγγρού 126 (αργότερα στην Λ. Συγγρού 132). Μετά την διακοπή της συνεργασίας με την “ΜΟΤΟΡ ΕΛΛΑΣ ΑΕ” από την μιλανέζικη εταιρεία, την 1η Μαΐου 1983, την αντιπροσωπεία ανέλαβε ο όμιλος του Ηλία Καμμένου, με έδρα στην Λ. Συγγρού 196. Tον Ιούλιο του 1986, η “ΕΜΙΚΟ ΑΕ” του ομίλου Κοντέλλη, εγκαινίασε νέα έκθεση της Alfa Romeo στην Λ. Κηφισίας 248. Η “ΕΜΙΚΟ” ήταν ήδη στο επίσημο δίκτυο πώλησης των ιταλικών αυτοκινήτων, με έδρα στην Εθνικής Αντιστάσεως 31 στην Θεσσαλονίκη διαθέτοντας υποκαταστήματα σε Λάρισα, Πάτρα, Γιάννενα και Καλαμάτα. Από το 1996 την διανομή των μοντέλων της Alfa Romeo ανέλαβε η “FIAT AUTO HELLAS”.

Η Lancia ξεκινά την εμπορική της πορεία εδώ στην Ελλάδα την δεκαετία του 1960 με την εταιρεία “ΔΑΜΑΡ ΑΕ” (με ιδρυτές τους Δαμάσκο και Μαραγκόπουλο) και η έδρα της ήταν στην Λ. Συγγρού 114. Το 1976 μετονομάζεται η εταιρεία σε “ΛΑΜΔΑ ΑΕ” (με μετόχους τους Δαμάσκο, Τζάκα, Λάσκαρη και Καμμένο) ενώ την ίδια χρονιά αναλαμβάνει την αντιπροσώπευση της Autobianchi.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 η διανομή των αυτοκινήτων της Lancia περνάει στην “FIAT AUTO HELLAS” που την κρατά έως το 2011. Στο διάστημα αυτό η “ΛΑΜΔΑ ΑΕ” λειτούργησε ως επίσημος dealer (αντιπρόσωπος) της μάρκας για τα βόρεια προάστια της Αττικής. Το 2011 η “FIAT AUTO HELLAS” (που είχε τότε ονομαστεί ως “FGA Greece”) στα πλαίσια αναδιοργάνωσης του δικτύου, η μάρκα παραχωρείται στον Όμιλο Συγγελίδη.

Τέλος, η Jeep ήταν μάρκα της Chrysler από το 1987 και τον Ιανουάριο του 2009 η ΦΙΑΤ Ιταλίας εξαγόρασε το 35% των μετοχών της Chrysler, ενώ το 2011 ολοκλήρωσε την άσκηση του δικαιώματός της να εξαγοράσει επιπλέον 16% της Chrysler.

Στην Ελλάδα τα μοντέλα της Jeep τα αντιπροσώπευε (από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο όμιλος Συγγελίδη μέσω της εταιρείας “CHRYSLER-JEEP HELLAS” με την έδρα της να είναι στην Ιερά Οδό 131 (για ένα διάστημα στην Λ. Κηφισίας 30 στο Μαρούσι) και στην Λ. Κηφισίας 240-242 στο Χαλάνδρι. H Jeep έως και τον Απρίλιο του 2019 ήταν κάτω από την ομπρέλα του ομίλου Συγγελίδη, ύστερα όμως πέρασε κάτω από την επίβλεψη της “FCA Greece” (π. FIAT AUTO HELLAS).

Όσον αφορά το brand name της Abarth αυτό ήταν γνωστό στο χώρο των βελτιωτών-κατασκευαστών, ετοιμάζοντας ειδικές και αγωνιστικές εκδόσεις των Fiat για σχεδόν 70 χρόνια. Κάποια μοντέλα της Fiat σε ειδικές εκδόσεις ονομαζόντουσαν Abarth όπως ήταν το Fiat Cinquecento Abarth, Fiat Seicento Abarth, το Fiat Stilo Abarth, κτλ.

Το 2007 η διοίκηση της ΦΙΑΤ Ιταλίας αποφάσισε την αναγέννηση του σήματος ως ξεχωριστό και αυτόνομο brand μέσα στον όμιλο της ΦΙΑΤ. Στην Ελλάδα οι πρώτες πωλήσεις της μάρκας ήρθαν το 2008.

