Η δημοσιοποίηση των εξαιρετικών  εξαμηνιαίων αποτελεσμάτων της Eurobank και της Εθνικής αιφνιδίασαν την επενδυτική κοινότητα καθώς η Goldman Sachs μόλις  προ 15θημέρου «κούρευε» τις τιμές στόχους των τραπεζών.

Τώρα, όλοι  προϊδεάζονται  ότι σε ανάλογη κατεύθυνση θα είναι και των άλλων δύο τραπεζών, της Alpha Bank και της Πειραιώς, με τη J.P. Morgan να σπεύδει να αναβαθμίζει τις τιμές – στόχους.

Επομένως, συνομολογείται ότι  ο τραπεζικός κλάδος  έχει στο σύνολό του τρία βασικά χαρακτηριστικά: ικανοποιητική κεφαλαιακή επάρκεια, μονοψήφιο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ)  και βελτιωμένη οργανική κερδοφορία.

Μάλιστα, η αναμενόμενη επιτάχυνση της πιστωτικής επέκτασης λόγω των ήδη εγκεκριμένων δανείων στο πλαίσιο των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης σε συνδυασμό με τα αυξημένα επιτόκια λόγω της πολιτικής αυξημένων επιτοκίων από την ΕΚΤ, διαμορφώνουν προϋποθέσεις για αυξημένους πιστωτικούς τόκους στο 2ο εξάμηνο του 2022 και το 2023. Ταυτόχρονα, τα αναμενόμενα νέα ΜΕΑ λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας θα αντιμετωπιστούν με τρόπο που δεν θα επιβαρύνουν τα λειτουργικά αποτελέσματα.

Ενόψει των παραπάνω, το +5% του Γ.Δ. κατά τον Ιούλιο (υψηλότερη  μηνιαία επίδοση στο έτος!) είχε και συνέχεια στο ξεκίνημα του Αυγούστου, καθώς η συναλλακτική βελτίωση με τους αγοραστές ως πρωταγωνιστές  συνιστά ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης.

Με οδηγό τον τραπεζικό κλάδο που υποβοηθείται από άλλους δεικτοβαρείς τίτλους με θεαματική βελτίωση των μεγεθών τους, όπως του Μυτιληναίου που τα υπερδιπλασίασε, ο Γ.Δ. ξεπέρασε εύκολα τις 850 μονάδες και στοχεύει βάσιμα στην επάνοδο προς τις 900 μονάδες ώστε να μηδενιστούν οι φετινές απώλειες, υπό την αίρεση των δεδομένων στο διεθνές σκηνικό.

Με την υποβοήθηση από την αναμενόμενη βελτίωση της συνολικής κερδοφορίας από τις επιδόσεις των εξαμηνιαίων αποτελεσμάτων αλλά και την ανθηρή τουριστική περίοδο που μπορεί να συμβάλει στην διαμόρφωση ποσοστού-έκπληξη για το φετινό ΑΕΠ, ενώ η κατά +2,7 δις. ευρώ αύξηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα τον Ιούνιο συνιστά μια ακόμη ψήφο εμπιστοσύνης στο βαθμό που συνδέεται με εισροές κεφαλαίων για τοποθετήσεις σε ελληνικά στοιχεία ενεργητικού.

Ωστόσο, το διεθνές περιβάλλον συνεχίζει να επιβαρύνεται από την ενεργειακή κρίση που συντηρείται στο πλαίσιο της Ουκρανικής κρίσης, με τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη να αναρριχάται στο 8,9%.

Το ΙΟΒΕ καταγράφει υποχώρηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Ιούλιο για την Ελλάδα, ενώ υποχώρηση καταγράφουν και οι δείκτες παραγγελιών στη μεταποίηση των μεγαλύτερων οικονομιών της ευρωζώνης (δείκτες PMI της S & P Global).

Παράλληλα, στις ΗΠΑ το ΑΕΠ του 2ο τριμήνου  κατέγραψε υποχώρηση (-0,9%) σε συνέχεια του -1,6% του 1ου  τριμήνου, επιβεβαιώνοντας την είσοδο της οικονομίας των ΗΠΑ σε ύφεση, από τεχνικής τουλάχιστον πλευράς.

Στην πραγματικότητα, η συντήρηση του υψηλού βαθμού αβεβαιοτήτων δεν επιτρέπει στους οικονομολόγους να αποφανθούν αν οι πρόδρομοι δείκτες των μακροοικονομικών μεγεθών που καταγράφουν υποχώρηση στο ΑΕΠ, τη βιομηχανική παραγωγή, την απασχόληση και την ανεργία, την οικοδομική δραστηριότητα και  τις παραγγελίες θα συνεχίσουν στην ίδια κατεύθυνση.

Έτσι, οι ικανοποιητικές επιδόσεις που κατέγραψαν τον Ιούλιο οι διεθνείς αγορές (+8% o S & P λόγω και των υπερκερδών των πετρελαϊκών εταιρειών , +7,64% ο Eurostoxx 600) μπορεί εύκολα να ανατραπούν στη συνέχεια, ακόμη και εν μέσω της  θερινής ραστώνης του Αυγούστου,  στο βαθμό που συνεχίζει να μην επιλέγεται ο διάλογος για την αναζήτηση λύσεων στα φλέγοντα ζητήματα που πλήττουν την ευρωπαϊκή κυρίως οικονομία…

Διαβάστε επίσης

Με το ένα μάτι στις Κεντρικές Τράπεζες και το άλλο στην ενεργειακή κρίση