Η ελβετική τράπεζα UBS και ο Stephan Potgieter παραθέτουν την άποψη της UBS για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα.

«Οι ελληνικές τράπεζες προσφέρουν ελκυστικές προοπτικές ανόδου και έκθεση στην ιστορία μακροοικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας. Βλέπουμε ισχυρή αύξηση κεφαλαίου και δυνατότητα διανομής πάνω από τα συντηρητικά τους σχέδια πληρωμών. Η σχέση κινδύνου-απόδοσης φαίνεται να είναι στραμμένη προς τα πάνω. Οι συστάσεις μας για τις τέσσερεις μετοχές είναι αγορά (buy) και οι τιμές στόχοι τα 2,42 ευρώ για την Alpha Bank με ανοδικό περιθώριο 40%, 11,20 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα με ανοδικό περιθώριο 38%, τα 5,70 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς με ανοδικό περιθώριο 36% και τα 3 ευρώ για τη Eurobank με ανοδικό περιθώριο 28%», επισημαίνει ο Potgieter.

1

“Παραμένουμε θετικοί για τον τομέα ενόψει των αποτελεσμάτων του δ’ τριμήνου. Έχοντας ξεκινήσει την αξιολόγηση του τομέα τον Ιούλιο του περασμένου έτους με αξιολογήσεις buy και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, βλέπουμε περαιτέρω δυνατότητες επαναξιολόγησης με τις αποτιμήσεις να παραμένουν ελκυστικές, κατά την άποψή μας. Πιστεύουμε ότι τα επικαιροποιημένα επιχειρηματικά σχέδια που θα αποκαλυφθούν στα αποτελέσματα του δ’ τριμήνου θα μπορούσαν να αποτελέσουν περαιτέρω καταλύτη. Η δυνατότητα για υψηλότερες διανομές είναι σημαντική, συμπεριλαμβανομένων των επαναγορών μετοχών που θα μπορούσαν να στηρίξουν τα κέρδη ανά μετοχή στο μέλλον. Είμαστε θετικοί για τις τράπεζες και βλέπουμε την ΕΤΕ στη λίστα των κορυφαίων επιλογών μας. Οι ελληνικές τράπεζες προσφέρουν χαμηλότερο κίνδυνο και ελκυστικές αποτιμήσεις, κατά την άποψή μας. Το τεκμαρτό κόστος ιδίων κεφαλαίων είναι πολύ υψηλό, λαμβάνοντας υπόψη την απόδοση των δεκαετών ομολόγων στο 3,5%”, επισημαίνει ο Potgieter.

Η Jefferies και ο Alexander Demetriou εστιάζουν στη διαχείριση των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών (asset management) εκτιμώντας ότι τα περιθώρια δημιουργίας πρόσθετων εσόδων από προμήθειες και αμοιβές είναι σημαντικά σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες.

Οι συστάσεις για τις ελληνικές τράπεζες είναι αγορά (buy), με τιμές στόχους αρκετά υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα αποτίμησης. Για την Τράπεζα Πειραιώς ο στόχος τιμής είναι στα 5,80 ευρώ, στην Alpha Bank ο στόχος τιμής είναι στα 2,75 ευρώ, στην Εθνική Τράπεζα ο στόχος τιμής είναι στα 11 ευρώ και στη Eurobank ο στόχος τιμής είναι στα 3,05 ευρώ.

Βάσει των στοιχείων του Δεκεμβρίου για τα κεφάλαια υπό διαχείριση των ελληνικών τραπεζών (AUMs) για το δ’ τρίμηνο και το 2024 συνολικά, κατεγράφη αύξηση 7% σε τριμηνιαία βάση και αύξηση 40% για το έτος. Η Εθνική Τράπεζα είχε την ισχυρότερη απόδοση στη διάρκεια του έτους αυξάνοντας, τόσο το μερίδιο αγοράς, όσο και τις καθαρές πωλήσεις, οι οποίες ήταν και οι υψηλότερες.

Στα μερίδια αγοράς, η Eurobank διατηρεί την πρώτη θέση με την Εθνική Τράπεζα να αυξάνει το μερίδιο της. Τα μερίδια αγοράς ήταν σταθερά τον Δεκέμβριο για τις 4 μεγάλες τράπεζες, με τη Eurobank να είναι πρώτη με 26% και την Εθνική Τράπεζα στο τέλος με 14%. Η τελευταία σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση μεριδίου αγοράς τον Δεκέμβριο (+39 μ.β.) και σε ετήσια βάση (+360 μ.β.). Η ΕΤΕ αύξησε το μερίδιό της από 11% σε 14% σε όλη τη διάρκεια του 2024.

Τέλος, η NBG Securities και ο Βασίλης Καρναπάτης επιλέγουν την Τράπεζα Πειραιώς ως top pick από τις ελληνικές τράπεζες και θέτουν τιμή στόχο τα 6,25 ευρώ με περιθώριο ανόδου 47%. ΟΙ συστάσεις για όλες τις τράπεζες είναι υπεραπόδοση (outperform) και η τιμή στόχος για τη Eurobank είναι τα 3,50 ευρώ και για την Alpha Bank τα 2,55 ευρώ με 47% και 48% περιθώριο ανόδου, αντίστοιχα. Οι καταλύτες για τις ελληνικές τράπεζες θα είναι τα κέρδη και τα επιταχυνόμενα μερίσματα.

Οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν τις ισχυρές επιδόσεις τους το 2024 (κλάδος: +21% σε ετήσια βάση), αντανακλώντας τη βελτιωμένη κερδοφορία, τη σταθερή ρευστότητα και τα επίπεδα κεφαλαίου, κινούμενες σε ευθυγράμμιση με τις αντίστοιχες τράπεζες της ΕΕ (STOXX600 Banks), αλλά υποαποδίδοντας έναντι των τραπεζών της περιφέρειας της ΕΕ κατά 22% περίπου. Φέτος, οι ελληνικές τράπεζες φαίνεται να έχουν ξεκινήσει το έτος (και πάλι) με το δεξί, καταγράφοντας κέρδη 8% και υπεραποδίδοντας, τόσο έναντι της ελληνικής αγοράς, όσο και των ομοειδών τους στην ΕΕ, κατά 4% και 1%, αντίστοιχα.

«Με αυτό το δεδομένο, όσον αφορά τη σχετική αποτίμηση, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με discount σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες, το οποίο, κατά την άποψή μας, δεν δικαιολογείται πλήρως από τους ειδικούς κινδύνους της χώρας και του κλάδου. Σε όρους P/TBV για το 2025, οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται κατά μέσο όρο με 0,83 φορές (για ROTE 13,6%), με τις ομοειδείς τους στην ΕΕ να διαπραγματεύονται με 1,08 φορές, υποδηλώνοντας discount 23%. Πιστεύουμε ότι το discount θα μπορούσε να μειωθεί καθώς τα επικαιροποιημένα επιχειρηματικά σχέδια των ελληνικών τραπεζών υλοποιούνται με επιτυχία, οδηγώντας σε διατηρήσιμες προοπτικές κερδών και επιτάχυνση του μερίσματος», καταλήγει ο Καρναπάτης.

Διαβάστε επίσης

Optima Bank για Motor Oil: Ελκυστικό σημείο εισόδου στη μετοχή στα τρέχοντα επίπεδα, μειώνεται η τιμή στόχος 

Optima Bank για Τιτάν: Η δημόσια εγγραφή στις ΗΠΑ είναι game changer

ΑΧΙΑ για ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ: Από τα πιο νέα και ελκυστικά χαρτοφυλάκια παραχωρήσεων