Σταδιακή άρση των μέτρων για την προστασία των επιχειρήσεων από το ενδεχόμενο πτώχευσης «βλέπουν» οι οικονομολόγοι της Capital Economics, σημειώνοντας ότι δεν πρέπει να συνεχίσουν να στηρίζονται επιχειρήσεις που ίσα-ίσα καταφέρνουν να επιπλέουν…

Όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος της Capital Economics, David Oxley, έχοντας δώσει εντολή σε πολλές εταιρείες να σταματήσουν να λειτουργούν κατά τη διάρκεια του lockdown, οι κυβερνήσεις προσπάθησαν να αποτρέψουν το ενδεχόμενο απότομης αύξησης των «λουκέτων» στην αγορά. Ωστόσο, η στήριξη αυτή αναμένεται τώρα να αποσυρθεί σταδιακά, με αποτέλεσμα να υπάρξει απότομη αύξηση των πτωχεύσεων, ιδίως στην Ισπανία και την Ιταλία.

Ο ίδιος σημειώνει επίσης ότι η κατάρρευση επιχειρήσεων ίσως να μη συνδέεται τόσο στενά με τον οικονομικό κύκλο όσο θα μπορούσε να υπέθετε κανείς. Παρ’ όλα αυτά, η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει ότι η Ισπανία και η Ιταλία βλέπουν συνήθως αναλογικά μεγαλύτερες αυξήσεις στον αριθμό των πτωχεύσεων σε περίπτωση οικονομικής κρίσης απ’ ό,τι η Γαλλία ή η Γερμανία, όπως φαίνεται και από τα διαγράμματα που ακολουθούν. Επισημαίνει μάλιστα ότι η γραμμή που δείχνει την τάση στο γράφημα της Ισπανίας θα ήταν ακόμη πιο απότομη αν δεν παραλειπόταν το κύμα πτωχεύσεων στον κλάδο των κατασκευών μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία παραμορφώνει την εικόνα.

Όπως αναφέρεται στη σχετική ανάλυση, το γεγονός ότι οι πτωχεύσεις εταιρειών στη νότια Ευρώπη φαίνεται να εξαρτώνται περισσότερο από την οικονομική ανάπτυξη απ’ ό,τι στη βόρεια Ευρώπη έγκειται σε διαρθρωτικούς παράγοντες, όπως το μικρότερο μέσο μέγεθος των επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν και μικρότερη δύναμη στην αγορά, στον Νότο, καθώς και στα διαφορετικά νομικά συστήματα και στις διαφορετικές διαδικασίες που εφαρμόζονται.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, αν λάβει κανείς υπόψη ότι η ισπανική και η ιταλική οικονομία είναι πολύ πιο αδύναμες μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, ιδίως μετά την περίοδο πέριξ της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης το 2012, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι και στις δύο αυτές χώρες καταγράφονται πολύ μεγαλύτερες μεταβολές σε ό,τι αφορά τον αριθμό των πτωχεύσεων από ό,τι στη Γαλλία ή στη Γερμανία.

Η κοινή λογική λέει ότι ο αριθμός των πτωχεύσεων θα έπρεπε να έχει αυξηθεί απότομα μετά τη βουτιά που σημείωσε η οικονομική δραστηριότητα στις αρχές του τρέχοντος έτους. Όμως, σε κάποιες περιπτώσεις, οι πτωχεύσεις, αντί να αυξηθούν, μειώθηκαν. Όπως φαίνεται στο παραπάνω Διάγραμμα 6, ο αριθμός των πτωχεύσεων στο β’ τρίμηνο στη Γαλλία ήταν 56% χαμηλότερος από ό,τι την αντίστοιχη περίοδο του 2019, ενώ παρόμοιες τάσεις είναι εμφανείς και στην Ισπανία, όπως και στη Γερμανία (για την Ιταλία συγκρίσιμα στοιχεία υπάρχουν μόνο έως το δ’ τρίμηνο του 2019, αλλά εκτιμάται ότι θα παρουσιάσουν παρόμοιο μοτίβο και φέτος).

Όπως επισημαίνεται, το γεγονός ότι δεν καταγράφονται πολλές πτωχεύσεις αντικατοπτρίζει διάφορους παράγοντες, όπως τα μεγάλης κλίμακας πακέτα μέτρων στήριξης που ελήφθησαν από τις κυβερνήσεις, τα οποία περιλαμβάνουν αναστολές φορολογικών υποχρεώσεων και επέκταση των δανείων με κρατικές εγγυήσεις. Τέτοια μέτρα ελήφθησαν σε μεγαλύτερη έκταση στην Ιταλία και την Ισπανία.

Τα προσωρινά μορατόρια στις αιτήσεις πτώχευσης (π.χ. σε Γαλλία και Ιταλία), που συνδέονται εν μέρει με την αδυναμία του δικαστικού συστήματος, ήταν επίσης ένας από τους λόγους που επέτρεψαν σε κάποιες επιχειρήσεις να συνεχίσουν να λειτουργούν. Το ίδιο και οι ρυθμιστικές αλλαγές που έγιναν στο τραπεζικό σύστημα.

