ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Για την JPMorgan, το βελτιωμένο δημοσιονομικό περιβάλλον σε συνδυασμό με τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα μπορεί να επιτρέψει στη διαμόρφωση μιας μεσοπρόθεσμης στρατηγικής που δίνει έμφαση στην ανάπτυξη πέρα από τη δημοσιονομική πειθαρχία.
Σημειώνεται εδώ ότι η επιβάρυνση εξυπηρέτησης του χρέους κατά τα επόμενα 5-10 χρόνια είναι πολύ χαμηλή, με τις εκτιμήσεις να μην είναι τόσο επιβαρυντικές σε σχέση με τα υπερμεγέθη στοιχεία του δείκτη δημόσιου χρέους, ο οποίος είναι σχεδόν στο 175% του ΑΕΠ.
Η JP Morgan αναφέρει ότι οι ελληνικές εκλογές δεν είχαν κάποια έκπληξη και επιβεβαίωσαν τις ενδείξεις των τελευταίων δημοσκοπήσεων τονίζοντας ότι μετά το τέλος των προγραμμάτων διάσωσης τον Αύγουστο του 2018, αποκρυσταλλώθηκε η μεγάλη μετατόπιση από τον ΣΥΡΙΖΑ στη Νέα Δημοκρατία.
Η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές με σχεδόν το 40% της λαϊκής ψήφου και απέκτησε την απόλυτη πλειοψηφία με 158 έδρες.
Σταθερή άποψη της JP Morgan είναι ότι μια κυβέρνηση της ΝΔ έχει τη δυνατότητα, δεδομένης της φιλικότερης ατζέντας προς τις επιχειρήσεις, να παράσχει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και την τόνωση της εμπιστοσύνης σε μια οικονομία που έχει σημαντικό χώρο να αναπτυχθεί σε σταθερή βάση (με ρυθμό άνω του 3%) για αρκετά χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της εκλογικής εκστρατείας, ο ηγέτης της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης επικεντρώθηκε στις φορολογικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης παραγωγικών παραγόντων (εργασία και κεφάλαιο), μείωση της γραφειοκρατίας, βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δικαστικής εξουσίας και προσέλκυση ξένου κεφαλαίου.
Η πρόκληση
Σε σύντομο χρονικό διάστημα το πρώτο σημαντικό εμπόδιο για την κυβέρνηση θα είναι να εκπονήσει μια δημοσιονομική στρατηγική που να αντιμετωπίζει την απώλεια των δημοσιονομικών στόχων λόγω της πολιτικής παροχών που ακολούθησε η απερχόμενη κυβέρνηση Τσίπρα σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει το χαμένο έδαφος στις δημοσκοπήσεις.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το πρωτογενές πλεόνασμα ενδεχομένως να είναι στην περιοχή του 2,5%-3% το 2019, ενώ ο στόχος είναι στο 3,5% έως το 2022.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας είναι μόνο στο 8% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο για χρονικό ορίζοντα 10 ετών, σε αντίθεση με εκείνες της Ιταλίας και της Ισπανίας που είναι περίπου 23% και 16% αντίστοιχα.