Πωλήσεις της μάρκας Fiat στην ελληνική αγορά

Η κορωνίδα της εταιρείας στην Ελλάδα ήταν το brand FIAT, όπου και ήταν η μάρκα που σημείωσε τις περισσότερες πωλήσεις από όλες τις υπόλοιπες μάρκες που αντιπροσώπευε στην Ελλάδα. Η δεκαετία 1990-99 ήταν και η καλύτερη δεκαετία της μάρκας στην Ελλάδα, σημειώνοντας 4 συνεχόμενες πρωτιές (1994,95,96,97) στην ελληνική αγορά του αυτοκινήτου.

Μάλιστα στην συγκεκριμένη δεκαετία ήταν και η πρωταθλήτρια πωλήσεων (σε σύνολο) με 156.399 ταξινομηθέντα αυτοκίνητα και με μέσο όρο πωλήσεων τις 15.639 μονάδες ανά χρονιά. Φυσικά το Fiat Punto πρώτης γενιάς ήταν το κορυφαίο μοντέλο της μάρκας εκείνη την δεκαετία και ο κυριότερος λόγος (μαζί με τα Fiat Cinquecento και Seicento) αυτής της επιτυχημένης πορείας.

Στην αρχή της επόμενης δεκαετίας (2000), η μάρκα κατέγραφε τις υψηλότερες πωλήσεις στην ελληνική αγορά με 25.447 ταξινομήσεις.

Ακολούθησαν 4 πτωτικές χρονιές για την μάρκα με μια μικρή ανάκαμψη ανάμεσα τους (το 2004 κυρίως λόγω του λανσαρίσματος του Fiat Panda 2ης γενιάς), πριν ξανά ξεκινήσει η μάρκα την ανοδική της πορεία. Το 2005 και 2006 η εταιρεία βρίσκεται για πρώτη φορά εκτός τοπ10 των πωλήσεων, καταλαμβάνοντας την 12η και 11η θέση αντίστοιχα.

Το 2006, 2007 και 2008 η μάρκα καταγράφει θετική πορεία (συνέπεσε και με το λανσάρισμα του καινούργιου μοντέλου Fiat 500 στις αγορές το 2007-08) πριν αρχίσει η κατρακύλα στον κλάδο του αυτοκινήτου ελέω της οικονομικής κρίσης που θα εμφανιστεί την επόμενη δεκαετία (2010-19).

Μάλιστα, το 2012 η μάρκα σημειώνει τις χαμηλότερες πωλήσεις σε αυτή την δεκαετία φτάνοντας τις 3.311 ταξινομήσεις, όπως επίσης και ολόκληρος ο κλάδος του αυτοκινήτου σημειώνει τις χαμηλότερες πωλήσεις της, με 58.900 μονάδες.

Δυστυχώς, η έλευση της καινούργιας δεκαετίας (2020) δεν ήταν και η καλύτερη δυνατή για την μάρκα, μιας και το 2020 η μάρκα σημείωσε την χειρότερη επίδοση της στην ελληνική αγορά (ελέω της υγειονομικής πανδημίας Covid-19 που εμφανίστηκε και επηρέασε δραματικά όλη την αγορά αυτοκινήτου) την τελευταία 34ετία, με 2.834 ταξινομήσεις, κάτι το οποίο την έφερε εκτός δεκάδας (τοπ 10) και την κατάταξε στην 13η θέση στην ελληνική αγορά (την ίδια κατάταξη είχε και το 2021).

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το 1990 η μάρκα πρόσφερε στο καταναλωτικό κοινό 6 μοντέλα (126, Uno, Tipo, Tempra, Croma) και στο τέλος του 2023 τα μοντέλα που προσφέρει είναι πλέον 4 (500, Panda, Tipo, 500X).

Πωλήσεις της μάρκας Fiat Professional (LCV) στην ελληνική αγορά

Η πορεία των επαγγελματικών οχημάτων της Fiat στην ελληνική αγορά των LCV ήταν πάντοτε αξιόλογη & αξιοπρόσεκτη μιας και μερικά μοντέλα της Fiat ήταν best seller στην αγορά καλύπτοντας άριστα τις ανάγκες ενός επαγγελματία, όπως το Fiat Doblo, το Fiat Ducato, το Fiat Fiorino, το Scudo, κτλ. Όλα αυτά τα χρόνια ήταν πάντοτε μέσα στο τοπ 10 των πωλήσεων στην αγορά και μάλιστα για 30 χρόνια ήταν μέσα στο τοπ 5(!) των πωλήσεων.

Η καλύτερη επίδοση της σε όγκο πωλήσεων ήταν μέσα στην δεκαετία του 1990-99 όταν το 1992 ταξινομήθηκαν 3.080 επαγγελματικά αυτοκίνητα Fiat ενώ 2 χρονιές κατέλαβε την 1η θέση στις ταξινομήσεις (το 2019 και το 2022).

Η πορεία της την δεκαετία του 1990-99 έχει πτωτική τάση μιας και από τις 3.080 μονάδες του 1992, το 1998 έφτασε σε τριψήφιο νούμερο, στις 622 μονάδες (η χειρότερη χρονιά αυτής της δεκαετίας).

Η επόμενη δεκαετία (2000-09) ξεκίνησε στις 1.184 μονάδες έχοντας μια θετική τάση αύξησης των πωλήσεων χρόνο με το χρόνο (έως και το 2008). Από το 2009 έως και σήμερα η πορεία της μάρκας ήταν μάλλον πτωτική (ελέω της οικονομικής κρίσης) με θετικές χρονιές το 2019 και το 2021 όπου (όπως προαναφέραμε) κατέλαβε την 1η θέση στις πωλήσεις στην ελληνική αγορά.

Πωλήσεις της μάρκας Alfa Romeo στην ελληνική αγορά

Οι πωλήσεις της Alfa Romeo στην ελληνική αγορά ακολουθούν πτωτική πορεία από το 1992 έως και σήμερα. Το 1992 ήταν μια χρονιά ορόσημο για την μάρκα αφού πραγματοποίησε τις υψηλότερες πωλήσεις που κατέγραψε ποτέ η μάρκα στην ελληνική αγορά έως και σήμερα.

Η Alfa Romeo κατάφερε και πούλησε 8.966 μονάδες, καταλαμβάνοντας την 6η (!) θέση στην ελληνική αγορά του αυτοκινήτου.

Ειδικότερα, η δεκαετία του 1990-99 είδε την μάρκα να πραγματοποιεί πολύ καλές πωλήσεις 5 χρονιές (πχ. 1992, 1995, 1997, 1998 και 1999) αλλά και να πηγαίνει στο ναδίρ το 1994 με 1.481 πωλήσεις.

Παρόλα αυτά, την συγκεκριμένη δεκαετία η μάρκα πραγματοποιεί σε σύνολο την καλύτερη πορεία της σε σύγκριση με τις υπόλοιπες που ακολούθησαν με μέσο όρο πωλήσεων τις 4.975 μονάδες ανά χρονιά. Φυσικά σημείο αναφοράς για την μάρκα την δεκαετία αυτή είναι το λανσάρισμα στην αγορά του 156, που είχε βγει αυτοκίνητο της χρόνιας το 1998.

Ήταν μια μεγάλη επιτυχία για την Alfa Romeo και βοήθησε σημαντικά στην ενίσχυση της εικόνας της μάρκας και στην έξοδό της από τη δύσκολη οικονομική κατάσταση (η μητρική εταιρεία) που βρισκόταν προηγουμένως. Με την δυναμική αισθητική του και τις υψηλές επιδόσεις του, προσέλκυσε τότε ένα σημαντικό ποσοστό υποψήφιων αγοραστών της μεσαίας κατηγορίας με αποτέλεσμα οι πωλήσεις του στην ελληνική αγορά να φτάσουν τις 15.500 μονάδες.

Η επόμενη δεκαετία (2000-09) βρίσκει την Alfa Romeo να πραγματοποιεί 9 συνεχόμενες χρονιές, πτωτική πορεία, με μόνο μια θετική χρονιά το 2009 όπου και πραγματοποίησε 2.448 ταξινομήσεις. Δυστυχώς με την έλευση της οικονομικής κρίσης, η μάρκα συνέχισε την πτωτική πορεία φτάνοντας να πραγματοποιεί τριψήφιες πωλήσεις από το 2012 έως και σήμερα.

Πιθανόν οι πωλήσεις της μάρκας να ήταν ακόμα καλύτερες την περίοδο 2005-2011 αν το μοντέλο 159 είχε λανσαριστεί εξ’ αρχής με τον καταπληκτικό κινητήρα της AR τον 1750TBI (άμεσο ψεκασμό και ισχύ 200hp) αντί των κινητήρων 1.9 (160hp) και 2.2 (185hp) που λανσαρίστηκαν και προερχόντουσαν τότε από την GM/Opel.

Επίσης, η αργή αντικατάσταση του μοντέλου 159, με την εξαιρετική Giulia άφησε την μάρκα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (5 χρόνια) χωρίς εκπρόσωπο στην κατηγορία των μεσαίων οικογενειακών μοντέλων.

Και εδώ (για το συγκεκριμένο μοντέλο) θα μπορούσε να τοποθετηθεί ο κινητήρας 1750TBI, έτσι ώστε να υπήρχε ένα οικονομικό και προσιτό μοντέλο (entry level) για το καταναλωτικό κοινό και όχι οι δίλιτροι κινητήρες που ήταν απαγορευτικοί για το ελληνικό φορολογικό σύστημα.

Τέλος, σημαντικό είναι να αναφερθεί το γεγονός ότι το 1990 η μάρκα πρόσφερε στο καταναλωτικό κοινό 4 μοντέλα (33, 75, 164 και Spider) και στο τέλος του 2023 τα μοντέλα που προσφέρει είναι πλέον 3 (Tonale, Guillia, και Stelvio).

Πωλήσεις της μάρκας Lancia στην ελληνική αγορά

Οι πωλήσεις της Lancia ακολουθούν και αυτές το μοτίβο της Alfa Romeo στην ελληνική αγορά. Την δεκαετία 1990-99 πέτυχαν τις υψηλότερες πωλήσεις σε σχέση με τις υπόλοιπες 2 δεκαετίες.

Η καλύτερη χρονιά της ήταν το 1995 (όταν ήταν ακόμα κάτω από την στέγη της “ΛΑΜΔΑ ΑΕ”), πετυχαίνοντας 4.006 ταξινομήσεις ενώ και το 1996 σημείωσε σχεδόν παρόμοιες ταξινομήσεις (πούλησε 3.818 αυτοκίνητα).

Την συγκεκριμένη δεκαετία η μάρκα πραγματοποιεί σε σύνολο 25.570 ταξινομήσεις, με μέσο όρο πωλήσεων τις 2.557 μονάδες ανά χρονιά.

Η πτωτική πορεία στις πωλήσεις συνεχίστηκε και μέσα στην επόμενη δεκαετία 2000-09 με μόνο 2 αξιόλογες χρονιές το 2000 και το 2004 όπου και πραγματοποίησε τις καλύτερες πωλήσεις με 2.073 και 1.929 μονάδες αντίστοιχα.

Το στενάχωρο είναι ότι για 2 χρονιές η μάρκα βίωσε τριψήφιες πωλήσεις, το 2002 και το 2003.

Μια από τις ενέργειες που ακολούθησε η εταιρεία σε μια προσπάθεια αναστροφής αυτής της πτωτικής πορείας της μάρκας, ήταν η απόφαση της διοίκησης να δοθεί σχεδόν σε κάθε ανώτερο διευθυντικό στέλεχος και στους επιθεωρητές πωλήσεων ένα Lancia Lybra SW ως εταιρικό αυτοκίνητο (company car) να κυκλοφορούν έτσι ώστε να το βλέπει και το καταναλωτικό κοινό.

Παρ’ όλες αυτές τις ενέργειες (προωθητικές, κα), η μάρκα έκλεισε την δεκαετία 2000-09 στις 13.178 πωλήσεις με μέσο όρο πωλήσεων τα 1.317 αυτοκίνητα το χρόνο.

Δυστυχώς, η έλευση της επόμενης δεκαετίας ήταν και η αρχή του τέλους της μάρκας στην ελληνική (αλλά και στην παγκόσμια) αγορά (ελέω στρατηγικών αποφάσεων της μητρικής εταιρείας στην Ιταλία). Το 2011 η μάρκα καταγράφει τις πρώτες χαμηλότερες πωλήσεις της μάρκας φτάνοντας τα 212 αυτοκίνητα.

Το 2016 πήγε σε διψήφιες πωλήσεις (!) φτάνοντας τις 23 ταξινομήσεις, ενώ την αμέσως επόμενη χρονιά έφτασε σε μονοψήφια νούμερα πωλήσεων, πουλώντας μόνο 8 αυτοκίνητα! Από το 2018 έως και το 2022 η μάρκα δεν πραγματοποίησε καμία πώληση (!) στην ελληνική αγορά μετά από πολύ-πολύ καιρό. Τέλος, βάση των στατιστικών στοιχείων της ΣΕΑΑ η μάρκα το 2023 ταξινόμησε 1 αυτοκίνητο.

Και στην περίπτωση της Lancia πιθανόν οι πωλήσεις της μάρκας να ήταν ακόμα καλύτερες την περίοδο 2000-09 μιας και για 3-4 χρόνια μέσα στην δεκαετία αυτή είχαν 5 μοντέλα προς διάθεση προς το αγοραστικό κοινό όπως το Υ, το Lybra, το Musa, το Thesis και το Phedra.

