Ο διάσημος Αμερικανός «γκουρού» των επενδύσεων, Γουόρεν Μπάφετ, έχει πει ότι «οι περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται για μετοχές, όταν κάνουν το ίδιο και όλοι οι άλλοι. Όμως, ο καλύτερος χρόνος είναι όταν δεν ενδιαφέρεται κανένας…».

Μετά από ένα καταστροφικό 2018, στο πέρασμα του οποίου «αποτεφρώθηκαν» 9,2 δισ. ευρώ από την αξία των εισηγμένων επιχειρήσεων, εκ των οποίων τα 6 δισ. έγιναν καπνός μετά από την «περήφανη» έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, το ελληνικό χρηματιστήριο έχει καταστεί… αφιλόξενος τόπος για τους επενδυτές. Αφήνοντας έτσι μετέωρο το ερώτημα εάν και κατά πόσο η βαθύτατα πληγωμένη ελληνική αγορά θα μπορέσει να βρει μιμητές του «δόγματος Μπάφετ» στη διάρκεια της νέας χρονιάς. Δηλαδή ξένα funds, αλλά και εγχώριους «παίκτες», που θα εκδηλώσουν αγοραστικό ενδιαφέρον, «στοιχηματίζοντας» στην ανάταξη των τιμών.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι, πέραν των γενικότερων προβληματισμών που εστιάζονται στα ανοικτά μέτωπα της ελληνικής οικονομίας, όπως επίσης και στο εύθραυστο σκηνικό των διεθνών αγορών, βάζουν και άλλη μια κρίσιμη παράμετρο στην όλη εξίσωση των εξελίξεων. Αυτήν των εθνικών εκλογών, που εκλαμβάνονται σαν ένα ακόμη «βαρίδι» στους καχεκτικούς ώμους, της χρηματιστηριακής αγοράς της Αθήνας.

Παρά ταύτα και αντιθέτως απ’ ό,τι ενδεχομένως πιστεύεται, οι εκλογές κάνουν καλό στις ελληνικές μετοχές… Αυτό τουλάχιστον πιστοποιείται από τα στοιχεία που αποτυπώνουν τις επιδόσεις του Γενικού Δείκτη, στις χρονιές κατά τις οποίες στήνονται εθνικές κάλπες.

Σε ολόκληρη την περίοδο της μεταπολίτευσης τα εκλογικά έτη είναι 14, στη διάρκεια των οποίων των οποίων έχουν γίνει 17 φορές βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα. Και τούτο γιατί τρεις φορές (το 1989, το 2012 και το 2015) έγιναν δύο εκλογικές αναμετρήσεις μέσα στην ίδια χρονιά.

Στο 71,4% το ποσοστό της υπεροχής

Πώς αντέδρασε το χρηματιστήριο απέναντι σε όλα αυτά; Στις 10 από τις 14 εκλογικές χρονιές, ο βασικός και πιο αναγνωρίσιμος Δείκτης έκλεισε τον ετήσιο κύκλο του, καταγράφοντας κέρδη.

Με άλλα λόγια, και σε συντριπτικό ποσοστό που ανέρχεται στο 71,4%, οι μετοχές ακολουθούν ανοδική τροχιά στα χρόνια που τυχαίνει να συνδυάζονται με την προσφυγή στις κάλπες, για την ανάδειξη των κυβερνήσεων της χώρας.

Από την άλλη πλευρά, τα «κόκκινα» και ζημιογόνα εκλογικά έτη, που είναι μόνο 4, συγκεντρώνουν ποσοστό 28,6% επί του συνόλου.

Κάτω από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία και με γνώμονα την θετική… προϊστορία, το χρηματιστηριακό 2019 δείχνει να έχει αυξημένες πιθανότητες για να προσφέρει κέρδη. Αναμφίβολα, βέβαια, οι παράγοντες που θα κρίνουν την πορεία της αγοράς είναι πολύ πιο σύνθετοι και συνάμα πολύ πιο ουσιαστικοί, σε σχέση με τις θετικές, στατιστικές «παραδοχές».

Σε ό,τι αφορά τον πολιτικό αντίκτυπο των εκλογών είναι σαφές ότι θα ασκήσει τη δική του επίδραση και στο «ναό του χρήματος» καθότι αυτός λειτουργεί σαν προεξοφλητικός μηχανισμός των εξελίξεων. Σε συνάρτηση πάντα και με τις διαθέσεις που θα δείξουν τα ξένα χαρτοφυλάκια, τα οποία είναι εκείνα που δίνουν κατεύθυνση στην ελληνική αγορά.

Επί του παρόντος αποτελεί ανοικτό ζήτημα το πότε θα γίνει η προσφυγή στις εθνικές κάλπες, που είναι η τρίτη κατά σειράν εκλογική διαδικασία στη διάρκεια της νέας χρονιάς. Με τις Ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές να έχουν οριστεί να γίνουν στις 26 Μαΐου. Η κυβέρνηση Τσίπρα διατυμπανίζει ότι θα εξαντλήσει την τετραετή θητεία της και ότι οι βουλευτικές εκλογές θα γίνουν το ερχόμενο Φθινόπωρο. Οι περισσότεροι αναλυτές βλέπουν ότι η προσφυγή στις εθνικές κάλπες θα γίνει νωρίτερα, χωρίς να αποκλείουν οποιαδήποτε ημερομηνία. Όσο κοντινή κι αν φαντάζει αυτή.

Με χρηματιστηριακούς όρους, μια πολύμηνη προεκλογική αναμονή είναι δύσκολο να απελευθερώσει επενδυτικές δυνάμεις. Και πιθανότατα θα συντηρήσει την αβεβαιότητα. Ειδικά μάλιστα αν παραμείνει επισφαλής η κατάσταση στις διεθνείς αγορές, που όλο το τελευταίο χρονικό διάστημα δείχνουν να είναι μεταξύ σφύρας και άκμονος. Αν και παραδοσιακά το πρώτο δίμηνο της χρονιάς θεωρείται καλό για τα χρηματιστήρια, αυτό είναι κάτι που μένει να επιβεβαιωθεί.

Ο Μητσοτάκης και η «έκρηξη» του 1990

Aνεξαρτήτως αυτών και σε ότι αφορά τις θετικές για το χρηματιστήριο εκλογικές χρονιές, τα μεγαλύτερα κέρδη για το Γενικό Δείκτη (102,86%) ήρθαν το 1990. Στον απόηχο όμως της μεγάλης έξαρσης για τις μετοχές, που είχε κυριαρχήσει διεθνώς. Αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα εκλογικά αποτελέσματα που έφεραν στη εξουσία την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο χρηματιστηριακός «πυρετός» ήταν η καταλυτική αιτία για την άνοδο του Γενικού Δείκτη κατά 64,29% το 1989, που ήταν έτος διπλών εθνικών εκλογών. Στις οποίες, ελέω του (τότε) εκλογικού συστήματος, δεν προέκυψε κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Με τη χώρα να κυβερνάται αρχικά από την κυβέρνηση Τζανετάκη (με τη στήριξη της ΝΔ και του Συνασπισμού της Αριστεράς) και μετέπειτα από την οικουμενική του Ζολώτα (με τη συμμετοχή Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμού).

Εκλογικές χρονιές με κέρδη για το χρηματιστήριο ήταν επίσης το 1977, το 1985, το 1993, το 1996, το 2004, το 2007, το 2009, αλλά και το 2012. Όπου η σχηματισθείσα κυβέρνηση Σαμαρά (με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) από τη δεύτερη στη σειρά εκλογική αναμέτρηση, απομάκρυνε τον εφιάλτη της εξόδου της χώρας από το ευρώ, δίνοντας ώθηση στις μετοχές.

Σημίτης, κρατικόχαρτα και… διαφυγή από την καταπακτή

Στον αντίποδα, η πιο αρνητική εκλογική χρονιά για το χρηματιστήριο ήταν το 2000, με απώλειες 38,77% για το Γενικό Δείκτη. Σε συνέχεια του βίαιου σκασίματος της μεγάλης «φούσκας» του ’99. Και παρά το γεγονός ότι η τότε κυβέρνηση Σημίτη είχε κάνει προεκλογικά συντονισμένες προσπάθειες, για να συγκρατηθούν οι τιμές σε ευπρεπέστερα επίπεδα, με μοχλό τα αλήστου μνήμης «κρατικόχαρτα».

Την εποχή εκείνη μάλιστα το χρηματιστήριο ήταν σχεδόν επί καθημερινής βάσεως πολιορκημένο από αγανακτισμένους επενδυτές. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι σε μία συνεδρίαση, που τότε γινόταν στην ιστορική αίθουσα επί της οδού Σοφοκλέους 10, χρειάστηκε να γίνει ολόκληρη επιχείρηση διαφυγής των χρηματιστών. Καθώς η κεντρική είσοδος ήταν μπλοκαρισμένη από διαδηλωτές-επενδυτές, χρησιμοποιήθηκε μια… καταπακτή που οδηγούσε στα υπόγεια του μεγάρου της Εθνικής Τράπεζας και από εκεί στη έξοδο. Ένας ένας, όσοι τότε ήταν στη αίθουσα του χρηματιστηρίου, χρησιμοποίησαν μια ξύλινη σκάλα για να μπορέσουν να κατέβουν στην καταπακτή…

Το ΠΑΣΟΚ και ο «γρίφος» για το κλείσιμο

Κατά τα άλλα εκλογικές χρονιές με πτώση στο χρηματιστήριο ήταν το 1974, αλλά και το 1981 όταν το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου κατέκτησε για πρώτη φορά την κυβερνητική εξουσία. Τότε το χρηματιστήριο ανήκε στη δικαιοδοσία του υπουργείου εμπορίου. Ο Νίκος Ακριτίδης, την πρώτη μέρα ανάληψης των υπουργικών του καθηκόντων, δέχθηκε τηλεφώνημα από τον πρόεδρο του χρηματιστηρίου Χρήστο Θεοδωρίδη. Τον τελευταίο πρόεδρο, προερχόμενο από τη «τάξη» των χρηματιστών. «Υπουργέ μου τι θα κάνουμε με το κλείσιμο του χρηματιστηρίου;» τον ρώτησε. Αιφνιδιασμένος εκείνος ζήτησε περισσότερες εξηγήσεις και ο πρόεδρος του ανέφερε την ακολουθούμενη «τεχνοτροπία» διαμόρφωσης των τιμών κλεισίματος του Δείκτη. «Eντάξει, συνεχίστε όπως και πρώτα» ήταν η απάντηση του υπουργού…

Τελευταία, αρνητική για το χρηματιστήριο, εκλογική χρονιά ήταν το 2015. Με την πτώση του Γενικού Δείκτη κατά 23,58% να έρχεται ως ηχηρή συνέπεια των σπασμωδικών και κραυγαλέα ανορθολογικών κινήσεων της κυβέρνησης Τσίπρα (Σύριζα και Αν. Ελλ.) που οδήγησαν στο πρόσκαιρο κλείσιμο των τραπεζών και την επιβολή των Capital Controls.

Η πρωτιά για τη ΝΔ και τι θα κρίνει την αυτοδυναμία

Είναι πάντως ενδεικτικό ότι στα χρόνια της κρίσης για τη χώρα, καμία κυβέρνηση δεν προέκυψε αυτοδύναμη από τις κάλπες. Στην παρούσα φάση και με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα, η ΝΔ υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει την ξεκάθαρη πρωτιά, που υπό όρους και προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει στην αυτοδυναμία. Αυτό θα εξαρτηθεί όχι μόνο από το εκλογικό ποσοστό του πρώτου κόμματος, αλλά και από τα αθροιστικά ποσοστά των κομμάτων που δεν θα πιάσουν το όριο του 3% και θα μείνουν εκτός Βουλής. Αν τα εκτός Βουλής κόμματα συγκεντρώσουν το 6,5% (όπως συνέβη στις προηγούμενες εκλογές) τότε η εκλογική νίκη με ποσοστό 37,78% δίνει 151 από τις 300 έδρες της Βουλής.

Με βάση τα τρέχοντα δεδομένα, οι εκλογικοί αναλυτές βλέπουν ότι στη νέα Βουλή θα εκπροσωπηθούν πέντε από τα σημερινά οκτώ κόμματα. Εφόσον συμβεί αυτό είναι πολύ πιθανό να αυξηθεί το αθροιστικό ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων. Το οποίο αν φτάσει στο 10%, τότε μπορεί το πρώτο κόμμα και με 36,36% να κατακτήσει 151 έδρες.

Για τους ανθρώπους της αγοράς, η προκήρυξη των εκλογών είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε ταχεία ανατίμηση των μετοχών. Ειδικά αν προεξοφληθεί η κυβερνητική αυτοδυναμία και το κλίμα στα διεθνή χρηματιστήρια είναι ομαλό. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι μάλλον αναμενόμενη η «χαμηλή πτήση» για τις μετοχές, με τις προσδοκίες να μετατίθενται στη μετεκλογική περίοδο.

Σε κάθε περίπτωση η κοινή αίσθηση είναι ότι όσο σέρνεται επί μακρόν η προσφυγή στις κάλπες, δύσκολα το χρηματιστήριο θα μπορέσει να έχει μια βιώσιμη ανοδική κατεύθυνση.

Βέβαια, ο Γουόρεν Μπάφετ έχει υποστηρίξει ότι «δεν σκέφτομαι αν η αγορά πάει πάνω ή κάτω. Αλλά αν μπορώ να αγοράσω μετοχές μιας επιχείρησης σε αποδεκτή τιμή…».

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στο mononews.gr στις 2 Ιανουαρίου 2019