ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Φτωχός συγγενής στο παγκόσμιο πάρτι των αγορών, φαντάζει η Ελλάδα. Έχοντας εμφανή αδυναμία να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των επενδυτών, παρά το γεγονός ότι η εγχώρια οικονομία βρίσκεται μπροστά στον «ενάρετο κύκλο» της ισχυρής ανάπτυξης.
Το τέλος του 2021 βρίσκει τη χρηματιστηριακή αξία όλων των αγορών του πλανήτη, να έχει αναρριχηθεί στα θηριώδη επίπεδα των 121 τρισ. δολαρίων. Ενισχυμένη κατά 17,7 τρισ. δολάρια, καθώς το ξεκίνημα του έτους έγινε από τα επίπεδα των 103,3 τρισ..
Αποτιμώμενες με όρους κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος ( το οποίο σε ορίζοντα 12μηνου έχει υποχωρήσει κατά 7,4% έναντι του δολαρίου) οι θεόρατες υπεραξίες που σχηματίστηκαν στις μετοχικές αγορές, μεταφράζονται σε 22 τρισ. ευρώ. Σχεδόν… 122 φορές μεγαλύτερες σε σύγκριση με το ΑΕΠ της χώρας μας. Και τούτο γιατί, υπολογιζόμενη με βάση τη ρέουσα συναλλακτική ισοτιμία, η κεφαλαιοποίηση των περίπου 180 χρηματιστηρίων ήταν 85 τρισ. ευρώ στην αρχή του 2021 και τώρα είναι στα 107 τρισ..
Η υπερβάλλουσα παγκόσμια ρευστότητα, απόρροια των γενναίων κρατικών προγραμμάτων στήριξης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, λειτουργεί ως επιταχυντής των αποτιμήσεων. Ανεβάζοντας όμως συνάμα και το συνεπαγόμενο ρίσκο μιάς βαθιάς διόρθωσης, ειδικά σε ότι αφορά τις μεγάλες αγορές. Όπου ξεκάθαρα η Wall Street είναι η αδιαφιλονίκητη ηγέτιδα δύναμη, η οποία και δίνει τον τόνο στις εξελίξεις.
Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η αμερικανική αγορά με τις περίπου 5.000 εισηγμένες, αποτιμάται τώρα στα 52,3 τρισ. δολάρια (εκ των οποίων τα 24,7 αφορούν τις εταιρείες του Nasdaq). Με συνέπεια, η Wall Street να εκφράζει το 43% του παγκόσμιου μετοχικού πλούτου… Και μάλιστα με υπεραξίες 11,6 τρισ. καθώς η χρονιά ξεκίνησε με την αποτίμηση της… Μέκκας των αγορών, να είναι στα 40,7 τρισ. δολάρια.
Δηλωτικά όλα αυτά ότι το παραδοσιακό μέτρο σύγκρισης του αμερικανικού ΑΕΠ με τη χρηματιστηριακή αξία της αγοράς, έχει καταφανώς ξεφύγει. Με συνέπεια να αναζητούνται πλέον άλλες συγκριτικές «σταθερές», όπως είναι η αξία των πωλήσεων των εταιρειών, που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τα τρέχοντα επίπεδα τιμών. Έτσι ώστε αυτά να μη φαντάζουν τόσο υπερτιμημένα.
Πρώτη στον κόσμο η… Μογγολία, 63η η Ελλάδα
Βέβαια, στον παγκόσμιο χάρτη των αγορών, οι επί μέρους διαφοροποιήσεις στις ετήσιες επιδόσεις, καλύπτουν μια ευρεία γκάμα. Με ομαδοποιημένες όλων τις αποδόσεις σε ευρώ ( και όχι σε τοπικά νομίσματα), όπως αυτές καταγράφονται από την πορεία των βασικών δεικτών, το χρηματιστήριο της Μογγολίας είναι ο παγκόσμιος πρωταθλητής. Με κέρδη 140,5% από των αρχή του 2021 και μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου, κατέχει τα σκήπτρα των αποδόσεων ανάμεσα σε 72 αγορές.
Ακολουθούν τα χρηματιστήρια της Ζάμπια, του Αμπού Ντάμπι, της Σρι Λάνκα και του Λίβανου, με κέρδη αντίστοιχα, 108,7% 81,4%,75,5% και 69,5%.
Η πρώτη σε κέρδη ευρωπαϊκή αγορά είναι αυτή της Εσθονίας, που έχει ανέβη 48,9%. Υψηλές ταχύτητες ακολουθούν και άλλα χρηματιστήρια, με χαρακτηριστικές περιπτώσεις, εκείνων της Ισλανδίας, του Βιετνάμ, του Ισραήλ, της Τσεχίας, της Αργεντινής, της Γκάνας, του Καζακστάν και της Βουλγαρίας. Όλα με κέρδη άνω 40%, με όρους προσαρμοσμένης απόδοσης σε ευρώ.
Στην 21η και 31η θέση αντίστοιχα κατατάσσονται ο Nasdaq, Dow Jones, οι οποίοι με όρους δολαρίου έχουν ενισχυθεί 27,47% και 18,92%, ενώ με όρους ευρώ κερδίζουν 36,89% και 27,76% διαδοχικά. Αποδόσεις εξαιρετικά σημαντικές αν συνυπολογιστεί το μακροχρόνιο ράλι ανόδου που έχει προηγηθεί, αλλά και τα γεγονός ότι πρόκειται για μεγάλους δείκτες, που δεν έχουν «ευελιξία» που συναντάται σε μικρά και περιφερειακά χρηματιστήρια.
Για την Ελλάδα, η χρονιά έκλεισε με κέρδη 10,43% και με την 63η θέση στην κλίμακα της παγκόσμιας κατάταξης. Επίδοση, η οποία έρχεται να καταδείξει την εγγενή αδυναμία του χρηματιστηρίου της Αθήνας να ανεβάσει στροφές, μέσα σε ευνοϊκό, διεθνές περιβάλλον.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα, βρίσκεται στην 16ή θέση ανάμεσα στα 19 χρηματιστήρια των χωρών της ζώνης του ευρώ. Προσπερνά σε αποδόσεις την Πορτογαλία, την Ισπανία και τη Μάλτα.
Στο πεδίο των επί μέρους μετοχών η εικόνα είναι καλύτερη από εκείνη που δείχνει ο Γενικός Δείκτης, με πρωταθλητή τον κλάδο της πληροφορικής που ενισχύθηκε κατά 95,1% το 2021.
Μια χρονιά κατά την οποία η κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων εταιρειών από τα 53,4 δισ., ανέβηκε στα 65,6 δισ. ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη και τις κεφαλαιακές αυξήσεις. Μένει πλέον να απαντηθεί το ερώτημα αν η ελληνική αγορά θα μπορέσει να… πάρει τη ρεβάνς, στη διάρκεια του πολλαπλών προκλήσεων 2022.