Η ελληνική οικονομία σημείωσε καλύτερες επιδόσεις από την υπόλοιπη ζώνη του ευρώ και είχε ισχυρή ανάκαμψη μετά την πανδημία, εξηγεί η Societe Generale και οι Yvan Mamalet και Sean Kou.

«Με ΑΕΠ 6,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το προ πανδημίας επίπεδο έναντι μόλις 2,5 ποσοστιαίες μονάδες για τη ζώνη του ευρώ, οι κύριοι λόγοι για την υπεραπόδοση αυτή είναι: η αποτελεσματική δημοσιονομική αντίδραση και η ανάκαμψη, απόρροια από τις προηγούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την ισχυρή ανάκαμψη του τουρισμού», εξηγεί το δίδυμο της SG.

1

«H κατανάλωση και οι επενδύσεις συνέβαλαν τα μέγιστα στην υπεραπόδοση της Ελλάδας και όσον αφορά το μέλλον, πιστεύουμε ότι η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας θα παραμείνει ισχυρή, χάρη στα κονδύλια του NGEU (11% του ΑΕΠ σε επιχορηγήσεις και 6,8% σε δάνεια σε διάστημα έξι ετών, από τους μεγαλύτερους αποδέκτες στην ΕΕ), αλλά και στη σταθερή βελτίωση της δυνητικής ανάπτυξης», εξηγεί η τράπεζα.

Το δημόσιο χρέος θα μειωθεί περαιτέρω με ταχείς ρυθμούς τα επόμενα χρόνια

Η βελτίωση των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας ήταν επίσης εντυπωσιακή, με το δημόσιο χρέος της να έχει πέσει πιθανότατα κάτω από το 180% του ΑΕΠ το 2022 – το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δέκα ετών και μειωμένο κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του το 2020.

Ένα πολύ ευνοϊκό φαινόμενο ‘χιονοστιβάδας’ (σ.σ. διαφορά επιτοκίου-ανάπτυξης) εξηγεί το μεγαλύτερο μέρος αυτής της μείωσης.

Αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, καθώς: πρώτον, το χρέος της Ελλάδας λαμβάνει κυρίως τη μορφή επίσημων δανείων (EFSF, ESM, ΔΝΤ κ.λπ.), δεύτερον, στο πλαίσιο των διαφόρων προγραμμάτων διάσωσης, η διάρκεια του ελληνικού χρέους επεκτάθηκε στα 20 έτη, σε σύγκριση με περίπου επτά έτη για τη ζώνη του ευρώ.

Επιπλέον, χάρη στις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν μετά την κρίση, η Ελλάδα κατάφερε να βελτιώσει διαρθρωτικά την είσπραξη των εσόδων της. Καθώς οι δημόσιες δαπάνες διατηρήθηκαν υπό έλεγχο, αυτό επέτρεψε στην Ελλάδα να δει μεγάλα πλεονάσματα πρωτογενούς ισοζυγίου πριν από την πανδημία.

«Αναμένουμε ότι αυτό θα επαναληφθεί από το 2023 και μετά. Τα πλεονάσματα του πρωτογενούς ισοζυγίου σε συνδυασμό με την περιορισμένη αύξηση των υπηρεσιών χρέους και την ισχυρή ανάπτυξη θα επιτρέψουν στη συνέχεια την περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους κατά την επόμενη πενταετία. Είναι σημαντικό ότι, καθώς οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα παραμείνουν χαμηλές τα επόμενα χρόνια (χάρη στην 20ετή λήξη του χρέους), η ελληνική κυβέρνηση δεν θα χρειαστεί να αξιοποιήσει σε μεγάλο βαθμό την αγορά, συμβάλλοντας στη διατήρηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων σε χαμηλά επίπεδα έως ότου το ελληνικό δημόσιο χρέος επανέλθει σε πιο βιώσιμα επίπεδα», προβλέπει η SG.

Προσοχή στην πολιτική αβεβαιότητα μετά τις βουλευτικές εκλογές

Οι εκλογές θα διεξαχθούν στις 21 Μαΐου και σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκλογές, αυτή τη φορά δεν θα υπάρξει μπόνους πλειοψηφίας- αντίθετα, θα εφαρμοστεί αναλογικό σύστημα, το οποίο πιθανότατα θα οδηγήσει σε ένα εξαιρετικά κατακερματισμένο κοινοβούλιο.

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η απερχόμενη Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) προηγείται με περίπου 34% της πρόθεσης ψήφου, ακολουθούμενη στενά από το αριστερό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ με 29% και το σοσιαλιστικό κόμμα ΠΑΣΟΚ με 11%.

Αριθμητικά ή πολιτικά, ο σχηματισμός κυβέρνησης συνασπισμού (μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ή ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) θα είναι δύσκολος, παρόλο που τα κόμματα αυτά έχουν δεσμευτεί σε γενικές γραμμές για τις μεταρρυθμίσεις.

«Πιο προβληματικοί συνασπισμοί για τις αγορές και την ΕΕ θα ήταν είτε ΝΔ-Ελληνική Λύση (ένα ευρωσκεπτικιστικό υπερεθνικιστικό κόμμα) είτε ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜΕΡΑ25 (κόμμα του πρώην Έλληνα υπουργού Οικονομικών Βαρουφάκη). Αλλά, όπως και οι άλλες δύο επιλογές, τα κόμματα αυτά πιθανότατα δεν θα έχουν τα μέσα (απόλυτη πλειοψηφία) ή την πολιτική βούληση να σχηματίσουν κυβέρνηση», εξηγεί η τράπεζα.

Μια επανάληψη των εκλογών (μέχρι τις αρχές Ιουλίου) φαίνεται έτσι μια ευδιάκριτη πιθανότητα, αλλά με ένα διαφορετικό ημι-αναλογικό σύστημα. Με τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, η ΝΔ θα εξακολουθούσε να υπολείπεται της απόλυτης πλειοψηφίας κατά περίπου 20 έδρες. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να σχηματιστεί πάλι κυβέρνηση συνασπισμού ή κυβέρνηση μειοψηφίας, με τους κινδύνους πολιτικής παράλυσης που αυτό συνεπάγεται.

Η Ελλάδα πιθανότατα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα στα τέλη του 2023

Η βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών θα πρέπει να στηρίξει την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα (IG) το αργότερο έως το τέλος του 2024. Το πιο πιθανό χρονοδιάγραμμα θα πρέπει να είναι το τέλος του 2023. Οι οίκοι αξιολόγησης υιοθετούν γενικά μια προσεκτική προσέγγιση κατά την αναβάθμιση και για να αποφύγουν τη μεταβλητότητα και τυχόν αντιστροφή προηγούμενων αξιολογήσεων, πρέπει να έχουν επίγνωση των πιθανών κινδύνων. Οι βουλευτικές εκλογές του Μαΐου είναι ένας από τους κινδύνους που θα μπορούσαν να περιπλέξουν τα πράγματα.

«Συγκεκριμένα, στη χειρότερη περίπτωση, η νέα κυβέρνηση συνασπισμού θα μπορούσε να αντιστρέψει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θεωρούνται ζωτικής σημασίας για την οικονομική και δημοσιονομική βελτίωση της Ελλάδας. Αυτό είναι πολύ απίθανο να συμβεί, αλλά οι οίκοι αξιολόγησης δεν θα σπεύσουν να αναβαθμίσουν πριν μειωθεί αυτή η αβεβαιότητα.

Διαβάστε επίσης: