ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η βασική αρχή λέει πως «κανείς δεν πρέπει να προβαίνει σε περισσότερες εικασίες από όσες είναι απαραίτητες».
Με άλλα λόγια, η απλούστερη εξήγηση είναι και η πιο σωστή. Το παράδειγμα είναι εξόχως χαρακτηριστικό: «Όταν ακούτε καλπασμό να σκέφτεστε άλογο και όχι Ζέβρα»…
Ίσως, με αυτόν τον τρόπο σκέψης, να μπορούσε να δοθεί μια ορθολογική απάντηση στα ανοικτά ερωτήματα, που γεννά ο καλπασμός της μετοχής του ΟΤΕ ΟΤΕ -0,21% 14,07. Άλλωστε δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι της αγοράς, που πιστεύουν ότι θα δουν τις Ζέβρες να ‘ρχονται…
Θεωρούν δηλαδή ότι πίσω από το «ράλι» ανόδου της τιμής βρίσκεται μια σημαντική, επιχειρηματική είδηση. Για την «ταυτότητα» της οποίας, που επί του παρόντος είναι ασαφής, να αναπτύσσονται λογής -λογής σενάρια.
Από την αρχή της εφετινής χρονιάς το «χαρτί» του τηλεπικοινωνιακού γίγαντα της χώρας έχει ενισχυθεί κατά 12,3% φτάνοντας πλέον στα 18,26 ευρώ. Που είναι και τα υψηλά 14 ετών…
Ενώ σε χρονικό ορίζοντα 12μηνου οι υπεραξίες «τρέχουν» με 46,8%. Πρόκειται για επιδόσεις που είναι κατά σειράν 3,3 και 2,6 φορές μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες του Γενικού Δείκτη.
Μάλιστα, όταν την περασμένη Πέμπτη η ελληνική αγορά αντέδρασε με βροντώδη πτώση στα δραματικά γεγονότα της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η μετοχή του ΟΤΕ έδειξε να μην ακούει τις «σειρήνες» της βαθιάς διόρθωσης.
Το αποτέλεσμα ήταν, ότι μετά και από το ανοδικό τίναγμα των τιμών που ακολούθησε την Παρασκευή, ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης βρέθηκε να καταγράφει συνολικές απώλειες 2,3% μέσα σε αυτό το ταραγμένο διήμερων των συναλλαγών.
Με το ΟΤΕ να κερδίζει 0,44% στο ίδιο διάστημα…
Τουλάχιστον για όσους προτιμούν να κάνουν πιο απλές ερμηνείες των γεγονότων, η συμπεριφορά της μετοχής του ΟΤΕ δείχνει να έχει επίμονους αγοραστές και συνάμα απρόθυμους πωλητές.
Στην πρώτη περίπτωση και σύμφωνα με πληροφορίες, δεν υπάρχει ένας μεμονωμένος, μεγάλος ξένος «παίκτης» που αγοράζει όλο το τελευταίο διάστημα, αλλά αρκετά μικρότερα funds.
Τα οποία ελλείψει σημαντικής προσφοράς ανεβαίνουν σε ψηλότερα σκαλοπάτια τιμών, προκειμένου να ικανοποιηθεί η ζήτηση.
Είναι ενδεικτικό ότι ο μέσος ημερήσιος όγκος συναλλαγών στον ΟΤΕ στις 39 συνεδριάσεις του 2022 είναι στα 437.255 τεμάχια.
Μειωμένος κατά 21,8% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021.
Παράλληλα, η εφετινή αξία των συναλλαγών διαμορφώνεται στα 7,542 εκατ. ευρώ ανά ημέρα, ενισχυμένη κατά 6,5% από τον αντίστοιχο μέσο όρο της περσινής χρονιάς.
Όπως όλα δείχνουν τα στιβαρά οικονομικά μεγέθη του τηλεπικοινωνιακού ομίλου, σε συνδυασμό με τις ισχυρές αναπτυξιακές προοπτικές, αλλά και την ακολουθούμενη πολιτική των γενναίων παροχών προς τους περίπου 80.000 μετόχους, είναι στοιχεία ικανά να κεντρίσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον.
Ειδικά από την πλευρά διεθνών funds που αυτόν τον καιρό επικεντρώνονται σε εταιρείες σταθερής αξίας, όπως είναι ο ΟΤΕ.
Το αν είναι μόνο αυτά, εκείνα που δίνουν ‘’αέρα’’ στην μετοχή ασφαλώς και θα κριθεί εκ του αποτελέσματος των εξελίξεων.
Ανεξάρτητα από τις όποιες θεωρίες μπορεί να αναπτύσσονται στην αγορά και θέλουν εκείνους που τοποθετούνται στο ‘’χαρτί’’ να γνωρίζουν κάτι περισσότερο από όλους τους άλλους…
Τα ’’ντεσού’’ της πολιτικής αμοιβών για τους μετόχους
Με τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία στα 8,182 δις ευρώ ο ΟΤΕ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Αθήνας.
Πίσω από την πολυεθνική Coca Cola, που είναι όμως σε παράλληλη διαπραγμάτευση, μετά από τη μετακίνηση της έδρας της στην Ελβετία.
Τα ηνία του βασικού μετόχου του ΟΤΕ, με ποσοστό ελέγχου που τώρα έχει φτάσει στο 49,22% τα κατέχει η Deutsche Telekom.
H χρηματιστηριακή αξία της οποίας ανέρχεται στα 80,4 δις ευρώ. Ήτοι 19% μεγαλύτερη από την αξία ολόκληρου του αθηναϊκού ‘’ναού’’ του χρήματος.
Σε απόλυτα νούμερα η Deutsche Telekom (η TELECOM όπως είναι πλέον το όνομα της παγκοσμίως) κατέχει 220.567.676 μετοχές του ΟΤΕ, τον οποίο και ενοποιεί ολικά στα μεγέθη της.
Από τον Φεβρουάριο του 2019 το ποσοστό των Γερμανών ανεβαίνει βαθμιαία.
Όχι όμως επειδή αγοράζονται νέες μετοχές από την πλευρά τους, αλλά επειδή μειώνεται ο αριθμός εκείνων που υπάρχουν.
Σε αυτή την τριετία ο ΟΤΕ έχει προχωρήσει στη διαγραφή 42 εκατ. μετοχών, εκ των οποίων τα περίπου 8,6 εκατ. ‘’κομμάτια’’ αποσύρθηκαν μόλις προ ημερών.
Παράλληλα φυσικά με την Deutsche Telekom αυξάνεται αναλογικά και η ποσοστιαία συμμετοχή και των άλλων μικρότερων μετόχων.
Για παράδειγμα ο e-efka έχει φτάσει τώρα στο 5,9%, ενώ το επιπρόσθετο ποσοστό του Δημοσίου έχει ανέλθει στο 1,1%.
Απόρροια όλα αυτά στο πλαίσιο της πολιτικής αμοιβών για τους μετόχους, της περιόδου 2019-2022. Βασιζόμενης στο συνδυαστικό μοίρασμα των ελεύθερων ταμειακών ροών, οι οποίες προέρχονται από τα μετρητά που δημιουργεί η επιχειρηματική δραστηριότητα του ΟΤΕ, μετά από την αφαίρεση των λειτουργικών και κεφαλαιακών δαπανών.
Με βάση το αναθεωρημένο πλάνο που δημοσιοποιήθηκε, θα μοιράζεται από το 2022 το 70%-100% των ταμειακών, ελεύθερων ροών. Εξ αυτών το 50% θα κατευθύνεται στη διανομή μερισμάτων (έναντι του μέχρι πρότινος ισχύοντος 65%) ενώ τα άλλο μισό θα πηγαίνει σε αγορές ιδίων μετοχών, με σκοπό την ακύρωσή τους. Προηγούμενα το κομμάτι αυτό αφορούσε το 35% του συνόλου.
Προαιρετική δημόσια προσφορά;
Από αυτά φαίνεται ότι επιταχύνεται η διαγραφή ιδίων μετοχών και ώς τούτου η Deutsche Telekom απέχει στην κυριολεξία ένα μόνο βήμα από το να πάρει τον πλειοψηφικό έλεγχο (50%+1μετοχή).
Κάτι που μετα βεβαιότητας θα συμβεί, αν στην αμέσως επόμενη κίνηση διαγραφούν περί τα 7 εκατ. μετοχές.
Στην περίπτωση αυτή όμως δεν προκύπτει για τη Γερμανική πλευρά ζήτημα υποχρεωτικής δημόσιας προσφοράς.
Σε αντίθεση με την προαιρετική, που μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή, αν αυτό κριθεί από τη βούληση, αλλά και την οικονομική επιφάνεια του προτείνοντος.
Στην παρούσα φάση αυτό θα απαιτούσε περί τα 4,2 δις ευρώ για την Deutsche Telekom, αν αυτή ήθελε θεωρητικά να αποκτήσει τον ολοκληρωτικό έλεγχο του ΟΤΕ.
Κάτι που δείχνει να είναι στη σφαίρα του αοράτου υπό τις παρούσες συνθήκες και μάλλον και για τις πολύ μακρινές. Έστω κι αν στον κόσμο των μπίζνες έχει διαχρονική ισχύ το ‘’ποτέ μην λές ποτέ’’.
Ξεπέρασε το κόστος κτήσης του ΟΤΕ η Deutsche Telekom
Μια άλλη πτυχή των εξελίξεων ανάγεται στο γεγονός ότι μόλις τώρα η Deutsche Telekom κατάφερε να υπερκεράσει το κόστος κτήσης της μετοχικής της θέσης στον ΟΤΕ, που υπολογίζεται στα επίπεδα των 4,6 δις ευρώ.
Και αυτό μετά από περίπου 14 χρόνια…
Καθώς αποκτήθηκε αρχικά (τον Μάιο του 2008 ) το 20% του ΟΤΕ από την MIG του Ανδρέα Βγενόπουλου τότε.
Στη συνέχεια και μέχρι τις αρχές του 2018, η Γερμανική πλευρά αγόρασε τμηματικά ένα ποσοστό της τάξεως του 23% από το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ πήρε και επι πλέον 2% μέσα από την αγορά.
Φτάνοντας στο 45% το οποίο και διευρύνθηκε, λόγω της διαγραφής των ιδίων μετοχών.
Σήμερα το χαρτοφυλάκιο συμμετοχής της Deutsche Telekom στον ΟΤΕ αποτιμάται στα 4 δις ενώ στην πορεία των χρόνων υπολογίζεται ότι έχουν αντληθεί και περί τα 680 εκατ. ευρώ από τα μερίσματα.
Το οικονομικό αποτύπωμα του ΟΤΕ
Πέραν τούτων η τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία του ΟΤΕ αντιστοιχεί σε 16,6 φορές την προσαρμοσμένη καθαρή κερδοφορία του ομίλου την περσινή χρονιά, που διαμορφώθηκε στα 492,4 εκατ. ευρώ.
Ενισχυμένη κατά 19,8%. Με τα περσινά, προσαρμοσμένα λειτουργικά κέρδη (ebitda) να είναι στα 1,295 δις , αυξημένα κατά 5,9%, και τον προσαρμοσμένο καθαρό δανεισμό- εξαιρουμένων των μισθώσεων- να διαμορφώνεται στα 514,4 εκατ. ευρώ, έχοντας μειωθεί σε ετήσια βάση κατά 24,6%.
Έτσι αν ο ΟΤΕ κριθεί τώρα με όρους συνολικής αξίας (Enterprice Value) αντιστοιχεί σε 5,9 φορές τα λειτουργικά του κέρδη.
Έχοντας ενεργητικό 5,2 δις και 1,97 δις ίδια κεφάλαια, ο ΟΤΕ έχει λαμβάνειν ένα σημαντικό μερίδιο από την ‘’πίτα’’ των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ταυτόχρονα και με ένα σημαντικό ‘’πακέτο’’ επενδύσεων ύψους 3 δις μέχρι το 2027, στοχεύει στη διεύρυνση της επιχειρηματικής του θέσης στην ελληνική αγορά. Όπου έχει 2,7 εκατ. πελάτες.
Μάλιστα πέρσι, αξιοποιώντας την ανάπτυξη των νέων δικτύων προσέλκυσε 294 χιλιάδες νέους πελάτες υπηρεσιών οπτικής ίνας.
Ενίσχυσε επίσης κατά 8,5% τους πελάτες της συνδρομητικής τηλεόρασης που έφτασαν στους 624 χιλιάδες.
Ακόμη οι πελάτες ευρυζωνικών υπηρεσιών έφτασαν στο 51% του συνόλου των συνδρομών, έναντι του 44% της προηγούμενης χρονιάς.
Αποδόσεις 262,8% στα χρόνια της διοίκησης Τσαμάζ
Αν μη τι άλλο η νέα εποχή του ΟΤΕ φέρει την υπογραφή του ‘’στρατηγού’’ Μιχάλη Τσαμάζ, ο οποίος από τις 3 Νοεμβρίου του 2010 κατέχει τα νευραλγικά, διοικητικά πόστα του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου, διαδεχόμενος τον Παναγή Βουρλούμη.
Μέσα σε αυτά τα χρόνια της Διοίκησης Τσαμάζ, ο καθαρός δανεισμός του ΟΤΕ είναι τώρα, κατά…3,768 δις χαμηλότερος (88%), ενώ τα ίδια κεφάλαια του ομίλου έχουν σχεδόν υπερδιπλασιαστεί. Κατά 57% έχουν μειωθεί επίσης και τα εργασιακά κόστη.
Την ημέρα που ο Μιχάλης Τσαμάζ ανέλαβε τον ΟΤΕ η μετοχή ήταν στα 5,72 ευρώ και η κεφαλαιοποίηση του τηλεπικοινωνιακού ομίλου στα 2,8 δις.
Σήμερα η χρηματιστηριακή αξία είναι..5,38 δις ευρώ ψηλότερα.
Ενώ λαμβάνοντας υπόψη και τα καθαρά μερίσματα των 2,4897 ευρώ ανα μετοχή, η συνολική απόδοση που έχει το ‘’χαρτί’’ του ΟΤΕ είναι 262,8%…
Σαν να παίρνει δηλαδή κάποιος σταθερό και καθαρό επιτόκιο 23,35% το χρόνο, επί του αρχικά τοποθετημένου κεφαλαίου.
Ή 1,946% για κάθε έναν από τους 135 μήνες της τοποθέτησης…
Για το 2022 η συνολική αμοιβή των μετόχων θα ανέλθει στα 500 εκατ. ευρώ, με την προϋπόθεση ότι το μακροοικονομικό περιβάλλον θα παραμείνει σταθερό.
Το μισό από αυτό το ποσό θα πάει για αγορές ιδίων μετοχών και το άλλο μισό για διανομή μερίσματος.
Που σημαίνει 0,558 ευρώ ανά μετοχή ή 0,562 ευρώ, αν εξαιρεθούν οι μέχρι τώρα ίδιες μετοχές.
Μένει να αποδειχθεί αν όντως ο ΟΤΕ, θα ‘’έχει ρέντα’’ σαν κι αυτή της Ελλάδας.
Για την οποία αναφέρθηκε κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα και τη συνάντησή του με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο CEO της Deutsche Telekom Τιμόθεος Χέτγκες.
Μια επίσκεψη που έριξε περισσότερο νερό στο μύλο των σεναρίων για τις εξελίξεις με φόντο τον ΟΤΕ.
Το αν και κατά πόσο αυτές εξηγούνται επαρκώς με το…ξυράφι του Όκαμ, θα φανεί στη συνέχεια.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Τράπεζες: Τι να περιμένουμε το 2025 στα στεγαστικά δάνεια
- «Ημέρα Καριέρας» της ΔΥΠΑ στο Ντίσελντορφ 1.200 θέσεις εργασίας από 45 επιχειρήσεις
- «Κοκκινίζουν» οι μετοχές πληροφορικής – Ποιες εταιρείες έχουν μεγάλες απώλειες
- Μεγάλες αλλαγές στη Δικαιοσύνη: Η στρατηγική για το 2025 και τα άλυτα προβλήματα