Τέλος, ενδιαφέρον έχει το στοιχείο ότι στην αρχή της δεκαετίας του 1990 η μάρκα πρόσφερε στο καταναλωτικό κοινό 4 μοντέλα (Y10, Delta, Dedra, και Prisma), στις αρχές του 2000 (και κάτω από την ομπρέλα της “FIAT AUTO HELLAS”), προσέφερε 3 μοντέλα (Υ, Lybra και Kappa), ενώ τα τελευταία χρόνια η μάρκα πρόσφερε στο καταναλωτικό κοινό μόνο 1 μοντέλο (το Υ).

Πωλήσεις της μάρκας Jeep στην ελληνική αγορά

Η πορεία της Jeep στην ελληνική αγορά (όταν εισχώρησε μέσα στο Gruppo) είναι μάλλον ενθαρρυντική μιας και από το 2019 έως και σήμερα έχει πουλήσει 6.727 μονάδες και σίγουρα θα μπορούσε να ήταν τα αποτελέσματα της ακόμα καλύτερα αν και εφόσον η ΦΙΑΤ είχε αναλάβει εξαρχής την αντιπροσώπευση της μάρκας στην ελληνική αγορά από το 2012-13, όταν έγινε η εξαγορά του ομίλου Chrysler από την ΦΙΑΤ Ιταλίας.

Στο παρελθόν οι κινητήρες της μάρκας (2000 κυβικά και άνω) ήταν σχεδόν απαγορευτικοί για το καταναλωτικό κοινό λόγω του ελληνικού φορολογικού συστήματος, αλλά με την εξαγορά της από την ΦΙΑΤ, ο αποτρεπτικός αυτός παράγοντας εξαλείφτηκε και πλέον ήταν/είναι εφικτό κάποιος να αποκτήσει ένα Jeep με μικρότερους (και οικονομικότερους) κινητήρες όπως 1.200cc, 1.400cc, 1.600cc, 2.000cc, βενζινοκινητήρες, ντιζελοκινητήρες, υβριδικούς ή παντελώς ηλεκτρικούς κινητήρες.

Η καλύτερη χρονιά της Jeep στην σύγχρονη ιστορία της στην ελληνική αγορά ήταν η περσινή χρονιά (2023) πραγματοποιώντας 1.921 ταξινομήσεις ή δε χειρότερη το 2019 όταν πραγματοποίησε 593 πωλήσεις.

Πωλήσεις της μάρκας Abarth στην ελληνική αγορά

Η Abarth έχει να επιδείξει περισσότερες διψήφιες από τριψήφιες πωλήσεις στην ελληνική αγορά αυτοκινήτου, μιας και στις καλύτερες στιγμές της είχε μόνο 2 μοντέλα να προσφέρει στο καταναλωτικό κοινό (500 και Gr. Punto), ενώ σήμερα προσφέρει μόνο ένα μοντέλο (το 500 σε διάφορες version). Οι καλύτερες χρονιές της ήταν λίγο πριν την οικονομική κρίση, δηλαδή το 2008 και το 2009 όπου πούλησε 250 και 111 αυτοκίνητα αντίστοιχα.

Πιθανόν θα μπορούσε να πραγματοποιήσει περισσότερες πωλήσεις αν έμπαινε το σήμα του σκορπιού και σε άλλα επιτυχημένα μοντέλα της Fiat όπως το Bravo 2ης γενιάς, το Tipo 2ης γενιάς ή το 500Χ.

Τίτλοι τέλους…

Με την εξαγορά της “FCA Greece” από τον “Όμιλο Βασιλάκη”, ρίχνονται οι τίτλοι τέλους μιας εμβληματικής θυγατρικής εταιρείας στην Ελλάδα, που αποτέλεσε για την αγορά του αυτοκινήτου (αλλά και για τα στελέχη της) ένα από τα καλύτερα “σχολεία”.

Πράγματι, η ΦΙΑΤ αποτέλεσε πραγματικό “σχολείο” για πάρα πολλά στελέχη της αγοράς μιας και οι διαδικασίες, οι πολιτικές, οι δομές και η επικοινωνία σε τοπικό (δίκτυο αντιπροσώπων) και κεντρικό επίπεδο (με την Ιταλία), δημιούργησε επαγγελματίες με συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Πρακτικές και πολιτικές όπως οι παρουσιάσεις νέων μοντέλων στην αγορά & το δίκτυο, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, τα συστήματα bonus για το δίκτυο, την θέσπιση ποιοτικών-ποσοτικών κινήτρων του δικτύου, το πρόγραμμα CSI (Customer Satisfaction Index), το Mystery Shopping, το After Sales Service του δικτύου, τα Zero Chilometri (μηδέν χιλιόμετρα αυτοκίνητα), τα εγγυημένα μεταχειρισμένα (AutoExpert), τα άτοκα προγράμματα χρηματοδότησης, τα stock cars (εκθεσιακά, καινούργια, μεταχειρισμένα), κα, αποτέλεσαν παραδείγματα προς μίμηση από σχεδόν όλες τις εταιρείες του κλάδου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τα στελέχη που έχουν θητεύσει στην ΦΙΑΤ να είναι περιζήτητα στην αγορά, εξού και το γεγονός ότι πολλές ελληνικές εισαγωγικές (και μη) εταιρείες του κλάδου, έχουν κάποιο/κάποια από τα διευθυντικά στελέχη τους, να έχουν θητεύσει για κάποιο χρονικό διάστημα στην ΦΙΑΤ.

Επίσης αρκετοί expatriate managers (στελέχη που δούλευαν στον όμιλο ΦΙΑΤ στην Ιταλία ή σε κάποια άλλη χώρα) έβλεπαν με καλό μάτι την προσωρινή μετακίνηση τους στην Ελλάδα, αποσκοπώντας να εκμεταλλευτούν αυτή την ευκαιρία και να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις και εμπειρία (και πιθανή εξέλιξη τους στο μέλλον μέσα στον όμιλο).

Για αυτό εξάλλου είδαμε managers από την Ιταλία να αναλαμβάνουν τις τύχες της ελληνικής θυγατρικής εταιρείας όπως ο Giorio, ο Sinigalia, ο Smith (στην αρχή της λειτουργίας της) ή μετέπειτα ο Monce, ο Atanasio ή o Carelli (Paulo).

Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με την Fiat Credit Hellas όπου στελέχη της ΦΙΑΤ στην Ιταλία, ήρθαν και ανέλαβαν τις τύχες της εταιρείας, όπως o Di Maio, ο Addabbo και ο Von Guggenberg. Βέβαια υπήρχαν και αρκετά ελληνικά στελέχη (κυρίως το διάστημα 1998-2004) που εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία μετακίνησης που έδινε η ΦΙΑΤ και πραγματοποιούσαν relocation σε κάποιες θέσεις του εξωτερικού (κυρίως στην Ιταλία) αποκτώντας εμπειρία και γνώσεις (και προσδοκώντας και αυτοί μια καλύτερη θέση και αμοιβές στο μέλλον μέσα στο Gruppo σε Ελλάδα ή εξωτερικό).

Η καλύτερη περίοδος της εταιρείας ήταν όταν έφυγε από τα πρώτα γραφεία της, στην Λ. Συγγρού 167 και πήγε σε ένα μεγαλύτερο χώρο στην Αργυρούπολη, το 1999.

Το κτήριο που στέγασε για περίπου 24 χρόνια την εταιρεία ανήκε στον Κοντέλλη και στο απόγειο της η ΦΙΑΤ αριθμούσε περισσότερα από 200 άτομα προσωπικό (συμπεριλαμβανόμενης και τις χρηματοδοτικής εταιρείας του ομίλου, την Fiat Credit Hellas, την τράπεζα του ομίλου Fiat Bank και κάποια στιγμή και την Iveco-IrisBus), έχοντας καταλάβει και τους 3 ορόφους του συγκροτήματος (ισόγειο, 1ος & 2ος όροφος) στην Λ. Βουλιαγμένης και τα 3 υπόγεια parking (-1 και -2 για τα εταιρικά αυτοκίνητα/company cars και το -3 για τα δημοσιογραφικά αυτοκίνητα της εταιρείας).

Μάλιστα μέσα στις εγκαταστάσεις λειτουργούσε και εστιατόριο (σε συνεργασία με τον Επίκουρο) που μπορούσαν να γευματίσουν περισσότερα από 50-60 άτομα.

Η θέα των γραφείων έβλεπε από την μια μεριά θάλασσα (την περιοχή Αλίμου), η δε άλλη πλευρά έβλεπε τις εγκαταστάσεις της Hertz (που μάλλον αποδείχτηκε προφητικό για το μέλλον). Επίσης, τότε (αρχές της δεκαετίας 2000-09) η “FIAT AUTO HELLAS” έφτασε να έχει κοντά στους 44 επισήμους αντιπροσώπους (για τις μάρκες Fiat/Lancia/Alfa Romeo/Fiat Professional) και πάνω από 60 συνεργάτες (ως υπο-δίκτυο των επίσημων dealers) σε όλη την Ελλάδα.

