Σε αρνητικό έδαφος κινούνται οι βασικοί δείκτες της Wall Street, μία ώρα περίπου αφότου άνοιξαν οι αγορές στη Νέα Υόρκη, μετά και την υποβάθμιση του μακροπρόθεσμου αξιόχρεου των ΗΠΑ από τoν οίκο αξιολόγησης Fitch Ratings, ο οποίος έφερε τα πάνω κάτω στον επενδυτικό κόσμο.

Στη χθεσινή συνεδρίαση, o Dow Jones έκλεισε με άνοδο, ενώ ο S&P 500 και Nasdaq έκλεισαν με απώλειες, με το βλέμμα των επενδυτών να παραμένει στραμμένο στα εταιρικά αποτελέσματα.

Πιο συγκεκριμένα, ο Dow Jones έκλεισε στις 35.630,68 μονάδες με άνοδο 0,20%, ενώ ο S&P 500 στις 4.576,73 μονάδες με απώλειες -0,27%. Ο Nasdaq έκλεισε στις 14.283,91 μονάδες με πτώση -0,43%.

Ωστόσο, τα δεδομένα φαίνεται πως ανατράπηκαν λίαν συντόμως μετά το κλείσιμο των αγορών, καθώς ο οίκος Fitch Ratings υποβάθμισε τις ΗΠΑ σε ΑΑ+ από ΑΑΑ.

Πώς κινούνται οι χρηματιστηριακοί δείκτες

Ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones κινείται στις 35.410,40 μονάδες με ήπιες απώλειες 0,62%.

Αντίστοιχες απώλειες καταγράφει και ο S&P 500, o οποίος κινείται στις 4.531,70 μονάδες με ήπιες απώλειες 0,98%.

Από τους κλάδους του δείκτη, η μεγαλύτερη άνοδος μέχρι στιγμής παρατηρείται στον κλάδο των υπηρεσιών Πληροφορικής (IT Services Industry), ενώ οι μεγαλύτερες απώλειες καταγράφονται στον κλάδο των καταναλωτικών αγαθών μη διαρκών αναγκών (-1,15%)

Αντίθετα, ο τεχνολογικός Nasdaq κινείται στις 14.050,78 μονάδες με ισχυρές απώλειες 1,63%.

Η ανακοίνωση της Fitch προκάλεσε την ενίσχυση των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων, με αυτή του 10ετούς να ενισχύεται στο 4,09% και του 2% στο 4,92%, προκαλώντας ισχυρές πιέσεις στις τεχνολογικές μετοχές.

Η υποβάθμιση του Fitch Ratings ως απότοκος της κρίσης για το όριο του ανώτατου χρέους

Αν και η  συμφωνία για το ανώτατο όριο του χρέους επιτεύχθηκε σχεδόν πριν από δύο μήνες, η πολιτική δυσλειτουργία που προηγήθηκε στην Ουάσιγκτον και το συνεχώς αυξανόμενο βάρος του χρέους εξακολουθούν να προκαλούν ανησυχία.

Η υποβάθμιση από τον οίκο έρχεται ως deja vu της κίνησης της S&P Global Ratings, η οποία μείωσε την αξιολόγησή της για τις ΗΠΑ το 2011 μετά από διαφορετική κυβερνητική αντιπαράθεση.

Η Fitch είχε θέσει το αξιόχρεο της Αμερικής σε αρνητική τροχιά ήδη από τον περασμένο Μάιο, με τη δικομματική συμφωνία για την αναστολή του ανώτατου ορίου του χρέους μέχρι τον Ιανουάριο του 2025 να μην καθίσταται αρκετή για να κατευνάσει τους φόβους της, καθώς ο οίκος εστίασε περισσότερο στην πολιτική αντιπαράθεση που καταγράφηκε μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών αλλά και στη μειωμένη εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τα δημοσιονομικά θέματα αλλά και το χρέος.

Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με δημοσιεύματα στον αμερικανικό τύπο, πριν από δύο εβδομάδες ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν δημιούργησε μια ομάδα για να αξιολογήσει τους τρόπους ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές αντιπαραθέσεις σχετικά με το όριο χρέους της χώρας. Η ομάδα εργασίας, που αποτελείται κυρίως  από αξιωματούχους της διοίκησης και κανένα Ρεπουμπλικανό μέλος, διευθύνεται από τον σύμβουλο του Λευκού Οίκου, Stuart Delery και τη Διευθύντρια του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, Lael Brainard.

Οι επενδυτές αντέδρασαν αρνητικά αλλά σχετικά ψύχραιμα στην ανακοίνωση της υποβάθμισης, με τα futures να κινούνται σε αρνητικό έδαφος, ενώ η απόδοση του δεκαετούς αμερικανικού ομολόγου, προς το παρόν, είναι σταθερή μετά τη χθεσινή τους άνοδο κατά 4,048%, το δεύτερο μεγαλύτερο υψηλό επίπεδο που κατέγραψαν μέσα στο 2023.

Η υποβάθμιση προκάλεσε και την αντίδραση της υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, η οποία χαρακτήρισε την απόφαση του οίκου ως αυθαίρετη και ότι βασίζεται σε ξεπερασμένα δεδομένα.

Μέχρι στιγμής τα μακροοικονομικά δεδομένα δείχνουν ότι η αμερικανική οικονομία είναι αρκετά ανθεκτική, με τον πληθωρισμό να έχει υποχωρήσει στο 3%.

Συνέχεια στις εταιρικές ανακοινώσεις

Πέρα από την έκπληξη της Fitch, η αγορά συνεχίζει να έχει το βλέμμα της στις εταιρικές ανακοινώσεις για τα αποτελέσματα του δεύτερου τριμήνου, καθώς ένα μεγάλο πλήθος εταιρειών του S&P 500 αναφέρει αυτή την εβδομάδα τα αποτελέσματά του.

Μέχρι στιγμής, η πλειοψηφία των εταιρειών έχει καταφέρει να ανακοινώσει αποτελέσματα καλύτερα των προβλέψεων, καταγράφοντας ωστόσο πτώση για ένα ακόμα τρίμηνο.

Η Pinterst ανακοίνωσε καλύτερα των εκτιμήσεων αποτελέσματα, καταγράφοντας αύξηση των ενεργών χρηστών κατά 8%, ωστόσο η μετοχή της υποχωρεί κατά 3,66% καθώς η εταιρεία δεν ανακοίνωσε συγκεκριμένα νούμερα για το guidance. H CVS Health σημειώνει άνοδο 3,5% μετά την δημοσίευση ισχυρών κερδών καθώς μειώνει το κόστος, ενώ η Humana ενισχύθηκε μετά από δημοσίευση χαμηλότερου από το αναμενόμενο ιατρικό κόστος.

Η AMD σημειώνει βουτιά άνω του 7% παρά τα καλύτερα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ενώ η  SolarEdge Technologies υποχωρεί κατά 19% αφού έχασε τις προσδοκίες εσόδων για το δεύτερο τρίμηνο .

Πιέσεις σε κινεζικές εισηγμένες

Την ίδια ώρα, βουτιά σημειώνουν τεχνολογικές μετοχές από την Κίνα, που είναι εισηγμένες και στη Νέα Υόρκη, μετά την απόφαση του Πεκίνου να προτείνει περιορισμούς στη χρήση smartphone στους ανήλικους.

Μετοχές όπως η JD.com, η  Alibaba και η Baidu υποχωρούν άνω του 4%.

 

Τα μακροοικονομικά στοιχεία της ημέρας

Σύμφωνα με την ADP, την αμερικανική εταιρεία παροχής υπηρεσιών και λογισμικού διαχείρισης ανθρώπινων πόρων, οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν τον Ιούλιο στον ιδιωτικό τομέα ανέρχονται στις 324.000 από τις 455 χιλιάδες που ήταν προηγουμένως, καταρρίπτοντας την πρόβλεψαν των αναλυτών ότι θα ανέρχονταν στις 189.000.

