Φωκίων Καραβίας (Eurobank), Βασίλης Ψάλτης (Alpha Bank), Παύλος Μυλωνάς (ΕΤΕ), Χρήστος Μεγάλου (Τράπεζα Πειραιώς)
Σύσταση αγοράς (buy) και για τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες δίνει η Wood, περιορίζοντας, ωστόσο, τα περιθώρια ανόδου, λαμβάνοντας υπόψη τις έμμεσες επιπτώσεις των γεωπολιτικών κινδύνων αλλά και τις εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού.
Η τιμή στόχος για τη Eurobank είναι στα 1,3 ευρώ (αμετάβλητη) με περιθώριο ανόδου 25%, για την Εθνική στα 4,3 ευρώ (από 4,1 ευρώ προηγουμένως) με περιθώριο ανόδου 41%, για την Alpha Bank στα 1,5 ευρώ (από 1,7 ευρώ προηγουμένως) με περιθώριο ανόδου 39% και για την Πειραιώς στα 1,8 ευρώ (από 2 ευρώ προηγουμένως) με περιθώριο ανόδου 27%.
Κορυφαίες επιλογές ΕΤΕ και Alpha Bank
Ως προτιμώμενες επιλογές, οι αναλυτές της Wood ξεχωρίζουν την Εθνική Τράπεζα και την Alpha Bank.
Top pick για τη Wood είναι η Εθνική Τράπεζα ΕΤΕ 0% 7,87, λόγω της χαμηλής αποτίμησή της, επειδή βρίσκεται στην καλύτερη κεφαλαιακή θέση, λόγω της ρευστότητας και της ποιότητας του ενεργητικού της.
Σε περίπτωση γρήγορης αποκλιμάκωσης της γεωπολιτικής κρίσης, η Alpha Bank ΑΛΦΑ 0% 1,68 είναι το προτιμώμενο «play» υψηλότερου beta, όπως σημειώνει.
Διαχειρίσιμη η προσωρινή οπισθοχώρηση
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, οι ελληνικές τράπεζες έχουν πολύ μικρή άμεση έκθεση στη Ρωσία και στην Ουκρανία, αλλά επηρεάζονται έμμεσα από την κρίση.
Οι επικαιροποιημένες παραδοχές οδηγούν στη μείωση των προβλέψεών τους κατά 10%-15% το 2022 και το 2023 και 5%-10% το 2024, που υποδηλώνουν μια μικρή καθυστέρηση στον στόχο για το ROTE στο 9-10%.
Η προσωρινή οπισθοχώρηση είναι ωστόσο διαχειρίσιμη, όπως τονίζει η Wood, η οποία αναμένει πλέον εύρος ROTE 8-9% το 2022 και το 2023 για τη Eurobank και την Εθνική, με τον στόχο του 10% να επιτυγχάνεται το 2024. Για την Alpha, αναμένει ROTE 5-6% το 2022, βελτίωση στο 7% το 2023 και >8% το 2024. Για την Πειραιώς, αναμένει ROTE >8% από το 2024 και μετά.
Παρόλα αυτά, οι αναλυτές θεωρούν πως το μακροπρόθεσμο επενδυτικό στόρι του ελληνικού τραπεζικού κλάδου παραμένει ανέπαφο, με ορατή ανάκαμψη κερδών, αξιοπρεπή περιθώρια, υγιή αύξηση των δανείων και χαμηλότερο κόστος κινδύνου. Στις προβλέψεις τους, όπως σημειώνουν, δεν ενσωματώνουν κάποια θετική επίδραση από τις πιθανές μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων.