Το 12,6% που συγκέντρωσε η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) στις εκλογές της Κυριακής ήρθε να κλείσει μια σημαντική πολιτική περίοδο για τους Ευρωπαίους εθνικιστές λαϊκιστές. Είναι μια επίδοση που ανησύχησε πολλούς, τόσο εντός όσο και εκτός Γερμανίας. Αλλά, αν ληφθούν υπόψιν όλα τα δεδομένα, αποτελεί μια ακόμη ήττα για την άκρα δεξιά, η οποία φαίνεται για την ώρα να έχει χτυπήσει “ταβάνι” στη Δυτική Ευρώπη.
Το AfD συνεχάρη αμέσως ο Geert Wilders, το κόμμα του οποίου (Κόμμα για την Ελευθερία – PVV) κέρδισε το 13,1% των ψήφων στην Ολλανδία το Μάρτιο και η Marine Le Pen, το κόμμα της οποίας (Εθνικό Μέτωπο) εξασφάλισε το 13,2% στον πρώτο γύρο των γαλλικών βουλευτικών εκλογών τον Ιούνιο. Πολλοί θεωρούν ότι το ποσοστό του AfD είναι πιο σημαντικό από αυτό των άλλων κομμάτων που ανήκουν στο “κλαμπ” του 13%, αφού είναι γερμανικό κόμμα και ο γερμανικός εθνικισμός έχει μια ιδιαίτερα τρομακτική ιστορία. Αλλά 72 χρόνια μετά την ήττα των Ναζί, οι Γερμανοί εθνικιστές δεν είναι πιο επικίνδυνοι από εκείνους των γειτονικών χωρών.
Το AfD είχε ένα πλεονέκτημα σε σύγκριση με τους συμμάχους του στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη. Η Γερμανία εμπεριέχει το δικό της έθνος της Ανατολικής Ευρώπης – την πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας. Είναι φτωχότερο από την υπόλοιπη χώρα και υπόκειται στο ίδιο μετακομμουνιστικό τραύμα όπως η Πολωνία ή η Ουγγαρία και επομένως τείνει προς την εκλογή είτε αριστερών είτε εθνικιστών. Η επιτυχία του AfD βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη στήριξη από την ανατολική Γερμανία. Κατά τα άλλα, τα κόμματα του κλαμπ του 13% παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες -όχι μόνο στην ιδεολογία κατά της μετανάστευσης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και στους τρόπους με τους οποίους κερδίζουν, χάνουν και αντιδρούν στις νίκες και τις ήττες.
Το AfD, το Εθνικό Μέτωπο και το PVV προσελκύουν πολλή προσοχή και εκατομμύρια ψήφους ως κόμματα -αλλά στους ψηφοφόρους δεν φαίνεται να αρέσουν οι υποψήφιοί τους στις άμεσες εκλογές. Το γαλλικό εθνικιστικό κόμμα κατέληξε με μόλις οκτώ έδρες στην Εθνοσυνέλευση. Στην Ολλανδία, όπου οι πολίτες ψηφίζουν μόνο για τα κόμματα, μία ψήφος για το PVV είναι μια ψήφος για τον Wilders, το μόνο επίσημο μέλος του κόμματος.
Οι Γερμανοί έχουν το δικαίωμα δύο ψήφων σε ένα γύρο εκλογών – μία για ένα κόμμα και μία για έναν υποψήφιο σε μια εκλογική περιφέρεια. Το AfD κατάφερε να εκλέξει μόνο τρεις υποψηφίους απευθείας, όλους στο ανατολικό κρατίδιο της Σαξονίας. Ένας από τους δύο κορυφαίους υποψηφίους του κόμματος, ο Alexander Gauland, ο οποίος ήταν υποψήφιος στο γειτονικό ανατολικό κρατίδιο του Βρανδεμβούργου, όπου το αντιμεταναστευτικό αίσθημα είναι πολύ έντονο, έχασε από τον Martin Patzelt, υποψήφιο του κόμματος της καγκελαρίου Angela Merkel που είχε φιλοξενήσει στο σπίτι του δύο πρόσφυγες από την Ερυθραία. Στην πραγματικότητα, το κόμμα της Merkel, η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση και το αδελφικό του κόμμα στη Βαυαρία, η Χριστιανοκοινωνική Ένωση, κέρδισαν τη συντριπτική πλειοψηφία των περιφερειών. Εάν το γερμανικό εκλογικό σύστημα δεν έδινε προτεραιότητα στις ψήφους των κομμάτων, το AfD θα είχε χειρότερη απόδοση από το Εθνικό Μέτωπο φέτος και μόνο λίγο καλύτερη από το Κόμμα Ανεξαρτησίας (UKIP) στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2015, όταν το εθνικιστικό κόμμα κέρδισε μία έδρα του κοινοβουλίου.
Οι εκλογές ανά περιφέρεια είναι μια δοκιμασία για τον πολιτικό επαγγελματισμό: περιλαμβάνουν εκτεταμένη προσωπική εκστρατεία, από πόρτα σε πόρτα, σε τοπικές εκθέσεις και καταστήματα. Πολλά εθνικιστικά κόμματα δεν το κάνουν αυτό πολύ καλά. Αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο για να συγκεντρώσουν τις ψήφους διαμαρτυρίας, οι οποίες δίνονται άσχετα με τις προσπάθειες ενός κόμματος, αλλά οδηγούνται από τα γεγονότα της επικαιρότητας. Αυτό εκμεταλλεύονται τα κόμματα προκειμένου να καταφέρουν να συλλέξουν καλύτερα ποσοστά. Περίπου το 20% των ψηφοφόρων του AfD υποστήριξε τα αριστερά κόμματα στις προηγούμενες εκλογές – δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν εθνικιστές. Τα κόμματα που βασίζονται στην “ταυτότητά” τους χρησιμοποιούν παρόμοιες τεχνικές για να κρατούν τους ανθρώπους θυμωμένους και να συλλέγουν τις ψήφους τους -όλα είχαν τα υψηλότερα επίπεδα δραστηριότητας στο Facebook και ενασχόλησης στα κοινωνικά μέσα στις χώρες τους φέτος- αλλά τα αποτελέσματα έδειξαν τους περιορισμούς αυτής της προσέγγισης, δεδομένων και των επίπεδων διείσδυσης των κοινωνικών δικτύων στη Δυτική Ευρώπη.
Η εξάρτηση από τον θυμό των ψηφοφόρων μπορεί να εξελιχθεί άσχημα για τα κόμματα: Το PVV, για παράδειγμα, υποχώρησε στο 10% το 2012 από το ποσοστό-ρεκόρ του 15,45% το 2010. Το AfD θα παρουσιάσει αντίστοιχα απογοητευτικά ποσοστά, εκτός κι αν υπάρξει μία σταθερή ροή έντονα αρνητικών ειδήσεων για τους μετανάστες και την ΕΕ.
Η έλλειψη άμεσης, τοπικής υποστήριξης σήμαινε πάντα ότι τίποτα δεν υποχρέωνε τα κόμματα αυτά να συμπεριφέρονται εποικοδομητικά στο κοινοβούλιο. Το PVV δεν έχει υποστηρίξει σχεδόν κανένα νομοσχέδιο, αλλά έχει διακριθεί ως ένα “αδυσώπητα” αντιπολιτευτικό κόμμα, θέτοντας χιλιάδες ερωτήσεις στα μέλη του υπουργικού συμβουλίου -πολύ περισσότερα από τα ερωτήματα οποιασδήποτε άλλης πολιτικής δύναμης. Έχει επίσης προτείνει (ανεπιτυχώς) περισσότερες προτάσεις μομφής στους υπουργούς της κυβέρνησης από οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Αυτό είναι πιθανώς το είδος της δραστηριότητας, που αποσκοπεί στην αξιοποίηση του κοινοβουλίου ως “σκηνή”, και μπορεί κανείς να περιμένει από το AfD στη Γερμανία: ο Gauland υποσχέθηκε να “κυνηγήσει” τη Merkel έτσι ώστε “οι απλοί πολίτες να πιστέψουν ότι το κοινοβούλιο παίζει κάποιο ρόλο ξανά”. Οι θεατρινισμοί είναι εγγυημένοι – αλλά, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν πολλά που να μπορεί να καταφέρει ένα κόμμα του 13%, παρά μόνο κάποιο θόρυβο.
Αυτή η τακτική δεν ευνοεί μία καλή συνεργασία. Οι εσωτερικές συγκρούσεις και οι “εκρήξεις” του Εγώ είναι ο κανόνας. Τη Δευτέρα, μία από τους τρεις άμεσα εκλεγμένους βουλευτές του AfD, η Frauke Petry, εξέπληξε τους συντρόφους της, δηλώνοντας σε κοινή συνέντευξη Τύπου ότι δεν θα συμμετάσχει στην κοινοβουλευτική ομάδα του AfD. Η Petry αντιπροσωπεύει τη μετριοπαθή πτέρυγα του AfD. Λέει ότι το κόμμα θα έχει ένα καλύτερο μέλλον εάν αποστασιοποιηθεί από τις πιο αμφιλεγόμενες εθνικιστικές ιδέες. Υπάρχουν και άλλοι σαν εκείνη, που θα εκφοβιστούν από την αναίσχυντη ρητορική του Gauland.
Η σκηνή, με πρωταγωνίστρια την Petry, θυμίζει την πρόσφατη αναχώρηση του Florian Philippot από το Εθνικό Μέτωπο. Ο Philippot ήταν κάποτε το δεξί χέρι της Le Pen, ο κορυφαίος χαράκτης στρατηγικής του κόμματος. Όπως η Petry, και ο ίδιος ανησύχησε για τον συρρικνούμενο ρόλο του στην ηγεσία του κόμματος.
Δεν υπάρχουν πολλά που έχουν απομείνει για τους εθνικιστές να κερδίσουν ή να χάσουν φέτος. Στην Αυστρία, το Κόμμα της Ελευθερίας, το οποίο αναδεικνυόταν στην πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις μέχρι το περασμένο καλοκαίρι, έχει υποχωρήσει δραματικά στα ποσοστά του – ένα μοτίβο που έχουν ακολουθήσει επίσης τόσο το PVV όσο και το AfD. Αν και πιθανότατα θα τα καταφέρει καλύτερα στις15 Οκτωβρίου από το κλαμπ 13%, δεν θα κερδίσει τις εκλογές.
Τα κόμματα που βασίζονται στην ταυτότητά τους υπολόγιζαν να κερδίσουν καλύτερα ποσοστά μετά την ψηφοφορία του Brexit και την εκλογή του Donald Trump. Η εκπροσώπησή τους στα κοινοβούλια δεν τους παρέχει καμία πραγματική εξουσία, αν και με το να βρίσκονται στο προσκήνιο, γίνονται μεγαλύτεροι στόχοι για πιο καθιερωμένους, πιο επαγγελματίες και λιγότερο απεχθείς αντιπάλους. Η αντίδραση μπορεί να “τιμωρηθεί” στον επόμενο εκλογικό κύκλο. Η μόνη τους ελπίδα είναι η ζωή στη Δυτική Ευρώπη να επιδεινωθεί πολύ, ώστε να αποφευχθεί η συρρίκνωση των ποσοστών τους.
Πηγή: Bloomberg View