Τα αποτελέσματα έρχονται δύο μέρες, πριν από την ανακοίνωση της εβδομαδιαίας αναφοράς του Υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, για τις νέες αιτήσεις επιδομάτων ανεργίας. Την προηγούμενη εβδομάδα, οι συνεχόμενες αιτήσεις ανεργίας μειώθηκαν στα 1,690 εκατ. από τα 1,749 εκατ., διαψεύδοντας τους αναλυτές που υπολόγιζαν ότι θα αγγίξουν τα 1,750 εκατ. Παράλληλα, οι εβδομαδιαίες νέες αιτήσεις επιδόματος ανεργίας μειώθηκαν στις 221 χιλιάδες από τις 228 χιλιάδες της προηγούμενης εβδομάδας, ενώ οι αναλυτές προέβλεπαν ότι θα αγγίξουν τις 235 χιλιάδες.

Η νέα πρόβλεψη των επενδυτών για τις αιτήσεις επιδομάτων ανεργίας που θα ανακοινωθούν αύριο κάνει λόγο για 227.000 νέες αιτήσεις.

Να σημειωθεί ότι η FED παρακολουθεί με ενδιαφέρον την πορεία της αγοράς εργασίας, η οποία παραμένει εξαιρετικά «ανθεκτική» παρά τη σύσφιξη της πολιτικής της, δίνοντας στην ομοσπονδιακή τράπεζα περιθώριο για νέες αντίστοιχες κινήσεις εφόσον το κρίνει απαραίτητο.

Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα της Fed;

Την προηγούμενη εβδομάδα, ο δείκτης πληθωρισμού που προτιμά η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, ο δείκτης PCE, έδειξε ότι οι τιμές αυξήθηκαν κατά 3% τον Ιούνιο σε σχέση με τον Ιούνιο του 2022, γεγονός που καθησύχασε τους αναλυτές και τον ευρύτερο επενδυτικό κόσμο καθώς ο ρυθμός υποχώρησε μετά από την αύξηση κατά 3,8% τον περασμένο Μάιο.

Οι βασικές τιμές, οι οποίες εξαιρούν τις ευμετάβλητες κατηγορίες τροφίμων και ενέργειας, υποχώρησαν στο 4,1% τον περασμένο μήνα, σε σύγκριση με το 4,6%, που ήταν τον περασμένο Μάιο. Οι αξιωματούχοι της Fed επικεντρώνονται στον δομικό πληθωρισμό, που θεωρείται ως ο καλύτερος προγνωστικός δείκτης του μελλοντικού πληθωρισμού.

Η υποχώρηση του πληθωρισμού αναπτέρωσε τις ελπίδες των επενδυτών ότι η Fed θα χαλαρώσει την αυστηρή νομισματική πολιτική σύσφιξης που ακολουθεί από τον Μάρτιο του 2022, ώσπου να προχωρήσει στην παύση των αυξήσεων.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Αμερικής στην τελευταία της συνεδρίαση περί τα τέλη Ιουλίου, προχώρησε στην ενδέκατη αύξηση των επιτοκίων της από τον Μάρτιο του 2022, με τα βασικά της επιτόκια να κυμαίνονται στο 5,25 – 5,50%, φτάνοντας σε υψηλό 22 ετών. Οι επενδυτές προβλήματίστηκαν με τις δηλώσεις του επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος άφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, αναφορικά με τις επόμενες κινήσεις της τράπεζας.

Ωστόσο, η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ δημιουργεί νέα ερωτηματικά για τα επόμενα βήματα της Κεντρικής Τράπεζας.

 

Διαβάστε επίσης:
Fitch: Τι σημαίνει για τις ΗΠΑ η υποβάθμιση; Αντιδράσεις από Wall Street και Γέλεν

Σλόσμπεργκ (Wells Fargo): Πρόβλεψη για δύο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων από Fed έως το τέλος του έτους

Κογκρέσο: Ψήφισε τροπολογία υπέρ της δημιουργίας αμερικανικών βάσεων στα ελληνικά νησιά