Η Morgan Stanley βλέπει ότι τα υψηλά επίπεδα τιμών απαιτούν κυβερνητική παρέμβαση για την προστασία των πελατών και της ευρύτερης οικονομίας και εκτιμά ότι θα υπάρχουν αποφάσεις την 9η Σεπτεμβρίου στο Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, ενώ ψηφίζει την πρόταση της Ελλάδας ανάμεσα στις εναλλακτικές προτάσεις.

Η οικονομική «αιμορραγία» και το κόστος στις αγορές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ 27 μπορεί να αυξηθεί κατά €1,2 τρισ. (περίπου 8% του ΑΕΠ), εκ των οποίων το 70% αφορά την ενέργεια και το 30% το φυσικό αέριο, από €200 δισ. ετησίως πριν από την κρίση, σε περίπου €1,4 τρισ. σε ετήσια βάση στο μέλλον.

1

Διαχωρισμός της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας – Η ελληνική λύση

«Πιστεύουμε ότι μια πρόταση για τη διάσπαση μεταξύ των τεχνολογιών σταθερού κόστους και των τεχνολογιών μεταβλητού κόστους έχει νόημα, αντί για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έναντι των τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων.

Αυτό συμβαίνει επειδή πιστεύουμε ότι ένα μεγάλο μέρος των απροσδόκητων κερδών που παράγονται είναι στα πυρηνικά, τα υδροηλεκτρικά και τον λιγνίτη (με την επιφύλαξη της κάλυψης από αντισταθμιστικά μέτρα).

Αυτή η λύση όμως δεν φαίνεται να είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα σε αυτό το στάδιο», επισημαίνει η MS.

«Αυτή είναι κοντά σε μια πρόταση που έχει γίνει από την Ελλάδα και θα συνίστατο στην ύπαρξη διαφοροποιημένων αγορών μεταξύ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων. Ενώ οι ανανεώσιμες τεχνολογίες θα μπορούσαν να αμείβονται με χαμηλότερη και πιο σταθερή τιμή, οι τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων θα αμείβονται σε υψηλότερη τιμή προκειμένου να καλύψουν το υψηλό κόστος τους. Σύμφωνα με την Euractiv, μια τέτοια πρόταση είχε συγκεντρώσει την υποστήριξη της Ιταλίας, της Κύπρου και τη Γαλλία, αλλά αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από τη Δανία και το Λουξεμβούργο.

Τι προσδοκά από το Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ

«Θεωρούμε ότι αυτό είναι απίθανο να το επωμιστούν μόνο οι πελάτες το κόστος των 1,4 τρισ. ευρώ και πιστεύουμε ότι θα χρειαστεί να μοιραστούν οι επιπτώσεις μεταξύ επιχειρήσεων και κυβερνήσεων. Κατά συνέπεια, θεωρούμε ότι περαιτέρω παρέμβαση είναι πολύ πιθανή, δεδομένης της κατάσταση στις ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας», εξηγεί η τράπεζα.

Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας βασικού φορτίου μέχρι τον Αύγουστο ήταν 900 – 1.900% πάνω από τα επίπεδα προ – κρίσης και είναι πιθανό να προκαλέσουν 100% – 400% περίπου αυξήσεις (δηλαδή πριν από την παρέμβαση/μετριασμό) στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την Ευρώπη για τους πελάτες.

Η αμερικανική τράπεζα βλέπει σε γενικές γραμμές δύο προσεγγίσεις για τη μείωση των επιπτώσεων στους πελάτες: 1) μείωση των χονδρικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας με την αποσύνδεσή τους από τις τιμές του φυσικού αερίου και 2) τις κυβερνήσεις να αναδιανέμουν το απρόσμενο κέρδος στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στους πελάτες. «Ενώ πιστεύουμε ότι η βέλτιστη προσέγγιση είναι η μείωση της ίδιας της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας, αναγνωρίζουμε τις προκλήσεις και τις πολυπλοκότητες αυτού του εγχειρήματος», επισημαίνει η τράπεζα.

Οι πιθανές λύσεις

Η τράπεζα εξετάζει μια σειρά προσεγγίσεων και αναμένει ότι στις 9 Σεπτεμβρίου θα αποκαλυφθεί το πλαίσιο για μια άμεση ανακούφιση των πελατών. Σύμφωνα με το Reuters, το σχέδιο που διέρρευσε προτείνει ένα “ανώτατο όριο τιμών” για τους παραγωγούς σταθερού κόστους για τη μείωση των απροσδόκητων κερδών κέρδη που λαμβάνουν οι εν λόγω τεχνολογίες από τον τρέχοντα μηχανισμό τιμολόγησης αντί για έκτακτους φόρους επί των κερδών.

«Υπολογίζουμε ότι αυτό θα μπορούσε να μειώσει την αύξηση του ενεργειακού κόστους στην ΕΕ 27 από 1,2 τρισ. ευρώ σε 670 δισ. ευρώ το 2023 – 2024. «Αναμένουμε ότι θα αρχίσει μια πιο διαρθρωτική μεταρρύθμιση που θα αφορά είτε την εκ νέου ρύθμιση στο ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα πρότυπα των ΗΠΑ, γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει μια σημαντική αναπροσαρμογή της αποτίμησης, είτε το διαχωρισμό του σταθερού από το μεταβλητό κόστος παραγωγής. Ωστόσο, αυτό θα απαιτούσε πιθανότατα αρκετά χρόνια για να εφαρμοστεί», επισημαίνει η τράπεζα.

Η Morgan Stanley προβλέπει επίσης μια διαδικασία μεταρρύθμισης σε δύο στάδια. Η ευρύτερη μεταρρύθμιση θα απαιτηθεί ούτως ή άλλως λόγω του αυξανόμενου μεριδίου αγοράς που προβλέπει για τις χαμηλές μεταβλητού κόστους ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2030. Οι σημερινές αυξημένες τιμές φυσικού αερίου πιθανότατα επιταχύνουν αυτή τη διαδικασία. Ωστόσο, αναμένει ότι για τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση πιθανότατα να χρειαστούν χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί, ενώ η ανάγκη της Ευρώπης είναι για άμεση ανακούφιση από το ενεργειακό κόστος.

Διαβάστε επίσης:

Morgan Stanley: Γιατί αυξάνει τους στόχους τιμών για τις εγχώριες τράπεζες – Τι βλέπει για οικονομία και ομόλογα