Τη λένε Μαρία, Ελένη, Λίνα, Σοφία, Γεωργία… Δεν έχει σημασία ποιο είναι το όνομά τους. Όλες τους έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Άλλες καταφέρνουν να ξεφύγουν από τους θύτες και άλλες συγκαταλέγονται στα θύματα γυναικοκτονιών.

Από τις σκηνές οπαδικής βίας που καταλήγουν σε εγκληματικές πράξεις, στην ενδοοικογενειακή και την ενδοσχολική βία, την παιδοφιλία και τη σεξουαλική κακοποίηση γυναικών και ανηλίκων έως και την πρόσφατη γυναικοκτονία της 41χρονης Γεωργίας στη Θεσσαλονίκη, η κοινή γνώμη συγκλονίζεται συνεχώς στο άκουσμα ειδήσεων αποτρόπαιων εγκλημάτων.

Όμως, γιατί συμβαίνουν τόσα τρομακτικά εγκλήματα;

Τρεις παραδοχές για την εγκληματικότητα

Σύμφωνα με τον Γιάννη Πανούση, Ομότιμο Καθηγητή Εγκληματολογίας του τμήματος ΕΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, «κανείς δεν μπορεί να βγάζει συμπεράσματα ή να προφητεύει μία πολύ δύσκολη χρονιά, επειδή συνέβησαν κάποια γεγονότα το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου». Όπως υπογραμμίζει ο κ. Πανούσης στο mononews, οφείλουμε να σταθούμε σε τρεις βασικές παραδοχές σχετικά με την εγκληματικότητα στην Ελλάδα.

«Πρώτον, κάθε έγκλημα έχει τον κωδικό του. Δηλαδή, σωρεύονται στην κοινή γνώμη, σε ένα συναισθηματικό επίπεδο, αλλά όταν μεθαύριο, στο τέλος του 2024, πάμε να κάνουμε μία ανάλυση της εγκληματικότητας της χρονιάς, θα δούμε ότι αυτά ήταν κάποια εξαιρετικά γεγονότα, τα οποία δεν συνοδεύτηκαν από ίδια γεγονότα.

Δεύτερον, έχουμε πράγματι εξαιρετικά γεγονότα. Είναι λίγο ακραία. Δεν σημαίνει ότι από εδώ και πέρα θα έχουμε ακραία γεγονότα. Αυτά που διαβάσαμε τις τελευταίες ημέρες, είναι πολύ δύσκολες και πολύ τραγικές καταστάσεις. Θα τα βρει η αστυνομία, θα τα βρει η δικαιοσύνη, αλλά δεν είναι χαρακτηριστικά της εγκληματικότητας στην Ελλάδα.

Το τρίτο που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι πάντα προκύπτουν ζητήματα ενδοοικογενειακής βίας, ενδοοικογενειακών ακραίων καταστάσεων τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές, λόγω του ότι μαζεύεται όλη η οικογένεια, διότι εκμυστηρεύονται, ανταλλάσσουν εμπειρίες κ.λπ.», τονίζει ο κ. Πανούσης και συνεχίζει:

«Ξεκινάμε με αυτές τις τρεις παραδοχές, για να δούμε τι είναι αυτά που συνέβησαν, που δεν είναι ίδια και δεν σωρεύονται επιστημονικά, για να πούμε ότι θα έχουμε από εδώ και πέρα γυναικοκτονίες, παιδοφιλίες, παιδοβιασμούς κ.ά. Δεν μπορούμε να βγάλουμε τέτοια συμπεράσματα στην επιστήμη. Τα παρακολουθούμε, δημιουργούν ένα αρνητικό κοινωνικό κλίμα, αλλά σε μεγάλο βαθμό είναι προβλέψιμα. Όταν, πριν από δέκα χρόνια λέγαμε “Προσέξτε την ελληνική οικογένεια, έχει πρόβλημα”, μας έλεγαν ότι αντιστέκεται. Δεν αντιστέκεται».

Αύξηση της βίας και της ακρότητας

Μιλώντας με την Ασπασία Θεοφίλου, ιδρύτρια του κινήματος «Strong me» για την πρόληψη και την καταπολέμηση της έμφυλης βίας, σύντομα θα αντιληφθούμε ότι δεν τίθεται μόνο το ζήτημα της εγκληματικότητας, αλλά υπάρχει γενικότερα αύξηση της βίας και της ακρότητας, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έλλειψη σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

«Το βλέπουμε στην ενδοσχολική βία ανάμεσα στους ανήλικους, στην οπαδική βία. Η ενδοοικογενειακή βία, δυστυχώς δεν είναι κάτι καινούριο. Απλά ,έχουμε ρίξει περισσότερο το βλέμμα μας εκεί. Μιλάμε περισσότερο. Αυτό που έχει αυξηθεί είναι η ακρότητα. Τα εγκλήματα έχουν γίνει ακραία, όπως επίσης ακραία είναι και τα περιστατικά βίας. Η ενδοοικογενειακή βία ήταν εδώ και συνεχίζει να είναι εδώ και όλα όσα προκύπτουν σχετίζονται με αυτή.

Πρέπει να εξετάσουμε σε τι περιβάλλον μεγαλώνουν τα παιδιά που είναι πάρα πολύ βίαια. Τα ίδια παιδιά είναι οπαδοί, οι ίδιοι άνθρωποι είναι ενήλικες που γίνονται βίαιοι. Έχει να κάνει πάρα πολύ με ακραίες θέσεις, όπου δεν σεβόμαστε τα ανθρώπινα δικαιώματα, έχει να κάνει πάρα πολύ με το θέμα της ισότητας και όχι μόνο της ισότητας μεταξύ των δύο φύλων, αλλά της ισότητας γενικότερα. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι, αλλά δεν είμαστε ίδιοι. Έχουμε αύξηση των ρατσιστικών τοποθετήσεων, ομοφοβία, ξενοφοβία. Αυτό σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά», απαντά η κα. Θεοφίλου.

Φωτογραφία αρχείου από δράση του Strong me και του Συμβουλευτικού Κέντρου γυναικών Δήμου Φλώρινας. Πηγή: facebook
Φωτογραφία αρχείου από δράση του Strong me και του Συμβουλευτικού Κέντρου γυναικών Δήμου Φλώρινας. Πηγή: facebook

Την αύξηση της εγκληματικότητας παρατηρεί και η Αλεξάνδρα Βράκα, ακτινολόγος στο Νοσοκομείο παίδων «Αγλαΐας Κυριακού». «Στις εφημερίες μας έχουμε σίγουρα 2-3 περιστατικά βίας ανηλίκων και συμμορίες ανηλίκων, ειδικά Παρασκευή και Σάββατο, όπου μας έρχονται χτυπημένα. Επίσης, έχουμε πολλά περιστατικά και με εισαγγελική παρέμβαση, για τα οποία κάνουμε έναν πλήρη έλεγχο για να δούμε τι ακριβώς έχει συμβεί, αν για παράδειγμα έχουν κάποια κρυφά κατάγματα πέραν από αυτά που έχουμε διαπιστώσει.

Υπάρχει μεγάλη αύξηση των περιστατικών βίας ανηλίκων από το 2020 μέχρι και σήμερα και αυτό το συζητάμε και μεταξύ μας οι υγειονομικοί, ότι μετά τον covid-19 και τον εγκλεισμό, έχουν αυξηθεί πάρα πολύ τα κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας. Το ίδιο μας έχουν αναφέρει και οι ψυχολόγοι στο νοσοκομείο αλλά και από το Χαμόγελο του Παιδιού», αναφέρει η κα. Βράκα στο mononews, τονίζοντας ότι «θα έπρεπε να υπάρχουν άμεσα ψυχολόγοι στα σχολεία σε όλες τις βαθμίδες. Να γίνεται πιο σωστή δουλειά από τις οικογένειες.

Θεωρώ ότι και οι γονείς λόγω φόρτου εργασίας αλλά και άλλων λόγων, δεν ασχολούνται τόσο με τη σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών και σίγουρα στα σχολεία οι εκπαιδευτικοί δεν κάνουν τη δουλειά τους όπως θα έπρεπε. Πολλοί μας αναφέρουν ότι όταν γίνεται bullying σε ένα παιδάκι, έχουν ενημερώσει διευθυντές, δασκάλους κ.λπ. και δεν γίνεται τίποτα. Προχωράει και άλλο το πράγμα και πρέπει να απευθυνθούν πιο πάνω».

Ο κοινός παρονομαστής της εγκληματικότητας

Την ίδια στιγμή, ο κ. Πανούσης ερωτώμενος για τα χαρακτηριστικά της εγκληματικότητας στην Ελλάδα, κάνει λόγο για τη «βία ως πολιτισμό και όχι μόνο ως εγκληματική ενέργεια», αναλύοντας ότι κάθε είδους έγκλημα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, ωστόσο αυτό που εντοπίζει είναι ότι όλα τα εγκλήματα που έχουν συμβεί, χαρακτηρίζονται από υπερβολική σκληρότητα και την απαξίωση της ανθρώπινης ζωής.

«Δεν μπορούμε να γενικεύσουμε. Άλλη είναι η εγκληματικότητα πάθους, άλλη των ανηλίκων, άλλη του οργανωμένου εγκλήματος, άλλη της “κακιάς στιγμής”, άλλη του δρόμου… Είναι δύσκολο να βγάλεις έναν κοινό παρονομαστή. Αν θέλαμε να βγάλουμε έναν, θα λέγαμε ότι είναι η υπερβολική σκληρότητα, η άχρηστη βία. Δηλαδή, μπορεί κάποιον να τον χτυπήσεις στο κεφάλι και να του κλέψεις τα χρήματα ή τον χαρτοφύλακα και αντ’ αυτού τον σκοτώνεις. Η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής είναι ένα βασικό θέμα. Η σκληρότητα είναι ένα βασικό θέμα.

Η βία ως πολιτισμός και όχι μόνο ως εγκληματική ενέργεια, αλλά ως πολιτισμική αντίληψη, όπως η βία του χουλιγκανισμού, η βία του δρόμου, η βία στο σχολείο, η βία στο σπίτι αρχίζει να μπάζει από παντού, χωρίς αναγκαστικά να είναι όλοι αυτοί που εμπλέκονται εγκληματίες, αλλά να έχουν πάρει μία κουλτούρα βίας. Ότι η βία από μόνη της δεν είναι κακό. Ότι μπορεί να γίνει ένας πολύ καλός πολιτικός, ένας πολύ καλός αθλητής, ένας πολύ καλός κοινωνικός παράγοντας, αν ασκεί βία.

Επαναλαμβάνω, όχι πάντα εγκληματική. Για να μπορέσει κάποιος να δει στοιχεία της εγκληματικότητας, είτε παλιά είτε καινούρια, πρέπει να τα δει ξεχωριστά. Τι είναι για παράδειγμα το bullying. Δεν είναι το ίδιο με την ενδοοικογενειακή βία, όπως η ενδοοικογενειακή βία δεν είναι το ίδιο με την τρομοκρατία. Είναι διαφορετικές μορφές βίας».

Η ενδοοικογενειακή βία σε αριθμούς

Από το 2020 έως και το 2022, τα αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας συνολικά αγγίζουν τις 25.868, όπως παρατηρούμε από τους πίνακες που έχει δώσει στη δημοσιότητα η Ελληνική Αστυνομία, όπου καταγράφονται συνολικά τα αδικήματα (κακουργήματα και πλημμελήματα, τελεσμένα και απόπειρες) κατά βαθμό εξιχνιασθέντα και μη εξιχνιασθέντα.

Όπως δήλωσε στο mononews η υφυπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, κα. Μαρία-Αλεξάνδρα Κεφάλα, το 2023 «H Γραμμή SOS 15900 δέχθηκε 8.575 κλήσεις, εκ των οποίων οι 5.796 κλήσεις αφορούσαν σε περιστατικά βίας».

Στον πίνακα που ακολουθεί, παρουσιάζονται οι δείκτες από την αστυνομία σχετικά με τη βία κατά των γυναικών (2010-2022), που δημοσιεύτηκαν στην 4η Ετήσια Έκθεση για τη βία κατά των γυναικών της Γενικής Γραμματείας Ισότητας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων τον Νοέμβριο του 2023.

Όπως μπορούμε να αντιληφθούμε, υπάρχει μία ραγδαία αύξηση των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας μέσα στον χρόνο, ενώ το 2022 θα χαρακτηριζόταν και ως έτος αιχμής.

Σύμφωνα με την προαναφερθείσα έκθεση, το 2021 οι καταγγελίες των γυναικών για ενδοοικογενειακή βία αυξήθηκαν κατά 72,9%, ενώ σύμφωνα με την Ελληνική Αστυνομία σε σχέση με το 2020, ο αριθμός των θυμάτων υπερδιπλασιάστηκε το 2022, φτάνοντας σε ποσοστό το 137,6% ή αλλιώς τις 10.131 καταγγελίες από τις 4.264 που είχαν καταγραφεί το 2020.

Επιπλέον, παρουσιάζεται και ο ετήσιος αριθμός γυναικοκτονιών, όπως προκύπτει από την άθροιση των «γυναικών θυμάτων ανθρωποκτονίας με πρόθεση (άρθρο 299 του Ποινικού Κώδικα)», λόγω απουσίας ξεχωριστής διάταξης του νόμου για την ποινική δίωξη του εγκλήματος της γυναικοκτονίας.

Το «κενό» του νόμου

Ο πρώτος νόμος για την αντιμετώπισή της (Νόμος 3500/2006, ΦΕΚ 232/Α’/24-10-2006) ψηφίστηκε στην Ελληνική Βουλή το 2006. Ωστόσο, το υπάρχον νομικό πλαίσιο δεν επαρκεί για την προστασία των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, όπως θα μας εξηγήσει στη συνέχεια η κα. Θεοφίλου.

«Σχετικά με την ενδοοικογενειακή βία και τις γυναίκες, είναι πάρα πολύ σημαντικό να σταθούμε στο κομμάτι της ατιμωρησίας που επικρατεί και των νόμων που δεν είναι αυτοί που πρέπει. Τα θύματα δεν προστατεύονται. Οι γυναίκες είναι απροστάτευτες και δεν μιλάμε μόνο νομικά. Στη Σαλαμίνα, μία γυναίκα πήγε την Παρασκευή με σπασμένο πόδι από ξυλοδαρμό στο αστυνομικό τμήμα και η αστυνομία της είπε να πάει στο σπίτι της, όπου δολοφονήθηκε το επόμενο πρωί.

Μιλάμε για τη δολοφονία της Γεωργίας και έναν άνθρωπο που ήταν πάντα κακοποιητικός σε όλες του τις σχέσεις: με τη σύζυγό του και τις προηγούμενες συντρόφους του, ακόμα και με την αδερφή του. Είχε καταγγελίες, είχε καταδικαστεί και ήταν ελεύθερος. Oπότε, του “δώσαμε” όλη την ευχέρεια να φτάσει μέχρι τον φόνο. Από εκεί λοιπόν, απορρέουν πάρα πολλά προβλήματα», αναφέρει παραδειγματικά η Ασπασία Θεοφίλου, ενώ στη συνέχεια θα μας μιλήσει για τα θύματα που νιώθουν απροστάτευτα και δεν προχωρούν στην καταγγελία της βίας, που βιώνουν, καθώς είναι πεπεισμένες ότι θα κινδυνεύσουν περισσότερο:

«Όταν έχεις την αίσθηση ότι δεν σε προστατεύει τίποτα, κανένας νόμος και κανένας μηχανισμός, η πίστη των θυμάτων για το θέμα της προστασίας τους έχει κλονιστεί πάρα πολύ βαθιά και όχι άδικα. Δεν υπάρχει προστασία. Ακόμα και για το περιστατικό όπου ο πατέρας δολοφόνησε τον κουνιάδο του, πρέπει να αναρωτηθούμε. Και μετά έρχεται η ερώτηση “Μα γιατί δεν μιλάνε; ”. Είναι προφανές γιατί δεν μιλάνε. Γιατί θεωρούν ότι θέτουν τον εαυτό τους σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο».

Ο Άγγελος Τσιγκρής, εγκληματολόγος και τ. Γενικός Γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής, υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι για τον σχεδιασμό της χάραξης μιας ορθολογικής αντεγκληματικής πολιτικής είναι απαραίτητα «ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου και της λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας ως κατεξοχήν φορέα παροχής ασφάλειας, η μεταρρύθμιση στη δομή και την οργάνωση του Σώματος, η αποκατάσταση της σχέσης εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους πολίτες και η ποσοτική και ποιοτική καταγραφή της εγκληματικότητας στις πραγματικές της διαστάσεις», θέτοντας ως προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας τη γνώση και ένα συγκροτημένο σχέδιο.

Επιπλέον, ο κ. Τσιγκρής κρίνει απαραίτητη τη «μεταρρύθμιση του θεσμικού χαρακτήρα του σωφρονιστικού μας συστήματος και η σταδιακή αλλαγή του ιδεολογικού προσανατολισμού του, από μέσο άσκησης εξουσίας, σε μέσο σωφρονισμού και επανακοινωνικοποίησης των κρατουμένων».

Η Ασπασία Θεοφίλου πιστεύει ενθέρμως ότι οι φορείς που ασχολούνται με την κακοποίηση των γυναικών πρέπει να κληθούν από το υπουργείο Δικαιοσύνης και να συνδιαλλαγούν μεταξύ τους θέτοντας όλα τα θέματα επί τάπητος.

«Δυστυχώς, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο μηδέν, που πρέπει να τα κάνουμε όλα από την αρχή και δεν υπάρχει άλλος χρόνος. Χάνονται ζωές συνέχεια. Πρέπει να μιλήσουμε πάρα πολύ σοβαρά ως φορείς του φεμινιστικού κινήματος και ως φορείς που ασχολούνται με την κακοποίηση των γυναικών. Από τον Σεπτέμβρη του 2021 που τέθηκε σε εφαρμογή ο νόμος Τσιάρα, ζητάμε σύμφωνα με αυτά που προβλέπει και η συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, να καθίσει το υπουργείο Δικαιοσύνης σε ένα τραπέζι και να συνδιαλλαχθεί μαζί μας.

Οι αιτήσεις μας πέφτουν στο κενό. Ετοιμάζουν καινούριες νομοπαρασκευαστικές και εμείς πάλι δεν έχουμε κληθεί σε συζήτηση. Και όταν λέω εμείς, εννοώ οι άνθρωποι που δουλεύουμε στο πεδίο, που αντιμετωπίζουμε τα θύματα από την πρώτη στιγμή και είμαστε αποδέκτες όλης της κατάστασης και που θα πρέπει να μας συμβουλευτούν, γιατί ξέρουμε πού ακριβώς χωλαίνει το σύστημα. Ξέρουμε πού ακριβώς είναι ο κίνδυνος. Πώς πρέπει να αντιμετωπιστούν τα περιστατικά και έχουμε να κάνουμε προτάσεις για το τι πρέπει να γίνει».

Στη συνέχεια, η κα. Θεοφίλου σπεύδει να εξηγήσει ότι όλοι οι φορείς και όχι μόνο το Strong me, συμβουλεύουν τις γυναίκες και προσπαθούν να φτιάξουν ένα πλάνο ασφαλούς απομάκρυνσης από το κακοποιητικό περιβάλλον.

«Ως φορείς, όταν δεν έχουμε τους μηχανισμούς, δεν έχουμε τη δυνατότητα να το εφαρμόσουμε καθολικά για τις γυναίκες. Δεν είναι η πρόθεσή μας να κατηγορήσουμε κανέναν, αλλά να δουλέψουμε. Χρειάζεται τεράστια εκπαίδευση των αστυνομικών, χρειάζεται αλλαγή και επιτέλους οι θύτες να μένουν μέσα στη φυλακή, να εκτίουν ποινές και κατά τη διάρκεια των ποινών να γίνεται διαχείριση των θυτών. Οι θύτες θα πρέπει να είναι σε προγράμματα διαχείρισης θυμού και σε ψυχοθεραπεία με πάρα πολύ σοβαρό τρόπο. Ακόμα κι αν καταφέρουμε να απομακρύνουμε μία γυναίκα από τον κακοποιητή της, ο κακοποιητής δεν θα αλλάξει. Θα είναι ο ίδιος και στην επόμενη και στη μεθεπόμενη, όπως έγινε πολύ πρόσφατα με την Γεωργία. Και δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μόνο τις γυναικοκτονίες.

Η Έκθεση της Grevio ήταν καταπέλτης για την Ελλάδα. Δεν έχουμε πλαίσιο στήριξης και αντιμετώπισης της σεξουαλικής κακοποίησης. Με τον νόμο Τσιάρα καταπατάται κατάφορα η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Έχουμε πάρα πολλά penalties και οι προτάσεις που έχουν έρθει από το υπουργείο Δικαιοσύνης είναι σαν να μην έχουν ακούσει τίποτα από όλα αυτά και έτσι δεν δουλεύουμε ουσιαστικά», κρίνει η ιδρύτρια του κινήματος «Strong me».

Το αίτημα της αναγνώρισης της γυναικοκτονίας ως ιδιώνυμο έγκλημα

Πάγιο αίτημα των φορέων που ασχολούνται με την έμφυλη βία και την κακοποίηση των γυναικών είναι η κατοχύρωση του όρου της γυναικοκτονίας και η αναγνώρισή του ως ιδιώνυμο έγκλημα. Μία από τις δράσεις του Strong Me είναι και η υπογραφή ενός ψηφίσματος με στόχο την αλλαγή του νομικού πλαισίου.

Όσον αφορά στο ψήφισμα, η κα. Θεοφίλου δηλώνει στο mononews.gr: «Υπάρχει ένα ψήφισμα που τρέχει για την αλλαγή νομικού πλαισίου και την κατοχύρωση του όρου της γυναικοκτονίας. Η αναγνώριση της γυναικοκτονίας ως ιδιώνυμο έγκλημα είναι κάθετο αίτημα όλων των οργανώσεων. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να ενημερωθεί ο κόσμος για το τι εννοούμε γυναικοκτονία. Υπάρχει πολύ παραφιλολογία γύρω από αυτό. Η μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου νομίζει ότι αν κάποιος βγει με ένα όπλο και σκοτώσει δύο γυναίκες και δύο άνδρες, αυτό θεωρείται γυναικοκτονία για τις γυναίκες και δολοφονία για τους άνδρες. Δεν είναι αυτό» και συνεχίζει:

«Οι γυναικοκτονίες είναι ιδιώνυμα εγκλήματα. Έχουν πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Οι γυναίκες δολοφονούνται εξαιτίας του φύλου τους, είναι έμφυλο έγκλημα. Συνήθως είναι η τελευταία πράξη μικρότερων πράξεων βίας, που βιώνουν στα σπίτια τους και είναι η κορύφωση αυτής της ενδοοικογενειακής βίας. Αφορά και σε εγκλήματα τιμής. Γυναικοκτονία είναι ακόμα και ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων.

Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχουμε σχεδόν 80.000 κλειτοριδεκτομές με την εισροή των προσφύγων, οι οποίες είναι παράνομες και ουσιαστικά αφήνουν κοριτσάκια να δολοφονούνται. Επειδή είναι απαγορευμένο στη χώρα μας, βάζουν τα παιδιά σε αυτήν τη διαδικασία και μετά τα αφήνουν αβοήθητα και δεν τα πηγαίνουν ούτε καν στα νοσοκομεία. Όλα αυτά μας αφορούν. Μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα είναι για 13η συνεχόμενη χρονιά τελευταία σε θέματα ισότητας φύλων. Αυτό κατά τη γνώμη μου δείχνει ποια είναι η θέση της γυναίκας στην Ελλάδα».

Προσοχή και ψυχραιμία

Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ο κ. Πανούσης συνιστά ψυχραιμία και προσοχή, όταν αναλύουμε με επιστημονικά κριτήρια τις εγκληματικές πράξεις, ενώ καταρρίπτει εν μέρει τη θεωρία ότι ο εγκλεισμός συντέλεσε στην αύξηση της βίας. «Υπάρχουν εγκλήματα τα οποία μειώθηκαν, αφού ήμαστε μέσα στα σπίτια, δεν υπήρχαν εγκλήματα του δρόμου. Υπάρχουν εγκλήματα που αυξήθηκαν, όπως ό,τι έχει να κάνει με τα ηλεκτρονικά, αφού ασχολούμασταν με τα κομπιούτερς είτε ως εργαζόμενοι είτε ως ο,τιδήποτε άλλο.

Υπάρχουν εγκλήματα που έχουν να κάνουν με την ενδοοικογενειακή βία, διότι μαζευτήκαμε σπίτι, άρα, εμφανίστηκαν οι διαφορές που προϋπήρχαν και απλώς σοβούσαν σε μια γωνιά, διότι ο ένας πήγαινε στη δουλειά, ο άλλος είχε τα παιδιά κ.λπ. Όταν μαζευτήκαν όλοι μέσα, αυτά εντάθηκαν. Εντάθηκαν και νέες διαφορές, διότι ο ένας μπήκε σε αναστολή εργασίας και δημιουργήθηκαν εντάσεις, διαφοροποιήσεις ανισότητες, αλλά αυτά δεν είναι ερμηνευτικά κάθε μορφής βίας.

Δηλαδή, επειδή μαζευτήκαμε σπίτι, γι’ αυτόν τον λόγο η νεολαία κάνει αυτά που κάνει τον τελευταίο καιρό; Όχι. Επειδή μαζευτήκαμε σπίτι, βάζουν βόμβες έξω από τα αστυνομικά τμήματα; Όχι. Άρα, κάποιες βίαιες πράξεις, θα μπορούσαν να ερμηνευτούν από αυτό, αλλά όχι να το βάλουμε ως γενικό κανόνα. Άλλοι βάζουν την οικονομική κρίση, άλλοι την πανδημία, άλλοι την κλιματική αλλαγή. Αυτά είναι γενικά “καπέλα” που δεν ισχύουν επιστημονικά. Χρειάζεται λίγο ψυχραιμία. Μην πάθουμε ηθικούς πανικούς. Να μην γενικεύουμε. Μην θεωρούμε ότι η νέα γενιά είναι εγκληματική. Μην θεωρούμε ότι όλοι οι άνδρες είναι βίαιοι και θα σκοτώσουν όλες τις γυναίκες. Θέλει λίγο προσοχή, να αναλύουμε με ψυχραιμία και επιστημονικά κριτήρια και όχι με το πάθος της στιγμής ή με στερεότυπα τέτοια ζητήματα».

Διαβάστε επίσης:

Μαρία–Αλεξάνδρα Κεφάλα στο mononews: «Η βία σε κάθε της μορφή δεν είναι αποδεκτή»

Κατερίνα Μάτσα: Κανείς δεν μπορεί να γίνει καλά αν δεν το πιστέψει

Τατιάνα Μπλάτνικ de profundis: Το κίνημα για την ψυχική υγεία, η οικογενειακή τραγωδία και η Ανάσα ζωής