Η χειρότερη περίοδος της εταιρείας ήταν τα χρόνια 2005-2008, όταν και οι πωλήσεις της εταιρείας (Fiat/Lancia/Alfa Romeo) είχαν πτωτική τάση. Τότε μάλιστα υπήρχαν και σημαντικές αποχωρήσεις υπαλλήλων & στελεχών (είτε μέσω απολύσεων ή οικιοθελών αποχωρήσεων).

Βέβαια σημαντικό στοιχείο που πρέπει να αναφερθεί είναι ότι εκείνη την περίοδο οι επιδόσεις της μάρκας Fiat είχαν πτωτική πορεία σε ολόκληρη την Ευρώπη και ήταν φυσικό η μητρική εταιρεία να επιχειρήσει να μεταφέρει μέρος αυτών των προβλημάτων στις ανά τον κόσμο θυγατρικές εταιρείες της.

Τότε ακούστηκαν και οι πρώτες φήμες στην ελληνική αγορά για το ενδιαφέρον εξαγοράς της εταιρείας (ή κάποιας μεμονωμένης μάρκας, όπως η Alfa Romeo) από ελληνικούς επιχειρηματικούς ομίλους (πχ. Σφακιανάκη, Συγγελίδη, Σαρακάκη, κτλ).

Επίσης, προβλήματα αντιμετώπιζε και το δίκτυο της εταιρείας στο οποίο είχαν συσσωρευτεί αρκετά ζητήματα προς επίλυση. Οι νέοι κανόνες εμπορίας αυτοκινήτων που θεσπίστηκαν πριν λίγα χρόνια τότε από την EE (block exemption), οι οποίοι εκτός των άλλων επέτρεπαν την ανάληψη αντιπροσωπείας πολλών μαρκών από τον ίδιο επιχειρηματία, είχε οδηγήσει κάποιους dealers της Fiat σε αδιέξοδο.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, οι περισσότεροι dealers που είχαν εμπιστευτεί την ιταλική εταιρεία είχαν επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στον εκσυγχρονισμό του δικτύου τους και των συνεργείων τους και με την τότε κακή πορεία των πωλήσεων των μάρκων του Gruppo δεν μπορούσαν να αποσβέσουν τα επενδυμένα κεφάλαια.

Επίσης, είχαν εκφραστεί και παράπονα για τον τρόπο μετακύλησης και άλλων εξόδων (πχ. διαχείρισης) προς το δίκτυο.

Σαν αποτέλεσμα της όλης κατάστασης, κάποιες αντιπροσωπείες δυστυχώς δεν μπόρεσαν να ανταπεξέλθουν στα καινούργια μάκρο-οικονομικά δεδομένα και σε συνδυασμό με τον δανεισμό τους και τις χαμηλές πωλήσεις που είχαν οι μάρκες του Gruppo, είτε έκλεισαν, είτε σταμάτησαν την συνεργασία τους με την ΦΙΑΤ (όπως ο Μοσχούς, ο Τόλιας, ο Παναγιωτίδης, ο Σαρακάκης, ο Παζαρόπουλος, κα).

Σε μια προσπάθεια αναστροφής του κλίματος και της πτωτικής πορείας, η μητρική εταιρεία αποφάσισε να ορίσει καινούργιο CEO τον Jerome Monce (2005-2009) ο οποίος είχε έντονη ειδίκευση στα οικονομικά θέματα. Τo 2009, τις τύχες της εταιρείας αναλαμβάνει ο Enrico Atanasio και κάθεται έως το 2011.

Το 2011 ορίζεται πάλι καινούργιος CEO στην Ελλάδα με τον Paulo Carelli να κάθεται στην εταιρεία έως το 2017. Το 2017 η μητρική εταιρεία δίνει το χρίσμα (ξανά) σε έλληνα manager (μετά τον Γεράσιμο Δόριζα), στον Γιώργο Μπακόπουλο (ο οποίος κατείχε από το 2015 τη θέση του Διευθυντή Πωλήσεων των μαρκών Fiat, Alfa Romeo, Abarth & Fiat Professional).

Η εταιρεία την δεκαετία του 2010-19 είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, την συρρίκνωση της αγοράς, την μείωση του εισοδήματος των καταναλωτών, ενώ δόθηκε ένα γερό πλήγμα στην καταναλωτική πίστη, επηρεάζοντας δραματικά τις λιανικές πωλήσεις.

Σε αυτό το μάκρο-περιβάλλον η εταιρεία έκανε αναδιάρθρωση στο δίκτυο επίσημων αντιπροσώπων με συνεργασίες που κράτησαν (πχ. Velmar, Σφακιανάκης) ή συνεργασίες που λύθηκαν (πχ. Autoone, Σαρακάκης).

Με αυτά τα καινούργια δεδομένα η μάρκα FIAT πραγματοποίησε 47.597 πωλήσεις και κατέκτησε την 5η θέση στις συνολικές πωλήσεις της δεκαετίας (έχοντας λάβει το 5,36% μερίδιο αγοράς).

Οι πωλήσεις της μειωθήκαν κατά -20,68% (2019 vs 2010), ενώ οι θέσεις που κατέλαβε η εταιρεία ήταν μια 6η θέση το 2010, μια 5η θέση το 2011-2014, μια 8η (η χαμηλότερη μέσα στην δεκαετία) το 2015, μια 6η το 2016 και 2017, μια 5η το 2018 και μια 6η το 2019. Όσον αφορά τις μάρκες ALFA ROMEO και LANCIA, η πορεία τους μέσα στην δεκαετία μάλλον απογοητευτική μπορεί να θεωρηθεί.

Δυστυχώς, η καινούργια δεκαετία 2020-29 δεν ξεκίνησε με καλύτερους οιωνούς, μιας και είχαμε την παγκόσμια υγειονομική κρίση (covid-19) και μετά προστέθηκαν, η έλλειψη chips/microchips που παρατηρήθηκε το 2022-23 στην αγορά (και προκαλούσε μεγάλες καθυστερήσεις στις παραδόσεις καινούργιων αυτοκινήτων), ο πόλεμος που ξέσπασε στην Ουκρανία και οι εκρηκτικές αυξήσεις τιμών που πραγματοποιήθηκαν στα καύσιμα και το ρεύμα.

Σε αυτό το περιβάλλον, η μάρκα Fiat κατέγραψε την χειρότερη χρονιά της σε θέματα πωλήσεων (το 2020) φτάνοντας τις 2.834 μονάδες (κάτι που την έφερε εκτός τοπ10 στις πωλήσεις).

Το ίδιο συνέβη και το 2021 όπου κατέλαβε την 13η θέση στις πωλήσεις, ενώ το 2022 κατάφερε να ξαναμπεί στο τοπ10 των πωλήσεων, όπως και το 2023 (καταλαμβάνοντας την 10η θέση).

Έτσι λοιπόν έφτασε η στιγμή να πέσουν οι τίτλοι τέλους για μια εμβληματική εταιρεία του χώρου του αυτοκινήτου, ύστερα από 34 χρόνια (1989-2023), και η αντιπροσώπευση της μάρκας Fiat να περνά ξανά σε ελληνικά χέρια κάτω από ένα δυναμικό γκρουπ (Όμιλος Βασιλάκη).

Μακάρι το νέο σχήμα που ανέλαβε την διαχείριση των μαρκών στην ελληνική αγορά, να φέρει ξανά την μάρκα Fiat (όπως και τις άλλες μάρκες) στην γη της επαγγελίας στην ελληνική αγορά του αυτοκινήτου και να συνεχιστεί η italianita (σ.σ.: ιταλική αυτοκινητική κουλτούρα) στο καταναλωτικό κοινό.

Ελπίζουμε, το μέλλον της Fiat να είναι ακόμα καλύτερο και να βρεθεί ξανά στις πρώτες θέσεις των πωλήσεων στην ελληνική αγορά, μιας και αδιαμφισβήτητα η Fiat ήταν/είναι μια παραδοσιακά αγαπημένη μάρκα των Ελλήνων, έχοντας βρεθεί στην κορυφή των πωλήσεων για 4 συνεχόμενες χρονιές, έχοντας αδιάλειπτη παρουσία στο τοπ10 των πωλήσεων για 29 χρόνια (!), ενώ παράλληλα ανάδειξε και αρκετά best-seller μοντέλα στη αγορά. Το μέλλον, θα δείξει…. τι μέλλει γενέσθαι.

Διαβάστε επίσης:

O πόλεμος των Ανιέλι: O εκλεκτός κληρονόμος και η 20ετής διαμάχη με τη μητέρα του

Ιδού το πιο καλοπουλημένο ηλεκτρικό στην Ευρώπη

F1 2024: Η Ferrari ξεκίνησε δυνατά!