Σε ανοδικό έδαφος επέστρεψαν οι βασικοί δείκτες της Wall Street την Τρίτη, μετά τις ισχυρές απώλειες που προκάλεσαν τη Δευτέρα οι πιέσεις στις τεχνολογικές μετοχές.

Ειδικότερα, ο Dow Jones έκλεισε στις 34.314,67 μονάδες με άνοδο 0,92%, ο S&P 500 στις 4.345,72 μονάδες, με άνοδο 1,05% και ο Nasdaq στις 14.433,83 μονάδες, με άνοδο 1,25%.

Οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες επέστρεψαν σε θετικό έδαφος την Τρίτη, με τη Netflix να κλείνει στο +5,21%, την Facebook στο +2,06%, την Apple στο +1,42%, την Alphabet στο +1,77% και την Amazon στο +0,98%. Πέρα από τις FAANG, η μετοχή της Nvidia έκλεισε στο +3,64%, της microsoft στο +2% ενώ στο +4,70% έκλεισε η Coinbase, εκμεταλλευόμενη την άνοδο των κρυπτονομισμάτων, με το bitcoin να επιστρέφει πάνω από τα 51.000 δολάρια.

Ισχυρή άνοδο για μια ακόμα ημέρα κατέγραψαν και οι μετοχές της ενέργειας, με τη chevron να κλείνει στο +1,09%, χάρη στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου, καθώς ο OPEC+ επιβεβαίωσε τη συμφωνία για αύξηση της παραγωγής κατά 400.000 βαρέλια ημερησίως από τον Νοέμβριο. Έτσι, το συμβόλαιο WTI παράδοσης Νοεμβρίου έκλεισε με άνοδο 1,7% στα 78,93 δολάρια το βαρέλι, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2014, ενώ το Brent Δεκεμβρίου έκλεισε στα 82,56 δολάρια το βαρέλι, με άνοδο 1,6%, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2018.

Από τις μετοχές του Dow Jones, η Goldman Sachs σημείωσε τη καλύτερη επίδοση με άνοδο 3,12%. Ακολούθησε η Microsoft με άνοδο 2%, η UnitedHealth με άνοδο  1,66% και η JPMorgan με άνοδο 1,63%. Μόλις 4 μετοχές έκλεισαν με  πτώση (Visa -0,20%, Caterpillar -0,33%,IBM -0,67% και Merck -1,81%).

Το ενδιαφέρον της αγοράς έχει μεταφερθεί τις τελευταίες ημέρες στο Κογκρέσο, με την συζήτηση για την αύξηση του ορίου χρέους να βρίσκεται στο προσκήνιο. Η Τζάνετ Γέλεν, η οποία έχει θέσει ως όριο για μια απόφαση τις 18 Οκτωβρίου, προειδοποίησε ξανά για την πιθανότητα νέας ύφεσης αν δεν υπάρξει άμεσα κάποια κίνηση.

Παράλληλα, η αγορά είδε το εμπορικό έλλειμμα στις ΗΠΑ να αυξάνεται κατά  4,2% στα 73,3 δισ. δολάρια τον Αύγουστο, από 70,3 δισ. δολάρια τον Ιούλιο, την ώρα που οι αναλυτές ανέμεναν έλλειμμα 70,8 δισ. δολαρίων.