Το θέμα, όμως, είναι, όπως επισημαίνεται, ότι κάποια από τα μέτρα προστασίας που ελήφθησαν στο απόγειο της κρίσης αρχίζουν να παύουν. Για παράδειγμα, νομοθεσία που θεσπίστηκε στη Γερμανία στο ζενίθ της κρίσης, η οποία επιτρέπει στις επιχειρήσεις να καθυστερήσουν την κατάθεση αίτηση πτώχευσης, είναι να λήξει στις 30 Σεπτεμβρίου. Στη Γαλλία επίσης οι πιστωτές θα είναι σε θέση να ζητήσουν την εκτέλεση χρεών από τις αρχές Οκτωβρίου. Το «παράθυρο» για αίτηση χορήγησης δανείου με κρατική εγγύηση είναι επίσης να κλείσει στο τέλος του χρόνου στις περισσότερες χώρες.

Το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση δεν είναι σαφές, σημειώνει ο οικονομολόγος της Capital Economics, υπογραμμίζοντας ότι εκτιμάται πως πολλές κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να συγκρατήσουν το κύμα των πτωχεύσεων και να παρατείνουν τουλάχιστον κάποια μέτρα στήριξης. Αυτό μπορεί να δώσει σε ορισμένες εταιρείες περιθώριο να ανακάμψουν και πιθανότατα θα περιορίσει τον αριθμό των πτωχεύσεων.

Για άλλες, όμως, επιχειρήσεις, αυτό σημαίνει ότι απλά θα καθυστερήσει για λίγο ακόμη η ημέρα της κρίσεως. Επιπλέον, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορεί να μη θέλουν να συνεχίσουν να ρίχνουν χρήματα των φορολογουμένων σε επιχειρήσεις όπου είναι σαφές ότι το πρόβλημα είναι πλέον η φερεγγυότητα, όχι η ρευστότητα, και των οποίων τα επιχειρηματικά μοντέλα ενδέχεται να μην είναι πλέον βιώσιμα στη μετά COVID εποχή (π.χ. ορισμένες εταιρείες στους κλάδους της φιλοξενίας και των ταξιδιών).

Τα κυβερνητικά μέτρα προστάτευσαν πολλές επιχειρήσεις, αλλά το Διάγραμμα 8 δείχνει πώς αναμενόταν να αυξηθεί φέτος ο αριθμός των επιχειρηματικών πτωχεύσεων σε κάθε μία από τις «Big 4» οικονομίες της Ευρωζώνης με βάση τις προβλέψεις της Capital Economics για την αύξηση του ΑΕΠ και τη σχέση που υπήρχε κατά το παρελθόν μεταξύ οικονομικών επιδόσεων και χρεοκοπιών όπως αποτυπώνεται στα Διαγράμματα 1 έως 4 πιο πάνω. Αυτό δίνει μια ιδέα για το πόσο έχουν καταφέρει μέχρι στιγμής οι κυβερνήσεις να συγκρατήσουν τα «λουκέτα».

Σε απόλυτες τιμές, τη μεγαλύτερη αύξηση στις πτωχεύσεις θα έχει φέτος η Γαλλία, με περίπου 17.000 περισσότερες πτωχεύσεις σε σχέση με το 2019. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την ποσοστιαία αύξηση, η μεγαλύτερη αύξηση αναμένεται να καταγραφεί δευτερευόντως στην Ιταλία και, πρωτίστως, στην Ισπανία, όπου υπολογίζεται ότι οι πτωχεύσεις θα είναι φέτος αυξημένες κατά 43% και 70% αντίστοιχα σε σύγκριση με το 2019.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, παρά το γεγονός ότι η αποτροπή ενός τσουνάμι επιχειρηματικών πτωχεύσεων ήταν κάτι το κατανοητό ως απάντηση σε επίπεδο πολιτικής σε μια πρωτοφανή κρίση, η ύπαρξη χιλιάδων επικίνδυνα αδύναμων εταιρειών, που εξαρτώνται από μέτρα στήριξης, δεν μπορεί να αποτελεί συνταγή για ένα δυναμικό ριμπάουντ της δραστηριότητας αφού «ηττηθεί» ο ιός. Στην καλύτερη περίπτωση, οι επιχειρήσεις αυτές θα δυσκολεύονται να επενδύσουν και να προσθέσουν θέσεις εργασίας. Στη χειρότερη, μπορεί να υπάρξει ένα μελλοντικό κύμα πτωχεύσεων και να χαθούν θέσεις εργασίας εάν και εφόσον αποσυρθούν τα μέτρα στήριξης, υπογραμμίζεται στην έκθεση.

Τέλος, σε ό,τι αφορά την περιφέρεια της Ευρωζώνης ως σύνολο, δεδομένου ότι οι πτωχεύσεις σε Ισπανία και Ιταλία επηρεάζονται συνήθως περισσότερο από την κατάσταση της οικονομίας απ’ ό,τι σε Γερμανία και Γαλλία, αυτό (σ.σ. η παράταση των κυβερνητικών μέτρων στήριξης) το μόνο που θα κάνει είναι να επιτείνει τη διαφορά σε επίπεδο οικονομικών επιδόσεων μεταξύ πυρήνα και περιφέρειας τα ερχόμενα χρόνια.