Οι μεγάλες Κεντρικές Τράπεζες του πλανήτη, η Federal και η ΕΚΤ,  δεν μετέβαλαν τα παρεμβατικά τους επιτόκια.

Το ίδιo έπραξαν και οι άλλες Κεντρικές Τράπεζες, της Βρετανίας και της Ελβετίας ενώ μόνη η Τράπεζα της Νορβηγίας τα αύξησε!

Με τον Τζέρομ Πάουελ ωστόσο να δηλώνει ότι αποτελεί πλέον θέμα συζήτησης ο χρόνος μείωσης των επιτοκίων στις ΗΠΑ σε αντιδιαστολή με την Κριστίν Λαγκάρντ που ανέφερε ότι δεν συζητάμε ακόμη για μειώσεις, επικεντρώνοντας στο ζήτημα της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού που δεν θεωρεί  ότι έχει τελεσίδικα τιθασευτεί (στο 3,1% στις ΗΠΑ και στο 2,4% στην Ευρώπη το Νοέμβριο).

Ωστόσο, τα δεδομένα της οικονομίας υπαγορεύουν άλλες επιλογές καθώς στις ΗΠΑ η αγορά εργασίας είναι δυναμική και η ανεργία μόλις στο 3,7% και δεν συντρέχει λόγος να επισπευσθεί η μείωση επιτοκίων.

Αντιθέτως, στην Ευρώπη με δεδομένη την αναιμική ανάπτυξη που στη Γερμανία είναι  αρνητική το 3ο τρίμηνο, η άμεση υποχώρηση των επιτοκίων θα βοηθούσε στην επάνοδο της οικονομικής μεγέθυνσης.

Την ίδια ώρα, οι γεωπολιτικές εντάσεις παραμένουν στη Μ. Ανατολή και ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται με τη Δύση να αντιμετωπίζει αυξανόμενες αντιστάσεις για τη χρηματοδότησή του.

Με τα δεδομένα αυτά, η ορατότητα παραμένει χαμηλή στο περιβάλλον των αγορών και το εύρος των  εκτιμήσεων για το 2024 είναι μεγάλο, περιλαμβάνοντας ακόμη και απαισιόδοξες εκτιμήσεις,  με τη Bofa μάλιστα να δηλώνει ότι από τις αρχές του 2024 θα φανεί ο «πόνος» που προκάλεσαν οι Κεντρικές Τράπεζες. Ταυτόχρονα, το 2023 ολοκληρώνεται με συνεδριάσεις που τις χαρακτηρίζουν τα συνήθη στοιχεία της εορταστικής ραστώνης και τους δείκτες να παρουσιάζουν μικρές διακυμάνσεις.

Στην Ελλάδα ωστόσο η εικόνα είναι διαφορετική. Ο προϋπολογισμός του 2024 που ψηφίστηκε την περασμένη Κυριακή προβλέπει ανάπτυξη 2,9%, επενδύσεις (δημόσιες και ιδιωτικές) στο +15% και δραστική υποχώρηση του δημόσιου χρέους στο 152,3% στο τέλος του έτους.

Με τον ΟΔΔΗΧ να ξεκινάει την αποπληρωμή δανείων με ισόποσες καταβολές 5 δις. κατ’ έτος από το μαξιλάρι των 37 δις. που μπορεί πλέον να μειωθεί καθώς η χώρα απέκτησε επενδυτική βαθμίδα, διαδικασία που έχει ευεργετήσει τους 10ετείς τίτλους με τις αποδόσεις να έχουν υποχωρήσει στο 3,1%.

Εκτιμάται ακόμη  ότι στο πλαίσιο του νέου Συμφώνου Σταθερότητας θα εξαιρεθούν οι αμυντικές δαπάνες από τον υπολογισμό του υπερβολικού  δημοσιονομικού ελλείμματος.

Την ίδια ώρα, και οι ξένοι οίκοι προβλέπουν ανάπτυξη πάνω από το 2% το 2024, με τη Wood να αναφέρει ρυθμό 2,8%, ενώ η J.P.Morgan αναβαθμίζει αισθητά τις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών συστήνοντας «overweight».

Με τα δεδομένα αυτά από το μακροοικονομικό περιβάλλον, το ελληνικό αφήγημα διαμορφώνει ευοίωνες προοπτικές για το 2024, ενώ προς την ίδια κατεύθυνση συνηγορούν και τα μεγέθη των εταιρειών με οδηγό τον τραπεζικό κλάδο και τους βασικούς δεικτοβαρείς τίτλους.

Με το Γ.Δ. να αναμετράται με τις 1.300 μονάδες εν μέσω περιβάλλοντος εορταστικής ραστώνης καθώς οι  συναλλαγές δεν ξεπερνούν τα 100 εκ. ημερησίως.

Με αποτέλεσμα, προσώρας, να επιτυγχάνεται μόνο η  ενδοσυνεδριακή υπέρβαση  της ισχυρής αυτής αντίστασης!

Διαβάστε επίσης

J.P. Morgan: Δεν βλέπει ύφεση το 2024, αλλά ούτε «ρόδινες» συνθήκες στις αγορές μετοχών

Schroders: Η Ελλάδα στο επίκεντρο και το 2024